Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων του "Ασθένειες αμυγδαλιάς"
(2 ενδιάμεσες αναθεωρήσεις από 2 χρήστες δεν εμφανίζονται) | |||
Γραμμή 15: | Γραμμή 15: | ||
{{:Ασθένεια αμυγδαλιάς Σκωρίαση|top_heading={{{top_heading|==}}}=}} | {{:Ασθένεια αμυγδαλιάς Σκωρίαση|top_heading={{{top_heading|==}}}=}} | ||
− | {{{top_heading|==}}}[[Ασθένεια αμυγδαλιάς | + | {{{top_heading|==}}}[[Ασθένεια αμυγδαλιάς Πολυστιγμάτωση|Πολυστιγμάτωση]]{{{top_heading|==}}} |
− | {{:Ασθένεια αμυγδαλιάς | + | {{:Ασθένεια αμυγδαλιάς Πολυστιγμάτωση|top_heading={{{top_heading|==}}}=}} |
{{{top_heading|==}}}[[Ασθένεια αμυγδαλιάς Βακτηριακό έλκος|Βακτηριακό έλκος]]{{{top_heading|==}}} | {{{top_heading|==}}}[[Ασθένεια αμυγδαλιάς Βακτηριακό έλκος|Βακτηριακό έλκος]]{{{top_heading|==}}} | ||
Γραμμή 31: | Γραμμή 31: | ||
{{:Ασθένεια αμυγδαλιάς Κλαδοσπορίωση|top_heading={{{top_heading|==}}}=}} | {{:Ασθένεια αμυγδαλιάς Κλαδοσπορίωση|top_heading={{{top_heading|==}}}=}} | ||
+ | {{{top_heading|==}}}[[Ασθένεια αμυγδαλιάς Φυτοφθόρα|Φυτοφθόρα]]{{{top_heading|==}}} | ||
+ | {{:Ασθένεια αμυγδαλιάς Φυτοφθόρα|top_heading={{{top_heading|==}}}=}} | ||
+ | |||
+ | <ref name="Ασθένειες καρποφόρων δέντρων και αμπέλου"/> | ||
+ | |||
+ | ==Βιβλιογραφία== | ||
+ | <references> | ||
+ | <ref name="Ασθένειες καρποφόρων δέντρων και αμπέλου"> Ασθένειες καρποφόρων δέντρων και αμπέλου του Παναγόπουλου Χ., Καθηγητή Φυτοπαθολογίας του Γεωπονικού Πανεπιστημίου Αθηνών. </ref> | ||
+ | </references> | ||
+ | |||
+ | [[κατάσταση δημοσίευσης::10| ]] | ||
[[σχετίζεται με::Αμυγδαλιά| ]] | [[σχετίζεται με::Αμυγδαλιά| ]] | ||
[[πόσο αφορά σε γεωργό::30| ]] | [[πόσο αφορά σε γεωργό::30| ]] | ||
[[πόσο αφορά σε γεωπόνο::30| ]] | [[πόσο αφορά σε γεωπόνο::30| ]] | ||
[[Category:Κατάλογος]] | [[Category:Κατάλογος]] |
Τελευταία αναθεώρηση της 13:56, 19 Ιουνίου 2015
Περιεχόμενα
Μονίλια
Ο μύκητας μολύνει με την ατελή του μορφή, οι καρποφορίες είναι κονίδια η διασπορά των οποίων γίνεται με τον αέρα και τη βροχή. Άμεση είσοδος στο δέντρο-ξενιστή γίνεται από το άνθος. Οι χαμηλές θερμοκρασίες συμβάλλουν σημαντικά στην ανάπτυξη της ασθένειας, γιατί επιμηκύνουν τη διάρκεια άνθησης και επομένως το χρονικό διάστημα που είναι τα δέντρα ευπαθή στις μολύνσεις. Για την αμυγδαλιά φαίνεται ότι αποτελεί πρόβλημα γύρω στον 4ο ή 5ο χρόνο και μετά. Άνθη και βλαστοί προσβεβλημένοι μοιάζουν σαν ζεματισμένοι από ζεστό νερό ή καμένοι από την παγωνιά . Είναι δυνατό ο μύκητας να εξαπλωθεί στο φλοιό παλαιότερων κλάδων και να σχηματίσει έλκη πάνω στα οποία εμφανίζεται έκκριση κόμμεος. Στον καρπό αναπτύσσεται μία επιφανειακή, κυκλική, καστανή κηλίδα που διευρύνεται και εξελίσσεται σε υγρή σήψη. Τέλος, αφυδατώνονται, συρρικνούνται και ξηραίνονται σχηματίζοντας καρπούς μούμιες.
