Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων του "Καλλιέργεια μηδικής"
Γραμμή 60: | Γραμμή 60: | ||
[[κατάσταση δημοσίευσης::10| ]] | [[κατάσταση δημοσίευσης::10| ]] | ||
{{Δείκτης στατιστικών καλλιέργειας|Cult_ID=23}} | {{Δείκτης στατιστικών καλλιέργειας|Cult_ID=23}} | ||
+ | {{Δείκτης στατιστικών καλλιέργειας|Cult_ID=8}} | ||
__NOTOC__ | __NOTOC__ |
Τελευταία αναθεώρηση της 13:49, 27 Σεπτεμβρίου 2013
Η μηδική [1] καλλιεργείται μόνη της και σε συνδυασμό με άλλα ψυχανθή ή αγρωστώδη. Η τάση σήμερα παγκοσμίως είναι η μονοκαλλιέργεια της μηδικής. Ο κύριος λόγος της συγκαλλιέργειας είναι γενικά η αύξηση της απόδοσης σε σύγκριση με την καλλιέργεια του ενός ή του άλλου συγκαλλιεργούμενου είδους. Δευτερεύοντες λόγοι είναι η παραγωγή χόρτου για βόσκηση με αποφυγή του κινδύνου τυμπανισμού των ζώων, η διατήρηση της απόδοσης και ο περιορισμός των ζιζανίων στις παλαιές φυτείες και η καλύτερη εκμετάλλευση αγρών που θεωρούνται οριακοί για την καλλιέργεια της μηδικής. Η υπεροχή ή όχι της συγκαλλιέργειας σε απόδοση εξαρτάται από το είδος ή τα είδη με τα οποία συγκαλλιεργείται η μηδική, από τη γονιμότητα και τη χημική σύστηαση του εδάφους, τη λίπανση, τις κλιματολογικές συνθήκες της περιοχής, την ανταγωνιστική ικανότητα των συγκαλλιεργούμενων ειδών κ.ά. παράγοντες. Η συμμετοχή ενός αγρωστώδους στη συγκαλλιέργεια μειώνει την ποιότητα του σανού και η μείωση αυτή είναι τόσο μεγαλύτερη όσο αργότερα από το στάδιο της άνθησης γίνεται η κοπή. Στη συγκαλλιέργεια από τα ψυχανθή χρησιμοποιούνται διάφορα τριφύλλια, όπως το λειμώνιο, το αλεξανδρινό, το έρπον, το περσικό, ο λωτός κ.ά. και από τα αγρωστώδη ο βρώμος, η δακτυλίδα, η φάλαρη, η φεστούκα. Σπανιότερα συγκαλλιεργείται με ετήσια αγρωστώδη, όπως κριθάρι, βρώμη, τα οποία με φθινοπωρινή σπορά αυξάνουν την απόδοση της πρώτης κοπής. Ανάλογα με τα συγκαλλιεργούμενα είδη γίνεται και η διαχείριση της καλλιέργειας.
Αμειψισπορά μηδικής
Η μηδική μπορεί να αναπτυχθεί με επιτυχία μετά από οποιαδήποτε καλλιέργεια, αρκεί να υπάρχει αρκετός χρόνος για την προετοιμασία της κατάλληλης σποροκλίνης και η προηγούμενη καλλιέργεια να αφήνει το χωράφι καθαρό από ζιζάνια. Η εποχή συγκομιδής της προηγούμενης καλλιέργειας είναι ένας από τους παράγοντες που καθορίζουν την εποχή σποράς της μηδικής (Άνοιξη ή Φθινόπωρο). Τα φθινοπωρινά ψυχανθή και τα χειμερινά σιτηρά είναι καλό να προηγηθούν της μηδικής γιατί δεν αφήνουν ογκώδη υπολείμματα και υπάρχει αρκετός χρόνος για την προετοιμασία του εδάφους και για φθινοπωρινή σπορά. Μπορεί όμως η μηδική να σπαρεί με επιτυχία και μετά από ανοιξιάτικη καλλιέργεια, αρκεί να μην υπάρχουν στο χωράφι πολυετή ζιζάνια, τα οποία ανταγωνίζονται τα νεαρά φυτά της μηδικής.
