Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων του "Αραχίδα"
Γραμμή 5: | Γραμμή 5: | ||
Το φυτό κατάγεται από τη Βραζιλία. Εκεί μεταφέρθηκε και αρχικά καλλιεργήθηκε στην Αφρική από εμπόρους των Νέγρων για τη διατροφή των τελευταίων στο ταξίδι από Αφρική στην Αμερική. Η ποικιλία που καλλιεργείται σήμερα προήλθε έπειτα από συνεχή επιλογή ενός αυτοφυούς είδους της Βραζιλίας. Σταδιακά η καλλιέργειά της επεκτάθηκε σε θερμά κλίματα σε όλο τον κόσμο. Στην Ελλάδα η [[καλλιέργεια αραχίδας |καλλιέργειά]] της είναι σχεδόν απούσα. Έπειτα από τη συλλογή του [[αράπικο φιστίκι |καρπού]], υπόκειται σε αποφλοίωση-σπάσιμο. Στη συνέχεια, η ψίχα που βγαίνει χρησιμοποιείται στη ζαχαροπλαστική και για την παρασκευή ελαίου (φιστικέλαιο) και ως [[ξηρός καρπός]] είτε ψημένος είτε ωμός. | Το φυτό κατάγεται από τη Βραζιλία. Εκεί μεταφέρθηκε και αρχικά καλλιεργήθηκε στην Αφρική από εμπόρους των Νέγρων για τη διατροφή των τελευταίων στο ταξίδι από Αφρική στην Αμερική. Η ποικιλία που καλλιεργείται σήμερα προήλθε έπειτα από συνεχή επιλογή ενός αυτοφυούς είδους της Βραζιλίας. Σταδιακά η καλλιέργειά της επεκτάθηκε σε θερμά κλίματα σε όλο τον κόσμο. Στην Ελλάδα η [[καλλιέργεια αραχίδας |καλλιέργειά]] της είναι σχεδόν απούσα. Έπειτα από τη συλλογή του [[αράπικο φιστίκι |καρπού]], υπόκειται σε αποφλοίωση-σπάσιμο. Στη συνέχεια, η ψίχα που βγαίνει χρησιμοποιείται στη ζαχαροπλαστική και για την παρασκευή ελαίου (φιστικέλαιο) και ως [[ξηρός καρπός]] είτε ψημένος είτε ωμός. | ||
− | {{{top_heading|==}}}Βοτανικά χαρακτηριστικά αραχίδας{{{top_heading|==}}} | + | {{{top_heading|==}}}[[Βοτανικά χαρακτηριστικά αραχίδας]]{{{top_heading|==}}} |
+ | {{:Βοτανικά χαρακτηριστικά αραχίδας|top_heading={{{top_heading|==}}}=}} | ||
==Πληροφοριακά στοιχεία== | ==Πληροφοριακά στοιχεία== |
Αναθεώρηση της 08:55, 9 Οκτωβρίου 2013
Η αραχίδα [1] είναι ποώδες μονοετές ή διετές φυτό της οικογένειας των Κυαμοειδών (Fabaceae). Το γένος Αραχίς (επιστ. ονομ. Arachis) περιλαμβάνει εννέα συνολικά είδη, με αντιπροσωπευτικότερο την αραχίδα την υπόγειο ή κοινά αράπικο φιστίκι (στην Κύπρο λέγεται φουστουκούδι). Καλλιεργείται σε μεγάλη έκταση στην Ινδία και σε χώρες της αφρικανικής ηπείρου κυρίως για τα σπέρματά της που περιέχουν έλαιο.
Το φυτό κατάγεται από τη Βραζιλία. Εκεί μεταφέρθηκε και αρχικά καλλιεργήθηκε στην Αφρική από εμπόρους των Νέγρων για τη διατροφή των τελευταίων στο ταξίδι από Αφρική στην Αμερική. Η ποικιλία που καλλιεργείται σήμερα προήλθε έπειτα από συνεχή επιλογή ενός αυτοφυούς είδους της Βραζιλίας. Σταδιακά η καλλιέργειά της επεκτάθηκε σε θερμά κλίματα σε όλο τον κόσμο. Στην Ελλάδα η καλλιέργειά της είναι σχεδόν απούσα. Έπειτα από τη συλλογή του καρπού, υπόκειται σε αποφλοίωση-σπάσιμο. Στη συνέχεια, η ψίχα που βγαίνει χρησιμοποιείται στη ζαχαροπλαστική και για την παρασκευή ελαίου (φιστικέλαιο) και ως ξηρός καρπός είτε ψημένος είτε ωμός.
