Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων του "Κλάδεμα εσπεριδοειδών"
Γραμμή 16: | Γραμμή 16: | ||
Μέχρι της μεταφυτεύσεως των εσπεριδοδενδρυλλίων σε μόνιμη θέση στον οπωρώνα, διενεργείται ελαφρό μόνο κλάδεμα, που συνίσταται σε αφαίρεση των λαιμάργων. Συνήθως κατά τη μεταφύτευση τα [[εσπεριδοειδή |δενδρύλλια]] συντέμνονται σε ύψος 75εκ. εκτός της [[Σατσούμα |ποικιλίας Σατσούμα]] της μανταρινιάς, που συντέμνεται χαμηλότερα λόγω της βραδύτερης ανάπτυξής της. | Μέχρι της μεταφυτεύσεως των εσπεριδοδενδρυλλίων σε μόνιμη θέση στον οπωρώνα, διενεργείται ελαφρό μόνο κλάδεμα, που συνίσταται σε αφαίρεση των λαιμάργων. Συνήθως κατά τη μεταφύτευση τα [[εσπεριδοειδή |δενδρύλλια]] συντέμνονται σε ύψος 75εκ. εκτός της [[Σατσούμα |ποικιλίας Σατσούμα]] της μανταρινιάς, που συντέμνεται χαμηλότερα λόγω της βραδύτερης ανάπτυξής της. | ||
+ | |||
+ | {{{top_heading|==}}}Κλάδεμα νεαρών δένδρων{{{top_heading|==}}} | ||
+ | |||
+ | Τα περισσότερα εσπεριδοειδή δε χρειάζονται κλάδεμα κατά τα δύο ή τρία πρώτα χρόνια της εγκατάστασής τους στον οπωρώνα, εκτός από την αφαίρεση των βλαστών, που εκφύονται κάτω από το σημείο διαμόρφωσης της κόμης του δέντρου. Ο κορμός τους πολλές φορές τυλίγεται με διάφορα υλικά, γιατί έτσι αποφεύγονται οι ζημιές από εγκαύματα ήλιου και εμποδίζεται μερικώς ή καθολοκληρία η έκπτυξη των λαιμάργων. | ||
+ | |||
+ | Όταν τα δέντρα συντέμνονται στο φυτώριο, πριν από τη μεταφύτευση στον οπωρώνα, μόνο οι οφθαλμοί, που βρίσκονται κοντά στο σημείο συντμήσεως, βλαστάνουν. Οι εκπτυσσόμενοι όμως βλαστοί βρίσκονται σε πολύ κοντινές αποστάσεις και χαρακτηρίζονται από ορθόκλαδη βλάστηση, μέχρι να καμφθούν από το βάρος τους, για να σχηματίσουν πλάγιες βλαστήσεις. Από το κέντρο της κόμης του δέντρου και από την πάνω επιφάνεια των καμπτόμενων βλαστών ξεφυτρώνουν νέοι βλαστοί, που καμπτόμενοι ξανά σχηματίζουν τις ποδιές των δένδρων. Επομένως κάθε επέμβαση κλαδέματος κατά το πρώτο στάδιο ανάπτυξης των δέντρων καθυστερεί τη διαμόρφωση της κόμης τους. | ||
+ | |||
+ | Καθώς όμως τα δέντρα μεγαλώνουν σε ηλικία και μέγεθος, το εσωτερικό μέρος της κόμης τους γεμίζει από βλαστούς. Η πυκνή αυτή βλάστηση, που παρατηρείται σε δένδρα ηλικίας 3 μέχρι 4 χρόνων, πρέπει να αραιώνεται, γιατί έτσι διευκολύνεται η είσοδος του ηλιακού φωτός προς το εσωτερικό μέρος της κόμης, που θεωρείται απαραίτητο για την επιβίωση και την αύξηση της παραγωγικότητας των δένδρων. Το κλάδεμα αυτό δεν πρέπει να είναι αυστηρό. Αν κατά τη διαμόρφωση της κόμης των δένδρων παρουσιαστούν μικρές ανωμαλίες, καλό είναι να αγνοηθούν. Συνήθως τα εσπεριδοειδή, όταν ενηλικιωθούν, αποκτούν σφαιρικό σχήμα. | ||
+ | |||
+ | Κατά τα επόμενα 5 ή 6 χρόνια το κλάδεμα πρέπει να είναι ελαφρό και να περιορίζεται στην αφαίρεση βλαστών, που διασταυρώνονται και αλληλοκαλύπτονται. | ||
+ | |||
+ | Μετά από κάθε επέμβαση κλαδέματος παρατηρείται έκπτυξη νέων βλαστών. Οι βλαστοί αυτοί πρέπει να αφαιρούνται, όταν είναι μικροί, γιατί τότε η αφαίρεση μπορεί να γίνει εύκολα με το χέρι. Αν τους αφήσουμε να αναπτυχθούν, αφαιρούν ποσότητες υδατανθράκων, με αποτέλεσμα τα δένδρα να χρειάζονται αργότερα αυστηρότερο κλάδεμα. | ||
