Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων του "Σπορά - Φύτευση ελαιοκράμβης"

Από GAIApedia
Μετάβαση σε: πλοήγηση, αναζήτηση
 
Γραμμή 1: Γραμμή 1:
 
Η εποχή σποράς εξαρτάται από τις [[Κλιματικές συνθήκες ελαιοκράμβης|κλιματολογικές συνθήκες]] και την [[Καλλιέργεια ελαιοκράμβης|καλλιεργητική]] πρακτική που αφορά κυρίως στην εναλλαγή της με άλλες καλλιέργειες. Στις βόρειες χώρες της ΕΕ, όπως η Γερμανία, η Γαλλία και η Αγγλία η [[Ελαιοκράμβη φυτό|ελαιοκράμβη]] σπέρνεται την περίοδο από τέλη Αύγουστου έως αρχές Σεπτεμβρίου, ενώ σε περιοχές με υγρό χειμώνα μπορεί να εγκατασταθεί ως ανοιξιάτικη καλλιέργεια οπότε η σπορά πραγματοποιείται από τέλη Φεβρουαρίου έως αρχές Μαρτίου. Η εποχή σποράς επηρεάζει την τελική απόδοση της καλλιέργειας αλλά δεν προκαλεί μεταβολή των ποιοτικών χαρακτηριστικών του λαδιού. Η ημερομηνία σποράς θα πρέπει να εξασφαλίζει την καλλιέργεια από τον κίνδυνο παγετών. Η ελαχιστοποίηση των απωλειών από το ψύχος πραγματοποιείται όταν τα φυτά εισέρχονται στη χειμερινή περίοδο κατά το στάδιο των 6-8 [[Βοτανικά χαρακτηριστικά ελαιοκράμβης|φύλλων]] με διάμετρο σταυρού 0,8-1cm.  
 
Η εποχή σποράς εξαρτάται από τις [[Κλιματικές συνθήκες ελαιοκράμβης|κλιματολογικές συνθήκες]] και την [[Καλλιέργεια ελαιοκράμβης|καλλιεργητική]] πρακτική που αφορά κυρίως στην εναλλαγή της με άλλες καλλιέργειες. Στις βόρειες χώρες της ΕΕ, όπως η Γερμανία, η Γαλλία και η Αγγλία η [[Ελαιοκράμβη φυτό|ελαιοκράμβη]] σπέρνεται την περίοδο από τέλη Αύγουστου έως αρχές Σεπτεμβρίου, ενώ σε περιοχές με υγρό χειμώνα μπορεί να εγκατασταθεί ως ανοιξιάτικη καλλιέργεια οπότε η σπορά πραγματοποιείται από τέλη Φεβρουαρίου έως αρχές Μαρτίου. Η εποχή σποράς επηρεάζει την τελική απόδοση της καλλιέργειας αλλά δεν προκαλεί μεταβολή των ποιοτικών χαρακτηριστικών του λαδιού. Η ημερομηνία σποράς θα πρέπει να εξασφαλίζει την καλλιέργεια από τον κίνδυνο παγετών. Η ελαχιστοποίηση των απωλειών από το ψύχος πραγματοποιείται όταν τα φυτά εισέρχονται στη χειμερινή περίοδο κατά το στάδιο των 6-8 [[Βοτανικά χαρακτηριστικά ελαιοκράμβης|φύλλων]] με διάμετρο σταυρού 0,8-1cm.  
  