Βοτανικά χαρακτηριστικά αραχίδας
Η αραχίδα είναι ποώδες ετήσιο φυτό με κεντρική πασσαλώδη ρίζα και με πολλές πλάγιες διακλαδώσεις. Η πασσαλώδης ρίζα ανάλογα με το έδαφος, τη διαθέσιμη υγρασία και την ποικιλία μπορεί να φθάσει σε βάθος μέχρι τα 2m. Αργότερα, κατά τη διάρκεια της ανάπτυξης, εκφύονται ρίζες από τους κόμβους του υποκοτυλίου και των υπέργειων βλαστών, στα σημεία που έρχονται σε επαφή με το έδαφος. Ένα εκτεταμένο δίκτυο πλάγιων ριζών, αρχικά αναπτύσσεται στα πρώτα 20-25cm του εδάφους και αργότερα βαθύτερα. Το υποκοτύλιο είναι λευκό και διακρίνεται εύκολα στα πρώτα στάδια ανάπτυξης, αργότερα όμως τέσσερις περίπου εβδομάδες από το φύτρωμα, δεν μπορεί να διακριθεί από την κύρια ρίζα. Οι ρίζες δεν φέρουν τυπικά ριζικά τριχίδια, παράγονται όμως θύσανοι ριζικών τριχιδίων στον άξονα των σχηματιζόμενων πλάγιων ριζών. Στην κύρια και στις πλάγιες ρίζες σχηματίζονται άφθονα, μικρά, σφαιρικά φυμάτια που συχνά έχουν χρώμα σκούρο-καφέ. Στην αραχίδα τα τυπικά ριζικά τριχίδια εκλέιπουν όπως αναφέρθηκε και έτσι δεν αποτελούν εισόδους των βακτηριών για το σχηματισμό των φυματίων όπως συμβαίνει στα άλλα ψυχανθή.
Οι βλαστοί είναι αρχικά γωνιώδεις, συμπαγείς με ανεπτυγμένη εντεριώνη και αργότερα τείνουν να γίνουν κυλινδρικοί με κενό χώρο στο κέντρο. Καλύπτονται από τρίχες, διαφόρων ειδών και μεγεθών, οι οποίες είναι τοποθετημένες σε κανονικές σειρές επί των βλαστών. Χρωστικές ανθοκυανίνης στα επιδερμικά κύτταρα δίνουν στους βλαστούς διάφορες αποχρώσεις. Τα χρώματα που παρατηρούνται συνήθως είναι το πορφυρό, το ροζ, το σκούρο κόκκινο και το πράσινο (έλλειψη ανθοκυανίνης). Η ανάπτυξη των χρωμάτων εξαρτάται από την έκθεση των βλαστών στο φως. Το φυτό της αραχίδας έχει έναν ευδιάκριτο κεντρικό βλαστό και έναν μεταβλητό αριθμό πλάγιων διακλαδώσεων. Ο κύριος βλαστός αναπτύσσεται από τον ακραίο οφθαλμό του επικοτυλίου, ενώ δύο πλάγιοι βλαστοί εκπτύσσονται από τις κοτυληδόνες σε αντίθετη θέση ως προς τον κύριο βλαστό. Ο κύριος βλαστός μπορεί να είναι όρθιος ή πλαγιαστός και το μήκος του κυμαίνεται από 12 έως 65cm. Οι πλάγιες διακλαδώσεις είναι έρπουσες ή όρθιες. Οι ποικιλίες της αραχίδας ανάλογα με τον τρόπο ανάπτυξης του κύριου βλαστού και των διακλαδώσεων κατατάσσονται σε έξι ομάδες, δύο έρπουσες, τρεις ημιέρπουσες και μία όρθια. Το μέγεθος και το μήκος των ερπόντων βλαστών είναι χαρακτηριστικό της ποικιλίας. Οι βλαστοί ορισμένων ποικιλιών αυξάνονται ελάχιστα μετά την έναρξη της άνθησης, ενώ άλλων συνεχίζουν μέχρι την ωρίμανση των λοβών.
