Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων του "Στέβια φυτό"

Από GAIApedia
Μετάβαση σε: πλοήγηση, αναζήτηση
 
(22 ενδιάμεσες αναθεωρήσεις από 2 χρήστες δεν εμφανίζονται)
Γραμμή 1: Γραμμή 1:
[[Image:Στέβια.jpg|thumb|200px|Στέβια]]
+
{{{top_heading|==}}}Γενικά στοιχεία{{{top_heading|==}}}
 +
[[Image:Καλλιεργήσιμη έκταση στέβιας.png|thumb|200px|Καλλιεργήσιμη έκταση στέβιας]]
 +
Το φυτό [[Στέβια φυτό|στέβια]] είναι ένας μικρός, πολύκλαδος, φυλλώδης, πολυετής θάμνος που αυτοφύεται ως ιθαγενές είδος, στη Βορειοαναλυτική Παραγουάη κοντά στα σύνορα με τη Βραζιλία. Ζει 4 - 6 χρόνια και το ύψος του μπορεί να φτάσει κατά την περίοδο της συγκομιδής το 1m ή και να το ξεπεράσει, σε φυτείες που προορίζονται για σποροπαραγωγή. Αποτελούσε επί εκατοντάδες χρόνια την παραδοσιακή γλυκαντική ουσία των αυτοχθόνων ιθαγενών της φυλής των Γκουαράνι. Τα [[Μορφολογικά χαρακτηριστικά στέβιας|φύλλα]] του περιέχουν γλυκαντικές ουσίες, που είναι 60 - 80 φορές γλυκύτερες της ζάχαρης, ενώ το τελικό προϊόν που εξάγεται με φυσικό τρόπο, με τη μέθοδο της εκχύλισης, είναι 300 φορές γλυκύτερο. Ο κορμός του είναι πλόυσιος σε πράσινες χρωστικές ουσίες, ενώ τα υπολείμματα μπορούν να χρησιμοποιηθούν ως καύσιμη ύλη με τη μορφή των pellets. Θεωρείται από πολλούς ως το γλυκαντικό της επόμενης χιλιετίας, όχι τόσο για την γλυκαντική του ουσία, όσο για τις θερμιδικές ιδιότητες και τις ευεργετικές επιδράσεις στον ανθρώπινο οργανισμό. Μακροχρόνια μειώνει την υψηλή αρτηριακή πίεση και τον σακχαρώδη διαβήτη τύπου 2, αφού ενεργοποιεί την έκκριση ινσουλίνης. Μαλακώνει τα ανθρώπινα κύτταρα με αποτέλεσμα τη μείωση εγκεφαλικών και καρδιακών επεισοδίων. Εξαιτίας αυτής της ιδιότητας, χρησιμοποιείται και για τη παρασκευή των καλλυντικών. Εμποδίζει τη δημιουργία τερηδόνας, έχει αντιοξειδωτικές, αντιβακτηριδιακές, αντιφλεγμονώδεις και αντιιογόνες ιδιότητες. Επιπλέον, μειώνει τα επίπεδα του ουρικού οξέος και διευκολύνει την ούρηση. Είναι κατάλληλη για μαγειρική χρήση, γιατί υπερτερεί έναντι των χημικών γλυκαντικών ουσιών, αφού αντέχει σε πολύ υψηλές θερμοκρασίες (έως 200<sup>o</sup>C) στις οποίες οι άλλες συνθετικές ουσίες (π.χ ασπαρτάμη) δεν αντέχουν και διασπώνται.<ref name="Οδηγός καλλιέργειας στέβιας"/> 
 +
 