Για την καταπολέμηση της ασθένειας αυτής προτείνονται τα εξής:
- Συνιστώνται 3 ψεκασμοί κατά τη ρόδινη κορυφή, την πλήρη άνθηση και την πτώση των πετάλων. Σε περίπτωση βροχερού καιρού επιβάλλεται επανάληψη του ψεκασμού.
- Κλάδεμα και καταστροφή με φωτιά όλων των προσβεβλημένων κλαδίσκων και κλάδων του δέντρου.
Έλκος κλαδίσκων
Η ασθένεια προσβάλει την αμυγδαλιά και τη ροδακινιά και προκαλεί ξηράνσεις κλαδίσκων. Τα σπουδαιότερα συμπτώματα εμφανίζονται στους κλαδίσκους, υπό μορφή βυθισμένων τεφροκαστανών μέχρι καστανών ελκών. Στην επιφάνεια των ελκών εμφανίζονται πολυάριθμα μελανά μικροσκοπικά στίγματα που είναι τα πυκνίδια του μύκητα και συχνά παρατηρείται έκκριση κόμμεος. Οι προσβεβλημένοι κλαδίσκοι αργά την άνοιξη ή νωρίς το καλοκαίρι μαραίνονται και ξεραίνονται. Στα φύλλα εμφανίζονται επί του ελάσματος ακανόνιστες μέχρι κυκλικές, καστανές κηλίδες που αφορίζονται απ’ τους υγιείς πράσινους ιστούς. Τα προσβεβλημένα φύλλα παραμένουν πάνω στο δέντρο για μεγάλο διάστημα. Η ασθένεια μπορεί να προκαλέσει συμπτώματα και στους καρπούς.
Το αίτιο της ασθένειας είναι ο αδηλομύκητας Fusicoccum amygdale. Διαχειμάζει υπό μορφή μυκηλίου στα έλκη των κλαδίσκων ή ακόμα στα προσβεβλημένα φύλλα. Οι μολύνσεις του ελάσματος των φύλλων και των ανθέων γίνονται με απ’ευθείας διάτρηση της εφυμενίδας. Οι ιστοί είναι ευπαθείς στις μολύνσεις και οι προσβολές είναι δυνατές κυρίως κατά τη βλαστική περίοδο, εφόσον επικρατεί υγρός και βροχερός καιρός. Το φθινόπωρο και η άνοιξη είναι οι επιδημιολογικά σημαντικότερες εποχές για την πραγματοποίηση των μολύνσεων και επέκταση της ασθένειας.
Η καταπολέμηση της ασθένειας γίνεται με 2 τρόπους:
- Επιμελής αφαίρεση και καταστροφή με φωτιά όλων των προσβεβλημένων βλαστών.
- Συνιστώνται 2-3 ψεκασμοί ανά 10 ημέρες, το φθινόπωρο κατά την περίοδο της πτώσης των φύλλων οι οποίοι επαναλαμβάνονται και κατά την περίοδο εκπτύξεως των οφθαλμών.
Κορύνεο
Η ασθένεια οφείλεται στο μύκητα Wilsonomyces carpophilus. O μύκητας διαχειμάζει πάνω στα έλκη των βλαστών και στους οφθαλμούς, πάνω στα οποία διακρίνονται μαύρα στίγματα, οι αγενείς καρποφορίες του παθογόνου (ακέρβουλα). Οι μολύνσεις γίνονται με τα σπόριά του (κονίδια) και αρχίζουν την άνοιξη με βροχερό και δροσερό καιρό και το φθινόπωρο, όταν πέφτουν τα φύλλα. Για την πραγματοποίηση της μόλυνσης (βλάστηση σπορίων) είναι αναγκαίο οι φυτικές επιφάνειες να είναι βρεγμένες για αρκετές ώρες. Ιστοί εξασθενημένοι από παγετούς ή άλλα αίτια (π.χ. εξώασκο) είναι πιο ευαίσθητοι.
