Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων του "Εχθροί πεπονιάς"
Γραμμή 30: | Γραμμή 30: | ||
{{:Εχθρός πεπονιάς Αλευρώδης του καπνού |top_heading={{{top_heading|==}}}=}} | {{:Εχθρός πεπονιάς Αλευρώδης του καπνού |top_heading={{{top_heading|==}}}=}} | ||
+ | |||
+ | <ref name="Κομβονηματώδεις"/>,<ref name="Ηλέμεια"/>,<ref name="Χρύσωπας"/>,<ref name="Πυραλίδα"/>,<ref name="Μελίγκρα"/>,<ref name="Θρίπες"/>,<ref name="Τετράνυχος"/>,<ref name="Αλευρώδης"/> | ||
+ | |||
+ | ==Βιβλιογραφία== | ||
+ | <references> | ||
+ | <ref name="Κομβονηματώδεις"> [{{#show:Ιστοσελίδα Plant Protection/Κομβονηματώδεις στο πεπόνι| ?has link}} Κομβονηματώδεις στο πεπόνι]</ref> | ||
+ | <ref name="Ηλέμεια"> [{{#show:Ιστοσελίδα Plant Protection/Ηλέμεια στο πεπόνι| ?has link}} Ηλέμεια στο πεπόνι]</ref> | ||
+ | <ref name="Χρύσωπας"> [{{#show:Ιστοσελίδα Plant Protection/Χρύσωπας στο πεπόνι| ?has link}} Χρύσωπας στο πεπόνι]</ref> | ||
+ | <ref name="Πυραλίδα"> [{{#show:Ιστοσελίδα Plant Protection/Πυραλίδα στο πεπόνι| ?has link}} Πυραλίδα στο πεπόνι]</ref> | ||
+ | <ref name="Μελίγκρα"> [{{#show:Ιστοσελίδα Plant Protection/Μελίγκρα στο πεπόνι| ?has link}} Μελίγκρα στο πεπόνι]</ref> | ||
+ | <ref name="Θρίπες"> [{{#show:Ιστοσελίδα Plant Protection/Θρίπες στο πεπόνι| ?has link}} Θρίπες στο πεπόνι]</ref> | ||
+ | <ref name="Τετράνυχος"> [{{#show:Ιστοσελίδα Plant Protection/Τετράνυχος στο πεπόνι| ?has link}} Τετράνυχος στο πεπόνι]</ref> | ||
+ | <ref name="Αλευρώδης"> [{{#show:Ιστοσελίδα Plant Protection/Αλευρώδης στο πεπόνι| ?has link}} Αλευρώδης στο πεπόνι]</ref> | ||
+ | </references> | ||
[[σχετίζεται με::Πεπονιά| ]] | [[σχετίζεται με::Πεπονιά| ]] | ||
Γραμμή 35: | Γραμμή 49: | ||
[[πόσο αφορά σε γεωπόνο::30| ]] | [[πόσο αφορά σε γεωπόνο::30| ]] | ||
[[Category:Κατάλογος]] | [[Category:Κατάλογος]] | ||
+ | [[κατάσταση δημοσίευσης::10| ]] |
Τελευταία αναθεώρηση της 13:19, 9 Ιουλίου 2015
Περιεχόμενα
Κομβονηματώδεις
Οι νηματώδεις είναι μικροσκοπικά νηματόζωα, τα οποία ζουν στο έδαφος και στους ιστούς των φυτών. Οι παρασιτικοί νηματώδεις των φυτών τρέφονται από τα φυτά τρυπώντας τα κύτταρα με ένα μέρος του στόματος τους που ονομάζεται στιλέτο και ρουφώντας το περιεχόμενο τους. Έχουν ένα μεγάλο αριθμό ξενιστών που ποικίλουν ανάλογα με τις κλιματικές συνθήκες και τα συμπτώματα που προκαλούνται. Οι νηματώδεις του γένους Meloidogyne μπορούν να προκαλέσουν σημαντική ζημιά στα κολοκυνθοειδή και εμφανίζονται οπουδήποτε καλλιεργούνται κολοκυνθοειδή. Η ζημιά είναι χαρακτηριστικά μεγαλύτερη σε ζεστές περιοχές με ηλιοφάνεια και αμμώδη εδάφη. Τα φυτά που μολύνονται από νηματώδεις μπορεί να έχουν μειωμένη ανάπτυξη, χαμηλότερη απόδοση και ποιότητα και τείνουν να μαραθούν νωρίτερα σε συνθήκες στρες.
Τα συμπτώματα που περιγράφονται παρακάτω μπορεί να είναι ενδείξεις για νηματώδεις αλλά δεν είναι διαγνωστικά καθώς μπορούν να προκληθούν και από άλλες αιτίες όπως ασθένειες, πληγές εντόμων ή ελλείψεις θρεπτικών στοιχείων. Στις μολύνσεις από κομβονηματώδεις προκαλούνται χαρακτηριστικά εξογκώματα στις ρίζες . Νανισμός, κιτρίνισμα και μη κανονική ανάπτυξη των φυτών στον αγρό, καθώς και γρήγορη εξασθένιση είναι τα βασικά συμπτώματα της μόλυνσης από νηματώδεις. Αλλοιώσεις από μολύνσεις των νηματωδών μπορούν να προκαλέσουν κόκκινο-καστανούς ως σκούρους καστανούς τραυματισμούς στις ρίζες. Το μέγεθος του παράσιτου είναι περίπου 0,5mm. Το θηλυκό δεν σχηματίζει κύστη και έχει δυο ωάρια.
