Σκουμπρί (Scomber scombrus)
Το σκουμπρί (Scomber scombrus, σκόμβρος ο γνήσιος), είναι πελαγικό είδος ψαριού που σχηματίζει κοπάδια. Το σκουμπρί [1] ανήκει στην οικογένεια Σκομβρίδες. Απαντάται στο βόρειο Ατλαντικό Ωκεανό και στη Μεσόγειο. Είναι συγγενικό είδος με τον Κολιό. Είναι περιζήτητο βρώσιμο ψάρι, όπως και τα υπόλοιπα ψάρια της οικογένειας.
Το σκουμπρί έχει μέγιστο μήκος 60 εκατοστά και μέγιστο καταγεγραμμένο βάρος 3,4 κιλά. Το συνηθισμένο μήκος τους είναι τα 30 εκατοστά. Τα σκουμπριά μπορούν να ζήσουν μέχρι 17 χρόνια. Ένα χαρακτηριστικό του είναι οι μαύρες ελαφρά κυματιστές λωρίδες στη γαλαζοπράσινη ράχη που είναι σχεδόν κάθετες στο υπόλοιπο σώμα. Το κεφάλι του είναι γυμνό από λέπια και φέρει μικρά μάτια και πολύ ευρύ στόμα. [2] Η κοιλιά είναι ασημόλευκη. Δεν έχει νηκτική κύστη. Έχει ατρακτοειδές σώμα, φτιαγμένο για να κολυμπάει γρήγορα. Έχει δυο ραχιαία πτερύγια που βρίσκονται σε αρκετή απόσταση μεταξύ τους, τα οποία μαζεύονται σε κοίλωμα όταν το ψάρι κολυμπάει για να μειωθεί η υδροδυναμική αντίσταση. Πίσω από το δεύτερο ραχιαίο κι απ’ το εδρικό έχει 5-6 μικρά ψευδοπτερύγια. Το πρωκτικό πτερύγιο βρίσκεται ακριβώς κάτω από το δεύτερο ραχιαίο. Έχει μικρά λέπια, τα οποία δεν ξεχωρίζουν.
Τα σκουμπριά σχηματίζουν κοπάδια ανάλογα με το μέγεθός τους. Το χειμώνα τα σκουμπριά βολάζουν στο βυθό, χωρίς να κινούνται ή να τρέφονται, ενώ την άνοιξη ανεβαίνουν στην επιφάνεια και πιο κοντά στην ακτή όταν η θερμοκρασία του νερού είναι μεταξύ των 11 και των 14oC για να τραφούν με πλαγκτόν. Αναπαράγονται στα τέλη της άνοιξης και την αρχή του καλοκαιριού, περίοδο κατά την οποία παραμένουν νηστικά. Στη συνέχεια αρχίζουν πάλι να τρέφονται με μικρά ψάρια και τον χειμώνα γυρίζουν στο βυθό. Οι κύριοι θηρευτές των σκουμπριών είναι οι τόνοι, οι καρχαρίες και τα δελφίνια.
Ψαρεύονται με συρτή, τσαπαρί και δίχτυα, συνήθως μαζί με σαρδέλες. Η αλίευσή τους είχε φτάσει το 1975 τους 1,1 εκατομμύρια τόνους, αλλά από τότε η ποσότητα που αλιεύεται έχει μειωθεί. Όσον αφορά το 2011, αλιεύτηκαν 944.748 τόνοι σκουμπριών. Ανάλογα με την εποχή του χρόνου, η περιεκτικότητα σε λίπος κυμαίνεται μεταξύ 3% την άνοιξη και έως 30% το φθινόπωρο. Η καλύτερη περίοδος για να αλιευθεί είναι το καλοκαίρι όταν το θερμοκλινές βρίσκεται σε βάθος 15 με 20 μέτρα και τα ψάρια δεν μπορούν να ξεφύγουν σε βαθύτερα ύδατα.
Το κρέας του είναι αρωματικό, τρυφερό, ζουμερό, καφεκόκκινο και πιο νόστιμο απ’ του κολιού. Στο εμπόριο διατίθεται φρέσκο, καπνιστό, με σάλτσα, κατεψυγμένο, μαριναρισμένο και σε κονσέρβα. Τα ψάρια που αλιεύονται την άνοιξη είναι αδύνατα και αφήνονται να λιάζονται στον ήλιο και είναι ο λεγόμενος τσίρος, ενώ τα παχύτερα ψάρια, που αλιεύονται το φθινόπωρο παστώνονται.
Βιβλιογραφία