Προσβάλλονται τα φύλλα, οι βλαστοί, οι οφθαλμοί, τα άνθη και οι καρποί. Τα πιο χαρακτηριστικά συμπτώματα της ασθένειας εμφανίζονται στα φύλλα και στους νεαρούς καρπούς. Στα φύλλα σχηματίζονται μικρές, κοκκινωπές κηλίδες που στη συνέχεια παρουσιάζουν ένα καστανό δαχτυλίδι. Πάνω στις κηλίδες εμφανίζονται μαύρα στίγματα, οι καρποφορίες του μύκητα. Τελικά, μετά τη νέκρωση και το πέσιμο του κέντρου τους σχηματίζονται οπές, γνωστές σαν τρύπες από σκάγια. Στους καρπούς σχηματίζονται οι τυπικές κοκκινωπές κηλίδες, οι οποίες αργότερα σκουραίνουν, αποφελλώνονται, σκάζουν και εκκρίνεται κόμμι. Στους βλαστούς σχηματίζονται αρχικά κοκκινωπές κηλίδες, οι οποίες εξελίσσονται σε νεκρώσεις των ιστών και το χειμώνα γίνονται έλκη, που βγάζουν κόμμι. Τόσο το τμήμα του βλαστού, όσο και τα μάτια στο τμήμα πάνω από την προσβεβλημένη περιοχή, ξεραίνονται.
Για την αντιμετώπιση αυτής της ασθένειας είτε καταστρέφουμε τα προσβεβληµένα όργανα ώστε να µειώσουμε τις πηγές µολύσµατος, είτε γίνονται προληπτικοί ψεκασµοί στο 75% της πτώσης των φύλλων µε χαλκούχα, οργανικά ή βενζιµιδαζολικά µυκητοκτόνα. Ο επόµενος ψεκασµός εφαρµόζεται λίγο πριν την διόγκωση των οφθαλµών και ακολουθεί άλλος στην έναρξη της βλαστήσεως µε οργανικό µυκητοκτόνο.
Σκωρίαση
Η σκωρίαση είναι αρκετά συχνή στη χώρα μας και προκαλεί φυλλόπτωση και κηλίδωση των καρπών . Τα συμπτώματα εμφανίζονται συνήθως στα φύλλα και τους καρπούς και σπανιότερα στους βλαστούς. Στο πάνω μέρος του ελάσματος των φύλλων εμφανίζονται μικρές, σχεδόν πολυγωνικές, κίτρινες κι αργότερα καστανές κηλίδες ενώ στις αντίστοιχες θέσεις της κάτω επιφάνειας σχηματίζονται πορτοκαλοκίτρινες κηλίδες διάστικτες από μικροσκοπικές καστανές φλύκταινες. Στο κάτω μέρος των φύλλων σχηματίζονται επίσης αργά το καλοκαίρι καστανόμαυρες φλύκταινες. Τα έντονα προσβεβλημένα φύλλα κιτρινίζουν και πέφτουν πρόωρα.
Στους καρπούς σχηματίζονται στην αρχή υδατώδεις κυκλικές, σκούρες πράσινες κηλίδες διαμέτρου 3-5 mm που βυθίζονται καθώς ο καρπός αναπτύσσεται. Το κέντρο της κηλίδας παίρνει χρώμα βαθύ κίτρινο ή πορτοκαλί. Ο μύκητας μπορεί να σχηματίσει στο κέντρο των κηλίδων καρποφορίες που φαίνονται σαν καστανές μέχρι μαύρες κονιορτώδεις περιοχές. Οι προσβεβλημένοι ιστοί στις κηλίδες παίρνουν χρώμα κιτρινόμαυρο μέχρι καστανόμαυρο γίνονται σκληροί και δερματώδεις και παραμένουν συνήθως προσκολλημένοι στους γειτονικούς υγιείς ιστούς. Συχνά στο περιθώριο των κηλίδων δημιουργούνται μικρά σκασίματα στο περικάρπιο.
