Ασθένεια λωτού Μελάνωμα καρπού
Η ασθένεια αυτή των καρπών μπορεί να παρουσιάσει δύο μορφές: το ράγισμα κορυφής (kachorekka) ή αποκόλληση του κάλυκα (hetasuki) και προκαλεί μια σοβαρή αλλοίωση που καθιστά μη εμπορεύσιμους επίσης καρπούς λόγω των προαναφερθέντων συμπτωμάτων. Η αλλοίωση αυτή παρουσιάζεται συχνότερα σε νεαρά φυτά και λόγω μιας βλαστικής ανισορροπίας υπάρχει η τάση για γρήγορη ανάπτυξη μεγάλων σε μέγεθος καρπών.
Επίσης οι ποικιλίες με μεγάλους καρπούς και μικρότερο σε μέγεθος κάλυκα είναι πιο ευάλωτες σε αποκολλήσεις, επίσης εξάλλου και οι καρποί πεπλατυσμένου σχήματος σε σχέση με επίσης στρογγυλού σχήματος καρπούς. Η προέλευση επίσης δεν είναι γνωστή. Είναι εστιασμένη στην κορυφή του καρπού και εκδηλώνεται με μάζες λεπτών μαυριδερών κυκλικών σκασιμάτων. Αυτή η αλλοίωση αφορά μονάχα την φλούδα (επικάρπιο) προκαλώντας επίσης ρωγμές, ενώ αποκαλύπτει και το υποκείμενο μεσοκάρπιο.
Σε γενικές γραμμές τα φρούτα ωριμάζουν κανονικά αλλά αν διατηρηθούν σε υγρό περιβάλλον γίνονται εύκολη λεία πολυάριθμων σαπροφυτικών μυκήτων που προκαλούν σήψεις. Μελέτες που πραγματοποιήθηκαν στην Ιαπωνία απέδειξαν πως η ευπάθεια μεταφέρεται γενετικά και ολόκληρη η ομάδα των "σταθερών κατά την επικονίαση και μη στυφών ποικιλιών" προσβάλλεται από αυτές.
Η δυσκολία επίλυσης μέσω προγράμματος γενετικής βελτίωσης του προβλήματος οφείλεται στην ανεπαρκή γενετική διαφοροποίηση που εμφανίζει η ομάδα αυτών των ποικιλιών. Επίσης υπερβολικά γόνιμα εδάφη σε συνδυασμό με έντονες βροχοπτώσεις συνεισφέρουν στην αύξηση αυτών των αλλοιώσεων των καρπών.