Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων του "Γκουάβα φυτό"
(→Σχετικές σελίδες) |
|||
(31 ενδιάμεσες αναθεωρήσεις από 3 χρήστες δεν εμφανίζονται) | |||
Γραμμή 3: | Γραμμή 3: | ||
{{{top_heading|==}}}Βοτανικά χαρακτηριστικά{{{top_heading|==}}} | {{{top_heading|==}}}Βοτανικά χαρακτηριστικά{{{top_heading|==}}} | ||
− | + | Η [[Γκουάβα φυτό|γκουάβα]] ανήκει στην οικογένεια Myrtaceae και το επιστημονικό της όνομα είναι Psidium guajava L. Είναι δέντρο αειθαλές, μικρού μεγέθους και επιπολαιόριζο. Συχνά σχηματίζει παραφυάδες στη βάση του κορμού. Τα φύλλα (μήκους 10-15cm) είναι αντίθετα, ωοειδή, μαλακά και ανοικτοπράσινου χρωματισμού. Τα άνθη είναι ερμαφρόδιτα (διαμέτρου 2.5 cm), φέρονται σε τρέχουσα βλάστηση ανά ένα ή υπό μορφή ταξιανθίας (2 ή 3) και έχουν πολλούς στήμονες. Ο [[Γκουάβα προϊόν|καρπός]] είναι ράγα, με σχήμα σφαιρικό ή αχλαδόμορφο. Ο φλοιός έχει χρώμα πρασινοκίτρινο. Η σάρκα είναι μαλακή, χρώματος λευκού ή κίτρινου, ή ρόζ, ή κόκκινου, ή σωμόν, γλυκιά ή υπόξινη, αρωματική και με πολλούς μικρούς κιτρινωπούς σπόρους. | |
− | Η [[Γκουάβα φυτό|γκουάβα]] ανήκει στην οικογένεια Myrtaceae και το επιστημονικό της όνομα είναι Psidium guajava L. Είναι δέντρο αειθαλές, μικρού μεγέθους και επιπολαιόριζο. Συχνά σχηματίζει παραφυάδες στη βάση του κορμού. Τα φύλλα (μήκους 10-15cm) είναι αντίθετα, ωοειδή, μαλακά και ανοικτοπράσινου χρωματισμού. Τα άνθη είναι ερμαφρόδιτα (διαμέτρου 2.5 cm), φέρονται σε τρέχουσα βλάστηση ανά ένα ή υπό μορφή ταξιανθίας (2 ή 3) και έχουν πολλούς στήμονες. Ο [[Γκουάβα προϊόν|καρπός]] είναι ράγα, με σχήμα σφαιρικό ή αχλαδόμορφο. Ο φλοιός έχει χρώμα πρασινοκίτρινο. Η σάρκα είναι μαλακή, χρώματος λευκού ή κίτρινου, ή ρόζ, ή κόκκινου, ή σωμόν, γλυκιά ή υπόξινη, αρωματική και με πολλούς μικρούς κιτρινωπούς σπόρους. | + | |
{{{top_heading|==}}}Κλιματικές συνθήκες{{{top_heading|==}}} | {{{top_heading|==}}}Κλιματικές συνθήκες{{{top_heading|==}}} | ||
Γραμμή 17: | Γραμμή 16: | ||
{{{top_heading|==}}}Πολλαπλασιασμός{{{top_heading|==}}} | {{{top_heading|==}}}Πολλαπλασιασμός{{{top_heading|==}}} | ||
Οι [[Ποικιλίες γκουάβας|ποικιλίες]] της [[Γκουάβα φυτό|γκουάβα]], των οποίων οι [[Γκουάβα προϊόν|καρποί]] προορίζονται για βιομηχανική επεξεργασία, πολλαπλασιάζονται με σπόρο, γιατί το 70% | Οι [[Ποικιλίες γκουάβας|ποικιλίες]] της [[Γκουάβα φυτό|γκουάβα]], των οποίων οι [[Γκουάβα προϊόν|καρποί]] προορίζονται για βιομηχανική επεξεργασία, πολλαπλασιάζονται με σπόρο, γιατί το 70% | ||