Ο μύκητας κατά κανόνα διαχειμάζει υπό μορφή ουρεδοσπορίων πάνω στους κλάδους και στα πεσμένα φύλλα στο έδαφος. Οι μολυσμένοι κλαδίσκοι και φύλλα της αμυγδαλιάς αποτελούν τις κύριες εστίες των μολυσμάτων. Οι παραγόμενες εκεί την άνοιξη μεγάλες ποσότητες ουρεδοσπορίων διασπείρονται με τον άνεμο και τη βροχή και προκαλούν τις νέες μολύνσεις στα δέντρα.
Για την καταπολέμηση της ασθένειας συνιστώνται 2-3 ψεκασμοί κατά την περίοδο της βλάστησης ανά 10-15 ημέρες. Ο πρώτος ψεκασμός εφαρμόζεται κατά την πτώση των πετάλων. Κατάλληλα μυκητοκτόνα είναι: οξυχλωριούχος χαλκός, zineb, maneb, dithianon, chlorothalonil, θείο και τα διασυστηματικά μυκητοκτόνα.
Πολυστιγμάτωση
Είναι μια ασθένεια των φύλλων της αμυγδαλιάς που μπορεί να προκαλέσει έντονη φυλλόπτωση και εξασθένηση των δέντρων. Οι προσβολές εμφανίζονται μόνο στα φύλλα υπό μορφή κυκλικών ή ακανόνιστων κηλίδων που αρχικά είναι σαν υποκίτρινα στίγματα οι οποίες αργότερα μεγαλώνουν και γίνονται υπέρυθρες. Ανάμεσα στις κηλίδες σχηματίζονται εντός των ιστών του ελάσματος πολυάριθμα μικροσκοπικά πυκνίδια. Τα φύλλα παχύνονται, κατσαρώνουν, καρουλιάζουν και μπορεί να πέσουν πρόωρα. Τα πρώτα συμπτώματα της ασθένειας εμφανίζονται αργά την άνοιξη ή με την έναρξη του καλοκαιριού.
Η ασθένεια οφείλεται στον ασκομύκητα Polystigma ochraceum ο οποίος διαχειμάζει στα πεσμένα φύλλα στο έδαφος και κατά τη διάρκεια του φθινοπώρου και χειμώνα σχηματίζει τα περιθήκιά του. Τα περιθήκια ωριμάζουν αργά το χειμώνα και τα ασκοσπόρια εκτοξεύονται στον αέρα με την έναρξη της βλάστησης και την εμφάνιση των νέων φύλλων. Τα ασκοσπόρια μεταφέρονται με τον αέρα και αποτελούν τη μοναδική πηγή μολυσμάτων της ασθένειας. Τα φύλλα είναι ευπαθή στις μολύνσεις όλη τη βλαστική περίοδο. Υγρός και βροχερός καιρός είναι απαραίτητος για την εκτόξευση, βλάστηση των ασκοσπορίων και πραγματοποίηση των μολύνσεων. Οι βροχοπτώσεις και η διάρκεια διαβροχής των φύλλων είναι καθοριστικοί παράγοντες για τις μολύνσεις και την πρόκληση επιδημιών.
Η αντιμετώπιση της ασθένειας βασίζεται κυρίως στην εφαρμογή προληπτικών ψεκασμών από την έκπτυξη των πρώτων φύλλων μέχρι τέλος Μαΐου-αρχές Ιουνίου. Κατάλληλα μυκητοκτόνα είναι τα διθειοκαρβαμιδικά (zineb, maneb, mancozeb κ.ά.) και τα χαλκούχα σε διάστημα 15 ημερών. Το triforine είναι το πλέον αποτελεσματικό μυκητοκτόνο εναντίον της ασθένειας. Για τον περιορισμό ή την εξάλειψη των μολυσμάτων συνιστάται το πολύ βαθύ παράχωμα των φύλλων με όργωμα το χειμώνα. Καταστροφή του μολύσματος στα πεσμένα φύλλα μπορεί να γίνει και με ψεκασμούς πενταχλωροφαινόλης, dinoseb, DNOC και ουρίας. Φύτευση στα νέα δενδροκομεία ανθεκτικών ποικιλιών.
