Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων του "Ασθένεια ευκάλυπτου Κερκοσπόρα"
(2 ενδιάμεσες αναθεωρήσεις από ένα χρήστη δεν εμφανίζονται) | |||
Γραμμή 1: | Γραμμή 1: | ||
− | Η κερκόσπορα είναι η πιο σοβαρή ασθένεια των τεύτλων στη χώρα μας, διότι καταστρέφει τα φυτά προκαλώντας σημαντικές απώλειες στο βάρος και στο ζαχαρικό τίτλο. Στην Ελλάδα οι ζημιές μπορούν να φτάσουν το 40-50% της παραγωγής ζαχάρου. | + | Η κερκόσπορα είναι η πιο σοβαρή ασθένεια των τεύτλων στη χώρα μας, διότι καταστρέφει τα [[κατάλογος φυτών |φυτά]] προκαλώντας σημαντικές απώλειες στο βάρος και στο ζαχαρικό τίτλο. Στην Ελλάδα οι ζημιές μπορούν να φτάσουν το 40-50% της παραγωγής ζαχάρου. |
Γραμμή 12: | Γραμμή 12: | ||
Η ασθένεια οφείλεται στο μύκητα Cercospora beticola. O μύκητας διαιωνίζεται με τη μορφή μικροσκληρωτίων και σπορίων (κονίδια) στα φύλλα ή επάνω στο σπόρο. Η μόλυνση ξεκινά όταν το σπόριο (κονίδιο) του παθογόνου βλαστάνει επάνω στο φύλλο με υγρό και ζεστό καιρό. Στη συνέχεια το μυκήλιο εισέρχεται στο φύλλο από τα στομάτια και ο μύκητας αναπτύσσεται στο εσωτερικό του. Τα σπόρια (κονίδια) διαδίδονται με τη βροχή και προκαλούν ασθένεια στα γύρω φυτά. | Η ασθένεια οφείλεται στο μύκητα Cercospora beticola. O μύκητας διαιωνίζεται με τη μορφή μικροσκληρωτίων και σπορίων (κονίδια) στα φύλλα ή επάνω στο σπόρο. Η μόλυνση ξεκινά όταν το σπόριο (κονίδιο) του παθογόνου βλαστάνει επάνω στο φύλλο με υγρό και ζεστό καιρό. Στη συνέχεια το μυκήλιο εισέρχεται στο φύλλο από τα στομάτια και ο μύκητας αναπτύσσεται στο εσωτερικό του. Τα σπόρια (κονίδια) διαδίδονται με τη βροχή και προκαλούν ασθένεια στα γύρω φυτά. | ||
− | Η πολλή υγρασία στην περιοχή του φυλλώματος των φυτών και η θερμοκρασία των 25-30 βαθμών Κελσίου ευνοούν την ανάπτυξη και την εξάπλωση της ασθένειας. Συνεπώς, οι βροχές από τα μέσα Μαΐου και μετά, αφού κλείσουν οι γραμμές των τεύτλων, καθώς και τα ποτίσματα - ιδίως με τεχνητή βροχή - δημιουργούν ιδιαίτερα επικίνδυνες συνθήκες. | + | Η πολλή υγρασία στην περιοχή του φυλλώματος των φυτών και η θερμοκρασία των 25-30 βαθμών Κελσίου ευνοούν την ανάπτυξη και την εξάπλωση της ασθένειας. Συνεπώς, οι βροχές από τα μέσα Μαΐου και μετά, αφού κλείσουν οι γραμμές των τεύτλων, καθώς και τα ποτίσματα - ιδίως με [[Τεχνητή βροχή |τεχνητή βροχή]] - δημιουργούν ιδιαίτερα επικίνδυνες συνθήκες. |
Αντιμετώπιση | Αντιμετώπιση | ||
Τελευταία αναθεώρηση της 13:32, 15 Ιουλίου 2016
Η κερκόσπορα είναι η πιο σοβαρή ασθένεια των τεύτλων στη χώρα μας, διότι καταστρέφει τα φυτά προκαλώντας σημαντικές απώλειες στο βάρος και στο ζαχαρικό τίτλο. Στην Ελλάδα οι ζημιές μπορούν να φτάσουν το 40-50% της παραγωγής ζαχάρου.
Συμπτώματα
Στα τέλη Μαΐου-αρχές Ιουνίου, ανάλογα με την ανάπτυξη των φυτών και τις καιρικές συνθήκες, εμφανίζονται στα φύλλα μικρές γκρίζες-καφετιές κηλίδες, με κοκκινωπό-καστανό περιθώριο, που σιγά- σιγά πολλαπλασιάζονται και ξεραίνουν τελικά ολόκληρα τα φύλλα. Με υγρό καιρό στο κέντρο της κηλίδας εμφανίζονται μαύρα στίγματα και ένα γκρίζο-άσπρο χνούδι (καρποφορίες και σπόρια του παθογόνου), ιδιαίτερα στην κάτω επιφάνεια των φύλλων.
Στα τέλη Ιουλίου-τέλη Αυγούστου το χωράφι φαίνεται σαν καμμένο. Τα φυτά βγάζουν καινούρια φύλλα (αναβλάστηση), καταναλώνοντας ζάχαρη που είχε αποθηκευτεί στη ρίζα.
Παθογόνο- Συνθήκες ανάπτυξης
Η ασθένεια οφείλεται στο μύκητα Cercospora beticola. O μύκητας διαιωνίζεται με τη μορφή μικροσκληρωτίων και σπορίων (κονίδια) στα φύλλα ή επάνω στο σπόρο. Η μόλυνση ξεκινά όταν το σπόριο (κονίδιο) του παθογόνου βλαστάνει επάνω στο φύλλο με υγρό και ζεστό καιρό. Στη συνέχεια το μυκήλιο εισέρχεται στο φύλλο από τα στομάτια και ο μύκητας αναπτύσσεται στο εσωτερικό του. Τα σπόρια (κονίδια) διαδίδονται με τη βροχή και προκαλούν ασθένεια στα γύρω φυτά.
Η πολλή υγρασία στην περιοχή του φυλλώματος των φυτών και η θερμοκρασία των 25-30 βαθμών Κελσίου ευνοούν την ανάπτυξη και την εξάπλωση της ασθένειας. Συνεπώς, οι βροχές από τα μέσα Μαΐου και μετά, αφού κλείσουν οι γραμμές των τεύτλων, καθώς και τα ποτίσματα - ιδίως με τεχνητή βροχή - δημιουργούν ιδιαίτερα επικίνδυνες συνθήκες. Αντιμετώπιση
Το βασικό μέσο για την αποτελεσματική αντιμετώπιση της ασθένειας είναι η εφαρμογή κατάλληλου προγράμματος ψεκασμών με εξειδικευμένα ωϊδιοκτόνα. Σε περιοχές που είναι ιδιαίτερα επικίνδυνες χρησιμοποιούνται ποικιλίες που παρουσιάζουν αντοχή στην ασθένεια, όπως η ελληνική Βεργίνα και άλλες. Συμπληρωματικά συστήνεται να εφαρμόζεται ορθολογική άρδευση και αμειψισπορά.[1]