Οι νηματώδεις του γένους Meloidogyne διαχειμάζουν στο έδαφος και μπορούν να επιζήσουν για 4-5 χρόνια. Το θηλυκό αναπτύσσεται μέσα στη ρίζα, ζει εκεί για αρκετούς μήνες και ωοτοκεί από δεκάδες ως μερικές χιλιάδες αυγά, τα οποία απελευθερώνονται στο έδαφος. Χαμηλές θερμοκρασίες ή ξηρό έδαφος μπορούν να επιβραδύνουν την εκκόλαψη των αυγών. Οι προνύμφες αρχίζουν πρώτα να ενδοπαρασιτούν και μετά από 4 μέρες περίπου κατευθύνονται στους ιστούς των ριζών. Η παρουσία των προνυμφών σημαίνει την έναρξη σχηματισμού τεράστιων κυττάρων, τα οποία είναι απαραίτητα στην διαδικασία θρέψης τους και υπεύθυνα για τα εξογκώματα που διαταράσσουν τον εφοδιασμό νερού και θρεπτικών στοιχείων. Τα δύο επόμενα στάδια συμβαίνουν μέσα στον φυτικό ιστό, στο εσωτερικό μέρος του συνεχώς αυξανόμενος εξογκώματος. Το τελευταίο στάδιο καταλήγει στα ενήλικα αρσενικά και θηλυκά. Μετά την γονιμοποίηση τα αρσενικά πεθαίνουν, ενώ τα θηλυκά συνεχίζουν τη ζωή τους στο αναπτυσσόμενο εξόγκωμα.
Εναλλαγή των κολοκυνθοειδών με φυτά όπως σίκαλη ή καλαμπόκι είναι ευεργετικά στην καταπολέμηση των κομβονηματωδών αλλά αυτή η πρακτική δεν αντικαθιστά την απολύμανση του εδάφους. Επιπρόσθετα, βαθύ όργωμα, αγρανάπαυση και καταστροφή των ευπαθών ξενιστών ζιζανίων μπορεί να μειώσει τα επίπεδα του πληθυσμού. Κατάλληλη άρδευση και θρέψη μειώνει την πιθανότητα στρες και μπορεί να μειώσει και την ζημιά από νηματώδη. Τα καπνιστικά νηματοκτόνα δεν είναι αποτελεσματικά ενάντια στους κομβονηματώδεις. Δεν υπάρχει κάποιο εύχρηστο νηματοκτόνο για εφαρμογή στην πεπονιά. Γι’ αυτό το λόγο οι αγροί πρέπει να ελέγχονται για κομβονηματώδεις πριν την εγκατάσταση της καλλιέργειας. Αν δεν έχουν πριν διαπιστωθεί νηματώδεις, πρέπει να παίρνονται δείγματα από το έδαφος και να στέλνονται σε διαγνωστικό εργαστήριο για αναγνώριση.
Ηλέμεια
Η κάμπια αυτή είναι γνωστή σε όλες τις εύκρατες ζώνες σε όλη τη γη. Αυτό το έντομο είναι συνήθως πρόβλημα κατά τη διάρκεια ψυχρών και υγρών περιόδων και σε εδάφη πλούσια σε οργανική ουσία. Δημιουργεί οπές στους σπόρους ή στις ρίζες των φυτών και αργότερα τα φυτά καταστρέφονται. Οι κάμπιες ανοίγουν οπές στους σπόρους στις ρίζες και στους βλαστούς των σπορόφυτων. Οι σπόροι συνήθως υποκύπτουν και σε δευτερογενείς σήψεις και αδυνατούν να βλαστήσουν. Τα σπορόφυτα συχνά μαραίνονται και πεθαίνουν λόγω έλλειψης νερού. Τα σπορόφυτα που επιζούν είναι καχεκτικά και ευπαθή σε άλλα προβλήματα.
Κάθε άσπρο μακρόστενο αυγό έχει σκληρή επιφάνεια και έχει περίπου 1mm μήκος. Η προνύμφη αποτελείται από 12 τμήματα, είναι υπόλευκη και έχει μήκος 5-7mm όταν ωριμάσει. Είναι χωρίς πόδια, με ανθεκτικό δέμα και με μυτερό κεφάλι και στρογγυλή ουρά. Η τελευταία επιδερμίδα της προνύμφης σκληραίνει για να σχηματιστεί το κουκούλι (περίπου 5 mm σε μήκος), μέσα στο οποίο αναπτύσσεται η πούπα. Το υπόλευκο κουκούλι βαθμιαία γίνεται κόκκινο-καστανό καθώς η πούπα ωριμάζει. Το τέλειο Hylemya platura είναι μια μύγα. Αυτή η γκρι με μαύρα πόδια μύγα έχει τρίχες στο σώμα της και μήκος περίπου 5 mm.