− | των σποροφύτων διατηρούν τα γενικά χαρακτηριστικά του μητρικού φυτού. Οι φρέσκοι σπόροι φυτρώνουν σε ποσοστό 90%, σε χρονικό διάστημα 2 εβδομάδων, όταν στρωματωθούν σε απολυμασμένο υπόστρωμα με θερμοκρασία 30<sup>0</sup>C. Οι σπόροι διατηρούν τη βλαστικότητα τους για ένα χρόνο στους 8<sup>0</sup>C υπό χαμηλή σχετική υγρασία. Τα σπορόφυτα είναι έτοιμα για μεταφύτευση μετά από 6 μήνες, όταν έχουν ύψος 30cm περίπου. Οι δε ποικιλίες, των οποίων οι καρποί προορίζονται για επιτραπέζια χρήση, πολλαπλασιάζονται αγενώς με εμβολιασμό (εγκεντρισμός, ενοφθαλμισμός) των επιθυμητών ποικιλιών επί σποροφύτων υποκειμένων ή με φυλλοφόρα μοσχεύματα βλαστών ή μοσχεύματα ριζών ή και μεριστωματικά. | + | των σποροφύτων διατηρούν τα γενικά χαρακτηριστικά του μητρικού φυτού. Οι φρέσκοι σπόροι φυτρώνουν σε ποσοστό 90%, σε χρονικό διάστημα 2 εβδομάδων, όταν στρωματωθούν σε απολυμασμένο υπόστρωμα με θερμοκρασία 30<sup>0</sup>C. Οι σπόροι διατηρούν τη βλαστικότητα τους για ένα χρόνο στους 8<sup>0</sup>C υπό χαμηλή σχετική υγρασία. Τα σπορόφυτα είναι έτοιμα για μεταφύτευση μετά από 6 μήνες, όταν έχουν ύψος 30cm περίπου. Οι δε ποικιλίες, των οποίων οι καρποί προορίζονται για επιτραπέζια χρήση, πολλαπλασιάζονται αγενώς με εμβολιασμό (εγκεντρισμός, ενοφθαλμισμός) των επιθυμητών ποικιλιών επί σποροφύτων υποκειμένων ή με φυλλοφόρα μοσχεύματα βλαστών ή μοσχεύματα ριζών ή και μεριστωματικά. (Soule, 1976, Shigeura and Bullock, 1983, Pontikis, 1996) |
{{{top_heading|==}}}Ποικιλίες{{{top_heading|==}}} | {{{top_heading|==}}}Ποικιλίες{{{top_heading|==}}} | ||
Γραμμή 23: | Γραμμή 22: | ||
{{{top_heading|==}}}Ασθένειες{{{top_heading|==}}} | {{{top_heading|==}}}Ασθένειες{{{top_heading|==}}} | ||
− | |||
− | |||
− | |||
− | |||
− | |||
− | |||
− | |||
− | |||
− | |||
− | |||
− | |||
− | |||
− | |||
− | |||
− | |||
{{{top_heading|==}}}Εχθροί{{{top_heading|==}}} | {{{top_heading|==}}}Εχθροί{{{top_heading|==}}} | ||
Γραμμή 61: | Γραμμή 45: | ||
* [[Ποικιλίες γκουάβας]] | * [[Ποικιλίες γκουάβας]] | ||
− | |||
− | |||
− | |||
− | |||
==Βιβλιογραφία== | ==Βιβλιογραφία== | ||
<references> | <references> | ||
− | <ref name="Γκουάβα φυτό"> Ειδική δενδροκομία Τόμος V "Τροπικά φυτά", Ποντίκη Κων/νου, Καθηγητή Γεωπονικού Πανεπιστημίου Αθηνών | + | <ref name="Γκουάβα φυτό"> Ειδική δενδροκομία Τόμος V "Τροπικά φυτά", Ποντίκη Κων/νου, Καθηγητή Γεωπονικού Πανεπιστημίου Αθηνών, Εκδόσεις Σταμούλη, 2001</ref> |
