Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων του "Κλάδεμα πεπονιάς θερμοκηπίου"

Από GAIApedia
Μετάβαση σε: πλοήγηση, αναζήτηση
 
(13 ενδιάμεσες αναθεωρήσεις από ένα χρήστη δεν εμφανίζονται)
Γραμμή 1: Γραμμή 1:
Το κλάδεμα, όπως και η υποστύλωση αποτελούν εργασίες τελείως απαραίτητες για την κάθετη καλλιέργεια της πεπονιάς σε υψηλό θερμοκήπιο. Και οι δυο εργασίες γίνονται συνεχώς και παράλληλα, στοχεύουν στην καλύτερη αξιοποίηση του όγκου του θερμοκηπίου, την αύξηση των αποδόσεων και του εισοδήματος του καλλιεργητή. Το κλάδεμα της πεπονιάς σκοπό έχει την εξισορρόπηση της βλάστησης και καρποφορίας, τη ρύθμιση της εποχής συγκομιδής (πρωιμότητα), τη ρύθμιση της θέσης και του μεγέθους των καρπών και τη βελτίωση της ομοιογένειας και ποιότητας των καρπών. Όπως και στα άλλα φυτά που καλλιεργούνται κατακόρυφα στο θερμοκήπιο, έτσι και με την πεπονιά, στην πράξη εφαρμόζονται διάφοροι μέθοδοι κλαδέματος. Με την πεπονιά όμως, όπως και με την καρπουζιά, το κλαδεμα είναι στενά συνδεδεμένο με τον μόνοικο ή ανδρομόνοικο χαρακτήρα του φυτού και κάθε μέθοδος κλαδέματος που εφαρμόζεται, θα πρέπει να εξασφαλίζει στο φυτό τη δυνατότητα πρώιμης παραγωγής θηλυκών ή τελείων ανθέων και καρπών. Μέθοδοι κλαδέματος που εφαρμόζονται σήμερα είναι οι εξής:
+
Το κλάδεμα, όπως και η [[Υποστύλωση φυτού πεπονιάς θερμοκηπίου|υποστύλωση]] αποτελούν εργασίες τελείως απαραίτητες για την κάθετη καλλιέργεια της πεπονιάς σε υψηλό θερμοκήπιο. Και οι δυο εργασίες γίνονται συνεχώς και παράλληλα, στοχεύουν στην καλύτερη αξιοποίηση του όγκου του θερμοκηπίου, την αύξηση των αποδόσεων και του εισοδήματος του καλλιεργητή. Το κλάδεμα της πεπονιάς σκοπό έχει την εξισορρόπηση της βλάστησης και καρποφορίας, τη ρύθμιση της εποχής συγκομιδής (πρωιμότητα), τη ρύθμιση της θέσης και του μεγέθους των καρπών και τη βελτίωση της ομοιογένειας και ποιότητας των καρπών. Όπως και στα άλλα φυτά που καλλιεργούνται κατακόρυφα στο θερμοκήπιο, έτσι και με την πεπονιά, στην πράξη εφαρμόζονται διάφοροι μέθοδοι κλαδέματος. Με την πεπονιά όμως, όπως και με την [[Καρπουζιά|καρπουζιά]], το κλαδεμα είναι στενά συνδεδεμένο με τον μόνοικο ή ανδρομόνοικο χαρακτήρα του φυτού και κάθε μέθοδος κλαδέματος που εφαρμόζεται, θα πρέπει να εξασφαλίζει στο φυτό τη δυνατότητα πρώιμης παραγωγής θηλυκών ή τελείων ανθέων και καρπών. Μέθοδοι κλαδέματος που εφαρμόζονται σήμερα είναι οι εξής:
(i)Μετά τη μεταφύτευση, και όταν το φυτό αρχίσει να μεγαλώνει, από τις μασχάλες των φύλλων και ιδίως των κατώτερων, αναπτύσσονται πλευρικοί βλαστοί. Αυτοί οι πλευρικοί βλαστοί αφαιρούνται συνέχεια μέχρι του ύψους 0,6-1,0 m και αφήνεται να αναπτυχθεί ο κεντρικός βλαστός (ο οποίος υποστηρίζεται στον κατακόρυφο σπάγκο), τα φύλλα και τα αρσενικά άνθη. Πάνω από το ύψος αυτό αφήνονται να αναπτυχθούν οι πλάγιοι βλαστοί που φέρουν και τα θηλυκά άνθη. Κάθε πλάγιος που αναπτύσσεται θα πράγει θηλυκά άνθη, συνήθως στη μασχάλη του πρώτου και δεύτερου φύλλου. Το ύψος   <ref name="Κλάδεμα πεπονιάς θερμοκηπίου"/>
+