Οι κάμπιες διαχειμάζουν στο έδαφος ως πούπες. Οι ώριμες μύγες εμφανίζονται από τα κουκούλια τη νύχτα ή νωρίς το πρωί και δραστηριοποιούνται στην επιφάνεια του εδάφους. Για κάποιο χρονικό διάστημα τα ενήλικα τρέφονται από το νέκταρ και τα μελιτώματα των φυτών. Στο τέλος αυτής της περιόδου, κάθε γονιμοποιημένο θηλυκό αρχίζει να εναποθέτει κατά μέσο όρο 270 αυγά, μεμονωμένα ή σε μικρές ομάδες, σε υγρό έδαφος. Το φρεσκοκαλλιεργημένο έδαφος, αγροί με νεκρούς σπόρους ή υπολείμματα φυτών και οργανική λίπανση προσελκύουν την εναπόθεση αυγών από τα θηλυκά. Τα αυγά εκκολάπτονται σε 7-9 ημέρες ανάλογα με την θερμοκρασία. Οι κάμπιες αναπτύσσονται σε τρία προνυμφιακά στάδια. Αφού τραφεί 1-3 εβδομάδες, η προνύμφη διαρρηγνύει το έδαφος σε βάθος 16cm για να περάσει το στάδιο της πούπας. Το στάδιο αυτό μπορεί να διαρκέσει 7-26 ημέρες ή όλο το χειμώνα. Κάθε χρόνο αναπτύσσονται 3-5 γενιές. Οι ψυχρές συνθήκες ευνοούν τις μολύνσεις από κάμπιες. Οι γενιές που αναπτύσσονται κατά τη διάρκεια της άνοιξης και του φθινοπώρου είναι οι πιο άφθονες και οι καταστρεπτικές. Κατά τη διάρκεια του καλοκαιριού, μόνο περιορισμένος αριθμός ενηλίκων επιζεί.
Για την καταπολέμηση των Hylemya platura στον αγρό ή στα λαχανοκομικά φυτά, αβαθής σπορά σε καλά προετοιμασμένη σποροκλίνη, αρκετά όψιμη για καλή βλάστηση των σπόρων είναι ένας τρόπος για να αποφευχθούν οι ζημιές. Παλιά υπολείμματα φυτών και ζιζανίων πρέπει να ενσωματώνονται στο έδαφος μερικές εβδομάδες πριν τη σπορά έτσι ώστε να υπάρχει αρκετός χρόνος για αποσύνθεση. Μπορεί να γίνει συνδυασμός επικαλυμμένων σπόρων με νηματοκτόνα και εντομοκτόνα ή εφαρμογές εντομοκτόνων στο έδαφος για να αποφευχθούν οι ζημιές από τις κάμπιες.
Χρύσωπας
Τα σκαθάρια Acalymma trivittatum, Diabrotica undercimpuncta, Diabrotica balteata είναι εγχώρια έντομα και συναντώνται σε όλο τον κόσμο. Προκαλούν τέσσερις διαφορετικές ζημιές, που είναι καταστροφή σπορόφυτων, καταστροφή φυλλώματος και άνθους, φαγώματα στη ρίζα, και μετάδοση της ασθένειας βακτηριακή μάρανση.
Τα ενήλικα και οι προνύμφες μπορούν να προκαλέσουν ζημιές στα πεπόνια. Τα σκαθάρια αυτά είναι υπεύθυνα για οικονομική ζημιά. Τα σκαθάρια τρέφονται από τους βλαστούς, το φύλλωμα και τα άνθη του φυτού. Τα σκαθάρια τρέφονται απ τους βλαστούς ώσπου αυτοί να γίνουν λιγότερο ελκυστικοί, επειδή σκληραίνουν, έπειτα είναι φανερή μεγαλύτερη ζημιά στο φύλλωμα. Η θρέψη αρχίζει από το κάτω μέρος των κοτυληδόνων. Αν ο πληθυσμός των σκαθαριών είναι υψηλός κατά το στάδιο της μεταφύτευσης μπορεί να υπάρχουν απώλειες.
Η προνύμφη μπορεί να τρέφεται από όλα τα υπόγεια μέρη του φυτού και συνήθως προκαλεί ασήμαντες ζημιές. Σπάνια η προνύμφη προκαλεί άμεση ζημιά στο καρπούζι και το πεπόνι. Αυτό είναι περισσότερο πιθανό να συμβεί όταν έχουμε υπερβολική υγρασία και η προνύμφη τρέφεται με το τμήμα του καρπού που έρχεται σε άμεση επαφή με την επιφάνεια του εδάφους. Η πιο σημαντική συνέπεια της ζημιάς από τις προνύμφες είναι η εισαγωγή δευτερογενών οργανισμών που προκαλούν ασθένειες.
To Acalymma trivittatum διαχειμάζει ως ενήλικο κάτω από τα φύλλα ή σε πυκνό χόρτο και εμφανίζεται στην αρχή της άνοιξης. Δυο εβδομάδες μετά την εμφάνιση του ωριμάζει και εναποθέτει αυγά. Αυτά τα πορτοκαλοκίτρινα αυγά βρίσκονται στο έδαφος, στη βάση των ξενιστών φυτών και εκκολάπτονται μέσα σε 10 ημέρες. Μετά την εκκόλαψη η προνύμφη φωλιάζει στο έδαφος και αρχίζει να τρέφεται από τις ρίζες. Περίπου στα μέσα του καλοκαιριού (Αύγουστο) η προνύμφη πουπάζει στο έδαφος. Δυο βδομάδες αργότερα, εμφανίζεται μια νέα γενιά. Αναφέρεται ότι κάθε χρόνο έχουμε δυο γενιές. Ακόμη, τα ενήλικα που διαχειμάζουν μεταφέρουν ένα βακτήριο που προκαλεί την βακτηριακή μάρανση.
