Φθινοπωρινός λήθαργος-Επιβίωση της μηδικής
Η διατήρηση της πυκνότητας του μηδικεώνα (επιβίωση της μηδικής) συνδέεται με την απόδοση και καθορίζει τη διάρκεια (έτη) οικονομικής εκμετάλλευσής της. Η αρχική πυκνότητα της φυτείας εξαρτάται από την πυκνότητα σποράς και την εγκατάσταση των νεαρών φυταρίων, ενώ στη συνέχεια η πυκνότητα καθορίζεται από την ικανότητα επιβίωσης των φυτών. Στις εύκρατες περιοχές οι δύο κυριότεροι παράγοντες που συχνότερα σχετίζονται με την επιβίωση της μηδικής είναι η αντοχή στις ασθένειες και η ανθεκτικότητα στις χαμηλές θερμοκρασίες του χειμώνα.
Η φυσιολογική βάση της αντοχής της μηδικής στους αβιοτικούς παράγοντες συνδέεται με τη συγκέντρωση των ολικών μη δομικών υδατανθράκων της ρίζας. Αναφέρεται θετική συχέτιση μεταξύ της συγκέντρωσης των ολικών διαλυτών υδατανθράκων στη ρίζα και της ικανότητας επιβίωσης της μηδικής ή της ταχύτητας αναβλάστησης. Οι Bowley και McKersie από τις έρευνές του καταλήγουν στο συμπέρασμα ότι διάφοροι μηχανισμοί ανθεκτικότητας λειτουργούν στη μηδική ανάλογα με την καταπόνηση που δέχονται τα φυτά και ότι η επιλογή για ανθεκτικότητα σε ένα είδος καταπόνησης δεν προϋποθέτει ότι θα δώσει ανθεκτικότητα και σε άλλες καταπονήσεις που συνδέονται με την επιβίωση των φυτών κατά το χειμώνα.
Μεταξύ των ποικιλιών της μηδικής εμφανίζονται διαφορές ως προς την αντοχή στις χαμηλές θερμοκρασίες του χειμώνα. Δεν μπορεί όμως να εξηγηθεί με τα μέχρι τώρα δεδομένα, η στενή σχέση που υπάρχει μεταξύ του φθινοπωρινού ληθάργου που παρουσιάζεον ορισμένες ποικιλίες και της επιβίωσης της μηδικής το χειμώνα. Κατά τη διάρκεια του Φθινοπώρου οι ποικιλίες που παρουσιάζουν φθινοπωρινό λήθαργο έχουν πλάγια έκπτυξη βλαστών και περιορισμένη ανάπτυξη, σε αντίθεση με τις ποικιλίες που δεν παρουσιάζουν λήθαργο και των οποίων οι βλαστοί είναι όρθιοι και παρουσιάζουν πλούσια ανάπτυξη. Η έκφραση του φθινοπωρινού ληθάργου είναι αποτέλεσμα των συνδυασμένων επιδράσεων των μικρών ημερών (βραχεία φωτοπερίοδος) και των χαμηλών θερμοκρασιών. Σε συνθήκες βραχείας φωτοπεριόδου η διάκριση μεταξύ ποικιλιών με φθινοπωρινό λήθαργο και ποικιλιών που δεν παρουσιάζουν λήθαργο, είναι πιο εμφανής σε χαμηλές θερμοκρασίες. Σε συνθήκες μακράς φωτοπεριόδου παρουσιάζεται μικρή διαφοροποίηση όσον αφορά στην ανάπτυξη των δύο προαναφερθεισών κατηγοριών ποικιλιών. Οι ποικιλίες με φθινοπωρινό λήθαργο είναι ανθεκτικότερες στο κρύο από εκείνες που δεν παρουσιάζουν λήθαργο. Περίπου το 50% της γενετικής παραλλακτικότητας της ανθεκτικότητας στις χαμηλές θερμοκρασίες βρέθηκε ότι συνδέεται με το φθινοπωρινό λήθαργο. Το χαρακτηριστικό του φθινοπωρινού ληθάργου όμως συνδέεται με βραδεία αναβλάστηση μετά την κοπή και μειωμένη απόδοση σε φυτομάζα την άνοιξη και το καλοκαίρι, ώστε δεν μπορεί να χρησιμοποιηθεί επιτυχώς ως κριτήριο επιλογής για τη δημιουργία ποικιλιών οι οποίες να συνδυάζουν ανθεκτικότητα στις χαμηλές θερμοκρασίες και υψηλή απόδοση.