 
{{{top_heading|==}}}Μορφολογικά χαρακτηριστικά{{{top_heading|==}}}
 
{{{top_heading|==}}}Μορφολογικά χαρακτηριστικά{{{top_heading|==}}}
Η [[Στέβια φυτό|στέβια]] (Stevia rebaudiana L. bertoni) είναι ένα βότανο της οικογένειας των Compositae, που είναι αυτοφυές στην Παραγουάη και τη Βραζιλία. Οι γλυκοζίτες στα φύλλα το κάνουν εξαιρετικά γλυκό, μία ιδιότητα που το καθιστά μοναδικό ανάμεσα σε περίπου 300 είδη του γένους stevia. Το φυτό της στέβιας χρησιμοποιείται ως γλυκαντικό για πάνω από 400 χρόνια. Πήρε το όνομά του από τον Moises Santiago Bertoni που το ανακάλυψε το 1887. Είναι πολυετές ποώδες φυτό ύψους 0,6 μέτρων όταν είναι αυτοφυές (στα τροπικά θερμά κλίματα). Καλλιεργείται όμως ως ετήσιο και σε διάφορες πιο ψυχρές περιοχές του κόσμου. Τα φύλλα είναι μικρά, μήκους 5 εκατοστών αν και υπάρχουν και μεγαλόφυλλες ποικιλίες. Φύονται στο βλαστό σταυρωτά. Τα άνθη αναπτύσσονται σε ταξιανθίες (κορύμβους) χρώματος λευκού. Τα άνθη είναι ερμαφρόδιτα, και γονιμοποιούνται με σταυρεπικονίαση με την βοήθεια εντόμων. Ανθίζει το φθινόπωρο. Οι βλαστοί είναι τρυφεροί αρχικά και στη συνέχεια γίνονται ημιξυλώδεις. Το ριζικό του σύστημα είναι επιφανειακό και επομένως δεν αντέχει σε έλλειψη νερού καθώς και σε ισχυρούς ανέμους. Ο σπόρος είναι μικρός χρώματος μαύρου όταν είναι σε καλή κατάσταση.<ref name="Η στέβια"/>   
+
[[Image:Ριζικό σύστημα στέβιας.png|thumb|200px|Ριζικό σύστημα στέβιας]]
 +
[[Image:Φύλλωμα στέβιας.jpg|thumb|200px|Φύλλωμα στέβιας]]
 +
[[Image:Άνθος στέβιας.png|thumb|200px|Άνθος στέβιας]]
 +
Η [[Στέβια φυτό|στέβια]] (Stevia rebaudiana L. bertoni) είναι ένα φυτό πολύκλαδο, ποώδες, πολυετές, στα μέρη όπου αυτοφύεται και έχει τη μορφή πολύφυλλου θάμνου. Το ριζικό της σύστημα είναι πολυετές, επιφανειακό και επιπολαιόριζο. Με σωστές [[Καλλιέργεια στέβιας|καλλιεργητικές]] φροντίδες και με κούρεμα των στεβιοφυταρίων (κόψιμο κορυφής) μπορεί να γίνει βαθύτερο και πιο πολύκλαδο, αυτό συμβαίνει και σε φυτά προηγουμένων χρόνων. Οι βλαστοί, αρχικά, είναι τρυφεροί και χυμώδεις, έχουν λεπτό πυκνό χνούδι και αργότερα γίνονται ημιξυλώδεις. Εύκολα σπάζουν και πλαγιάζουν, οπότε από τα γόνατα δίνουν πλάγιους βλαστούς κατά μήκος του πλαγιασμένου βλαστού. Τα φύλλα είναι απλά, περισσότερο ή λιγότερο οδοντωτά, κοίλα, αντίθετα, με σχήμα ελλειπτικό, ωοειδές (σχεδόν άμμισχα) και είναι καλυμμένα με πολύ λεπτές λευκές τρίχες. Το μήκος των φύλλων ποικίλει ανάλογα με την ποικιλία και μπορεί να είναι από 2 - 8cm και το πλάτος από 1 - 4cm. Τα άνθη σχηματίζουν ταξιανθίες, τύπου κόρυμβος, οι οποίες έχουν από 5 άνθη η καθεμία. Είναι τέλεια  και έχουν συνήθως χρώμα λευκό. Η περίοδος της άνθισης σε κάθε φυτό συνήθως διαρκεί πάνω από μήνα. Είναι σταυρογονιμοποιούμενο, δηλαδή γονιμοποιείται με τη γύρη άλλων άνθεων, παρόλο που τα άνθη είναι ερμαφρόδιτα (διγενή). Ο σπόρος είναι αχαίνιο, κυλινδρικός με πέντε γραμμώσεις, μήκους 2 - 3mm με παππίο (λοφίο) που έχει περίπου 20 τρίχες. Ένα gr μπορεί να περιέχει έως 2.600 σπόρους. Η ωρίμανση του σπόρου είναι σταδιακή και το χρώμα των ώριμων σπόρων είναι σκούρο. Οι σπόροι που είναι αποχρωματισμένοι είναι συνήθως άγονοι. Η βλαστική ικανότητα των σπόρων είναι μικρή, όπως άλλωστε όλων των σπόρων τύπου αχαίνιο και χάνεται εντελώς μετά από 2 χρόνια.<ref name="Η στέβια"/>   
  