+ | |||
+ | Κατά το κλάδεμα αν ένας κλάδος είναι ανεπιθύμητος, αφαιρείται από τη βάση ή σε μία πλάγια βλάστηση. Η τεχνική αυτή μειώνει τον αριθμό των λαιμάργων κοντά στη δημιουργούμενη τομή. Αν όμως ένας κλάδος είναι επιθυμητός, συντέμνεται μόνο όταν αποσκοπούμε σε παραγωγή πλάγιας βλάστησης ή σε ενδυνάμωση της υπάρχουσας βλάστησης. Η αφαίρεση των κλάδων πρέπει να γίνεται με κάθετη τομή κοντά στο σημείο έκφυσής τους, χωρίς να αφήνεται τακούνι, γιατί έτσι περιορίζεται ο αριθμός των λαιμάργων. | ||
{{{top_heading|==}}}Εποχή κλαδέματος{{{top_heading|==}}} | {{{top_heading|==}}}Εποχή κλαδέματος{{{top_heading|==}}} |
Αναθεώρηση της 09:25, 1 Απριλίου 2014
Η αφαίρεση , από υγιή και ενήλικα εσπεριδόδεντρα, μέρους της βλάστησής τους, μειώνει αναλογικά την παραγωγή τους. Το κλάδεμα ακόμη σε νεαρά δέντρα, που δεν έχουν εισέλθει σε καρποφορία, καθυστερεί την είσοδό τους σε καρποφορία. Γι' αυτό το κλάδεμα πρέπει να περιορίζεται σε επεμβάσεις μορφώσεως του σχήματος των δέντρων και διευκόλυνσης των διάφορων καλλιεργητικών εργασιών.
Η θέση που γίνεται η εναποθήκευση των τροφών, δεν είναι η ίδια μεταξύ των φυλλοβόλων δέντρων και των αειθαλών εσπεριδόδεντρων. Στα φυλλοβόλα οπωροφόρα δέντρα η εναποθήκευση των τροφών γίνεται κυρίως στο ριζικό τους σύστημα. Επομένως το κλάδεμά τους κατά τη ληθαργική περίοδο των δέντρων μειώνει ελάχιστα την ποσότητα των εναποθηκευμένων τροφών που πρόκειται να χρησιμοποιηθούν από την ανοιξιάτικη βλάστηση.
Στα εσπεριδοειδή όμως οι υδατάνθρακες εναποθηκεύονται στα φύλλα, στοτς τρυφερούς βλαστούς και στους ξυλοποιημένους κλάδους των δέντρων. Μόνο ένα μικρό ποσοστό αυτών εναποθηκεύεται στο ριζικό τους σύστημα. Η εναποθηκευμένη ποσότητα τροφών φτάνει στο maximum κατά τα τέλη Φεβρουαρίου με αρχές Μαρτίου, είτε λίγο πριν από την έκπτυξη της νέας βλάστησης. Συνεπώς αφού η βλάστηση ενός εσπεριδοειδούς αποτελεί σημαντικό αποθηκευτικό χώρο, το κλάδεμα, που μειώνει τη βλάστηση αυτή, αναγκάζει το δέντρο να δημιουργήσει νέα βλάστηση, που αποβαίνει σε βάρος της παραγωγικότητάς του.
Τα εσπεριδόδεντρα, που δεν έχουν επάρκεια υδατανθράκων και αζώτου, παρουσιάζουν ασθενική βλάστηση και μικρή καρποφορία. Αν τα δέντρα παρουσιάζουν έλλειψη υδατανθράκων και επάρκεια αζώτου, τότε ευνοείται η ανάπτυξη ζωηρής βλάστησης. Όταν όμως οι υδατάνθρακες και το άζωτο βρίσκονται σε κανονικά επίπεδα, τότε επιτυγχάνεται κανονική βλάστηση και ικανοποιητική καρποφορία.
Περιεχόμενα
Κλάδεμα σποροφύτων
Τα σπορόφυτα κατά την εξαγωγή τους από το σπορείο για να μεταφυτευθούν στο φυτώριο, δέχονται το πρώτο κλάδεμα. Το κλάδεμα αυτό συνίσταται σε αφαίρεση μέρους του ριζικού συστήματος των σποροφύτων και μέρους της κόμης τους, για να επέλθει έτσι κάποια εξισορρόπηση μεταξύ βλαστήσεως και ριζικού συστήματος. Διαφορετικά η παρεχόμενη, με το ριζικό σύστημα των σποροφύτων, στα φύλλα ποσότητα νερού θα είναι ανεπαρκής και θα έχει σαν αποτέλεσμα την εκδήλωση μόνιμων συμπτωμάτων μαράνσεως.
