Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων του "Ποικιλίες σίκαλης"
Γραμμή 1: | Γραμμή 1: | ||
− | [[κατάσταση δημοσίευσης:: | + | Λόγω της σταυρογονιμοποίησης τα φυτά της [[Σίκαλη φυτό |σίκαλης]] τείνουν προς την ετεροζυγωτία και επομένως οι ποικιλίες μπορεί να είναι λιγότερο ομοιόμορφες συγκριτικά με εκείνες των άλλων [[Χειμερινά σιτηρά |χειμωνιάτικων σιτηρών]]. Συνέπεια της σταυρογονιμοποίησης είναι η ανάγκη χρησιμοποίησης νέου πολλαπλασιαστικού υλικού κάθε καλλιεργητική περίοδο, το οποίο θα παράγεται με όλες τις προϋποθέσεις που ισχύουν για τα σταυρογονιμοποιούμενα φυτά. |
− | + | ||
+ | Επιθυμητά χαρακτηριστικά της σίκαλης, που αποτελούν στόχους βελτιωτικών προγραμμάτων είναι η αυξημένη παραγωγικότητα, η αντοχή στο ψύχος, η πρωίμότητα και η μείωση του τινάγματος των καρπών. Το χαμηλό ύψος του στελέχους συσχετίζεται και στη σίκαλη με υψηλότερες αποδόσεις. | ||
+ | |||
+ | Εκτός από τις διπλοειδείς, έχουν δημιουργηθεί και αυτοτετραπλοειδείς ποικιλίες σίκαλης (2η = 28) οι οποίες χαρακτηρίζονται από μεγαλύτερο μέγεθος καρπού και υψηλότερες αποδόσεις, είναι όμως περισσότερο ευπαθείς στο ψύχος. Οι λόγοι της υψηλότερης παραγωγικότητας και της μεγαλύτερης ευπάθειας στο ψύχος των τετραπλοειδών ποικιλιών δεν έχουν διευκρινισθεί πλήρως. Έτσι, δεν έχει διαπιστωθεί διαφορά στο ρυθμό δέσμευσης του CO<sup>2</sup> μεταξύ διπλοειδών και τετραπλοειδών, ενώ η μεγαλύτερη ευπάθεια των τετραπλοειδών στο ψύχος θα μπορούσε να αποδοθεί στο μεγαλύτερο μέγεθος των κυττάρων τους που αυξάνει την υδατοπεριεκτικότητα των ιστών. Οι τετραπλοειδείς ποικιλίες θα πρέπει να καλλιεργούνται μακρυά από διπλοειδείς, γιατί η σταυρογονιμοποίηση επιφέρει συνήθως στείρωση και απώλεια της παραγωγής. | ||
+ | |||
+ | Οι περισσότερες από τις καλλιεργούμενες ποικιλίες είναι χειμωνιάτικες. | ||
+ | |||
+ | [[Category:Σίκαλη]] | ||
+ | [[πόσο αφορά σε γεωργό::30| ]] | ||
+ | [[πόσο αφορά σε γεωπόνο::30| ]] | ||
+ | [[είναι ποικιλία της::Σίκαλη φυτό| ]] | ||
+ | [[κατάσταση δημοσίευσης::10| ]] |
Τελευταία αναθεώρηση της 12:59, 27 Αυγούστου 2013
Λόγω της σταυρογονιμοποίησης τα φυτά της σίκαλης τείνουν προς την ετεροζυγωτία και επομένως οι ποικιλίες μπορεί να είναι λιγότερο ομοιόμορφες συγκριτικά με εκείνες των άλλων χειμωνιάτικων σιτηρών. Συνέπεια της σταυρογονιμοποίησης είναι η ανάγκη χρησιμοποίησης νέου πολλαπλασιαστικού υλικού κάθε καλλιεργητική περίοδο, το οποίο θα παράγεται με όλες τις προϋποθέσεις που ισχύουν για τα σταυρογονιμοποιούμενα φυτά.
Επιθυμητά χαρακτηριστικά της σίκαλης, που αποτελούν στόχους βελτιωτικών προγραμμάτων είναι η αυξημένη παραγωγικότητα, η αντοχή στο ψύχος, η πρωίμότητα και η μείωση του τινάγματος των καρπών. Το χαμηλό ύψος του στελέχους συσχετίζεται και στη σίκαλη με υψηλότερες αποδόσεις.
Εκτός από τις διπλοειδείς, έχουν δημιουργηθεί και αυτοτετραπλοειδείς ποικιλίες σίκαλης (2η = 28) οι οποίες χαρακτηρίζονται από μεγαλύτερο μέγεθος καρπού και υψηλότερες αποδόσεις, είναι όμως περισσότερο ευπαθείς στο ψύχος. Οι λόγοι της υψηλότερης παραγωγικότητας και της μεγαλύτερης ευπάθειας στο ψύχος των τετραπλοειδών ποικιλιών δεν έχουν διευκρινισθεί πλήρως. Έτσι, δεν έχει διαπιστωθεί διαφορά στο ρυθμό δέσμευσης του CO2 μεταξύ διπλοειδών και τετραπλοειδών, ενώ η μεγαλύτερη ευπάθεια των τετραπλοειδών στο ψύχος θα μπορούσε να αποδοθεί στο μεγαλύτερο μέγεθος των κυττάρων τους που αυξάνει την υδατοπεριεκτικότητα των ιστών. Οι τετραπλοειδείς ποικιλίες θα πρέπει να καλλιεργούνται μακρυά από διπλοειδείς, γιατί η σταυρογονιμοποίηση επιφέρει συνήθως στείρωση και απώλεια της παραγωγής.
Οι περισσότερες από τις καλλιεργούμενες ποικιλίες είναι χειμωνιάτικες.