Η μηδική με την παραμονή της για 4-5 έτη στον αγρό, βελτιώνει τη δομή και την υφή του εδάφους με το πλούσιο ριζικό της σύστημα και εμπλουτίζει το έδαφος τόσο εμ οργανική ουσία με τα υπολείμματα που αφήνει (ρίζες, πεσμένα φύλλα, τμήματα βλαστών) όσο και με άζωτο λόγω της αζωτοδέσμευσης. Επίσης με το βαθύ ριζικό σύστημα που διαθέτει, αξιοποιεί και τα θρεπτικά στοιχεία που βρίσκονται στα βαθύτερα στρώματα του εδάφους. Ένα μέρος δε από αυτά παραμένει στην επιφάνεια του εδάφους με την αποσύνθεση των φυτικών υπολειμμάτων της και προσλαμβάνεται από τις επόμενες καλλιέργειες. Έτσι, η μηδική αποτελεί καλό προηγούμενο για σχεδόν όλες τις καλλιέργειες, εκτός από εκείνες που δεν χρειάζονται πολύ άζωτο στο έδαφος, όπως π.χ. τα ζαχαρότευτλα, των οποίων υποβαθμίζεται η ποιότητα των ριζών λόγω της μεγάλης συγκέντρωσης αζωτούχων ουσιών. Ένα μειονέκτημα της ξηρικής μηδικής είναι η εξάντληση της υγρασίας του εδάφους σε μεγάλο βάθος, οπότε μπορεί να υποφέρουν οι βαθύριζες, μη αρδευόμενες καλλιέργειες, που πιθανόν να ακολουθήσουν. Τα σιτηρά όμως που έχουν επιπόλαιο ριζικό σύστημα δεν υποφέρουν διότι οι βροχοπτώσεις του Φθινοπώρου είναι συνήθως αρκετές ώστε να κορεσθεί το επιφανειακό στρώμα του εδάφους. Μέριμνα μετά από καλλιέργεια μηδικής θα πρέπει να λαμβάνεται για την καταστροφή των κεφαλών. Για να αποφευχθεί η αναβλάστηση της μηδικής θα πρέπει να γίνει αποχωρισμός των κεφαλών από τις ρίζες. Αυτό επιτυγχάνεται με ένα πρώτο επιφανειακό όργωμα με κοφτερό υνί, οπότε αποχωρίζονται τα δύο τμήματα και στη συνέχεια ακολουθεί δεύτερο όργωμα στο κανονικό βάθος.
Η εγκατάσταση νέας μηδικής αμέσως μετά την καταστροφή της παλαιάς δεν συνιστάται, λόγω πιθανών προβλημάτων που θα προκύψουν από την εξάντληση της υγρασίας του εδάφους, την ανάπτυξη ασθενειών και την αυτοτοξικότητα. Η αυτοτοξικότητα ή αυτοπάθεια, είναι ένα είδος αλληλοπάθειας μέσα στο είδος και συμβαίνει όταν διάφορες εκκρίσεις από τα ίδια τα φυτά είναι επιζήμιες για την αύξηση και την ανάπτυξή τους. Η αυτοτοξικότητα στη μηδική, όταν σπέρνεται αμέσως μετά από μηδική, σε σχέση μετά από μία άλλη καλλιέργεια, εκδηλώνεται με αραιότερο φύτρωμα, μειωμένη εγκατάσταση νεαρών φυταρίων και συνήθως μικρότερη απόδοση. Τα φυτά της μηδικής περιέχουν διάφορες υδατοδιαλυτές ουσίες, όπως φαινολικές ενώσεις οι οποίες εκκρίνονται στο έδαφος από όλα τα μέρη του φυτού αλλά κυρίως από τα χλωρά βλαστικά τμήματα. Όσον αφορά στο χρονικό διάστημα που πρέπει να παρέλθει για την ασφαλή εγκατάσταση νέας μηδικής μετά την καταστροφή της παλιάς, η παρεμβολή μιας άλλης καλλιέργειας για ένα τουλάχιστον έτος κρίνεται απαραίτητη.