 
{{{top_heading|==}}}Εδαφοκλιματικές συνθήκες{{{top_heading|==}}}
 
{{{top_heading|==}}}Εδαφοκλιματικές συνθήκες{{{top_heading|==}}}
Η [[Στέβια φυτό|στέβια]] αναπτύσσεται σε υποτροπικά υγρά κλίματα με ύψος βροχής πάνω από 700-800mm το έτος, ενώ προτιμά τα καλά αποστραγγιζόμενα, [[Αμμώδη εδάφη|αμμώδη]] ή αμμοαργιλώδη εδάφη. Ως προς την αντίδραση του εδάφους, καταλληλότερα θεωρούνται τα εδάφη με ελαφρώς όξινη αντίδραση, ενώ αν [[καλλιεργηθεί σε αλκαλικά εδάφη (pH≥8) η ανάπτυξη του φυτού θα είναι περιορισμένη και αργή. Δεν αναπτύσσεται σε αλατούχα εδάφη. Αναπτύσσεται σε [[Εδαφοκλιματικές συνθήκες στέβιας|θερμοκρασία]] από 15 - 30<sup>o</sup>C με μέγιστη θερμοκρασία 41<sup>o</sup>C. Αναπτύσσεται σε κλίματα που κυμαίνονται από εύκρατα ως τροπικά και δεν αντέχει σε χαμηλές θερμοκρασίες (κάτω από -6<sup>o</sup>C). Για το λόγο αυτό, στη χώρα μας, η σπορά θα πρέπει να γίνεται σε σπορεία νωρίς την άνοιξη και η μεταφύτευση να γίνει μετά την παρέλευση των τελευταίων αναμενόμενων παγετών. Είναι φωτόφιλο φυτό και δεν αναπτύσσεται σε σκιερές τοποθεσίες.<ref name="Η στέβια"/>  
+
Προτιμά τα καλά αποστραγγιζόμενα, [[Αμμώδη εδάφη|αμμώδη]] ή αμμοαργιλώδη εδάφη. Ως προς την αντίδραση του εδάφους, καταλληλότερα θεωρούνται τα εδάφη με ελαφρώς όξινη αντίδραση, ενώ αν [[Καλλιέργεια στέβιας|καλλιεργηθεί]] σε αλκαλικά εδάφη (pH≥8) η ανάπτυξη του φυτού θα είναι περιορισμένη και αργή. Δεν αναπτύσσεται σε αλατούχα εδάφη. Αναπτύσσεται σε [[Εδαφοκλιματικές συνθήκες στέβιας|θερμοκρασία]] από 15 - 30<sup>o</sup>C με μέγιστη θερμοκρασία 41<sup>o</sup>C <ref name="Η στέβια"/>. Οι παρατεταμένες όμως υψηλές θερμοκρασίες και ιδιαίτερα οι καύσωνες επηρεάζουν όχι μόνο την απόδοση σε ξηρά φύλλα αλλά και την περιεκτικότητα των φύλλων σε γλυκαντικές ουσίες. <ref name="Οδηγός καλλιέργειας στέβιας"/> Αναπτύσσεται σε κλίματα που κυμαίνονται από εύκρατα ως τροπικά, δεν αντέχει σε χαμηλές θερμοκρασίες (κάτω από -6<sup>o</sup>C) με ύψος βροχής πάνω από 700-800mm το έτος. <ref name="Η στέβια"/> Για το λόγο αυτό, στη χώρα μας, η σπορά θα πρέπει να γίνεται σε σπορεία νωρίς την άνοιξη και η μεταφύτευση να γίνει μετά την παρέλευση των τελευταίων αναμενόμενων παγετών. Είναι φωτόφιλο φυτό και δεν αναπτύσσεται σε σκιερές τοποθεσίες. Η φωτοπερίοδος είναι ο πλέον καθοριστικός παράγοντας στην [[Καλλιέργεια στέβιας|καλλιέργεια στέβιας]] και επηρεάζει την εξέλιξη του [[Στέβια φυτό|φυτού]] από το φύτρωμα στο σπορείο μέχρι τη [[Συγκομιδή στέβιας|συλλογή]] του [[Μορφολογικά χαρακτηριστικά στέβιας|σπόρου]]. Συμβάλλει ακόμα στην εξέλιξη των [[Γενικά στοιχεία στέβιας|γλυκαντικών ουσιών]], αφού η στέβια είναι ιδιαίτερα ευαίσθητη και αρχίζει να ανθίζει στα τέλη Σεπτεμβρίου, τότε που η διάρκεια της ημέρας είναι κάτω από 13 ώρες. Οι χαμηλές θερμοκρασίες του φθινοπώρου επηρεάζουν το υπέργειο τμήμα του φυτού, το οποίο το χειμώνα ξεραίνεται. Όσο αφορά το ριζικό σύστημα φαίνεται να αντέχει και σε θερμοκρασίες έως -10<sup>o</sup>C και από το Μάρτιο θα έχουμε αναβλάστηση.
 +
 
 +
Το φυσικό περιβάλλον της στέβια βρίσκεται κοντά στο 22<sup>o</sup> με 23<sup>o</sup> νότιο παράλληλο και 54<sup>o</sup> - 56<sup>o</sup> γεωγραφικό πλάτος. Οι βροχοπτώσεις στον ελλαδικό χώρο υπάρχουν κυρίως το χειμώνα, την περίοδο δηλαδή που το φυτό δεν είναι στο χωράφι ή που δεν τις έχει ανάγκη. Αυτό σημαίνει ότι θα χρειαστεί όγκο νερού στα ποτίσματα, όμοιο με την ποσότητα νερού που χρειάζεται η [[Καλλιέργεια βαμβακιού|καλλιέργεια βαμβακιού]]. Η μόνη διαφορά είναι ότι θα χρειαστούν πιο συχνά [[Άρδευση στέβιας|ποτίσματα]] με λιγότερο νερό, λόγω του επιφανειακού, θυσανώδους ριζικού συστήματος της στέβια.<ref name="Οδηγός καλλιέργειας στέβιας"/>
  