Τα Diabrotica undercimpuncta αφού διαχειμάζουν ως ενήλικα κάτω από τα φύλλα και τα υπολείμματα στις δασώδεις περιοχές, τα ενήλικα αρχίζουν τη δράση τους την άνοιξη και τρέφονται από το φύλλωμα και τα άνθη πολλών και διαφόρων φυτών ξενιστών ενώ κινούνται προς τα κολοκυνθοειδή όταν αυτά είναι διαθέσιμα. Τα νέα αυγά εξαρτώνται από την υγρασία του εδάφους, η οποία καθορίζει αν θα επιζήσουν τις τρεις πρώτες ημέρες. Η προνύμφη εκκολάπτεται μετά από 7-10 ημέρες και ανοίγει οπές στις ρίζες από τις οποίες τρέφεται για 2-4 εβδομάδες, περνώντας εκεί τρία στάδια. Όταν περνάει την τελική φάση του τρίτου σταδίου, η προνύμφη αφήνει τον ξενιστή, εισχωρεί στο έδαφος και περνάει ένα ανενεργό στάδιο, το οποίο διαρκεί 6-8 ημέρες. Η πουπαρίωση διαρκεί 6-12 ημέρες και τα ενήλικα της νέας γενιάς συχνά μετακινούνται από τον ένα ξενιστή στον άλλο. Το ενήλικο Diabrotica undercimpuncta είναι περίπου 19mm σε μήκος με 11 μαύρες κηλίδες στα κιτρινοπράσινα φτερά τους.
Το Diabrotica balteata παραμένει ενεργό όσο οι καιρικές συνθήκες είναι ευνοϊκές. Κάτω από ιδανικές συνθήκες ο κύκλος ζωής μπορεί να ολοκληρωθεί σε 45 ημέρες. Τα αυγά εναποτίθενται σε ομάδες στο έδαφος, και απατούν 5-9 ημέρες για την εκκόλαψή τους ενώ η ολόκληρη η ανάπτυξη της προνύμφης διαρκεί 11-17 ημέρες. Η πουπαρίωση γίνεται στο έδαφος και διαρκεί 4-6 ημέρες. Η σύζευξη συμβαίνει περίπου έξι μέρες μετά την εμφάνιση των ενηλίκων και η εναπόθεση των αυγών αρχίζει περίπου 16 μέρες αργότερα. Το Diabrotica balteata είναι ελαφρώς μικρότερο από το Diabrotica undercimpuncta. Το Diabrotica balteata είναι κίτρινο με τρεις μαύρες ραβδώσεις στην πλάτη. Το ενήλικο Acalymma trivittatum είναι 5mm σε μήκος με τρεις επιμήκεις ραβδώσεις στα πάνω φτερά.
Η πιο γνωστή μέθοδος καταπολέμησης είναι η εμπόδιση της εισόδου των εντόμων καλύπτοντας τα κολοκυνθοειδή φυτά με κάποιο ύφασμα. Μπορούν να καταπολεμηθούν με φυλλικούς ψεκασμούς εντομοκτόνων όταν το 10% ή και περισσότερο των νεόφυτων είναι μολυσμένο. Οι διατροφικές συνήθειες των συγκεκριμένων εντόμων οδηγούν στην αποφυγή των εντομοκτόνων με τη μορφή σπρέι, οπότε όταν χρησιμοποιούνται σπρέι είναι επιβεβλημένο να γίνεται πλήρεις κάλυψη των φύλλων. Ο πιο δαπανηρός τρόπος είναι να δένεται το φυτό από την κορυφή και να ψεκάζεται άμεσα στη βάση του. Καταπολέμηση με διασυστηματικό εντομοκτόνο στο έδαφος κατά την φύτευση συστήνεται σε αγρούς όπου το πρόβλημα είναι αναμενόμενο. Η καταπολέμηση αυτή από το έδαφος είναι λιγότερο επικίνδυνη για τις μέλισσες και τα άλλα ευεργετικά έντομα από ότι οι εβδομαδιαίοι φυλλικοί ψεκασμοί.
Πυραλίδα
Το Diaphania hyalinata συναντάται σχεδόν σε όλη την Νότια και κεντρική Αμερική, Καραϊβική, Αγγλία και άλλες ευρωπαϊκές χώρες. Τρέφεται κυρίως με το φύλλωμα αλλά επιτίθεται και σε καρπούς και βλαστούς. Οι υψηλοί πληθυσμοί αποφυλλώνουν εντελώς τα φυτά και αφήνουν μόνο τους μίσχους των φύλλων. Τρέφονται κυρίως από το φύλλωμα. Συνήθως οι μίσχοι των φύλλων παραμένουν ανέπαφη. Παρόλα αυτά αν το φύλλωμα δεν είναι επαρκές ή αν το είδος του φυτού δεν είναι το ιδανικό, η προνύμφη μπορεί να τραφεί από την επιφάνεια του καρπού ή να εισχωρήσει και μέσα στον καρπό.
