Εχθροί μελισσών
Βαρροϊκή ακαρίαση
Πρόκειται για το µεγαλύτερο πρόβλημα της ελληνικής µελισσοκοµίας και ένα από τα µεγαλύτερα της µελισσοκοµίας παγκοσµίως. Στη χώρα µας οφείλεται στο άκαρι Varroa destructor L., αν και παλαιότερα θεωρείτο ότι οφειλόταν στο V. jacobsoni Oudemans. Το άκαρι αυτό παρατηρήθηκε για πρώτη φορά στην ινδική µέλισσα Apis cerana το 1904 και µεταπήδησε στην Apis mellifera περίπου στα µέσα του προηγούµενου αιώνα. Στη χώρα µας πρωτοεµφανίστηκε το 1978 στην περιοχή του Έβρου και γρήγορα διαδόθηκε σε ολόκληρη τη χώρα. Η γρήγορη µετάδοσή του οφείλεται στη νοµαδική µελισσοκοµία, αλλά και στη διάδοση της µακεδονικής φυλής στον ελλαδικό χώρο, φυλή που είναι ευαίσθητη σε προσβολές από το εν λόγω άκαρι. Προσβάλλει όλα τα στάδια των µελισσών πλην του αυγού (προνύµφη, νύµφη) και όλες τις µορφές τους (εργάτρια, βασίλισσα, κηφήνας). Με τα στοµατικά του µόρια, µυζά την αιµολέµφο της µέλισσας.
Μορφολογία
Τα θηλυκά ακάρεα [1] έχουν µήκος 1,1 mm και πλάτος 1,7 mm, χρώµα καστανό προς κόκκινο, σχήµα ελλειψοειδές και πεπλατυσµένο. Φέρουν σκληρές τρίχες, ενώ τα 4 ζεύγη ποδιών τους καταλήγουν σε βεντούζες. Το αρσενικό είναι µικρότερο και ζει πολύ λίγο, όσο χρειάζεται για να γονιµοποιήσει τα θηλυκά.
Βιολογία
Το βαρρόα πολλαπλασιάζεται αποκλειστικά στον σφραγισµένο γόνο. Το θηλυκό άκαρι εγκαταλείπει την ενήλικη µέλισσα και εισέρχεται στο κελί που περιέχει προνύµφη εργάτριας ή κηφήνα λίγο πριν αυτό σφραγιστεί. Εκεί γεννά 5-6 αυγά στον εργατικό γόνο από τα οποία τα πρώτα δύο προλαβαίνουν να αναπτυχθούν πλήρως. Στον κηφηνογόνο γεννά 6-7 αυγά, από τα οποία 3-4 αναπτύσσονται. Αιτία είναι το µεγαλύτερο χρονικό διάστηµα που διαρκεί το στάδιο της πλαγγόνας του κηφηνογόνου (12 στην εργάτρια και 14,5 στο κηφήνα). Από τους απογόνους, ένας είναι αρσενικός, ο οποίος γονιµοποιεί τα θηλυκά και εν συνεχεία πεθαίνει. Τα γονιµοποιηµένα θηλυκά εξέρχονται από το κελί µαζί µε τη µέλισσα, την οποία παρασιτούν έως ότου µπουν σε κάποιο κελί γόνου για να γεννήσουν. Σε ένα κελί είναι πιθανό να εισέλθουν περισσότερα του ενός θηλυκά βαρρόα.
Το άκαρι προσβάλλει τις µέλισσες όλες τις εποχές του χρόνου. Η προσβολή του εχθρού φαίνεται µεγαλύτερη όταν δεν υπάρχει γόνος, επειδή όλα τα ακµαία ακάρεα βρίσκονται πάνω στις µέλισσες. Επειδή ακριβώς το άκαρι πολλαπλασιάζεται αποκλειστικά στο γόνο, η έκταση αυτού επηρεάζει τον πληθυσµό των ακάρεων και συνάµα κάθε χειρισµός που επηρεάζει το γόνο. Ακόµα, το αναπαραγωγικό δυναµικό είναι µεγαλύτερο στον κηφηνογόνο από ότι στον εργατικό γόνο (2,7 θηλυκά ανά κελί ολοκληρώνουν την ανάπτυξή τους στον κηφηνογόνο έναντι 1,8 στον εργατικό), οπότε όσο µεγαλύτερη είναι η έκταση του κηφηνογόνου, τόσο περισσότερο ευνοείται η ανάπτυξη του ακάρεος.