Προετοιμασία εδάφους για καλλιέργεια μηδικής
Η παραδοσιακή προετοιμασία του εδάφους ξεκινά με ένα όργωμα, κατά προτίμηση το Φθινόπωρο, με το οποίο γίνεται και ενσωμάτωση των φυτικών υπολειμμάτων της προηγούμενης καλλιέργειας. Για αρδευόμενη καλλιέργεια μηδικής και σε συνεκτικά εδάφη συνιστάται σχετικά βαθύ όργωμα για το σπάσιμο του αδιαπέραστου στρώματος του εδάφους, που δημιουργείται από τη συνεχή καλλιέργεια σε ένα ορισμένο βάθος. Το όργωμα αυτό, όταν υπάρχουν πολυετή ζιζάνια στον αγρό, συνιστάται να γίνεται κατά το καλοκαίρι, ώστε να μειωθεί ο πληθυσμός τους. Η ισοπέδωση του αγρού είναι απαραίτητη για την ομοιόμορφη κατανομή του νερού στην αρδευόμενη καλλιέργεια.
Στη συνέχεια συνιστώνται ελαφριές καλλιεργητικές εργασίες για την προετοιμασία της σποροκλίνης. Δε συνιστάται το φρεζάρισμα για τον ψιλοχωματισμό του εδάφους γιατί αφήνει το έδαφος πολύ αφράτο. Ο σπόρος της μηδικής είναι μικρός, οπότε το έδαφος που θα δεχθεί το σπόρο πρέπει να είναι αρκετά ψιλοχωματισμένο και συμπιεσμένο και να περιέχει αρκετή υγρασία. Όταν το έδαφος είναι πολύ ψιλοχωματισμένο υπάρχει κίνδυνος να δημιουργηθεί κρούστα μετά από άρδευση για την υποβοήθηση του φυτρώματος ή μετά από βροχή, ενώ αν είναι πολύ αφράτο δυσκολεύεται το φύτρωμα, γιατί ο σπόρος δεν έρχεται σε καλή επαφή με το έδαφος. Για τη συμπίεση του εδάφους μπορεί να γίνει ελαφρό κυλίνδρισμα, το οποίο όμως πρέπει να αποφεύγεται σε υγρό έδαφος.
Στη μηδική μπορεί να εφαρμοσθεί και μειωμένη κατεργασία του εδάφους ή ακόμη και ακαλλιέργεια. Δύο παράγοντες που πρέπει αν ληφθούν σοβαρά υπόψη σε αυτές τις περιπτώσεις είναι τα υπολείμματα της προηγούμενης καλλιέργειας και τα ζιζάνια που ανταγωνίζονται ισχυρά τη μηδική, κυρίως στα πρώτα στάδια ανάπτυξης. Απαραίτητη είναι η καταστροφή των ζιζανίων και κυρίως των πολυετών, πριν από τη σπορά, με τη χρησιμοποίηση κατάλληλων ζιζανιοκτόνων που δεν προξενούν ζημιά στα νεαρά φυτά της μηδικής.