Αρχικά, τα αυγά είναι λευκά ή πρασινωπά, αλλά σύντομα γίνονται κίτρινα.Οι νεοεκκολαπτόμενες προνύμφες είναι άχρωμες αλλά στο δεύτερο στάδιο αποκτούν ένα κιτρινοπράσινο χρώμα. Κατασκευάζουν μια χαλαρή δομή κάτω από τα φύλλα , η οποία χρησιμεύει ως καταφύγιο για τις ώρες της ημέρας. Στο πέμπτο στάδιο η προνύμφη έχει δύο άσπρες λωρίδες που εκτείνονται κατά μήκος του σώματος. Οι λωρίδες ξεθωριάζουν ή εξαφανίζονται λίγο πριν από την πουπαρίωση αλλά θεωρούνται το πιο σημαντικό χαρακτηριστικό της προνύμφης. Η πούπα είναι 12-15 mm σε μήκος αλλά 3-4 mm σε πλάτος και στο χρώμα είναι ανοιχτό ως σκούρο καφέ. Το άνοιγμα των φτερών είναι περίπου 2,5 cm. Τα φτερά είναι υπόλευκα και ιριδίζουν ελαφρώς.
τα ενήλικα εναποθέτουν τα αυγά τους σε μικρές ομάδες, κάθε ομάδα έχει περίπου 2-6 αυγά. Τα αυγά εναποτίθενται τη νύχτα στους βλαστούς, στους μίσχους και κάτω από τα φύλλα. Η εκκόλαψη συμβαίνει μετά από τρεις ή τέσσερις μέρες και ολόκληρη η ανάπτυξη της προνύμφης ολοκληρώνεται σε 14 μέρες. πριν την πουπαρίωση, η προνύμφη υφαίνει ένα χαλαρό κουκούλι στον ξενιστή, συχνά διπλώνοντας ένα μέρος του φύλλου για να χρησιμοποιηθεί ως καταφύγιο. Το στάδιο της προνύμφης διαρκεί περίπου 9-10 μέρες. Τα ενήλικα παραμένουν στο φυτό κατά τη διάρκεια της ημέρας. Ενώ γενικά παραμένουν ανενεργές κατά τη διάρκεια της ημέρας, πετούν σε μικρές αποστάσεις όταν ενοχλούνται.
Μπορούν να δηλητηριαστούν εύκολα με εντομοκτόνα. Συχνότερες εφαρμογές μπορεί να χρειαστούν αν οι πληθυσμοί και οι θερμοκρασίες είναι υψηλές.
Μελίγκρα της πεπονιάς
Η Aphis gosypii συναντάται στις τοπικές και εύκρατες περιοχές όλου του κόσμου εκτός από τις βορειότερες περιοχές. Είναι επίσης γνωστή σε Ευρώπη, Αυστραλία, Βραζιλία, Δυτική Ινδία, Χαβάη και Μεξικό. Η ζημιά που προκαλεί εκτός από την εξασθένηση και το μαρασμό των φύλλων είναι η μεταφορά πολλών ασθενειών σε σύντομο χρονικό διάστημα.
Τα αυγά όταν εναποτίθενται είναι κίτρινα αλλά σύντομα γίνονται μαύρα στο χρώμα. Οι νύμφες ποικίλουν ως προς το χρώμα από καστανές ως γκρι ή πράσινες, και συχνά με αξιοπρόσεκτα μαύρο κεφάλι, θώρακα και πτερωτά άκρα. Τα άπτερα παρθενογενετικά θηλυκά είναι περίπου 1-2mm σε μήκος. Το χρώμα του σώματος διαφέρει: πιο συνηθισμένο είναι ανοιχτό πράσινο με στίγματα σκούρου πράσινου αλλά συναντώνται και λευκές, κίτρινες ανοιχτό πράσινο και σκούρο πράσινο μορφές. Τα πτερωτά παρθενογενετικά θηλυκά είναι 1,1-1,7mm σε μήκος. Το κεφάλι και ο θώρακας είναι μαύρα και τα πτερύγια είναι καφέ. Το θηλυκό που εναποθέτει τα αυγά είναι σκούρο πορφυρό- πράσινο και το αρσενικό παρόμοιο.
Αυτή η αφίδα μπορεί να παράγει κοντά στις 60 γενιές το χρόνο, επειδή έχει σχετική ανθεκτικότητα στην καλοκαιρινή ζέστη. Η διάρκεια του σταδίου αναπαραγωγής των ενήλικων είναι περίπου 15 ημέρες και η περίοδος μετά την αναπαραγωγή είναι 5 ημέρες. Αυτές οι περίοδοι διαφοροποιούνται σημαντικά, κυρίως με τη θερμοκρασία. Η ιδανική θερμοκρασία για την αναπαραγωγή αναφέρεται ότι είναι 21-27oC. Τα ζωοτόκα θηλυκά παράγουν στο σύνολο περίπου 70-80 νεογνά με μέσο όρο 4,3 την ημέρα.
Η αφίδα του πεπονιού μεταδίδει αποτελεσματικά ιούς, παρόλο που είναι ένα από τα είδη που εμπλέκονται στη μετάδοση των ιών στα κολοκυνθοειδή. Ο ιός του μωσαϊκού της αγγουριάς και ο ιός του μωσαϊκού της καρπουζιάς μεταδίδονται παρά την εφαρμογή εντομοκτόνων και ψεκασμών με λάδια.
Οι νύμφες και τα ενήλικα τρέφονται από το κάτω μέρος των φύλλων ή από την αναπτυσσόμενη κορυφή των βλαστών, ρουφώντας θρεπτικά στοιχεία από το φυτό. Το φύλλωμα μπορεί να γίνει χλωρωτικό και να πεθάνει πρόωρα. Η θρέψη των αφίδων προκαλεί αλλαγή στη μορφή και συστροφή των φύλλων, εμποδίζοντας τη φωτοσυνθετική ικανότητα του φυτού. Επιπρόσθετα, εκκρίνουν μελιτώματα, τα οποία παρέχουν ένα σημαντικό υπόστρωμα για ανάπτυξη μούχλας, οπότε η ποιότητα των καρπών μπορεί να χειροτερεύσει και η φωτοσυνθετική ικανότητα του φυλλώματος να παρεμποδιστεί ακόμη περισσότερο.