Τρόποι μετάδοσης
Εντός της κυψέλης, το άκαρι εύκολα µεταπηδά από µέλισσα σε µέλισσα. Σε άλλα µελίσσια το άκαρι µεταδίδεται µε τη λεηλασία και την παραπλάνηση. Αναφορικά µε τη λεηλασία, αυτή είναι εντονότερη σε µελίσσια αδύναµα, οπότε αυξάνεται η πιθανότητα µετάδοσης του ακάρεος. Κάποιοι µελισσοκοµικοί χειρισµοί µπορεί να µεταδώσουν το άκαρι, όπως η συνένωση µελισσιών, η µεταφορά γόνου από µελίσσι σε µελίσσι κ.α. Τέλος, η νοµαδική µελισσοκοµία και η συνάθροιση πολλών µελισσιών σε περιορισµένο χώρο (π.χ. µελιτοφορία του πεύκου) συµβάλλουν σηµαντικά στη διάδοση του βαρρόα.
Συμπτώματα
Το άκαρι είναι ορατό µε γυµνό µάτι πάνω στις ακµαίες µέλισσες. Επίσης, στο µελίσσι βλέπουµε πολλές µέλισσες παραµορφωµένες, µικρές σε µέγεθος και µε κατεστραµµένα ή και καθόλου φτερά. Μπορούµε, τέλος, να ανοίξουµε µερικά σφραγισµένα κελιά και να δούµε τα ακάρεα µέσα.
Αντιμετώπιση
Η αντιµετώπιση του ακάρεος είναι πολύ δύσκολη επειδή αυτό πολλαπλασιάζεται στο σφραγισµένο γόνο. Αυτό σηµαίνει ότι όταν υπάρχει γόνος στο µελίσσι µας, κάποια θηλυκά βρίσκονται προστατευµένα, καθιστώντας αναποτελεσµατική κάθε θεραπεία µε χηµικά. Επίσης, τα χηµικά που χρησιµοποιούνται έχουν κάποια επίδραση και στις µέλισσες. Έτσι, παρότι µπορεί να µην τις θανατώνουν, επηρεάζουν διάφορες φυσιολογικές λειτουργίες τους. Η χρήση των χηµικών έχει οδηγήσει στην ανάπτυξη ανθεκτικότητας σε κάποιες περιπτώσεις, δυσχεραίνοντας την κατάσταση. Τέλος, να αναφέρουµε ότι πάντα είναι ορατός ο κίνδυνος ρύπανσης των µελισσοκοµικών προϊόντων από τα φάρµακα που χρησιµοποιούνται µέσα στην κυψέλη. Τελευταία, γίνονται πειραµατισµοί σχετικά µε την αποτελεσµατικότητα φυσικών ουσιών, όπως το γαλακτικό οξύ. Αν και για αυτές τις ουσίες δεν υπάρχουν όρια υπολειµµάτων, αξίζει να αναφέρουµε ότι το µέλι περιέχει φυσικά κάποιες ποσότητες µυρµηκικού και οξαλικού οξέος. Για την αντιµετώπιση του βαρρόα έχουν αναπτυχθεί διάφορες βιοτεχνικές µέθοδοι, οι οποίες αφορούν στην αφαίρεση και καταστροφή του κηφηνογόνου την άνοιξη, περιορισµό της ωοτοκίας της βασίλισσας, χρήση υψηλών θερµοκρασιών κ.α. Σε κάθε περίπτωση, είναι πάρα πολύ σηµαντικό ο µελισσοκόµος να διατηρεί δυνατά µελίσσια, καθώς έχει παρατηρηθεί ότι αυτά µπορούν να αντιµετωπίσουν, µέχρις ενός βαθµού, το πρόβληµα. Τελευταίες έρευνες έδειξαν ότι η διάρκεια πτήσης των εργατριών που είναι προσβεβληµένες από βαρρόα είναι µεγαλύτερη και κάποιες µέλισσες δεν επιστρέφουν στην κυψέλη, µειώνοντας έτσι την προσβολή. Από την ίδια έρευνα δείχθηκε ότι οι µέλισσες απαλλάσσονται από µερικά βαρρόα κατά την πτήση.
Βιβλιογραφία
Τραχειακή ακαρίαση
Πρόκειται για ενδοπαρασιτικό άκαρι, το οποίο ζει και πολλαπλασιάζεται στις τραχείες των ακµαίων µελισσών και τρέφεται µε αιµολέµφο. Οφείλεται στο άκαρι Acarapis woodi Rennie, το οποίο εισέρχεται από το πρώτο θωρακικό στίγµα της µέλισσας στην αναπνευστική τραχεία. Εκεί γεννά 5-7 αυγά, τα οποία εκκολάπτονται σε 3-4 µέρες. Μετά από 3-4 γενεές, οι τραχείες αποφράσσονται και η µέλισσα δε µπορεί να αναπνεύσει.