 
{{{top_heading|==}}}Πολλαπλασιασμός{{{top_heading|==}}}
 
{{{top_heading|==}}}Πολλαπλασιασμός{{{top_heading|==}}}
Ο ιδανικός τρόπος πολλαπλασιασμού του [[Στέβια φυτό|φυτού]] είναι αγενώς με τη χρήση μοσχευμάτων στελεχών ή [[Μορφολογικά χαρακτηριστικά στέβιας|φύλλων]] του φυτού, όμως το κόστος παραγωγής τους είναι απαγορευτικό. Για το λόγο αυτό η στέβια πολλαπλασιάζεται με σπόρο σε θερμοκήπιο (σε θερμοκρασία 24-25><sup>o</sup>C) για την παραγωγή φυταρίων για περίοδο 8-10 εβδομάδων. Στην περίπτωση [[Καλλιέργεια στέβιας|καλλιέργειας]] για παραγωγή φύλλων, είναι απαραίτητος ο συνεχής φωτισμός των φυτών ώστε να αποφευχθεί η πρώιμη άνθιση. <ref name="Η στέβια"/>  
+
[[Image:Σπορόφυτο στέβιας.png|thumb|200px|Σπορόφυτο στέβιας]]
 +
Ο ιδανικός τρόπος πολλαπλασιασμού του [[Στέβια φυτό|φυτού]] είναι αγενώς με τη χρήση μοσχευμάτων στελεχών ή [[Μορφολογικά χαρακτηριστικά στέβιας|φύλλων]] του φυτού, όμως το κόστος παραγωγής τους είναι απαγορευτικό. Για το λόγο αυτό η στέβια πολλαπλασιάζεται με σπόρο σε θερμοκήπιο (σε θερμοκρασία 24-25><sup>o</sup>C) για την παραγωγή φυταρίων για περίοδο 8-10 εβδομάδων. Στην περίπτωση [[Καλλιέργεια στέβιας|καλλιέργειας]] για παραγωγή φύλλων, είναι απαραίτητος ο συνεχής φωτισμός των φυτών ώστε να αποφευχθεί η πρώιμη άνθιση. <ref name="Η στέβια"/> Η στέβια που προορίζεται για [[Καλλιέργεια στέβιας|καλλιέργεια]] πολλαπλασιάζεται με 4 τρόπους. Αυτοί είναι με [[Σπορά στέβιας σε σπορείο|σπόρο]] (παραγωγή σπορόφυτων σε σπορεία), με μοσχεύματα, με έρριζες παραφυάδες και με ιστοκαλλιέργεια φύλλων (in vitro).
 +
 
 +
Η παραγωγή σπορόφυτων είναι μια μέθοδος προσφιλής για τους καλλιεργητές, γιατί είναι πιο εύκολη και πιο οικονομική. Οι παραγωγοί λένε ότι η μισή παραγωγή παίρνεται στο σπορείο και η άλλη μισή στο χωράφι. Έχει μεγάλη σημασία τα φυτά που θα παραχθούν να είναι υγιή, ομοιόμορφα, με κανονικό πάχος και ύψος, με πλούσιο ριζικό σύστημα και προπάντων σκληραγωγημένα, ώστε να αντέξουν το στρες της μεταφύτευσης.
 +
 
 +
Η μέθοδος των έρριζων μοσχευμάτων είναι κοστοβόρα και για αυτό είναι περιορισμένη. Επιλέγονται τα φυτά της στέβια, κόβονται τα μοσχεύματα σε μήκος 10cm περίπου από τρυφερούς ετήσιους βλαστούς. Αφαιρούνται όλα τα κανονικά φύλλα και αφήνονται μόνο τα μικρά φυλλαράκια που υπάρχουν στις μασχάλες των κανονικών φύλλων, καθώς και η κορυφή του βλαστού. Το κάτω μέρος των μοσχευμάτων εμβαπτίζονται σε ορμόνες ριζοβολίας και κατόπιν τοποθετούνται σε κατάλληλο υπόστρωμα. Είναι προτιμότερο τα μοσχεύματα να τοποθετηθούν σε θερμοκήπια, όπου με  τη βοήθεια της υδρονέφωσης και κάτω από ιδανικές κλιματικές συνθήκες (επαρκής φωτισμός, υγρασία γύρω στο 70% και θερμοκρασία 21 - 27<sup>o</sup>C) αρχίζει η ριζοβολία των μοσχευμάτων.
 +
 
 +
Η μέθοδος με έρριζες παραφυάδες συνιστάται στο διαχωρισμό του ριζώματος του μητρικού φυτού σε περισσότερα φυτά. Ο διαχωρισμός των ριζωμάτων γίνεται, όταν ο καιρός είναι κατάλληλος και το χωράφι έτοιμο. Η μέθοδος αυτή εφαρμόστηκε πειραματικά από το ΕΘΙΑΓΕ στην Καρδίτσα το 2007. Παρατηρήθηκε ότι τα φυτά που παρήχθησαν με τη μέθοδο αυτή ήταν πιο δυνατά, πιο ταχείας ανάπτυξης και μεγαλύτερης απόδοσης σε σύγκριση με την παραγωγή σπορόφυτων. Το κόστος παραγωγής τους είναι οικονομικά πολύ μεγάλο και ασύμφορο.
 +
 
 +
Με τη μέθοδο της ιστοκαλλιέργειας, παράγεται φυτικό υλικό από πολύ μικρά τμήματα (έκφυτα, ιστός ή κύτταρα), προερχόμενα από το μητρικό φυτό και αναπτύσσονται υπό ασηπτικές συνθήκες μέσα σε δοκιμαστικούς σωλήνες ή δοχεία που ελέγχουμε τις συνθήκες περιβάλλοντος και ανόργανης θρέψης. Στα πλεονεκτήματα, είναι η παραγωγή μεγάλου αριθμού νέων φυτών με όμοιο γονότυπο χωρίς [[Ασθένειες στέβιας|ασθένειες]]. Μειονέκτημα είναι το πολύ μεγάλο κόστος.<ref name="Οδηγός καλλιέργειας στέβιας"/>
 +
 
 +
{{{top_heading|==}}}Ποικιλίες{{{top_heading|==}}}
 +
Οι βασικές ποικιλίες στέβιας που καλλιεργούνται στη χώρα μας είναι η Criola, η Eriete και η SRB - 128. Αναλύονται στον παρακάτω σύνδεσμο:
 +
 
