Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων του "Ασθένεια μελιτζάνας Φελλώδης σηψιρριζία"
(Μία ενδιάμεση αναθεώρηση από ένα χρήστη δεν εμφανίζεται) | |||
Γραμμή 1: | Γραμμή 1: | ||
[[Image:Προσβολή μελιτζάνας από Φελλώδη σηψιρριζία.jpg|thumb|px100|Προσβολή μελιτζάνας από Φελλώδη σηψιρριζία]] | [[Image:Προσβολή μελιτζάνας από Φελλώδη σηψιρριζία.jpg|thumb|px100|Προσβολή μελιτζάνας από Φελλώδη σηψιρριζία]] | ||
− | Είναι μια ιδιαίτερα σοβαρή [[Ασθένειες μελιτζάνας|ασθένεια]] της [[Μελιτζάνα φυτό|μελιτζάνα]], ιδίως στις υπό κάλυψη καλλιέργειες, που διαπιστώθηκε για πρώτη φορά το 1979 στη Κρήτη και την περιοχή της Πρεβέζης και σήμερα αποτελεί πρόβλημα σε πολλές περιοχές στη χώρα. Η ασθένεια προκαλείται από το μύκητα Pyrenochaeta lycopersici. Στη φύση το παθογόνο παράγει μόνο στείρο γκρίζο μυκήλιο και μικροσκληρώτια, τα οποία επιβιώνουν στο [[Εδαφικές συνθήκες μελιτζάνας|έδαφος]] για τουλάχιστον 2 χρόνια. Η ανάπτυξη του μύκητα γίνεται σε [[Κλιματικές συνθήκες μελιτζάνας|θερμοκρασίες]] 8-32<sup>o</sup>C, αλλά η άριστη θερμοκρασία για την ανάπτυξη της ασθένειας κυμαίνεται μεταξύ 15-20<sup>o</sup>C. Πάντως η ανάπτυξη και η εξέλιξη της ασθένειας είναι πολύ αργή. Αρχικά τα φυτά παρουσιάζουν ασθενικό πράσινο χρώμα ή χλώρωση του φυλλώματος και καθυστέρηση της ανάπτυξης τους. Τα [[Βοτανικά χαρακτηριστικά μελιτζάνας|φύλλα]] στη συνέχεια συστρέφονται προς τα κάτω και συχνά νεκρώνονται. Τα φυτά συνήθως παραμένουν νάνα, καχεκτικά και είναι ελάχιστα παραγωγικά. Στις ρίζες των φυτών παρουσιάζεται καστανός μεταχρωματισμός και σήψη. Στις παλαιότερες ρίζες σχηματίζονται κηλίδες, οι οποίες εξελισσόμενες προκαλούν τη διόγκωση και αποφέλλωση των προσβεβλημένων ιστών. Η επιφάνεια τέτοιων ριζών σχίζεται κατά το μήκος και ρυτιδούται. Τελικά οι προσβεβλημένες ρίζες σαπίζουν, το φυτό χάνει το μεγαλύτερο μέρος του ριζικού του συστήματος και γίνεται εξαιρετικά χλωρωτικό, καχεκτικό και συχνά μαραίνεται και αποξηραίνεται. Για να αντιμετωπιστεί η ασθένεια αυτή θα πρέπει: | + | Είναι μια ιδιαίτερα σοβαρή [[Ασθένειες μελιτζάνας|ασθένεια]] της [[Μελιτζάνα φυτό|μελιτζάνα]], ιδίως στις υπό κάλυψη καλλιέργειες, που διαπιστώθηκε για πρώτη φορά το 1979 στη Κρήτη και την περιοχή της Πρεβέζης και σήμερα αποτελεί πρόβλημα σε πολλές περιοχές στη χώρα. Η ασθένεια προκαλείται από το [[Μύκητες|μύκητα]] Pyrenochaeta lycopersici. Στη φύση το παθογόνο παράγει μόνο στείρο γκρίζο μυκήλιο και μικροσκληρώτια, τα οποία επιβιώνουν στο [[Εδαφικές συνθήκες μελιτζάνας|έδαφος]] για τουλάχιστον 2 χρόνια. Η ανάπτυξη του μύκητα γίνεται σε [[Κλιματικές συνθήκες μελιτζάνας|θερμοκρασίες]] 8-32<sup>o</sup>C, αλλά η άριστη θερμοκρασία για την ανάπτυξη της ασθένειας κυμαίνεται μεταξύ 15-20<sup>o</sup>C. Πάντως η ανάπτυξη και η εξέλιξη της ασθένειας είναι πολύ αργή. Αρχικά τα φυτά παρουσιάζουν ασθενικό πράσινο χρώμα ή χλώρωση του φυλλώματος και καθυστέρηση της ανάπτυξης τους. Τα [[Βοτανικά χαρακτηριστικά μελιτζάνας|φύλλα]] στη συνέχεια συστρέφονται προς τα κάτω και συχνά νεκρώνονται. Τα φυτά συνήθως παραμένουν νάνα, καχεκτικά και είναι ελάχιστα παραγωγικά. Στις ρίζες των φυτών παρουσιάζεται καστανός μεταχρωματισμός και σήψη. Στις παλαιότερες ρίζες σχηματίζονται κηλίδες, οι οποίες εξελισσόμενες προκαλούν τη διόγκωση και αποφέλλωση των προσβεβλημένων ιστών. Η επιφάνεια τέτοιων ριζών σχίζεται κατά το μήκος και ρυτιδούται. Τελικά οι προσβεβλημένες ρίζες σαπίζουν, το φυτό χάνει το μεγαλύτερο μέρος του ριζικού του συστήματος και γίνεται εξαιρετικά χλωρωτικό, καχεκτικό και συχνά μαραίνεται και αποξηραίνεται. Για να αντιμετωπιστεί η ασθένεια αυτή θα πρέπει: |