Ξηρές κλιματικές συνθήκες είναι ευνοϊκές για τις αφίδες. Έντονη βροχόπτωση μειώνει τον πληθυσμό. Υπάρχουν πολλά ωφέλιμα έντομα τα οποία βοηθούν στην καταπολέμηση των πληθυσμών της αφίδας μέσω του παρασιτισμού και της αρπαγής. Παράσιτα αυτής της αφίδας περιλαμβάνουν Aphelinus gossypi και Lysiphlebus testaceipes. Μερικά αρπακτικά είναι Chrysopa spp., Nesomicromus vagus, Zelus renardii, Platyomus lividgaster, Coelophora inaequalis, Allograpta obliqua και Leucopis nigricornis. Τα εντομοκτόνα πρέπει να χρησιμοποιούνται με φειδώ και σε συνδυασμό με άλλες μη χημικές μεθόδους για να περιορίσουν την ανάπτυξη ανθεκτικότητας.
Θρίπες
Οι θρίπες είναι πολύ διαδεδομένη στην Ευρώπη και στην Αμερική. Οι θρίπες καταστρέφουν μηχανικά τα φυτά κατά τη διαδικασία της απομύζησης. Αν οι θρίπες τραφούν από μη μολυσμένους προγενέστερα καρπούς τότε η ζημιά δεν θα είναι σημαντική ώσπου να μεγαλώσουν τα πεπόνια. Η φυσιολογική σ’ αυτή την περίπτωση μπορεί να εμφανιστεί ως κοκκινωπές, μικρές κηλίδες στην επιφάνεια του καρπού. Η Frankliniella occidentalis είναι το είδος που είναι πιο γνωστό κατά τη διάρκεια της ωρίμανσης του καρπού. Η Frankliniella occidentalis τρέφεται από τα άνθη και φύλλωμα τοποθετώντας το ειδικά διαμορφωμένο σαγόνι τους στον ιστό και απομυζώντας τους χυμούς από τα κύτταρα. Όταν οι θρίπες τρέφονται από αναπτυγμένους ιστούς, τα κύτταρα είναι ανίκανα να διογκωθούν και τα ώριμα φύλλα και πέταλα καταστρέφονται. Όταν οι θρίπες τρέφονται από διογκωμένους ιστούς, τα κύτταρα γεμίζουν με αέρα, γεγονός που τους δίνει μια ασημί εμφάνιση.
Τα αυγά είναι κιτρινωπά και δεν είναι εμφανή διότι βρίσκονται μέσα στους φυτικούς ιστούς. Παρόλα αυτά η προνύμφη κατά τα δυο στάδια είναι ευδιάκριτα κίτρινη. Στο δεύτερο στάδιο γίνεται άσπρη πριν την έκδυση. Η προνύμφη μοιάζει με το ενήλικο αλλά δεν έχει φτερά και είναι μικρότερη. Στο μεταξύ η πούπα και η προ-πούπα είναι κιτρινωπές στο χρώμα. Η Frankliniella occidentalis είναι περίπου 1mm σε μήκος, και τα θηλυκά έχουν μεγαλύτερο μήκος από τα αρσενικά. Το θηλυκό αλλάζει βαθμιαία από κίτρινο σε σκούρο καστανό ενώ το αρσενικό είναι πάντα ανοιχτό κίτρινο.
Τα θηλυκά εναποθέτουν τα αυγά σε τρυφερούς φυτικούς ιστούς. Τα αυγά εκκολάπτονται σε 2-14 μέρες ανάλογα με τη θερμοκρασία. Στο πρώτο στάδιο η προνύμφη αρχίζει να τρέφεται από το περιεχόμενο του αυγού. Στο δεύτερο στάδιο η προνύμφη τρέφεται και από φυτικούς ιστούς, συνήθως από τα άνθη. Αυτή η προνύμφη εμφανίζεται στο περιάνθιο ή στην κορυφαία βλάστηση. Αργότερα, στην επόμενη φάση, οι προνύμφες σταματούν να τρέφονται και κινούνται προς τα κάτω για να συνεχίσουν εκεί την εξέλιξη τους. Οι θρίπες ως προνύμφες τρίτου και τέταρτου σταδίου περνάνε τα δυο αυτά αδρανή στάδια στο έδαφος, στα φυτικά υπολείμματα ή σε προστατευμένες περιοχές του φυτού, κατά τα οποία δεν τρέφονται. Όταν εμφανίζονται τα ενήλικα αρχίζουν να τρέφονται από τα άνθη, τους βλαστούς και τα ακραία φύλλα. Ολόκληρος ο κύκλος της ζωής από την εναπόθεση των αυγών ως την εμφάνιση των ενηλίκων μπορεί να διαρκέσει 12 ημέρες σε ζεστό καιρό και 44 ημέρες σε ψυχρό καιρό.