Σπορά μηδικής
Η σπορά της μηδικής σε περιοχές με ήπιο χειμώνα μπορεί να γίνει νωρίς το Φθινόπωρο ή νωρίς την Άνοιξη και σε περιοχές με ψυχρό χειμώνα μόνο την Άνοιξη. Ο χρόνος της φθινοπωρινής σποράς ρυθμίζεται έτσι ώστε τα φυτά να έχουν εγκατασταθεί καλά πριν από την έλευση των χαμηλών θερμοκρασιών του χειμώνα. Η σπορά αρχίζει το Σεπτέμβριο και πρέπει να τελειώσει στο τέλος του ίδιου μήνα στις βορειότερες και ψυχρότερες περιοχές και στις 15-20 Οκτωβρίου στις νοτιότερες και θερμότερες. Η μηδική χρειάζεται τουλάχιστον έξι εβδομάδες ανάπτυξης για να επιβιώσει κατά το Χειμώνα. Ο σπόρος θα πρέπει αν είναι καθαρός από ζιζάνια, με μεγάλη φυτρωτική ικανότητα και μικρό ποσοστό σκληρών σπόρων. Η χρησιμοποιούμενη ποσότητα σπόρου ποικίλει μέσα σε ευρύτατα όρια και εξαρτάται από τις κλιματικές συνθήκες κάθε περιοχής, την προετοιμασία του εδάφους, τη γονιμότητα και την υγρασιακή κατάστασή του, τον τρόπο σποράς και τον τρόπο αξιοποίησης της καλλιέργειας. Η σπορά για τη χορτοδοτική καλλιέργεια μπορεί να γίνει σε όλη την επιφάνεια του εδάφους (στα "πεταχτά") ή σε γραμμές, ενώ για καλλιέργεια σποροπαραγωγής πρέπει να γίνεται μόνο σε γραμμές. Η σπορά σε όλη την επιφάνεια του εδάφους γίνεται με το χέρι ή με μηχανές, ενώ η γραμμική σπορά μόνο με μηχανές.
Λίπανση μηδικής
Η μηδική έχει σχετικά υψηλές απαιτήσεις σε ορισμένα θρεπτικά στοιχεία σε σχέση με άλλα καλλιεργούμενα φυτά. Η ποσότητα των θρεπτικών στοιχείων που απομακρύνεται από το χωράφι, εξαρτάται από την ποικιλία, το ύψος της απόδοσης, τον τρόπο διαχείρισης της καλλιέγειας και τις εδαφικές αλλά και κλιματικές συνθήκες (θερμοκρασία, υγρασία εδάφους από βροχόπτωση και άρδευση, μήκος ημέρας, γονιμότητα εδάφους). Οι τελευταίες επηρεάζουν την ανάπτυξη της μηδικής, τον αριθμό των κοπών και τη συγκέντρωση των θρεπτικών στοιχείων στη χορτομάζα.
Η μηδική είναι ευαίσθητη στην οξύτητα του εδάφους, με άριστη τιμή pH από 6,5 έως 7,0 ανάλογα με τη μηχανική σύσταση του εδάφους, την οργανική ουσία και άλλες χημικές του ιδιότητες. Το pH του εδάφους επηρεάζει τη συμβιωτική αζωτοδέσμευση και τη διαθεσιμότητα και την τοξικότηξτα των διαφόρων θρεπτικών στοιχείων. Για τη διόρθωση της οξύτητας συνιστάται η χρησιμοποίηση Ca, χωρίς να έχει καμία επίδραση η μορφή με την οποία θα προστεθεί το Ca. Η ποσότητα του απαιτούμενου Ca εξαρτάται από την οξύτητα του εδάφους, με μία μέση συνιστώμενη δόση 500kg Ca/στρ. Με την ασβέστωση των όξινων και φτωχών σε Ca εδαφών βελτιώνεται η ευρωστία των φυτών και αυξάνονται οι αποδόσεις. Επίσης βελτιώνεται η πυκνότητα και η μακροβιότητα του μηδικεώνα, γιατί το Ca δεν είναι μόνο εδαφοβελτιωτικό αλλά συμμετέχει ενεργά στη διαδικασία θρέψης του φυτού και απορροφάται από το φυτό σε σημαντική ποσότητα. Επειδή η αντίδραση του Ca στο έδαφος είναι αργή, συνιστάται η ασβέστωση να γίνεται ένα χρόνο πριν από τη σπορά της μηδικής, στην προηγούμενη καλλιέργεια και το Ca να ενσωματώνεται στο έδαφος. Εάν αυτό δεν είναι εφικτό, πρέπει να γίνεται το καλοκαίρι, πριν από τη σπορά της μηδικής. Η επιφανειακή διασπορά Ca πριν από τη σπορά ή σε εγκατεστημένους μηδικεώνες δεν είναι πολύ αποτελεσματική.