Βακτηριακό έλκος
Το βακτηριακό έλκος της αμυγδαλιάς (Pseudomonas amygdali) είναι μία απ’τις σοβαρότερες ασθένειες, που προκαλεί βαθμιαία εξασθένιση, ελάττωση της παραγωγικότητας και αποξήρανση κλάδων και ολόκληρων δέντρων. Η ασθένεια οφείλεται στο βακτήριο Pseudomonas amygdali. Το χαρακτηριστικό σύμπτωμα της ασθένειας είναι η παρουσία εξογκωμένων ανοικτών ελκών στους κλαδίσκους, κλάδους και τον κορμό των δέντρων. Ο σχηματισμός των ελκών αρχίζει από την περιοχή των ουλών πτώσεως των φύλλων ή από μηχανικές πληγές με την εμφάνιση μιας διογκώσεως του φλοιού, ο οποίος στη συνέχεια σχίζεται κατά μήκος και σε βάθος μέχρι του ξύλου. Τα έλκη εμφανίζονται σε κλάδους κάθε ηλικίας, αναπτύσσονται αργά καθ’ όλο το χρόνο και είναι ενεργά για πολλά χρόνια. Αντίθετα τα έλκη που σχηματίζονται στα πυρηνόκαρπα και την αμυγδαλιά από άλλα βακτήρια αδρανοποιούνται γρήγορα και έχουν τελείως διαφορετική μορφολογία.
Το βακτήριο Pseudomonas amygdali ζει και πολλαπλασιάζεται μέσα στο φλοιό των ελκών και μπορεί να απομονώνεται εύκολα όλες τις εποχές του χρόνου και από κάθε ηλικίας έλκος. Οι ιστοί της αμυγδαλιάς είναι ευπαθείς στις μολύνσεις όλες τις εποχές του έτους. Για να γίνουν νέες μολύνσεις χρειάζονται μολύσματα και πληγές στο φλοιό. Τα βακτήρια βγαίνουν από τα έλκη με τη βροχή και διασπείρονται, ιδιαίτερα όταν η βροχή συνοδεύεται από άνεμο, σε άλλα μέρη του δέντρου ή σε γειτονικά δέντρα και προκαλούν νέες μολύνσεις εφ’ όσον υπάρχουν πρόσφατες πληγές ή άλλες πύλες εισόδου. Οι περισσότερες μολύνσεις γίνονται από τις ουλές πτώσεως των φύλλων το φθινόπωρο και εφ’ όσον κατά την περίοδο αυτή επικρατούν βροχοπτώσεις ή υγρός καιρός.
Η καταπολέμιση της ασθένειας γίνεται με:
- Αφαίρεση και καταστροφή με φωτιά όλων των προσβεβλημένων κλάδων
- Συνιστώνται δύο ψεκασμοί των δέντρων με βορδιγάλιο πολτό 1% ή οξυχλωριούχο χαλκό 0,5%.
- Ψεκασμός των δέντρων με χαλκούχα αμέσως μετά από χαλαζόπτωση ή επίδραση παγετού.
- Χρησιμοποίηση ανθεκτικών ποικιλιών.
- Εφόσον η ασθένεια εμφανιστεί σε αμόλυντες περιοχές συνιστάται εκρίζωση των προσβεβλημένων δέντρων και καταστροφή με φωτιά. Να μη γίνεται διακίνηση πολλαπλασιαστικού υλικού από περιοχές που ενδημεί η ασθένεια σε αμόλυντες περιφέρειες.