</references> | </references> | ||
+ | |||
+ | [[ευδοκιμεί στην περιοχή::Νομός Λασιθίου| ]] | ||
+ | [[ευδοκιμεί στην περιοχή::Νομός Ηρακλείου| ]] | ||
+ | [[ευδοκιμεί στην περιοχή::Νομός Ρεθύμνης| ]] | ||
+ | [[ευδοκιμεί στην περιοχή::Νομός Χανίων| ]] | ||
+ | [[ευδοκιμεί στην περιοχή::Νομός Ηλείας| ]] | ||
+ | [[ευδοκιμεί στην περιοχή::Νομός Κυκλάδων| ]] | ||
+ | [[ευδοκιμεί στην περιοχή::Νομός Δωδεκανήσου| ]] | ||
+ | |||
+ | |||
+ | [[σχετίζεται γεωγραφικά με::Νομός Λασιθίου| ]] | ||
+ | [[σχετίζεται γεωγραφικά με::Νομός Ηρακλείου| ]] | ||
+ | [[σχετίζεται γεωγραφικά με::Νομός Ρεθύμνης| ]] | ||
+ | [[σχετίζεται γεωγραφικά με::Νομός Χανίων| ]] | ||
+ | [[σχετίζεται γεωγραφικά με::Νομός Ηλείας| ]] | ||
+ | [[σχετίζεται γεωγραφικά με::Νομός Κυκλάδων| ]] | ||
+ | [[σχετίζεται γεωγραφικά με::Νομός Δωδεκανήσου| ]] | ||
+ | |||
+ | [[Category:Φυτό_Μ]] | ||
+ | [[Category:Δένδρο]] | ||
+ | [[Category:Δένδρο υποτροπικής προέλευσης]] | ||
+ | [[παράγει::Γκουάβα προϊόν| ]] | ||
+ | [[πόσο αφορά σε γεωργό::30| ]] | ||
+ | [[πόσο αφορά σε γεωπόνο::30| ]] | ||
+ | [[κατάσταση δημοσίευσης::1| ]] | ||
+ | __NOTOC__ |
Τελευταία αναθεώρηση της 13:51, 19 Ιουλίου 2016
Γενικά στοιχεία
Η γκουάβα κατάγεται από την τροπική Αμερική και καλλιεργείται ευρέως στην Ινδία, Χαβάη και Φλόριδα των ΗΠΑ, Νότια Αφρική, Βραζιλία, Αϊτή, Κούβα, Γουϊάνα, Φιλιππίνες και τη Νέα Ζηλανδία. Στην Ελλάδα καλλιεργείται σε περιορισμένη έκταση. Ο καρπός της τρώγεται ως νωπός, αλλά χρησιμοποιείται και για την παρασκευή μαρμελάδας, ζελέ, χυμού και άλλων παρόμοιων προϊόντων. Είναι πλούσιος σε βιταμίνη C της οποίας η περιεκτικότητα κυμαίνεται από 10-2000mg/100gr καρπού, ανάλογα με την ποικιλία, τις περιβαλλοντικές συνθήκες και την καλλιεργητική τεχνική.[1]
Βοτανικά χαρακτηριστικά
Η γκουάβα ανήκει στην οικογένεια Myrtaceae και το επιστημονικό της όνομα είναι Psidium guajava L. Είναι δέντρο αειθαλές, μικρού μεγέθους και επιπολαιόριζο. Συχνά σχηματίζει παραφυάδες στη βάση του κορμού. Τα φύλλα (μήκους 10-15cm) είναι αντίθετα, ωοειδή, μαλακά και ανοικτοπράσινου χρωματισμού. Τα άνθη είναι ερμαφρόδιτα (διαμέτρου 2.5 cm), φέρονται σε τρέχουσα βλάστηση ανά ένα ή υπό μορφή ταξιανθίας (2 ή 3) και έχουν πολλούς στήμονες. Ο καρπός είναι ράγα, με σχήμα σφαιρικό ή αχλαδόμορφο. Ο φλοιός έχει χρώμα πρασινοκίτρινο. Η σάρκα είναι μαλακή, χρώματος λευκού ή κίτρινου, ή ρόζ, ή κόκκινου, ή σωμόν, γλυκιά ή υπόξινη, αρωματική και με πολλούς μικρούς κιτρινωπούς σπόρους.
