Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων του "Σέλινο προϊόν"

Από GAIApedia
Μετάβαση σε: πλοήγηση, αναζήτηση
(Καμία διαφορά)

Αναθεώρηση της 14:02, 8 Μαΐου 2013

Δεσμίδες σέλινου
Αιθέριο έλαιο σέλινου

Τα τμήματα του φυτού που χρησιμοποιούνται είναι οι καρποί ( σαν φάρμακο ) και οι μίσχοι (κυρίως στο μαγείρεμα). Το σέλινο έχει χαρακτηρισθεί από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο (Council of Europe) ως ένα φυσικό βελτιωτικό γεύσης (κατηγορία Ν2). Αυτή η κατηγορία υποδεικνύει ότι το σέλινο μπορεί να προστεθεί σε διάφορα τρόφιμα σε μικρές ποσότητες, με ένα πιθανό περιορισμό λόγω πιθανού δραστικού συστατικού (μέχρι στιγμής αδιευκρίνιστου) στο τελικό προϊόν. Ο μίσχος του σέλινου χρησιμοποιείται ευρέως στα φαγητά. Στις Η.Π.Α. το σέλινο είναι χαρακτηρισμένο ως GRAS (Generally Recognized As Safe- Γενικά Αναγνωρισμένο Ως Ασφαλές).

Όσον αφορά στη χρήση του ως βοτάνου, το σέλινο θεωρείται ότι κατέχει αντιρρευματικές, καταπραϋντικές, ήπια διουρητικές και αντισηπτικές – στο ουροποιητικό- ιδιότητες. Έχει χρησιμοποιηθεί σε αρθρίτιδα, ρευματισμούς, ποδάγρα, φλεγμονές του ουροποιητικού και ειδικά για ρευματοειδή αρθρίτιδα και κατάθλιψη .

Ο καρπός του σέλινου περιέχει φωτοτοξικά συστατικά, όπως φουρανοκουμαρίνες, οι οποίες μπορεί να προκαλέσουν αντιδράσεις φωτοευαισθησίας. Επίσης ο καρπός μπορεί να επιταχύνει αλλεργικές αντιδράσεις, ιδιαίτερα σε άτομα με γνωστό ιστορικό αλλεργίας σε διάφορα φυτά, τη γύρη, ή άλλες τροφικές αλλεργίες. Μίσχοι σέλινου που έχουν προσβληθεί από ασθένεια (αναγνωρίζονται από το καφεΐζον χρώμα τους) δεν πρέπει να καταναλώνονται. Είναι γνωστό ότι ο καρπός του σέλινου επηρεάζει τον εμμηνορρυσιακό κύκλο. Επίσης, έχει αναφερθεί για το έλαιο του καρπού ότι διεγείρει τη δραστηριότητα της μήτρας, γι΄ αυτό και η χρήση του αντενδείκνυται κατά την εγκυμοσύνη. Αυτό δεν αναφέρεται στους μίσχους του σέλινου που προσλαμβάνονται με την τροφή. Ωστόσο, ιδιαίτερα υψηλή πρόσληψη θα πρέπει να αποφεύγεται. Ο καρπός του σέλινου δεν πρέπει να συγχέεται με τους μίσχους του σέλινου που κυκλοφορούν στο εμπόριο, οι οποίοι συνήθως καταναλώνονται με το φαγητό. Η χημική σύσταση του καρπού του σέλινου είναι καλά μελετημένη και οι φωτοτοξικές φουρανοκουμαρίνες που περιέχει είναι ταυτοποιημένες. Η φωτοτοξικότητα φαίνεται να σχετίζεται με την επαφή με τους μίσχους του σέλινου, και ειδικότερα με τους προσβεβλημένους από ασθένεια. Περιορισμένα επιστημονικά στοιχεία είναι διαθέσιμα για την χρήση του ως βοτάνου, ωστόσο, βακτηριοστατική δράση έχει αποδειχθεί για το λιπαρό έλαιο του φυτού. Ο καρπός του σέλινου θα πρέπει να λαμβάνεται με προσοχή εξαιτίας των αλλεργικών αντιδράσεων που προκαλεί.

Δεν αναφέρονται για τον καρπό ανεπιθύμητες ενέργειες. Αντιδράσεις φωτοευαισθησίας έχουν αναφερθεί ως αποτέλεσμα επαφής με μίσχους του φυτού. Οι αντιδράσεις αυτές αποδίδονται στις φουρανοκουμαρίνες οι οποίες είναι γνωστό ότι προκαλούν τέτοιου είδους αντιδράσεις. Οι συγκεντρώσεις τους φαίνεται να αυξάνουν σημαντικά στους μίσχους που έχουν προσβληθεί από ασθένεια. Πιστεύεται ότι το ψωραλένιο, η πιο ισχυρή φωτοτοξική κουμαρίνη, δρα ως πρόδρομο μόριο για τις άλλες φουρανοκουμαρίνες και δεν συσσωρεύεται η ίδια στο σέλινο. Περιστατικά αλλεργικών και αναφυλακτικών αντιδράσεων έχουν επίσης αναφερθεί και μετά από δια στόματος χορήγηση μίσχων του φυτού. Η αλλεργική αντίδραση που προκαλείται από το σέλινο επιτυγχάνεται με την μεσολάβηση των ΙgE αντισωμάτων και μια σχέση μεταξύ γύρης του σέλινου και της προκαλούμενης αλλεργίας θεωρείται δεδομένη αν και το συγκεκριμένο αντιγόνο δεν έχει προσδιορισθεί.[1]

Σχετικές σελίδες

Βιβλιογραφία

  1. Ιδιότητες σέλινου.