Λαμβάνοντας υπόψη την παρουσία ή απουσία ανθέων στον κύριο βλαστό και την τοποθέτηση των ταξιανθιών και των πλάγιων βλαστών στις διακλαδώσεις πρώτης τάξης, η αραχίδα ταξινομείται σε δύο υποείδη, τα οποία περιλαμβάνουν τέσσερις βοτανικές ποικιλίες, όπως παρουσιάζονται στον πίνακα παρακάτω.
Arachis hypogaea L. | Χαρακτηριστικά | ||
---|---|---|---|
subsp. hypogaea | Όχι ανθοφόρους οφθαλμούς στον κεντρικό βλαστό. Συμποδική διακλάδωση. | ||
var. hypogaea (τύπος virginia) | Διακλαδώσεις κοντές. Λιγότερο χνουδωτή. Δύο σπόροι ανά λοβό. | ||
var. hirsuta (τύπος peruvian rummer) | Μακρύς κεντρικός βλαστός και διακλαδώσεις. Περισσότερο χνουδωτή. Τρεις ή περισσότεροι σπόροι ανά λοβό. | ||
subsp. fastigiata | Ανθοφόροι οφθαλμοί στον κεντρικό βλαστό. Μονοποδική διακλάδωση. | ||
var. fastigiata (τύπος valencia) | Περιορισμένες διακλαδώσεις. Τρεις ή περισσότεροι σπόροι ανά λοβό. | ||
var. vulgaris (τύπος spanish) | Βραχυκλάδια. Δύο σπόροι ανά λοβό. |
Στο πρώτο υποείδος, η διακλάδωση είναι συμποδική και ο κύριος βλαστός δεν παράγει ανθοταξίες. Στους πλάγιους βλαστούς των κοτυληδόνων και στις πλάγιες διακλαδώσεις πρώτης τάξης, εκφύονται κατά μήκος εναλλάξ ζεύγη δευτερευουσών διακλαδώσεων και ανθοταξιών. Από τις δευτερεύουσες διακλαδώσεις, εκφύονται διακλαδώσεις τρίτης τάξης και ανθοταξίες που εναλλάσσονται ανά ζεύγη κατά τον ίδιο τρόπο. Στο δεύτερο υποείδος, η διακλάδωση είναι μονοποδική, οι ανθοταξίες με ένα ή δύο άνθη εμφανίζονται σε συνεχόμενους κόμβους των πλάγιων βλαστών. Ανθοταξίες εμφανίζονται επίσης στον κύριο βλαστό στους υψηλότερους κόμβους.
Τα φύλλα της αραχίδας είναι σύνθετα με τέσσερα φυλλάρια και περιστασιακά μπορούν να εμφανισθούν και επιπλέον φυλλάρια. Έχουν μακρύ μίσχο (3-7cm) και εκφύονται εναλλάξ, επί του βλαστού σπειροειδώς σε φυλλοταξία 2/5. Τα φυλλάρια είναι αντίθετα και έχουν αντωοειδές σχήμα και το μέγεθός τους εξαρτάται από την ποικιλία. Τα παράφυλλα είναι προεξέχοντα, ευθύγραμμα και συμφύονται μέχρι ένα ύψος με το μίσχο. Τα φύλλα παρουσιάζουν ημερήσια επιναστία κατά την οποία ο μίσχος γυρίζει προς τα κάτω και τα φύλλα προς τα πάνω μέχρι να συναντήσουν το μίσχο. Το χρώμα των φύλλων είναι χαρακτηριστικό διάκρισης των υποειδών. Το υποείδος hypogaea έχει σκούρο πράσινο χρώμα ενώ το fastigiata ανοικτό πράσινο. Τα φύλλα είναι χνουδωτά και υπάρχει μεγάλη διαφοροποίηση μεταξύ των ποικιλιών ως προς την κατανομή, το είδος και τον αριθμό των τριχών.