Μετά τη φύτευση των σποροφύτων στο φυτώριο, λόγω του περιορισμού της βλάστησής τους, παρατηρείται έκπτυξη λαιμάργων στα χαμηλότερα σημεία του κορμού και μέχρι του ύψους, που πρόκειται να γίνει ο εμβολιασμός. Οι λαίμαργοι αυτοί συνήθως αποκόπτονται προσεκτικά με το χέρι. Η έκπτυξη των λαιμάργων μπορεί να παρεμποδιστεί, αν ο κορμός των σποροφύτων καλυφθεί με αλουμινόχαρτο.
Τα σπορόφυτα υποκείμενα, λίγες μέρες πριν εμβολιαστούν, κλαδεύονται ελαφρά, με αφαίρεση κάθε πλάγιας βλάστησης του κορμού τους μέχρι ύψους 30-40 εκ. για να διευκολυνθεί η διαδικασία του εμβολιασμού. Μετά την επιτυχία του εμβολιασμού το σπορόφυτο υποκείμενο συντέμνεται λίγα εκατοστά πάνω από το εμβόλιο. Μερικές φορές η σύντμηση διενεργείται την επόμενη άνοιξη. Η αφαίρεση του τακουνιού του υποκειμένου διενεργείται όταν ο βλαστός του εμβολίου αποκτήσει ύψος τουλάχιστον 60εκ. Η τομή, καλό είναι, να καλύπτεται με κάποια κόλλα εμβολιασμού.
Μέχρι της μεταφυτεύσεως των εσπεριδοδενδρυλλίων σε μόνιμη θέση στον οπωρώνα, διενεργείται ελαφρό μόνο κλάδεμα, που συνίσταται σε αφαίρεση των λαιμάργων. Συνήθως κατά τη μεταφύτευση τα δενδρύλλια συντέμνονται σε ύψος 75εκ. εκτός της ποικιλίας Σατσούμα της μανταρινιάς, που συντέμνεται χαμηλότερα λόγω της βραδύτερης ανάπτυξής της.
Κλάδεμα νεαρών δένδρων
Τα περισσότερα εσπεριδοειδή δε χρειάζονται κλάδεμα κατά τα δύο ή τρία πρώτα χρόνια της εγκατάστασής τους στον οπωρώνα, εκτός από την αφαίρεση των βλαστών, που εκφύονται κάτω από το σημείο διαμόρφωσης της κόμης του δέντρου. Ο κορμός τους πολλές φορές τυλίγεται με διάφορα υλικά, γιατί έτσι αποφεύγονται οι ζημιές από εγκαύματα ήλιου και εμποδίζεται μερικώς ή καθολοκληρία η έκπτυξη των λαιμάργων.
Όταν τα δέντρα συντέμνονται στο φυτώριο, πριν από τη μεταφύτευση στον οπωρώνα, μόνο οι οφθαλμοί, που βρίσκονται κοντά στο σημείο συντμήσεως, βλαστάνουν. Οι εκπτυσσόμενοι όμως βλαστοί βρίσκονται σε πολύ κοντινές αποστάσεις και χαρακτηρίζονται από ορθόκλαδη βλάστηση, μέχρι να καμφθούν από το βάρος τους, για να σχηματίσουν πλάγιες βλαστήσεις. Από το κέντρο της κόμης του δέντρου και από την πάνω επιφάνεια των καμπτόμενων βλαστών ξεφυτρώνουν νέοι βλαστοί, που καμπτόμενοι ξανά σχηματίζουν τις ποδιές των δένδρων. Επομένως κάθε επέμβαση κλαδέματος κατά το πρώτο στάδιο ανάπτυξης των δέντρων καθυστερεί τη διαμόρφωση της κόμης τους.
Καθώς όμως τα δέντρα μεγαλώνουν σε ηλικία και μέγεθος, το εσωτερικό μέρος της κόμης τους γεμίζει από βλαστούς. Η πυκνή αυτή βλάστηση, που παρατηρείται σε δένδρα ηλικίας 3 μέχρι 4 χρόνων, πρέπει να αραιώνεται, γιατί έτσι διευκολύνεται η είσοδος του ηλιακού φωτός προς το εσωτερικό μέρος της κόμης, που θεωρείται απαραίτητο για την επιβίωση και την αύξηση της παραγωγικότητας των δένδρων. Το κλάδεμα αυτό δεν πρέπει να είναι αυστηρό. Αν κατά τη διαμόρφωση της κόμης των δένδρων παρουσιαστούν μικρές ανωμαλίες, καλό είναι να αγνοηθούν. Συνήθως τα εσπεριδοειδή, όταν ενηλικιωθούν, αποκτούν σφαιρικό σχήμα.