Noninfectius bud failure
Πρόκειται για γενετικό πρόβλημα το κύριο σύμπτωμα του οποίου είναι η αδυναμία των πλάγιων οφθαλμών να εκπτυχθούν την άνοιξη. Βρέθηκε ότι το πρόβλημα γίνεται πιο έντονο όταν οι θερμοκρασίες Ιουνίου είναι υψηλές. Συνήθως το φαινόμενο δεν παρατηρείται σε όλους τους οφθαλμούς ενός κλάδου. Αυτοί που δεν εκπτύσσονται, πέφτουν 6-8 εβδομάδες μετά. Οι ανθοφόροι οφθαλμοί δεν επηρεάζονται όσο οι βλαστοφόροι, όμως η άνθηση καθυστερεί μέχρι και 2 εβδομάδες. Σε ένα μέτρια προσβεβλημένο δέντρο ο αριθμός των ανθέων είναι μικρότερος όμως η καρπόδεση είναι ίση με αυτή ενός υγιούς. Σε ένα σοβαρά προσβεβλημένο δέντρο τα άνθη είναι ελάχιστα και η καρπόδεση μικρή. Τα συμπτώματα αναγνωρίζονται εύκολα στα νεαρά δέντρα. Η ανάπτυξη των οφθαλμών είναι καθυστερημένη και οι βλαστοί χαρακτηρίζονται από ανώμαλη και σκληρή επιφάνεια. Τα προσβεβλημένα δέντρα πρέπει να αφαιρούνται από τον οπωρώνα μέχρι το στάδιο του 5ου φύλλου. Επιπλέον απαιτείται διατήρηση μητρικών φυτών εμβολιοληψίας με φυτά που δεν έχουν παρουσιάσει ή παρουσίασαν χαμηλή εμφάνιση του προβλήματος, ή συνεχή ανανέωση με καρατόμηση και λήψη εμβολιοφόρων βλαστών το Μάϊο. Στην προκειμένη περίπτωση οι εμβολιασμοί γίνονται τον Ιούνιο για παραγωγή ημιανεπτυγμένων φυτών την ίδια χρονιά.
Κλαδοσπορίωση
Η ασθένεια προσβάλλει την αμυγδαλιά αλλά και βερικοκιά, ροδακινιά, δαμασκηνιά. Ονομάζεται και φουζικλάδιο των πυρηνοκάρπων. Οι εκδηλώσεις της είναι περισσότερο εμφανείς στους καρπούς.
Τα πρώτα συμπτώματα εμφανίζονται όταν ο καρπός αποκτήσει το μισό μέγεθός του και αποτελούνται από μικρές, επιφανειακές, κυκλικές, πράσινες λαδί κηλίδες, διαμέτρου μέχρι 5 mm. Οι κηλίδες αργότερα γίνονται μαύρες, ακανόνιστες και αποκτούν υφή «βελούδου» λόγω της αναπτύξεως των καρποφοριών του μύκητα. Στα φύλλα οι κηλίδες σχηματίζονται στο κάτω μέρος του ελάσματος και έχουν διάμετρο μέχρι 10mm. Στο άνω μέρος του ελάσματος η προσβολή έχει τη μορφή χλωρωτικών θέσεων που αργότερα γίνονται κιτρινοκαστανές μέχρι καστανές. Σε έντονες προσβολές παρατηρείται πρόωρη φυλλόπτωση. Στους νεαρούς τρυφερούς βλαστούς σχηματίζονται υδατώδεις κηλίδες σχήματος κυκλικού ή ελλειψοειδούς που τελικά γίνονται καστανές. Τα συμπτώματα της ασθένειας στην αμυγδαλιά είναι: στους πράσινους βλαστούς εμφανίζονται ελλειψοειδείς κηλίδες, διαμέτρου 1-3 mm, ελαφρά υπερυψωμένες, καστανόμαυρες μέχρι μαύρες, «βελούδινης» υφής. Στα φύλλα και τους καρπούς τα συμπτώματα εμφανίζονται αργότερα.
Το αίτιο της ασθένειας είναι ο ασκομύκητας Venturia carpophila με ατελή μορφή Cladosporium carpophilum. Ο μύκητας διαχειμάζει υπό μορφή μυκηλίου στις κηλίδες των βλαστών πάνω στις οποίες σχηματίζονται την άνοιξη, κονίδια για τις πρωτογενείς μολύνσεις των νέων οργάνων του δέντρου.
Συνήθως δεν παρίσταται ανάγκη για την εφαρμογή ιδιαιτέρων επεμβάσεων. Εφ’ όσον υπάρξει πρόβλημα είναι απαραίτητη η προστασία των δέντρων με μυκητοκτόνα ιδιαίτερα κατά το διάστημα των 2 μέχρι 6 εβδομάδων μετά την απόσπαση του κάλυκα.