Ως προληπτικά μέτρα αναφέρονται η καθαριότητα εντός του χώρου του θερμοκηπίου, η κάλυψη του εδάφους του θερμοκηπίου με πλαστικό φύλλο για περιορισμό της εξόδου των νυμφών από έδαφος και προσβολής των φυτών της καλλιέργειας, η απολύμανση του εδάφους του θερμοκηπίου με ατμό και τέλος η καταστροφή των υπολειμμάτων της προηγούμενης καλλιέργειας και των ζιζανίων (πιθανών ξενιστών). Μερικά από τα κατάλληλα εντομοκτόνα που μπορούν να χρησιμοποιηθούν εναντίον του θρίπα της Καλιφόρνιας είναι τα συνθετικά πυρεθροειδή, spinosad, methiocard και acrinathrin.
Τετράνυχος
Το άκαρι αυτό αρχικά εμφανίστηκε στις ευρωπαϊκές χώρες αλλά παρουσιάζεται και στην Αμερική στα θερμοκήπια, όπου διαχειμάζει στα φυσικά όρια και στις εύκρατες περιοχές. Προκαλεί ζημιά στα φύλλα, στο βλαστό και στον καρπό. Στα φύλλα προκαλεί χλωρωτικές κηλίδες, παραμόρφωση και τελικά τα φύλλα πεθαίνουν. Στους καρπούς, κατά τους χειμερινούς μήνες, προκαλεί αποχρωματισμό με αποτέλεσμα την υποβάθμιση της ποιότητας κατά τη συγκομιδή.
Ο τετράνυχος (Tetranychus urticae) αυτός τρέφεται διεισδύοντας στον φυτικό ιστό με τα στοματικά τους μόρια και βρίσκονται κυρίως στο κάτω μέρος των φύλλων. Όταν ο τετράνυχος μυζεί τους χυμούς ο ιστός του μεσόφυλλου καταρρέει και μια μικρή χλωρωτική κηλίδα εμφανίζεται σε κάθε σημείο που έγινε η μύζηση. Υπολογίζεται ότι καταστρέφονται 18-22 κύτταρα ανά λεπτό. Η συνεχής μύζηση προκαλεί αποχρωματισμό με τη μορφή κουκίδων και αργότερα τα φύλλα γίνονται κίτρινα, γκρι και τέλος καφέ. Μπορεί να προκληθεί και πλήρης αποφύλλωση όταν οι τετράνυχοι δεν καταπολεμηθούν.
Το αυγό είναι σφαιρικό, πολύ μικρό, διαφανές όταν αρχικά εναποτίθεται και λίγο πριν την εκκόλαψη υπόλευκα ή κιτρινοπράσινα. Η προνύμφη έχει 6 πόδια και είναι ημιδιαφανείς με κόκκινα μάτια. Πρέπει να αναφερθεί ότι περνάει δυο νυμφιακά στάδια, τα οποία είναι δύσκολο να διαχωριστούν. Και στα δυο αυτά στάδια είναι πράσινες, ωοειδείς και έχουν 8 πόδια. Το ζεύγος των σκούρων κηλίδων είναι ορατό σ’ αυτό το στάδιο της ανάπτυξης. Τα ενήλικα έχουν 8 πόδια, είναι ωοειδή, έχουν μήκος 0,4mm και τα θηλυκά είναι κιτρινωπά ως πράσινα με 2 ή 4 μαύρες, κηλίδες στη ράχη. Τα αρσενικά είναι μικρότερα από τα θηλυκά. Τα αυγά είναι βρίσκονται σε μια λεπτή μεμβράνη και εκκολάπτονται σε περίπου τρεις μέρες. Ο χρόνος από το αυγό μέχρι το ενήλικο διαφέρει ανάλογα με τη θερμοκρασία. Κάτω από ιδανικές συνθήκες (θερμοκρασία 26oC) το ακάρι αυτό ολοκληρώνει την ανάπτυξη του σε 5-20 ημέρες. Υπάρχουν πάρα πολλές γενιές τον χρόνο. Το ενήλικο θηλυκό ζει 2-4 εβδομάδες και είναι ικανό να εναποθέσει πολλές εκατοντάδες αυγά κατά τη διάρκεια της ζωής του. Ο Tetranychus urticae Koch προτιμάει τον ζεστό, ξηρό καιρό του καλοκαιριού και τους φθινοπωρινούς μήνες αλλά μπορεί να εμφανιστεί σε οποιαδήποτε εποχή του έτους. Τα θηλυκά διαχειμάζουν στα υπολείμματα στο έδαφος ή κάτω από τους κορμούς των δένδρων ή σε θάμνους.
Ως προληπτικά μέτρα αναφέρονται η χρησιμοποίηση υγιών φυταρίων κατά τη μεταφύτευση, η χρήση κίτρινων κολλητικών παγίδων, η αφαίρεση των προσβεβλημένων βλαστών (σε μικρή προσβολή). Ακόμα το βαθύ όργωμα πριν την έναρξη της καλλιέργειας καταστρέφει τις διαχειμάζουσες μορφές των τετρανύχων καθώς τις παραχώνει σε μεγαλύτερο βάθος, η αύξηση της απόστασης μεταξύ των φυτών για καλύτερο αερισμό, η καταστροφή των ζιζανίων γύρω από την καλλιέργεια και ο συχνός έλεγχος της καλλιέργειας στα σημεία που εντοπίζονται οι προσβολές. Επιπλέον, οι τετράνυχοι καταπολεμούνται με τη χρήση διάφορων ακαρεοκτόνων, όπως είναι τα fenpyroximate, abamectin, bifenazate, fenazaquin.