Η αζωτοδεσμευτική ικανότητα της μηδικής σε ετήσια βάση είναι μεγαλύτερη, συγκρινόμενη με άλλα χορτοδοτικά ψυχανθή. Οι εκτιμήσεις για την αζωτοδέσμευση της μηδικής κυμαίνονται από 5,0 έως 46,3 kg N2/στρ. κατ'έτος και με αυτήν καλύπτεται το 40-80% των ανγκών της καλλιέργειας σε άζωτο.
Η αζωτούχος λίπανση στη μηδική δε συνιστάται, καθόσον η υψηλή περιεκτικότητα του εδάφους σε άζωτο, μειώνει ή σταματά την αζωτοδέσμευση, μέχρι τα φυτά να χρησιμοποιήσουν τη διαθέσιμη ποσότητα αζώτου. Η μόνη εξαίρεση είναι ότι μερικές φορές συνιστάται μικρή ποσότητα αζώτου κατά τη σπορά της μηδικής σε πτωχά σε άζωτο εδάφη. Το μειονέκτημα όμως αυτής της προσθήκης είναι ότι βοηθά την ανάπτυξη των ζιζανίων, τα οποία ανταγωνίζονται τα φυτάρια της μηδικής, που σ'αυτό το στάδιο έχουν βραδεία ανάπτυξη.
Επαρκής ποσότητα φωσφόρου στο έδαφος βοηθά την εγκατάσταση των νεαρών φυταρίων λόγω της επίδρασής του στην ανάπτυξη της ρίζας. Στα ανεπτυγμένα φυτά επίσης βοηθά την ανάπτυξη του ριζικού συστήματος και επιπλέον αυξάνει τα επίπεδα της αζωτοδέσμευσης. Εφαρμογή φωσφόρου συνιστάται να γίνεται τόσο κατά την εγκατάσταση της καλλιέργειας όσο και κάθε χρόνο στη συνέχεια, για όσα χρόνια διατηρείται η καλλιέργεια. Η συνιστώμενη ποσότητα είναι 9-12kg P2O5/στρ. ανά εφαρμογή, με ενσωμάτωση πριν από τη σπορά το πρώτο έτος και επιφανειακά κατά τον Ιανουάριο-Φεβρουάριο τα επόμενα έτη.
Το κάλιο είναι απαραίτητο για την διατήρηση υψηλών αποδόσεων, για τη μείωση της ευπάθειας των φυτών σε ορισμένες ασθένειες, για την αύξηση της αντοχής των φυτών στις χαμηλές θερμοκρασίες και για ικανοποιητική αζωτοδέσμευση. Συχνή προσθήκη καλίου είναι δυνατόν να προκαλέσει μεσονεύρια χλώρωση των φύλλων λόγω του ανταγωνισμού που ασκεί στην πρόληψη του μαγνησίου. Η προσθήκη καλίου, όταν θεωρηθεί απαραίτητη, μπορεί να γίνει πριν τη σπορά ή στην εγκατεστημένη φυτεία, επιφανειακά.
Άρδευση μηδικής
Τα μορφολογικά και φυσιολογικά χαρακτηριστικά της μηδικής της επιτρέπουν να αναπτύσσεται σε διάφορες συνθήκες υγρασίας στο έδαφος. Σε έλλειψη υγρασίας έχει την ικανότητα να απορροφά νερό από τα βαθύτερα στρώματα του εδάφους ή να πίπτει σε λήθαργο και να αναλαμβάνει όταν η υγρασία στο έδαφος αποκατασταθεί. Η μηδική όμως δεν αντέχει στην κατάκλυση του εδάφους με νερό η οποία μπορεί να προέλθει από υπερβολική άρδευση ή από μειωμένη διηθητικότητα του εδάφους. Κατάκλυση σε συνδυασμό με υψηλές θερμοκρασίες προκαλεί σοβαρό αραίωμα των φυτών, μέχρι το σημείο να καταστραφεί ο μηδικεώνας. Οι αποδόσεις της μηδικής είναι σχεδόν ανάλογες με το νερό που χρησιμοποιούν τα φυτά. Κατά τη διάρκεια μιας βλαστικής περιόδου η μηδική καταναλώνει από 400 έως 1900mm νερού, ανάλογα κυρίως με τη θερμοκρασία και το μήκος της βλαστικής περιόδου της κάθε περιοχής. Στη χώρα μας όπου το νερό των βροχοπτώσεων δεν επαρκεί, η άρδευση αυξάνει σημαντικά τις αποδόσεις.