Φυτοφθόρα
Το κόμμι ποτίζει τον φλοιό και αν είναι άφθονο μπορεί να απλωθεί και στο χώμα γύρω από τη βάση του δένδρου. Στο αλλοιωμένο μέρος του κορμού το κάμβιο είναι μαύρο, και ποτισμένο με κόμμι. Ο μεταχρωματισμός αυτός παρατηρείται και στην επιφάνεια του ξύλου χωρίς όμως να επεκτείνεται στο εσωτερικό του. Η αλλοίωση του καμβίου σταματάει στο σημείο του εμβολιασμού και δεν προχωρεί στο υποκείμενο. Όταν η προσβολή περιβάλλει ολόκληρη την περιφέρεια του κορμού το δένδρο ξηραίνεται απότομα μέσα σε μία ή δύο μέρες και το φύλλωμα παραμένει ξηραμένο πάνω σε αυτό (αποπληξία). Συχνά μετά τη ξήρανση του δένδρου παρατηρείται αναβλάστηση του υποκειμένου. Διάφορα είδη Phytophthora προσβάλλουν την αμυγδαλιά. Στην Ελλάδα έχουν προσδιοριστεί τα είδη Phytophthora nicotianae Breda de Haan, syn, Phytophthora parasitica Dastur και Phytophthora citrophthora (Smith & Smith) Leonian.
Οι μύκητες του γένους Phytophthora είναι εδαφογενή παθογόνα και ζουν στα πρώτα cm του εδάφους. Διατηρούνται στο έδαφος με τη μορφή ωοσπορίων ή χλαμυδοσπορίων και με την μορφή μυκηλίου μέσα στους ιστούς ξενιστών. Οι μολύνσεις προέρχονται από ζωοσπόρια ή βλαστάνοντα με υφή σποριάγγεια. Μολύνσεις μπορούν να γίνουν χωρίς να υπάρχει πληγή, η ύπαρξη όμως πληγής διευκολύνει τη μόλυνση. Τα διάφορα είδη μπορεί να είναι ενδημικά σ’ ένα δενδροκομείο, μπορούν όμως να μεταφερθούν με μολυσμένο χώμα, τρεχούμενο νερό και μολυσμένο πολλαπλασιαστικό υλικό. Τα ζωοσπόρια αν και έχουν δική τους κίνηση δεν μπορούν με αυτή να μεταφερθούν σε μεγάλες αποστάσεις. Συνήθως μεταφέρονται παθητικά με το νερό του ποτίσματος ή με πιτσιλίσματα εδάφους που προκαλεί η βροχή. Οι μύκητες αυτοί έχουν ανάγκη από νερό για τον σχηματισμό και την βλάστηση των σπορίων, τη μεταφορά των μολυσμάτων και τη διαδικασία της μόλυνσης. Για το λόγο αυτό οι ασθένειες παρουσιάζονται σε υγρά εδάφη, σε χρονιές πολλών βροχοπτώσεων και σε αρδευόμενα δενδροκομεία.
Το ασβέστωμα του κορμού κατά τον Απρίλιο με Μάϊο μήνα, με πυκνό διάλυμα βορδιγαλείου πολτού, περιορίζει σημαντικά την εκδήλωση της ασθένειας. Πάντως τα κυριότερα προληπτικά μέτρα, για να αποφύγουμε την εμφάνισή της φυτόφθορας είναι να μπολιάζουμε ψηλά τα δενδρύλλια (40cm τουλάχιστον πάνω από το έδαφος), να μη φυτεύουμε βαθιά τα δενδρύλλια, να χρησιμοποιούμε ανθεκτικά υποκείμενα, και τέλος να αποφεύγουμε τα τραύματα στο κορμό των δένδρων, ιδιαίτερα κοντά στό έδαφος.
Βιβλιογραφία
- ↑ Ασθένειες καρποφόρων δέντρων και αμπέλου του Παναγόπουλου Χ., Καθηγητή Φυτοπαθολογίας του Γεωπονικού Πανεπιστημίου Αθηνών.