Αλευρώδης του καπνού
Η Βemisia tabaci είναι κυρίως ένα παράσιτο των καλλιεργούμενων φυτών των εύκρατων και ζεστών περιοχών. Είναι ευρέως διαδεδομένη στα νησιά της Καραϊβικής, στην κεντρική και νότια Αμερική, στο Μεξικό, στη Νότια Ευρώπη, στην Αφρική, στην Ινδία και στην Αυστραλία.
Έχει γίνει ένα σημαντικό παράσιτο της πεπονιάς λόγω της υψηλής αναπαραγωγικής του δυνατότητας, του μεγάλου αριθμού ξενιστών, της έκκρισης του κολλώδους μελιτώματος και της συνήθειας να τρέφεται από το κάτω μέρος των φύλλων που είναι προστατευμένο από τα εντομοκτόνα. Οι πληθυσμοί της Bemisia προκαλούν σοβαρές οικονομικές ζημιές μειώνοντας την ποσότητα και το μέγεθος πεπονιών. Η ποιότητα των καρπών υποβαθμίζεται λόγω της μείωσης των διαλυτών σακχάρων στο φρούτο και της μόλυνσης του φρούτου με μελιτώματα τα οποία ευνοούν την ανάπτυξη καπνιάς.
Τα ενήλικα και οι προνύμφες τρέφονται από τα φύλλα του καρπουζιού και του πεπονιού διεισδύοντας τα στοματικά τους μόρια στον φυτικό ιστό και εξάγουν αφομοιώσιμες ουσίες από το φυτό (υδατάνθρακες και αμινοξέα). Τραυματίζουν τα αναπτυσσόμενα φυτά καταστρέφοντας την χλωροφύλλη και μειώνοντας την φωτοσυνθετική ικανότητα τους. Μεγάλοι πληθυσμοί στα νεαρά φυτά μπορούν να προκαλέσουν ξήρανση των φύλλων και θάνατο του φυτού. Άμεση ζημιά από τον αλευρώδη του καπνού είναι η συγκέντρωση μελιτώματος που παράγετα. Αυτό το μελίτωμα αποτελεί υπόστρωμα για την ανάπτυξη καπνιάς στα φύλλα και στον καρπό. Η καπνιά μειώνει τη φωτοσύνθεση και υποβαθμίζει την εμπορική αξία του προϊόντος.
Τα αυγά είναι σφαιρικά στο σχήμα και λευκά όταν εναποτίθενται αλλά με τον καιρό σκουραίνουν. Οι προνύμφες στο πρώτο στάδιο είναι κιτρινωπές στο χρώμα και ωοειδείς και επίπεδες στην εμφάνιση. Έχουν μήκος περίπου 0,3mm και μετακινούνται ώσπου να βρούν το κατάλληλο σημείο για να τρέφονται. Έπειτα παραμένουν ακίνητες μέχρι να περάσουν τα τέσσερα στάδια της προνύμφης. Το ενήλικο είναι περίπου 1-1,5mm με σώμα και φτερά καλυμμένα με λευκό. Ο αριθμός των αυγών που παράγονται είναι μεγαλύτερος σε ζεστό καιρό αλλά τυπικά κυμαίνεται από 40-400 αυγά ανά θηλυκό. Από τα αυγά εκκολάπτονται ενεργές, άπτερες προνύμφες, οι οποίες σύντομα αποικούν στους ιστούς και περνάνε στο δεύτερο στάδιο. Αυτό το στάδιο ακολουθείται από το τρίτο μετά από το οποίο εμφανίζεται η πούπα και τέλος το ενήλικο. Η έκδυση από το τρίτο νυμφιακό στάδιο στην πούπα γίνεται εσωτερικά και αναπτύσσονται τα φτερά μέσα στο πουπάριο. Στα τελευταία στάδια, τρίτο και τέταρτο οι προνύμφες έχουν ευδιάκριτα κόκκινα μάτια. Ο χρόνος που μεσολαβεί από το αυγό μέχρι το ενήλικο μπορεί να είναι 18 ημέρες σε υψηλές θερμοκρασίες αλλά μπορεί να φτάσει και τους δυο μήνες σε ψυχρές συνθήκες. Η Bemisia ολοκληρώνει 2-3 γενιές στην καλλιέργεια των πεπονιών.
Διάφορες καλλιεργητικές μέθοδοι μπορούν να μειώσουν τον πληθυσμό των Bemisia και τις ζημιές στα φυτά. Ένας αποτελεσματικός τρόπος είναι η απολύμανση. Είναι πολύ σημαντικό την εποχή της ανάπτυξης τα μολυσμένα φυτά να απομακρύνονται και να καταστρέφονται. Επίσης, μετά τη συγκομιδή τα φυτικά υπολείμματα πρέπει να απομακρύνονται. Η καταπολέμηση αυτών των παρασίτων είναι δύσκολη διότι τα αυγά και ατελής μορφές είναι ανθεκτικά σε πολλά σπρέι εντομοκτόνα (ενώ τα ενήλικα είναι ιδιαίτερα ανθεκτικά στα ξηρά υπολείμματα των μικροβιοκτόνων). Για σωστή καταπολέμηση τα μείγματα των μικροβιοκτόνων πρέπει να εφαρμόζονται στην κάτω επιφάνεια τω φύλλων όπου κανονικά συμβαίνουν όλα τα στάδια του παρασίτου.
[1],[2],[3],[4],[5],[6],[7],[8]