 +
[[Ποικιλίες στέβιας]]<ref name="Ποικιλία στέβιας SRB-128"/>, <ref name="Ποικιλίες στέβιας Criola και Eriete"/>
 +
 
 +
{{{top_heading|==}}}Ασθένειες{{{top_heading|==}}}
 +
Η σεπτόρια, το φουζάριο, η τήξη σπορείων και η σκληρωτίνια είναι οι βασικότερες και πιο συχνές ασθένειες που εμφανίζονται στην [[Καλλιέργεια στέβιας|καλλιέργεια στέβιας]]. Αναλύονται και οι 4 στον παρακάτω σύνδεσμο:
 +
 
 +
[[Ασθένειες στέβιας]]<ref name="Οδηγός καλλιέργειας στέβιας"/>
 +
 
 +
{{{top_heading|==}}}Εχθροί{{{top_heading|==}}}
 +
Σύμφωνα με τη διεθνή βιβλιογραφία, περισσότερες προσβολές από προνύμφες εντόμων παρατηρούνται στα σπορεία και λιγότερο στο χωράφι. Γενικά οι εντομολογικές προσβολές δεν θα αποτελέσουν πρόβλημα στη [[Καλλιέργεια στέβιας|καλλιέργεια στέβιας]], γιατί σχεδόν όλες αντιμετωπίζονται στο χωράφι με ριζοπότισμα (χρησιμοποιώντας τα κατάλληλα διασυστηματικά σκευάσματα) και με φυλλοψεκασμούς με τα κατάλληλα εντομοκτόνα.<ref name="Οδηγός καλλιέργειας στέβιας"/>
  
 
==Πληροφοριακά στοιχεία==
 
==Πληροφοριακά στοιχεία==
Γραμμή 22: Γραμμή 52:
  
 
[[Στέβια προϊόν]]
 
[[Στέβια προϊόν]]
 +
 +
[[Γενικά στοιχεία στέβιας]]
  
 
[[Μορφολογικά χαρακτηριστικά στέβιας]]
 
[[Μορφολογικά χαρακτηριστικά στέβιας]]
Γραμμή 28: Γραμμή 60:
  
 
[[Πολλαπλασιασμός στέβιας]]
 
[[Πολλαπλασιασμός στέβιας]]
 +
 +
[[Ποικιλίες στέβιας]]
 +
 +
[[Ασθένειες στέβιας]]
 +
 +
[[Εχθροί στέβιας]]
  
 
==Βιβλιογραφία==
 
==Βιβλιογραφία==
 
<references>
 
<references>
 +
<ref name="Οδηγός καλλιέργειας στέβιας"> Οδηγός καλλιέργειας στέβια, των Κωνσταντίνου και Παναγιώτη Ζαχοκώστα.</ref>
 
<ref name="Η στέβια"> [{{#show:Ιστοσελίδα ΥΠΑΑΤ/Στέβια| ?has link}} Η στέβια].</ref>
 
<ref name="Η στέβια"> [{{#show:Ιστοσελίδα ΥΠΑΑΤ/Στέβια| ?has link}} Η στέβια].</ref>
 +
<ref name="Ποικιλία στέβιας SRB-128"> [{{#show:Ιστοσελίδα EuroStevia/Ποικιλία στέβιας SRB-128| ?has link}} Ποικιλία στέβιας SRB-128].</ref>
 +
<ref name="Ποικιλίες στέβιας Criola και Eriete"> [{{#show:Ιστοσελίδα Agroaxon/Ποικιλίες στέβιας Criola και Eriete| ?has link}} Ποικιλίες στέβιας Criola και Eriete].</ref>
 
</references>
 
</references>
  
Γραμμή 79: Γραμμή 120:
 
[[σχετίζεται γεωγραφικά με::Νομός Ξάνθης| ]]
 
[[σχετίζεται γεωγραφικά με::Νομός Ξάνθης| ]]
 
[[σχετίζεται γεωγραφικά με::Νομός Ροδόπης| ]]
 
[[σχετίζεται γεωγραφικά με::Νομός Ροδόπης| ]]
 
 
  
  
Γραμμή 88: Γραμμή 127:
 
[[πόσο αφορά σε γεωργό::30| ]]
 
[[πόσο αφορά σε γεωργό::30| ]]
 
[[πόσο αφορά σε γεωπόνο::30| ]]
 
[[πόσο αφορά σε γεωπόνο::30| ]]
 +
[[κατάσταση δημοσίευσης::10| ]]