− | * Να γίνει ηλιοαπολύμανση εδάφους (ισχύει για τη θερμοκηπιακή καλλιέργεια). | + | * Να γίνει [[ηλιοαπολύμανση]] εδάφους (ισχύει για τη θερμοκηπιακή καλλιέργεια). |
* Να κάνουμε παράχωμα του λαιμού των ελαφρά μολυσμένων φυτών για να διευκολυνθεί η έκπτυξη νέων ριζών. | * Να κάνουμε παράχωμα του λαιμού των ελαφρά μολυσμένων φυτών για να διευκολυνθεί η έκπτυξη νέων ριζών. | ||
− | * Αμειψισπορά τουλάχιστον 3 ετών με κολοκυνθοειδή (πλην της αγγουριάς) και με είδη άλλων οικογενειών, πλην των σολανωδών. | + | * [[Αμειψισπορά]] τουλάχιστον 3 ετών με κολοκυνθοειδή (πλην της [[Αγγουριά|αγγουριάς]]) και με είδη άλλων οικογενειών, πλην των σολανωδών. |
[[πόσο αφορά σε γεωργό::30| ]] | [[πόσο αφορά σε γεωργό::30| ]] | ||
Γραμμή 12: | Γραμμή 12: | ||
[[είναι ασθένεια της::Μελιτζάνα φυτό| ]] | [[είναι ασθένεια της::Μελιτζάνα φυτό| ]] | ||
[[είναι ασθένεια του φυτού::Μελιτζάνα φυτό| ]] | [[είναι ασθένεια του φυτού::Μελιτζάνα φυτό| ]] | ||
+ | [[είναι ασθένεια της::Μελιτζάνα θερμοκηπίου φυτό| ]] | ||
+ | [[είναι ασθένεια του φυτού::Μελιτζάνα θερμοκηπίου φυτό| ]] | ||
+ | [[είναι προσβολή της ασθένειας::Σηψιρριζίες| ]] |
Τελευταία αναθεώρηση της 14:44, 20 Νοεμβρίου 2013
Είναι μια ιδιαίτερα σοβαρή ασθένεια της μελιτζάνα, ιδίως στις υπό κάλυψη καλλιέργειες, που διαπιστώθηκε για πρώτη φορά το 1979 στη Κρήτη και την περιοχή της Πρεβέζης και σήμερα αποτελεί πρόβλημα σε πολλές περιοχές στη χώρα. Η ασθένεια προκαλείται από το μύκητα Pyrenochaeta lycopersici. Στη φύση το παθογόνο παράγει μόνο στείρο γκρίζο μυκήλιο και μικροσκληρώτια, τα οποία επιβιώνουν στο έδαφος για τουλάχιστον 2 χρόνια. Η ανάπτυξη του μύκητα γίνεται σε θερμοκρασίες 8-32oC, αλλά η άριστη θερμοκρασία για την ανάπτυξη της ασθένειας κυμαίνεται μεταξύ 15-20oC. Πάντως η ανάπτυξη και η εξέλιξη της ασθένειας είναι πολύ αργή. Αρχικά τα φυτά παρουσιάζουν ασθενικό πράσινο χρώμα ή χλώρωση του φυλλώματος και καθυστέρηση της ανάπτυξης τους. Τα φύλλα στη συνέχεια συστρέφονται προς τα κάτω και συχνά νεκρώνονται. Τα φυτά συνήθως παραμένουν νάνα, καχεκτικά και είναι ελάχιστα παραγωγικά. Στις ρίζες των φυτών παρουσιάζεται καστανός μεταχρωματισμός και σήψη. Στις παλαιότερες ρίζες σχηματίζονται κηλίδες, οι οποίες εξελισσόμενες προκαλούν τη διόγκωση και αποφέλλωση των προσβεβλημένων ιστών. Η επιφάνεια τέτοιων ριζών σχίζεται κατά το μήκος και ρυτιδούται. Τελικά οι προσβεβλημένες ρίζες σαπίζουν, το φυτό χάνει το μεγαλύτερο μέρος του ριζικού του συστήματος και γίνεται εξαιρετικά χλωρωτικό, καχεκτικό και συχνά μαραίνεται και αποξηραίνεται. Για να αντιμετωπιστεί η ασθένεια αυτή θα πρέπει:
- Να γίνει ηλιοαπολύμανση εδάφους (ισχύει για τη θερμοκηπιακή καλλιέργεια).
- Να κάνουμε παράχωμα του λαιμού των ελαφρά μολυσμένων φυτών για να διευκολυνθεί η έκπτυξη νέων ριζών.
- Αμειψισπορά τουλάχιστον 3 ετών με κολοκυνθοειδή (πλην της αγγουριάς) και με είδη άλλων οικογενειών, πλην των σολανωδών.