Τα άνθη της αραχίδας είναι μικρά (περίπου 12mm), συνήθως κιτρινωπά αλλά το χρώμα μπορεί να ποικίλλει από σχεδόν λευκό μέχρι βαθύ πορτοκαλί. Ορισμένες φορές δε μπορεί να παρουσιάζουν και κοκκινωπές αποχρώσεις. Φέρονται στις μασχάλες των φύλλων σπανίως μεμονωμένα, κυρίως κατά ομάδες τριών ή περισσοτέρων ανθέων σε συμπυκνωμένες ταξιανθίες. Ένα μέρος των ανθέων μπορεί να σχηματιστεί και κάτω από το έδαφος.
Η αραχίδα είναι μοναδική μεταξύ των καλλιεργούμενων φυτών στο ότι ενώ σχηματίζει τα άνθη επάνω από την επιφάνεια του εδάφους, παράγει τους καρπούς μέσα στο έδαφος. Μετά τη γονιμοποίηση ένας μεριστωματικός ιστός στη βάση του ωαρίου δημιουργεί ένα όργανο σα βλαστό, που ονομάζεται γονυφόριο, γιατί στην άκρη του φέρει το γονιμοποιημένο ωάριο. Το γονυφόριο έχει θετικό γεωτροπισμό και εισέρχεται στο έδαφος σε βάθος μέχρι 5-7cm. Το άκρο του λαμβάνει σχεδόν οριζόντια θέση και μόνο τότε αρχίζει να αναπτύσσεται σε καρπό. Το χρώμα στα τμήματα του γονυφορίου πάνω από το έδαφος, ποικίλει σε διάφορες αποχρώσεις του ερυθρού, λόγω ύπαρξης χρωστικών ανθοκυανίνης. Το χρώμα επηρεάζεται από το ηλιακό φως και έτσι σε ένα φυτό εμφανίζονται γυνοφόρια διαφόρων αποχρώσεων. Τα αναπτυσσόμενα γυνοφόρια φέρουν πολύ μικρές άσπρες τρίχες οι οποίες πέφτουν όταν αυτά ωριμάσουν. Το μήκος των γυνοφορίων εξαρτάται από την ποικιλία, αλλά και μέσα στην ίδια ποικιλία οι διαφορές είναι πολύ μεγάλες. Το πάχος κυμαίνεται από 1 έως 2mm και συνήθως οι ποικιλίες του υποείδους fastigiata έχουν παχύτερο γυνοφόριο από εκείνες του υποείδους hypogaea. Η αντοχή του γυνοφορίου είναι ένα αγροκομικό χαρακτηριστικό, το οποίο επηρεάζει την ευκολία της μηχανικής συγκομιδής και τις απώλειες λοβών στο έδαφος.
Ο καρπός της αραχίδας είναι λοβός, με 2-5 σπόρους και σπανιότερα 6, ανάλογα με το υποείδος στο οποίο ανήκει η ποικιλία. Επίσης σε όλες τις ποικιλίες μπορούν να σχηματιστούν λοβοί με ένα σπόρο. Αυτό όμως δεν είναι χαρακτηριστικό των ποικιλιών, αλλά οφείλεται στην απόρριψη των ωαρίων. Ο αριθμός των λοβών ανά φυτό κυμαίνεται από 50 έως 100. Ο λοβός στερείται ραφής (ή ράχης) και γι' αυτό παίρνει ανώμαλο σχήμα. Το κέλυφος παρουσιάζει εξωτερικά δικτυώσεις και δύναται να φέρει συσφίξεις μεταξύ διαδοχικών σπόρων. Αποτελείται από τρία στρώματα, το σπογγώδες, το ινώδες και το περγαμηνώδες (το εσωτερικό). Ο λοβός καταλήγει σε ένα ράμφος, το οποίο διαφέρει σε μέγεθος, εξαρτώμενο από την ποικιλία και είναι ένα καλό διαγνωστικό κριτήριο. Σε ορισμένες ποικιλίες δεν υπάρχει εμφανές ράμφος. Οι συσφίξεις των λοβών είναι ένα σπουδαίο χαρακτηριστικό, καθώς επηρεάζουν τον αναπτυσσόμενο σπόρο. Ανάλογα με το βαθμό σύσφιξης των λοβών οι ποικιλίες