Τελευταία αναθεώρηση της 14:17, 20 Ιουλίου 2015

Γενικά στοιχεία

Καλλιεργήσιμη έκταση στέβιας

Το φυτό στέβια είναι ένας μικρός, πολύκλαδος, φυλλώδης, πολυετής θάμνος που αυτοφύεται ως ιθαγενές είδος, στη Βορειοαναλυτική Παραγουάη κοντά στα σύνορα με τη Βραζιλία. Ζει 4 - 6 χρόνια και το ύψος του μπορεί να φτάσει κατά την περίοδο της συγκομιδής το 1m ή και να το ξεπεράσει, σε φυτείες που προορίζονται για σποροπαραγωγή. Αποτελούσε επί εκατοντάδες χρόνια την παραδοσιακή γλυκαντική ουσία των αυτοχθόνων ιθαγενών της φυλής των Γκουαράνι. Τα φύλλα του περιέχουν γλυκαντικές ουσίες, που είναι 60 - 80 φορές γλυκύτερες της ζάχαρης, ενώ το τελικό προϊόν που εξάγεται με φυσικό τρόπο, με τη μέθοδο της εκχύλισης, είναι 300 φορές γλυκύτερο. Ο κορμός του είναι πλόυσιος σε πράσινες χρωστικές ουσίες, ενώ τα υπολείμματα μπορούν να χρησιμοποιηθούν ως καύσιμη ύλη με τη μορφή των pellets. Θεωρείται από πολλούς ως το γλυκαντικό της επόμενης χιλιετίας, όχι τόσο για την γλυκαντική του ουσία, όσο για τις θερμιδικές ιδιότητες και τις ευεργετικές επιδράσεις στον ανθρώπινο οργανισμό. Μακροχρόνια μειώνει την υψηλή αρτηριακή πίεση και τον σακχαρώδη διαβήτη τύπου 2, αφού ενεργοποιεί την έκκριση ινσουλίνης. Μαλακώνει τα ανθρώπινα κύτταρα με αποτέλεσμα τη μείωση εγκεφαλικών και καρδιακών επεισοδίων. Εξαιτίας αυτής της ιδιότητας, χρησιμοποιείται και για τη παρασκευή των καλλυντικών. Εμποδίζει τη δημιουργία τερηδόνας, έχει αντιοξειδωτικές, αντιβακτηριδιακές, αντιφλεγμονώδεις και αντιιογόνες ιδιότητες. Επιπλέον, μειώνει τα επίπεδα του ουρικού οξέος και διευκολύνει την ούρηση. Είναι κατάλληλη για μαγειρική χρήση, γιατί υπερτερεί έναντι των χημικών γλυκαντικών ουσιών, αφού αντέχει σε πολύ υψηλές θερμοκρασίες (έως 200oC) στις οποίες οι άλλες συνθετικές ουσίες (π.χ ασπαρτάμη) δεν αντέχουν και διασπώνται.[1]

Μορφολογικά χαρακτηριστικά

Ριζικό σύστημα στέβιας
Φύλλωμα στέβιας
Άνθος στέβιας

Η στέβια (Stevia rebaudiana L. bertoni) είναι ένα φυτό πολύκλαδο, ποώδες, πολυετές, στα μέρη όπου αυτοφύεται και έχει τη μορφή πολύφυλλου θάμνου. Το ριζικό της σύστημα είναι πολυετές, επιφανειακό και επιπολαιόριζο. Με σωστές καλλιεργητικές φροντίδες και με κούρεμα των στεβιοφυταρίων (κόψιμο κορυφής) μπορεί να γίνει βαθύτερο και πιο πολύκλαδο, αυτό συμβαίνει και σε φυτά προηγουμένων χρόνων. Οι βλαστοί, αρχικά, είναι τρυφεροί και χυμώδεις, έχουν λεπτό πυκνό χνούδι και αργότερα γίνονται ημιξυλώδεις. Εύκολα σπάζουν και πλαγιάζουν, οπότε από τα γόνατα δίνουν πλάγιους βλαστούς κατά μήκος του πλαγιασμένου βλαστού. Τα φύλλα είναι απλά, περισσότερο ή λιγότερο οδοντωτά, κοίλα, αντίθετα, με σχήμα ελλειπτικό, ωοειδές (σχεδόν άμμισχα) και είναι καλυμμένα με πολύ λεπτές λευκές τρίχες. Το μήκος των φύλλων ποικίλει ανάλογα με την ποικιλία και μπορεί να είναι από 2 - 8cm και το πλάτος από 1 - 4cm. Τα άνθη σχηματίζουν ταξιανθίες, τύπου κόρυμβος, οι οποίες έχουν από 5 άνθη η καθεμία. Είναι τέλεια και έχουν συνήθως χρώμα λευκό. Η περίοδος της άνθισης σε κάθε φυτό συνήθως διαρκεί πάνω από μήνα. Είναι σταυρογονιμοποιούμενο, δηλαδή γονιμοποιείται με τη γύρη άλλων άνθεων, παρόλο που τα άνθη είναι ερμαφρόδιτα (διγενή). Ο σπόρος είναι αχαίνιο, κυλινδρικός με πέντε γραμμώσεις, μήκους 2 - 3mm με παππίο (λοφίο) που έχει περίπου 20 τρίχες. Ένα gr μπορεί να περιέχει έως 2.600 σπόρους. Η ωρίμανση του σπόρου είναι σταδιακή και το χρώμα των ώριμων σπόρων είναι σκούρο. Οι σπόροι που είναι αποχρωματισμένοι είναι συνήθως άγονοι. Η βλαστική ικανότητα των σπόρων είναι μικρή, όπως άλλωστε όλων των σπόρων τύπου αχαίνιο και χάνεται εντελώς μετά από 2 χρόνια.[2]