Κατά τα επόμενα 5 ή 6 χρόνια το κλάδεμα πρέπει να είναι ελαφρό και να περιορίζεται στην αφαίρεση βλαστών, που διασταυρώνονται και αλληλοκαλύπτονται.
Μετά από κάθε επέμβαση κλαδέματος παρατηρείται έκπτυξη νέων βλαστών. Οι βλαστοί αυτοί πρέπει να αφαιρούνται, όταν είναι μικροί, γιατί τότε η αφαίρεση μπορεί να γίνει εύκολα με το χέρι. Αν τους αφήσουμε να αναπτυχθούν, αφαιρούν ποσότητες υδατανθράκων, με αποτέλεσμα τα δένδρα να χρειάζονται αργότερα αυστηρότερο κλάδεμα.
Κατά το κλάδεμα αν ένας κλάδος είναι ανεπιθύμητος, αφαιρείται από τη βάση ή σε μία πλάγια βλάστηση. Η τεχνική αυτή μειώνει τον αριθμό των λαιμάργων κοντά στη δημιουργούμενη τομή. Αν όμως ένας κλάδος είναι επιθυμητός, συντέμνεται μόνο όταν αποσκοπούμε σε παραγωγή πλάγιας βλάστησης ή σε ενδυνάμωση της υπάρχουσας βλάστησης. Η αφαίρεση των κλάδων πρέπει να γίνεται με κάθετη τομή κοντά στο σημείο έκφυσής τους, χωρίς να αφήνεται τακούνι, γιατί έτσι περιορίζεται ο αριθμός των λαιμάργων.
Εποχή κλαδέματος
Η εποχή του κλαδέματος δεν είναι κρίσιμη για τα εσπεριδοειδή. Πειραματικά όμως δεδομένα δείχνουν, ότι καλύτερα αποτελέσματα, από φυσιολογικής πλευράς του δέντρου, πρέπει να αναμένονται αν το κλάδεμα γίνει νωρίς την άνοιξη, όταν έχει παρέλθει ο κίνδυνος των παγετών και δεν έχει ξεκινήσει ο ανοιξιάτικος κύκλος βλάστησης των δέντρων. Μεγαλύτερη ανανέωση βλάστησης επιτυγχάνεται με το ανοιξιάτικο κλάδεμα και η μικρότερη με το φθινοπωρινό κλάδεμα. Το φθινοπωρινό κλάδεμα ευνοεί την ανάπτυξη ενός όψιμου κύματος βλάστησης, που είναι πολύ ευαίσθητο στους παγετούς του χειμώνα.
Η εποχή του κλάδέματος μπορεί να επηρεαστεί από την παρουσία ώριμων καρπών πάνω στα δέντρα. Μικρό πρόβλημα παρουσιάζεται στις πορτοκαλιές Μέρλιν και τις χειμωνιάτικες ποικιλίες των γκρέιπ φρουτ, όταν η παραγωγή συγκομίζεται πριν την άνοιξη.
Στις πορτοκαλιές Βαλέντσια και στις καλοκαιρινές ποικιλίες των γκρέιπ φρουτ, κατά το ίδιο διάστημα, πάνω στα δέντρα απαντούν άγουροι και ώριμοι καρποί. Στις περιπτώσεις αυτές προτιμάται κλάδεμα κατά τα τέλη του καλοκαιριού μετά τη συλλογή των καρπών, όταν η παρουσία του καρπού πάνω στο δέντρο σπανίζει. Σε μερικά είδη, που χαρακτηρίζονται από κάποια τάση παρενιαυτοφορίας, ενδείκνυται το κλάδεμα να γίνεται κατά το χρόνο της μη κανονικής καρποφορίας των δέντρων.
Μετάδοση ασθενειών με κλάδεμα
Επειδή με το κλάδεμα μπορεί να μεταδοθούν διάφοροι παθολογικοί μικροοργανισμοί, ενδείκνυται τα μολυσμένα δέντρα να κλαδεύονται τελευταία ή να γίνεται απολύμανση των εργαλείων, που χρησιμοποιούνται για κλάδεμα. Η απολύμανση των χειροκίνητων εργαλείων είναι εύκολη, ενώ είναι αδύνατη στις κλαδευτικές μηχανές. Η απολύμανση όπου είναι δυνατή μπορεί να γίνει με εμβάπτιση των εργαλείων σε διάφορα απολυμαντικά. Μετά την απολύμανση τα εργαλεία εκπλέονται με υδατικό διάλυμα ξυδιού, προς αποφυγήν ζημιών που ενδέχεται να προκληθούν από το απολυμαντικό.