Κλιματικές συνθήκες
Η γκουάβα ανέχεται μια ευρεία ποικιλία κλιμάτων, που δεν σημειώνονται παγετοί. Ως κατάλληλη θερμοκρασία θεωρείται εκείνη που βρίσκεται μεταξύ 230C-280C. Σε θερμοκρασίες κάτω από 80C υφίσταται σοβαρές ζημιές. Η βροχόπτωση πρέπει να κυμαίνεται από 1000 - 2000mm το χρόνο, ομοιόμορφα κατανεμημένη καθ' όλη τη διάρκεια του χρόνου.[1]
Εδαφικές συνθήκες
Η γκουάβα αναπτύσσεται και καρποφορεί ικανοποιητικά σε ευρεία ποικιλία εδαφών, από τα αμμώδη μέχρι αργιλώδη. Θεωρείται αρκετά ανεκτική στα αλατούχα εδάφη. Το pH του εδάφους πρέπει να είναι από 4.5-8.2. Σε καλά εδάφη και με τη σωστή καλλιεργητική φροντίδα τα δέντρα μπαίνουν νωρίς σε καρποφορία και είναι πολύ παραγωγικά. Τα εδάφη πρέπει να αποστραγγίζουν καλά.[1]
Επικονίαση - Γονιμοποίηση
Πολλές ποικιλίες της γκουάβας είναι αυτογόνιμες, αλλά υπάρχουν και κάποιες που είναι αυτόστειρες. Η αυτοστειρότητα των ποικιλιών, για την εξασφάλιση ικανοποιητικής παραγωγής, αντιμετωπίζεται με την συγκαλλιέργεια δυό ή τριών ποικιλιών, που να συνανθούν, και να είναι και συμβιβαστές. Η μεταφορά της γύρης γίνεται με τα έντομα και ιδιαίτερα με τις μέλισσες.[1]
Πολλαπλασιασμός
Οι ποικιλίες της γκουάβα, των οποίων οι καρποί προορίζονται για βιομηχανική επεξεργασία, πολλαπλασιάζονται με σπόρο, γιατί το 70% των σποροφύτων διατηρούν τα γενικά χαρακτηριστικά του μητρικού φυτού. Οι φρέσκοι σπόροι φυτρώνουν σε ποσοστό 90%, σε χρονικό διάστημα 2 εβδομάδων, όταν στρωματωθούν σε απολυμασμένο υπόστρωμα με θερμοκρασία 300C. Οι σπόροι διατηρούν τη βλαστικότητα τους για ένα χρόνο στους 80C υπό χαμηλή σχετική υγρασία. Τα σπορόφυτα είναι έτοιμα για μεταφύτευση μετά από 6 μήνες, όταν έχουν ύψος 30cm περίπου. Οι δε ποικιλίες, των οποίων οι καρποί προορίζονται για επιτραπέζια χρήση, πολλαπλασιάζονται αγενώς με εμβολιασμό (εγκεντρισμός, ενοφθαλμισμός) των επιθυμητών ποικιλιών επί σποροφύτων υποκειμένων ή με φυλλοφόρα μοσχεύματα βλαστών ή μοσχεύματα ριζών ή και μεριστωματικά. (Soule, 1976, Shigeura and Bullock, 1983, Pontikis, 1996)
Ποικιλίες
Οι ποικιλίες της γκουάβα είναι διπλοειδείς (2n=22), αλλά υπάρχουν και τριπλοειδείς (3n=33), που παράγουν άσπερμους καρπούς. Οι σπουδαιότερες καλλιεργούμενες ποικιλίες είναι οι Banaras, Chittidar, Vietnamese Pear, Smooth Green, Alahabad, Nagpur Seedless, Safeda, Supreme, Red Indian και Ruby.[1]