Εδαφοκλιματικές συνθήκες

Προτιμά τα καλά αποστραγγιζόμενα, αμμώδη ή αμμοαργιλώδη εδάφη. Ως προς την αντίδραση του εδάφους, καταλληλότερα θεωρούνται τα εδάφη με ελαφρώς όξινη αντίδραση, ενώ αν καλλιεργηθεί σε αλκαλικά εδάφη (pH≥8) η ανάπτυξη του φυτού θα είναι περιορισμένη και αργή. Δεν αναπτύσσεται σε αλατούχα εδάφη. Αναπτύσσεται σε θερμοκρασία από 15 - 30oC με μέγιστη θερμοκρασία 41oC [2]. Οι παρατεταμένες όμως υψηλές θερμοκρασίες και ιδιαίτερα οι καύσωνες επηρεάζουν όχι μόνο την απόδοση σε ξηρά φύλλα αλλά και την περιεκτικότητα των φύλλων σε γλυκαντικές ουσίες. [1] Αναπτύσσεται σε κλίματα που κυμαίνονται από εύκρατα ως τροπικά, δεν αντέχει σε χαμηλές θερμοκρασίες (κάτω από -6oC) με ύψος βροχής πάνω από 700-800mm το έτος. [2] Για το λόγο αυτό, στη χώρα μας, η σπορά θα πρέπει να γίνεται σε σπορεία νωρίς την άνοιξη και η μεταφύτευση να γίνει μετά την παρέλευση των τελευταίων αναμενόμενων παγετών. Είναι φωτόφιλο φυτό και δεν αναπτύσσεται σε σκιερές τοποθεσίες. Η φωτοπερίοδος είναι ο πλέον καθοριστικός παράγοντας στην καλλιέργεια στέβιας και επηρεάζει την εξέλιξη του φυτού από το φύτρωμα στο σπορείο μέχρι τη συλλογή του σπόρου. Συμβάλλει ακόμα στην εξέλιξη των γλυκαντικών ουσιών, αφού η στέβια είναι ιδιαίτερα ευαίσθητη και αρχίζει να ανθίζει στα τέλη Σεπτεμβρίου, τότε που η διάρκεια της ημέρας είναι κάτω από 13 ώρες. Οι χαμηλές θερμοκρασίες του φθινοπώρου επηρεάζουν το υπέργειο τμήμα του φυτού, το οποίο το χειμώνα ξεραίνεται. Όσο αφορά το ριζικό σύστημα φαίνεται να αντέχει και σε θερμοκρασίες έως -10oC και από το Μάρτιο θα έχουμε αναβλάστηση.

Το φυσικό περιβάλλον της στέβια βρίσκεται κοντά στο 22o με 23o νότιο παράλληλο και 54o - 56o γεωγραφικό πλάτος. Οι βροχοπτώσεις στον ελλαδικό χώρο υπάρχουν κυρίως το χειμώνα, την περίοδο δηλαδή που το φυτό δεν είναι στο χωράφι ή που δεν τις έχει ανάγκη. Αυτό σημαίνει ότι θα χρειαστεί όγκο νερού στα ποτίσματα, όμοιο με την ποσότητα νερού που χρειάζεται η καλλιέργεια βαμβακιού. Η μόνη διαφορά είναι ότι θα χρειαστούν πιο συχνά ποτίσματα με λιγότερο νερό, λόγω του επιφανειακού, θυσανώδους ριζικού συστήματος της στέβια.[1]

Πολλαπλασιασμός

Σπορόφυτο στέβιας

Ο ιδανικός τρόπος πολλαπλασιασμού του φυτού είναι αγενώς με τη χρήση μοσχευμάτων στελεχών ή φύλλων του φυτού, όμως το κόστος παραγωγής τους είναι απαγορευτικό. Για το λόγο αυτό η στέβια πολλαπλασιάζεται με σπόρο σε θερμοκήπιο (σε θερμοκρασία 24-25>oC) για την παραγωγή φυταρίων για περίοδο 8-10 εβδομάδων. Στην περίπτωση καλλιέργειας για παραγωγή φύλλων, είναι απαραίτητος ο συνεχής φωτισμός των φυτών ώστε να αποφευχθεί η πρώιμη άνθιση. [2] Η στέβια που προορίζεται για καλλιέργεια πολλαπλασιάζεται με 4 τρόπους. Αυτοί είναι με σπόρο (παραγωγή σπορόφυτων σε σπορεία), με μοσχεύματα, με έρριζες παραφυάδες και με ιστοκαλλιέργεια φύλλων (in vitro).

Η παραγωγή σπορόφυτων είναι μια μέθοδος προσφιλής για τους καλλιεργητές, γιατί είναι πιο εύκολη και πιο οικονομική. Οι παραγωγοί λένε ότι η μισή παραγωγή παίρνεται στο σπορείο και η άλλη μισή στο χωράφι. Έχει μεγάλη σημασία τα φυτά που θα παραχθούν να είναι υγιή, ομοιόμορφα, με κανονικό πάχος και ύψος, με πλούσιο ριζικό σύστημα και προπάντων σκληραγωγημένα, ώστε να αντέξουν το στρες της μεταφύτευσης.

Η μέθοδος των έρριζων μοσχευμάτων είναι κοστοβόρα και για αυτό είναι περιορισμένη. Επιλέγονται τα φυτά της στέβια, κόβονται τα μοσχεύματα σε μήκος 10cm περίπου από τρυφερούς ετήσιους βλαστούς. Αφαιρούνται όλα τα κανονικά φύλλα και αφήνονται μόνο τα μικρά φυλλαράκια που υπάρχουν στις μασχάλες των κανονικών φύλλων, καθώς και η κορυφή του βλαστού. Το κάτω μέρος των μοσχευμάτων εμβαπτίζονται σε ορμόνες ριζοβολίας και κατόπιν τοποθετούνται σε κατάλληλο υπόστρωμα. Είναι προτιμότερο τα μοσχεύματα να τοποθετηθούν σε θερμοκήπια, όπου με τη βοήθεια της υδρονέφωσης και κάτω από ιδανικές κλιματικές συνθήκες (επαρκής φωτισμός, υγρασία γύρω στο 70% και θερμοκρασία 21 - 27oC) αρχίζει η ριζοβολία των μοσχευμάτων.