Άρδευση κατά τη διάρκεια του χειμώνα, πριν από την ανοιξιάτικη σπορά της μηδικής, συνιστάται όταν δεν έχουν σημειωθεί αρκετές βροχοπττώσεις, οπότε η προετοιμασία των αγρών για σπορά παρουσιάζει προβλήματα και το φύτρωμα προβλέπεται αμφίβολο. Η ποσότητα του νερού πρέπει να είναι τόση ώστε το έδαφος να κορεσθεί σε βάθος 100-150cm. Μία ελαφρά άρδευση αμέσως μετά τη σπορά και μία δεύτερη σε σύντομο χρονικό διάστημα, εάν διαπιστωθεί ανάγκη, επιταχύνει το φύτρωμα. Η επόμενη άρδευση γίνεται συνήθως περίπου τρεις εβδομάδες αργότερα. Σε ορισμένες περιοχές ή σε χρονιές με ξηρασία, ίσως χρειασθεί και μία επιπλέον άρδευση μέχρι την πρώτη κοπή.
Στην εγκατεστημένη χορτοδοτική καλλιέργεια συνιστώνται 1-2 αρδεύσεις μεταξύ δύο κοπών. Η δεύτερη άρδευση συνήθως είναι απαραίτητη κατά τους θερινούς μήνες, λόγω της αυξημένης εξατμισοδιαπνοής. Η άρδευση γίνεται αμέσως μετά την απομάκρυνση του χόρτου ώστε να αρχίσει γρήγορα η αναβλάστηση των φυτών. Το νερό της άρδευσης πρέπει να φτάσει μέχρι 80-100cm βάθος, όπου βρίσκεται το 80% περίπου του ριζικού συστήματος. Ανάλογα με τη μηχανική σύσταση του εδάφους η ποσότητα του νερού ανά άρδευση κυμαίνεται από 80 έως 120 m3/στρ.
Οι μεγαλύτερες αποδόσεις σπόρου από τη σποροπαραγωγική καλλιέργεια λαμβάνονται όταν με την ακολουθούμενη πρακτική άρδευσης τα φυτά δεν στερούνται νερού, αλλά παρουσιάζουν μία αργή, συνεχή ανάπτυξη καθ' όλη τη διάρκεια της αναπαραγωγικής περιόδου. Υπερβολική άρδευση η οποία οδηγεί σε μεγάλη βλαστική ανάπτυξη ή στέρηση νερού που περιορίζει τη βλαστική ανάπτυξη, μειώνουν την απόδοση σε σπόρο. Τη μεγαλύτερη απόδοση δίνουν τα φυτά που έχουν μέτρια, κανονική ανάπτυξη. Άρδευση πρέπει να γίνεται μέχρι το στάδιο σχηματισμού των ταξιανθιών και ποτέ κατά την άνθηση. Κατά τη διάρκεια της ανάπτυξης των σπόρων συνιστάται άρδευση μόνο όταν υπάρχει πραγματική ανάγκη και με μικρή ποσότητα νερού, για να μην προκληθούν ανεπιθύμητες αναβλαστήσεις, οι οποίες δυσκολεύουν τη συγκομιδή. Η άρδευση μπορεί να γίνει με καταιονισμό και κατάκλυση. Η τεχνητή βροχή πλεονεκτεί σε σχέση με τους άλλους τρόπους άρδευσης. Η ωριαία παροχή και η διάρκεια ρυθμίζονται ανάλογα με τον τύπο του εδάφους ώστε να μην κατακλύζεται ο αγρός με νερό. Όσο βαρύτερα είναι τα εδάφη τόσο μικρότερη πρέπει να είναι η ωριαία παροχή και τόσο μεγαλύτερη η διάρκεια.