Το πρόβληµα αυτού του εχθρού [1] (της τραχειακής ακαρίασης) ήταν εντονότερο παλαιότερα. Η διάδοση, όµως, της µακεδονικής φυλής µελισσών σε ολόκληρη τη χώρα έχει δώσει τη λύση, αφού αυτή η φυλή είναι ανθεκτική. Αυτή η ανθεκτικότητα οφείλεται στο ότι το πρώτο θωρακικό στίγµα είναι πιο µικρό και φέρει πολλές τρίχες, δυσχεραίνοντας έτσι την είσοδο του ακάρεος. Σε µεµονωµένες περιοχές όπου υπάρχουν ακόµα µέλισσες άλλης φυλής, το πρόβληµα υφίσταται, όπως συµβαίνει σε κάποιες περιοχές της Κρήτης.
Βιβλιογραφία
Κηρόσκωρος
Ο εχθρός [1] αυτός προσβάλλει τις κηρήθρες, τόσο µέσα στην κυψέλη, όσο και στην αποθήκη. Υπάρχουν δύο Λεπιδόπτερα της οικογένειας Pyralidae υπεύθυνα για τις ζηµιές αυτές, το Galleria mellonela L. (μεγάλος κηρόσκωρος) και το Achroia grisella Fabricious (μικρός κηρόσκωρος). Ο µεγάλος κηρόσκωρος κάνει τις µεγαλύτερες ζηµιές και σε αυτόν θα αναφερθούµε. Η βιολογία και η αντιµετώπιση του µικρού κηρόσκωρου είναι παρεµφερής.
Βιολογία
Τα ενήλικα έντοµα είναι δραστήρια από το Μάιο ως τον Οκτώβρη. Ζουν 3-30 µέρες, χωρίς να τρέφονται και µε µοναδικό στόχο τη σύζευξη και την απόθεση των αυγών. Τα γονιµοποιηµένα θηλυκά µπαίνουν στις κυψέλες και γενούν 300-600 αυγά σε σχισµές και χαραµάδες, τα οποία εκκολάπτονται σε 3-10 µέρες, ανάλογα µε τη θερµοκρασία. Οι προνύµφες ανοίγουν στοές στις κηρήθρες και τρέφονται µε κερί, γύρη και µέλι, αλλά και µε το γόνο, αφήνοντας µετάξινα νηµάτια από όπου περνάνε. Σε περίπου 20 µέρες, η προνύµφη θα πλέξει το κουκούλι της και το ακµαίο θα βγει σε 7-8 µέρες, όταν οι θερµοκρασιακές συνθήκες είναι ευνοϊκές. Σε περιπτώσεις χαµηλών θερµοκρασιών, η χρονική διάρκεια των διαφόρων σταδίων διευρύνεται σηµαντικά.
Οι προνύµφες καταστρέφουν ολοσχερώς τις αποθηκευµένες κηρήθρες. Στις κυψέλες, καταστρέφουν τις κηρήθρες που δεν καλύπτονται από µέλισσες, ενώ κάνουν και σοβαρές ζηµιές στα ξύλινα µέρη της κυψέλης, καθώς το καταστρέφουν για να στερεωθεί το κουκούλι κατά τη νύµφωση.
Αντιμετώπιση
Το πρόβληµα του κηρόσκωρου είναι εντονότερο στις αποθηκευµένες κηρήθρες, επειδή δεν υπάρχουν µέλισσες να τον αντιµετωπίσουν. Μέχρι πρότινος, γινόταν ευρεία χρήση των χηµικών ουσιών παραδιχλωροβενζόλιο και ναφθαλένιο, µε πάρα πολύ καλά αποτελέσµατα. Όµως, οι εν λόγω ουσίες αφήνουν βλαβερά υπολείµµατα σε όλα τα µελισσοκοµικά προϊόντα και η χρήση τους πλέον έχει σταµατήσει. Η καλύτερη µέθοδος αντιµετώπισης αφορά στην καταστροφή όλων των σταδίων του κηρόσκωρου µε την εφαρµογή χαµηλών θερµοκρασιών. Ενδεικτικά αναφέρουµε ότι σε θερµοκρασία -7oC η εφαρµογή διαρκεί 4,5 ώρες, ενώ στους -17oC µόλις 1,5 ώρα. Η εν λόγω διαδικασία είναι απόλυτα επιτυχής και ασφαλής. Μέσα στην κυψέλη εφαρµόζονται κάποια µέτρα υγιεινής και προφύλαξης για να περιορίσουν την προσβολή. Έτσι, διατηρώντας δυνατά µελίσσια, οι µέλισσες είναι σε θέση να αντιµετωπίσουν από µόνες τους το πρόβληµα. Επίσης, όταν ο πληθυσµός στα µελίσσια µας είναι µικρός και υπάρχουν άδειες κηρήθρες, που δεν καλύπτονται από µέλισσες, αυτές αποµακρύνονται. Καθαρίζεται καλά ο πυθµένας των κυψελών, στοκάρονται οι σχισµές και όλα τα ξύλινα µέρη αποστειρώνονται µε φλόγιστρο.