Στην Ελλάδα, η εποχή σποράς της ελαιοκράμβης κυμαίνεται από Σεπτέμβριο έως Οκτώβριο. Στα βόρεια γεωγραφικά διαμερίσματα (Μακεδονία και Θράκη) συνιστάται πρώιμη σπορά στα μέσα με τέλη Σεπτεμβρίου, ενώ στις νοτιότερες περιοχές (Θεσσαλία και Στερεά Ελλάδα) η σπορά μπορεί να γίνει μέχρι και μέσα έως τέλη Οκτωβρίου. Η σπορά πραγματοποιείται γραμμικά σε αποστάσεις 25-45cm και 3,5-5,5cm μεταξύ των γραμμών και επί της γραμμής, αντίστοιχα. Γενικά, μεγάλη πυκνότητα αποδίδει αυξημένη παραγωγή σπόρου αλλά μειωμένη περιεκτικότητα σε λάδι, ενώ το αντίθετο συμβαίνει σε καλλιέργειες μικρής πυκνότητας. Η χρησιμοποιούμενη ποσότητα σπόρου εξαρτάται από τη βλαστική ικανότητα του σπόρου, τον εδαφικό τύπο και τις καιρικές συνθήκες κατά τη διάρκεια και μετά τη σπορά. Ο επιθυμητός αριθμός φυτών μετά το πέρας της χειμερινής περιόδου εκτιμάται σε 55-65 και 40-45 φυτά/m<sup>2</sup> αριθμός που επιτυγχάνεται με 350-450 και 300-350gr σπόρου/στρ για τις [[Ποικιλίες ελαιοκράμβης|ποικιλίες]] και τα υβρίδια, αντίστοιχα. Η σπορά γίνεται σε βάθος 1-2cm με σπαρτική μηχανή σιταριού ή με πνευματική μηχανή κατάλληλη για μικρού μεγέθους σπόρους.
+
Στην Ελλάδα, η εποχή σποράς της ελαιοκράμβης κυμαίνεται από Σεπτέμβριο έως Οκτώβριο. Στα βόρεια γεωγραφικά διαμερίσματα (Μακεδονία και Θράκη) συνιστάται πρώιμη σπορά στα μέσα με τέλη Σεπτεμβρίου, ενώ στις νοτιότερες περιοχές (Θεσσαλία και Στερεά Ελλάδα) η σπορά μπορεί να γίνει μέχρι και μέσα έως τέλη Οκτωβρίου. Η σπορά πραγματοποιείται γραμμικά σε αποστάσεις 25-45cm και 3,5-5,5cm μεταξύ των γραμμών και επί της γραμμής, αντίστοιχα. Γενικά, μεγάλη πυκνότητα αποδίδει αυξημένη παραγωγή σπόρου αλλά μειωμένη περιεκτικότητα σε λάδι, ενώ το αντίθετο συμβαίνει σε καλλιέργειες μικρής πυκνότητας. Η χρησιμοποιούμενη ποσότητα σπόρου εξαρτάται από τη βλαστική ικανότητα του σπόρου, τον εδαφικό τύπο και τις καιρικές συνθήκες κατά τη διάρκεια και μετά τη σπορά. Ο επιθυμητός αριθμός φυτών μετά το πέρας της χειμερινής περιόδου εκτιμάται σε 55-65 και 40-45 φυτά/m<sup>2</sup> αριθμός που επιτυγχάνεται με 350-450 και 300-350gr σπόρου/στρ για τις [[Ποικιλίες ελαιοκράμβης|ποικιλίες]] και τα υβρίδια, αντίστοιχα. Η σπορά γίνεται σε βάθος 1-2cm με σπαρτική μηχανή σιταριού ή με πνευματική μηχανή κατάλληλη για μικρού μεγέθους σπόρους.<ref name="Καλλιέργεια ελαιοκράμβης"/>
 +
 
 +
 
 +
==Βιβλιογραφία==
 +
<references>
 +
<ref name="Καλλιέργεια ελαιοκράμβης"> Ενεργειακές Καλλιέργειες - Βιοκαύσιμα,  των Σκαράκη Γεώργιου (Καθηγητής ΓΠΑ), Κορρέ Νικολάου (MSc, PhD) και Παυλή Ουρανίας (MSc, PhD), Αθήνα 2008.</ref>
 +
</references>
  
 
[[πόσο αφορά σε γεωργό::30| ]]
 
[[πόσο αφορά σε γεωργό::30| ]]
 