Ζιζανιοκτονία μηδικής
Ο σπουδαιότερος παράγοντας στην αντιμετώπιση των ζιζανίων είναι η εγκατάσταση και η διατήρηση εύρωστης, καλώς αναπτυγμένης καλλιέργειας. Τα ζιζάνια αποτελούν πρόβλημα τόσο κατά την εγκατάσταση της καλλιέργειας όσο και στην ήδη εγκατεστημένη καλλιέργεια. Σημαντικό πρόβλημα στους μηδικεώνες της χώρας μας αποτελέι το παρασιτικό ζιζάνιο κουσκούτα (Cuscuta spp.).
Η χρησιμοποίηση καθαρού σπόρου, η επιλογή καθαρών από ζιζάνια αγρών και η σωστή προετοιμασία του εδάφους συμβάλλουν σημαντικά στον περιορισμό των ζιζανίων κατά την εγκατάσταση της μηδικής. Η τελευταία καλλιερητική εργασία πρέπει να γίνει όσο το δυνατόν πλησιέστερα προς τη σπορά, ώστε να δοθεί προβάδισμα στην ανάπτυξη της μηδικής σε σχέδη με τα ζιζάνια. Επίσης ο ανταγωνισμός από τα ζιζάνια στην ανοιξιάτικη σπορά μπορεί να μειωθεί με την πρώιμη σπορά, επειδή η μηδική βλαστάνει σε χαμηλότερες θερμοκρασίες από τα ετήσια νοιξιάτικα ζιζάνια. Τα πολυετή ζιζάνια είναι προτιμότερο να καταπολεμούνται με τη χρήση ζιζανιοκτόνων πριν από τη σπορά της μηδικής. Καταλληλότερος χρόνος εφαρμογής τους θεωρείται το Φθινόπωρο, γιατί εφαρμογή μη εκλεκτικού ζιζανιοκτόνου κατά την άνοιξη, στο κατάλληλο στάδιο ανάπτυξης των πολυετών ζιζανίων, καθυστερεί τη σπορά της μηδικής και τη μεταθέτει σε περίοδο όπου οι συνθήκες δεν ευνοούν το καλό φύτρωμα. Η χρησιμοποίηση ζιζανιοκτόνων θεωρείται συνήθως απαραίτητη για την καταπολέμηση των ζιζανίων κατά την εγκατάσταση της μηδικής.
Στην εγκατεστημένη καλλιέργεια η απομάκρυνση των ζιζανίων σπάνια αυξάνει την απόδοση της μηδικής σε χόρτο, βελτιώνει όμως συνήθως την ποιότητα του χόρτου, επειδή η αναλογία της μηδικής στη συγκομιζόμενη χορτομάζα αυξάνει. Αυτή όμως η βελτίωση της ποιότητας εξαρτάται από το είδος των ζιζανίων που απομακρύνθηκαν. Η παρουσία των ζιζανίων στο συγκομιζόμενο χόρτο είναι δυνατόν να αυξήσει τον απαιτούμενο χρόνο αποξήρανσης, να αλλοιώσει τη γεύση και να μειώσει την περιεκτικότητα σε πρωτεΐνες και την πεπτικότητα του χόρτου. Το πρόβλημα των ζιζανίων, κυρίως των ετήσιων, νωρίς την άνοιξη, μπορεί εν μέρει να αντιμετωπισθεί με το θερισμό της μηδικής πριν το σχηματισμό σπόρων από τα ζιζάνια, παρ' όλο ότι η μηδική δεν βρίσκεται στο ενδεικνυόμενο στάδιο κοπής. Στη συνέχεια, με την άνοδο της θερμοκρασίας, η μηδική αναπτύσσεται ταχύτερα από τα ζιζάνια και έτσι τα ανταγωνίζεται. Η απόφαση για τη χρησιμοποίηση