κατατάσσονται σε πέντε κατηγορίες. Οι λοβοί χωρίς συσφίξεις, συνήθως έχουν σπόρους με πεπλατυσμένα άκρα και οι σπόροι εντός του λοβού έρχονται σε επαφή, οπότε είναι πιθανόν να υποστεί ζημιές το έμβρυο. Οι σπόροι λοβών χωρίς συσφίξεις έχουν την τάση να σχίζονται κατά τη διαδικασία απομάκρυνσης των σπόρων από το κέλυφος. Από την άλλη, οι λοβοί με βαθιές συσφίξεις συγκρατούν χώμα κατά τη συγκομιδή και σπάζουν τόσο κατά τη συγκομιδή όσο και κατά την αποφλοίωση. Οι κύριες καλλιεργούμενες ποικιλίες συνήθως φέρουν καποιο βαθμό συσφίξεων στους λοβούς. Το μέγεθος των λοβών παρ' όλο ότι σε ένα βαθμό εξαρτάται από το έδαφος και τις κλιματολογικές συνθήκες, είναι χαρακτηριστικό διάκρισης των ποικιλιών. Το μήκος τους φθάνει μέχρι τα 8cm και η διάμετρός τους μέχρι 2,7cm. Στις έρπουσες ποικιλίες τα γυνοφόρια εμφανίζονται σε όλο το μήκος των πλάγιων βλαστών, οπότε οι λοβοί σχηματίζονται σε σχετικά μεγάλη επιφάνεια, γύρω από τη βάση του φυτού. Οι ποικιλίες του τύπου αυτού είναι πολύ παραγωγικές και έχουν μεγάλους σπόρους. Δυσκολεύεται όμως η κατεργασία του εδάφους μεταξύ των γραμμών και ιδίως η συγκομιδή κατά την οποία παρατηρούνται μεγάλες απώλειες λόγω παραμονής λοβών στο έδαφος. Στις όρθιες ποικιλίες οι λοβοί είναι συγκεντρωμένοι γύρω από τη βάση των φυτών και ωριμάζουν περισσότερο ομοιόμορφα. Οι λοβοί και οι σπόροι είναι μικρότεροι και τα φυτά λιγότερο παραγωγικά. Η κατεργασία όμως μεταξύ των γραμμών και η συγκομιδή είναι ευκολότερες.
Υπάρχει μεγάλη διαφοροποίηση όσον αφορά στο μέγεθος, τη μορφή και το χρώμα των σπόρων. Το περίβλημα του σπόρου είναι πολύ λεπτό, σαν χαρτί. Το μέγεθος των σπόρων είναι σταθερό χαρακτηριστικό των ποικιλιών. Το μήκος κυμαίνεται από 7 έως 21mm, η διάμετρος από 5 έως 13mm και το βάρος από 0,15 έως 2,38 g/σπόρο. Γενικά ποικιλίες που ανήκουν στο var. hypogaea τείνουν να έχουν μεγαλύτερους και βαρύτερους σπόρους, ενώ στο var. fastigiata μικρότερους και ελαφρύτερους. Το σχήμα των σπόρων είναι κυλινδρικό ή σφαιρικό και ορισμένες φορές διαγώνια πεπλατυσμένο. Το χρώμα του περισπερμίου είναι ομοιογενές ή ποικιλόχρωμο και μεταβάλλεται με την παραμονή των σπόρων στο λοβό και με τη διάρκεια αποθήκευσης. Τα πλέον συνηθισμένα χρώματα είναι το κρεμ, κίτρινο, ανοικτό καφέ, σκούρο καφέ, γκρι-πορτοκαλί, ροζ, κοκκινωπό, σκούρο κόκκινο. Οι σπόροι της αραχίδας δεν περιέχουν ενδοσπέρμιο (κατά τη διάρκεια του σχηματισμού του εμβρύου και μέχρι την ωρίμανση απορροφάται σταδιακά). Το έμβρυο αποτελείται από δύο μεγάλες κοτυληδόνες χρώματος κρεμ. Η περιεκτικότητα των σπόρων σε λάδι κατά μέσο όρο είναι 40-45% και σε πρωτεΐνη 25-30%.
Πληροφοριακά στοιχεία
Ευδοκιμεί στις περιοχές
|