Η μέθοδος με έρριζες παραφυάδες συνιστάται στο διαχωρισμό του ριζώματος του μητρικού φυτού σε περισσότερα φυτά. Ο διαχωρισμός των ριζωμάτων γίνεται, όταν ο καιρός είναι κατάλληλος και το χωράφι έτοιμο. Η μέθοδος αυτή εφαρμόστηκε πειραματικά από το ΕΘΙΑΓΕ στην Καρδίτσα το 2007. Παρατηρήθηκε ότι τα φυτά που παρήχθησαν με τη μέθοδο αυτή ήταν πιο δυνατά, πιο ταχείας ανάπτυξης και μεγαλύτερης απόδοσης σε σύγκριση με την παραγωγή σπορόφυτων. Το κόστος παραγωγής τους είναι οικονομικά πολύ μεγάλο και ασύμφορο.

Με τη μέθοδο της ιστοκαλλιέργειας, παράγεται φυτικό υλικό από πολύ μικρά τμήματα (έκφυτα, ιστός ή κύτταρα), προερχόμενα από το μητρικό φυτό και αναπτύσσονται υπό ασηπτικές συνθήκες μέσα σε δοκιμαστικούς σωλήνες ή δοχεία που ελέγχουμε τις συνθήκες περιβάλλοντος και ανόργανης θρέψης. Στα πλεονεκτήματα, είναι η παραγωγή μεγάλου αριθμού νέων φυτών με όμοιο γονότυπο χωρίς ασθένειες. Μειονέκτημα είναι το πολύ μεγάλο κόστος.[1]

Ποικιλίες

Οι βασικές ποικιλίες στέβιας που καλλιεργούνται στη χώρα μας είναι η Criola, η Eriete και η SRB - 128. Αναλύονται στον παρακάτω σύνδεσμο:

Ποικιλίες στέβιας[3], [4]

Ασθένειες

Η σεπτόρια, το φουζάριο, η τήξη σπορείων και η σκληρωτίνια είναι οι βασικότερες και πιο συχνές ασθένειες που εμφανίζονται στην καλλιέργεια στέβιας. Αναλύονται και οι 4 στον παρακάτω σύνδεσμο:

Ασθένειες στέβιας[1]

Εχθροί

Σύμφωνα με τη διεθνή βιβλιογραφία, περισσότερες προσβολές από προνύμφες εντόμων παρατηρούνται στα σπορεία και λιγότερο στο χωράφι. Γενικά οι εντομολογικές προσβολές δεν θα αποτελέσουν πρόβλημα στη καλλιέργεια στέβιας, γιατί σχεδόν όλες αντιμετωπίζονται στο χωράφι με ριζοπότισμα (χρησιμοποιώντας τα κατάλληλα διασυστηματικά σκευάσματα) και με φυλλοψεκασμούς με τα κατάλληλα εντομοκτόνα.[1]

Πληροφοριακά στοιχεία

Ποικιλίες Στέβια φυτό
Ποικιλία στέβιας Criola
Ποικιλία στέβιας Eriete
Ποικιλία στέβιας SRB-128
Ποικιλίες στέβιας
Ασθένειες Στέβια φυτό
Ασθένεια στέβιας Σεπτόρια
Ασθένεια στέβιας Σκληρωτίνια
Ασθένεια στέβιας Τήξη σπορείων
Ασθένεια στέβιας Φουζάριο
Ασθένειες στέβιας
Προϊόν
Στέβια προϊόν

Ευδοκιμεί στις περιοχές

Περιοχή
Νομός Αιτωλοακαρνανίας
Νομός Φθιώτιδος
Νομός Φωκίδος
Νομός Καρδίτσης
Νομός Τρικάλων
Νομός Γρεβενών
Νομός Λαρίσης
Νομός Δράμας
Νομός Ημαθίας
Νομός Θεσσαλονίκης
Νομός Καβάλας
Νομός Καστοριάς
Νομός Κιλκίς
Νομός Κοζάνης
Νομός Πέλλης
Νομός Πιερίας
Νομός Σερρών
Νομός Φλωρίνης
Νομός Χαλκιδικής
Νομός Έβρου
Νομός Ξάνθης
Νομός Ροδόπης

Σχετικές σελίδες

Καλλιέργεια στέβιας

Στέβια προϊόν

Γενικά στοιχεία στέβιας

Μορφολογικά χαρακτηριστικά στέβιας

Εδαφοκλιματικές συνθήκες στέβιας

Πολλαπλασιασμός στέβιας

Ποικιλίες στέβιας

Ασθένειες στέβιας

Εχθροί στέβιας

Βιβλιογραφία

  1. 1,0 1,1 1,2 1,3 1,4 1,5 Οδηγός καλλιέργειας στέβια, των Κωνσταντίνου και Παναγιώτη Ζαχοκώστα.
  2. 2,0 2,1 2,2 2,3 Η στέβια.
  3. Ποικιλία στέβιας SRB-128.
  4. Ποικιλίες στέβιας Criola και Eriete.