[[πόσο αφορά σε γεωπόνο::20| ]]
 
[[πόσο αφορά σε γεωπόνο::20| ]]
 +
[[κατάσταση δημοσίευσης::10| ]]
 
[[σχετίζεται με::Καλλιέργεια ελαιοκράμβης| ]]
 
[[σχετίζεται με::Καλλιέργεια ελαιοκράμβης| ]]

Τελευταία αναθεώρηση της 13:44, 30 Ιουνίου 2015

Η εποχή σποράς εξαρτάται από τις κλιματολογικές συνθήκες και την καλλιεργητική πρακτική που αφορά κυρίως στην εναλλαγή της με άλλες καλλιέργειες. Στις βόρειες χώρες της ΕΕ, όπως η Γερμανία, η Γαλλία και η Αγγλία η ελαιοκράμβη σπέρνεται την περίοδο από τέλη Αύγουστου έως αρχές Σεπτεμβρίου, ενώ σε περιοχές με υγρό χειμώνα μπορεί να εγκατασταθεί ως ανοιξιάτικη καλλιέργεια οπότε η σπορά πραγματοποιείται από τέλη Φεβρουαρίου έως αρχές Μαρτίου. Η εποχή σποράς επηρεάζει την τελική απόδοση της καλλιέργειας αλλά δεν προκαλεί μεταβολή των ποιοτικών χαρακτηριστικών του λαδιού. Η ημερομηνία σποράς θα πρέπει να εξασφαλίζει την καλλιέργεια από τον κίνδυνο παγετών. Η ελαχιστοποίηση των απωλειών από το ψύχος πραγματοποιείται όταν τα φυτά εισέρχονται στη χειμερινή περίοδο κατά το στάδιο των 6-8 φύλλων με διάμετρο σταυρού 0,8-1cm.

Στην Ελλάδα, η εποχή σποράς της ελαιοκράμβης κυμαίνεται από Σεπτέμβριο έως Οκτώβριο. Στα βόρεια γεωγραφικά διαμερίσματα (Μακεδονία και Θράκη) συνιστάται πρώιμη σπορά στα μέσα με τέλη Σεπτεμβρίου, ενώ στις νοτιότερες περιοχές (Θεσσαλία και Στερεά Ελλάδα) η σπορά μπορεί να γίνει μέχρι και μέσα έως τέλη Οκτωβρίου. Η σπορά πραγματοποιείται γραμμικά σε αποστάσεις 25-45cm και 3,5-5,5cm μεταξύ των γραμμών και επί της γραμμής, αντίστοιχα. Γενικά, μεγάλη πυκνότητα αποδίδει αυξημένη παραγωγή σπόρου αλλά μειωμένη περιεκτικότητα σε λάδι, ενώ το αντίθετο συμβαίνει σε καλλιέργειες μικρής πυκνότητας. Η χρησιμοποιούμενη ποσότητα σπόρου εξαρτάται από τη βλαστική ικανότητα του σπόρου, τον εδαφικό τύπο και τις καιρικές συνθήκες κατά τη διάρκεια και μετά τη σπορά. Ο επιθυμητός αριθμός φυτών μετά το πέρας της χειμερινής περιόδου εκτιμάται σε 55-65 και 40-45 φυτά/m2 αριθμός που επιτυγχάνεται με 350-450 και 300-350gr σπόρου/στρ για τις ποικιλίες και τα υβρίδια, αντίστοιχα. Η σπορά γίνεται σε βάθος 1-2cm με σπαρτική μηχανή σιταριού ή με πνευματική μηχανή κατάλληλη για μικρού μεγέθους σπόρους.[1]


Βιβλιογραφία

  1. Ενεργειακές Καλλιέργειες - Βιοκαύσιμα, των Σκαράκη Γεώργιου (Καθηγητής ΓΠΑ), Κορρέ Νικολάου (MSc, PhD) και Παυλή Ουρανίας (MSc, PhD), Αθήνα 2008.