Τέλος, το εµπορικό σκεύασµα του βακτηρίου Bacillus thuringiensis µε την ονοµασία Β401 έχει δώσει καλά αποτελέσµατα τόσο εντός της κυψέλης, όσο και στην αποθήκη.
Βιβλιογραφία
Σφήκες
Οι σφήκες [1] επιτίθενται και θανατώνουν τις µέλισσες για να τις χρησιµοποιήσουν στην εκτροφή του γόνου τους. Ιδιαίτερο πρόβληµα δηµιουργούν οι µεγάλες σφήκες του γένους Vespa, όπως τα είδη V. orientalis και V. crabro. Τους καλοκαιρινούς µήνες αναπτύσσουν µεγάλους πληθυσµούς και το πρόβληµα είναι πολύ έντονο. Μικρότερης έκτασης προβλήµατα προκαλούνται και από τις µικρές µέλισσες που ανήκουν στα είδη Vespula vulgaris, V. germanica και Pollistes gallicus. Για την αντιµετώπιση αυτού του εχθρού, τοποθετούνται σφηκοπαγίδες κοντά στο µελισσοκοµείο. Επίσης, οι σφηκοφωλιές εντοπίζονται και καταστρέφονται µε κάποιο εντοµοκτόνο. Ένα ακόµη µέτρο αφορά στη θανάτωση των γονιµοποιηµένων θηλυκών αργά το φθινόπωρο και νωρίς την άνοιξη, πριν ξεκινήσουν να φτιάχνουν τη νέα φωλιά. Αν το πρόβληµα είναι µεγάλο, ενδέχεται να χρειαστεί µεταφορά του µελισσοκοµείου σε άλλη περιοχή.
Βιβλιογραφία
Ποντίκια
Τα ποντίκια [1] εισέρχονται µέσα στην κυψέλη το χειµώνα για να προστατευτούν, καταστρέφοντας κηρήθρες και πλαίσια και προκαλώντας µεγάλη αναστάτωση στο µελίσσι και κατ' επέκταση στις μέλισσες. Περιορίζοντας την είσοδο της κυψέλης από νωρίς το φθινόπωρο, αντιµετωπίζεται αυτός ο εχθρός.
Στην αποθήκη υπάρχει επίσης πρόβληµα από τα ποντίκια, το οποίο αντιµετωπίζεται µε τρωκτικοκτόνα και καλή κάλυψη των υλικών.
Βιβλιογραφία
Μυρμήγκια
Σε κάποιες περιπτώσεις, τα µυρµήγκια [1] ενδέχεται να προκαλέσουν σηµαντικά προβλήµατα, καθώς δαγκώνουν και θανατώνουν τις µέλισσες και προκαλούν γενική αναστάτωση του µελισσιού.
Οι κυψέλες πρέπει να µην έχουν άλλες εισόδους πέραν από την κεντρική ώστε να φρουρείται καλά η κυψέλη. Το καλύτερο µέτρο αντιµετώπισης αυτού του εχθρού πάντως είναι η τοποθέτηση υποστηριγµάτων στην κυψέλη, τα οποία να βρίσκονται σε δοχείο µε πετρέλαιο ή λάδια µηχανών, τα οποία δεν εξατµίζονται και παρέχουν προστασία για µακρό χρονικό διάστηµα.
Βιβλιογραφία
Άλλοι εχθροί
Περιστασιακά προβλήµατα δύναται να προκληθούν από διάφορους άλλους εχθρούς [1]. Οι αρκούδες δηµιουργούν προβλήµατα σε ορεινές περιοχές, µε καλύτερο και οικονοµικότερο µέτρο αντιµετώπισης τη µεταφορά των µελισσιών.
Η αχερώντια ή νεκροκεφαλή (Acherontia atropos L., Lepidoptera: Sphingidae) είναι µια νυχτόβια πεταλούδα που κλέβει το µέλι από την κυψέλη, αναστατώνοντας τις µέλισσες. Αν υπάρχει έντονο πρόβληµα, περιορίζεται η είσοδος της κυψέλης.
Τελευταία, στις ΗΠΑ παρουσιάστηκε ένας καινούργιος εχθρός των µελισσών, το µικρό σκαθάρι Aethina tumida Murray, το οποίο µάλλον δεν αποτελεί απειλή για τη µελισσοκοµία.
Τέλος, προβλήµατα δηµιουργούν και κάποια πουλιά, όπως τα χελιδόνια και οι µελισσοφάγοι, τα οποία τρώνε µέλισσες εν πτήσει. Μεγάλος κίνδυνος υπάρχει την άνοιξη, όταν οι βασίλισσες κάνουν τη γαµήλια πτήση τους. ∆εν υπάρχει µέτρο αντιµετώπισης.