ζιζανιοκτόνων σε εγκατεστημένη καλλιέργεια πρέπει να βασίζεται στο είδος και τον πληθυσμό των ζιζανίων καθώς και στην πυκνότητα των φυτών της μηδικής. Για να είναι οικονομικώς συμφέρουσα η επέμβαση με ζιζανιοκτόνο, τα ζιζάνια πρέπει να βρίσκονται σε μεγάλη συχνότητα και να είναι είδη τα οποία μειώνουν σημαντικά την ποιότητα, η δε πυκνότητα των φυτών της μηδικής να είναι σχετικά υψηλή, ώστε να ανταποκριθεί στο μειωμένο ανταγωνισμό από την απομάκρυνση των ζιζανίων. Εφαρμογή ζιζανιοκτόνων σε αραιή φυτεία μηδικής, η οποία έχει μεγάλο πληθυσμό ζιζανίων, συνήθως μειώνει την απόδοση της χορτομάζας, ενώ βελτιώνει την ποιότητα. Η μηδική δεν μπορεί να εξαπλωθεί στον κενό χώρο που αφήνουν τα ζιζάνια και επίσης είναι δυνατόν πολύ σύντομα, ο κενός χώρος να καλυφθεί από νέα ζιζάνια. Εφαρμογή ζιζανοκτόνων, ανάλογα με το σκεύασμα, μπορεί να γίνει στο τέλος του Φθινοπώρου ή στις αρχές του χειμώνα, κατά την περίοδο ληθάργου της μηδικής, καθώς και μετά την 1η ή τη 2η κοπή.
Συγκομιδή-Διαχείριση μηδικής
Σε ό, τι αφορά στη χορτοδοτική καλλιέργεια η ποιότητα του παραγόμενου χόρτου είναι ανώτερη όταν η μηδική συγκομίζεται σε πρώιμο στάδιο ανάπτυξης. Η μείωση της ποιότητας, σε προχωρημένο στάδιο ανάπτυξης, σχετίζεται πρωτίστως με τη μείωση του δείκτη φυλλικής επιφάνειας και της αναλογιας φύλλα/βλαστοί καθώς και με την αύξηση των ινωδών συστατικών των βλαστών και τη μείωση των πρωτεϊνών. Η διατήρηση του φυλλώματος αποτελεί προτεραιότητα στην παραγωγή σανού καλής ποιότητας. Ο θερισμός της μηδικής γίνεται με κοινά χορτοκοπτικά μηχανήματα, ελκόμενα ή αυτοκινούμενα. Δεν παρατηρούνται ιδιαίτερες δυσκολίες κατά τη συγκομιδή γιατί τα φυτά δεν πλαγιάζουν.
Στη σποροπαραγωγική καλλιέργεια η απόδοση της μηδικής σε σπόρο, εξαρτάται από τις κλιματολογικές συνθήκες, οπότε ο προγραμματισμός των κοπών γίνεται κατά τέτοιο τρόπο ώστε η περίοδος ανθοφορίας, καρπόδοσης και ανάπτυξης των σπόρων να συμπίπτει με θερμές και ξηρές καιρικές συνθήκες.
Σχετικές σελίδες
- Ψυχανθή
- Μηδική φυτό
- Κριθάρι φυτό
- Βρώμη φυτό
- Προετοιμασία εδάφους για καλλιέργεια μηδικής
- Αμειψισπορά μηδικής
- Σπορά μηδικής
- Λίπανση μηδικής
- Άρδευση μηδικής
- Ζιζανιοκτονία μηδικής
- Συγκομιδή-Διαχείριση μηδικής
- Πλάγιασμα (lodging) φυτών
- Κλιματικές συνθήκες μηδικής
Βιβλιογραφία
- ↑ "Ειδική γεωργία, Σιτηρά και ψυχανθή", Δέσποινα Παπακώστα-Τασοπούλου, Καθηγήτρια Γεωπονικής Σχολής Α.Π.Θ.