(i)Μετά τη [[Μεταφύτευση πεπονιάς θερμοκηπίου|μεταφύτευση]], και όταν το φυτό αρχίσει να μεγαλώνει, από τις μασχάλες των φύλλων και ιδίως των κατώτερων, αναπτύσσονται πλευρικοί βλαστοί. Αυτοί οι πλευρικοί βλαστοί αφαιρούνται συνέχεια μέχρι του ύψους 0,6-1,0 m και αφήνεται να αναπτυχθεί ο κεντρικός βλαστός (ο οποίος υποστηρίζεται στον κατακόρυφο σπάγκο), τα φύλλα και τα αρσενικά άνθη. Πάνω από το ύψος αυτό αφήνονται να αναπτυχθούν οι πλάγιοι βλαστοί που φέρουν και τα θηλυκά άνθη. Κάθε πλάγιος που αναπτύσσεται θα πράγει θηλυκά άνθη, συνήθως στη μασχάλη του πρώτου και δεύτερου φύλλου. Το ύψος που αφήνεται να αναπτυχθεί ο πρώτος καρποφόρος πλάγιος σε 60 ή 70 ή 100 cm και θα ακολουθήσουν οι υπόλοιποι πλάγιοι, επηρεάζει την πρωιμότητα και και το μέσο βάρος των καρπών. Η κορυφή του φυτού, όπως αναφέρθηκε και προηγουμένως, αφού περάσει το οριζόντιο σύρμα κατά 1-2 φύλλα, δένεται και, ή το φυτό κορυφολογείται ή από ορισμένους καλλιεργητές συνηθίζεται το δέσιμο της κορυφής, η οριζόντια ανάπτυξη της και πάλι δέσιμο επί του οριζόντιου σύρματος μέχρι τη θέση του επόμενου φυτού (50 cm), και στη συνέχεια γίνεται το κορυφολόγημα. Το κορυφολόγημα στοχεύει στην ώθηση των φυτών να παράγουν βλαστούς δεύτερης και τρίτης τάξης, οι οποίοι φέρουν και τα θηλυκά άνθη. Οι πλευρικοί βλαστοί αναπτύσσονται και παράγουν θηλυκά άνθη και αφού γίνει η επικονίαση-γονιμοποίηση και αρχίσει η διόγκωση του καρπού (μέγεθος καρυδιού), κορυφολογούνται στα 1-3 φύλλα μετά τον καρπό. Βλαστοί οι οποίοι δεν έχουν καρποφορήσει, αφαιρούνται. Επίσης, αφαιρούνται μερικοί βλαστοί όταν ο αριθμός των παραγόμενων πλάγιων βλαστών ανά φυτό είναι πολύ μεγάλος (βλαστοκάθαρος), ώστε να γίνεται καλύτερα ο αερισμός και η είσοδος του φωτός στην φυλλική περιοχή.
 +
(ii) Κατά το δεύτερο σύστημα κλαδέματος, το φυτό μετά τη μεταφύτευση και όταν αποκτήσει το ύψος των 10-20 περίπου εκατοστομέτρων κορυφολογείται μετά τα πρώτα 2-4 φύλλα, και στη συνέχεια αφήνονται να αναπτυχθούν οι δυο καλύτεροι πλάγιοι βλαστοί, οι οποίοι και υποστυλώνονται ο καθένας χωριστά από το οριζόντιο σύρμα με δυο κάθετους σπάγκους. Βλαστοί οι οποίοι αναπτύσσονται στον κορμό κάτω από τους δυο αυτούς βλασοτύς αφαιρούνται. Οι κορυφές των δυο βλαστών, όταν φθάσουν και περάσουν το οριζόντιο σύρμα κατά 1-2 φύλλα, κορυφολογούνται και οι βλαστοί δένονται στερεά στο οριζόντιο σύρμα, όπως έχει ήδη αναφερθεί. Πάνω στους δυο βλαστούς, όπως και στους πλάγιους που θα αναπτυχθούν από τις μασχάλες των φύλλων (βλαστοί 3ης τάξης), θα εμφανιστούν θηλυκά άνθη και στη συνέχεια, όταν όλα εξελιχθούν ομαλά, και καρποί. Οι δυο κατακόρυφοι πλάγιοι βλαστοί κλαδεύονται όπως και στο σύστημα (i), δηλαδή σε ύψος 60 μέχρι 100 cm (ανάλογα με τα επιδιωκόμενα αποτελέσματα), αφαιρούνται οι καρποί και οι πλάγιοι βλαστοί και αφήνονται αυτοί που θα καρποφορήσουν πάνω από το ύψος αυτό. Οι πλάγιοι (3ης τάξης) που φέρουν καρπούς κορυφολογούνται σε 1-3 φύλλα μετά τον καρπό. Βλαστοί που δεν έχουν καρποφορήσει και οι υπεράριθμοι βλαστοί αφαιρούνται από τη βάση τους, για διευκόλυνση του αερισμού και φωτισμού. Όταν εφαρμόζεται το δεύτερο σύστημα κλαδέματος, επειδή το φυτό με τους δυο βλαστούς του χρειάζεται περισσότερο χώρο για να αναπτυχθεί, θα πρέπει οι αποστάσεις φύτευσης επί της γραμμής να είναι κάπως μεγαλύτερες (60-70 cm) για καλύτερη ανάπτυξη των φυτών. Πειράματα που διεξήχθησαν υπό την επίβλεψη του συγγραφέα με στόχο την σύγκριση των δυο μεθόδων κλαδέματος (μονοστέλεχου και διστέλεχου), την ανάπτυξη του πρώτου καρπού στον πλάγιο που βρίσκεται σε ύψος 60-70 cm και 100-110 cm και την κοπή του πλάγιου καρποφόρου βλαστού στο ένα ή δυο φύλλα μετά τον καρπό, έδωσαν τα εξής αποτελέσματα:
 +
Το μονοστέλεχο σύστημα και με τους καρπούς να αναπτύσσονται σε πλάγιους στο ύψος των 60-70 cm έδωσαν την πιο πρώϊμη παραγωγή από όλες τις μεταχειρίσεις. Η παρουσία δυο φύλλων μετά τον καρπό συνέβαλε και στην περαιτέρω πρωΐμιση της παραγωγής (έναρξη συγκομιδής και συγκομιδή του 60-80% της παραγωγής στις 2 πρώτες εβδομάδες) και στην αύξηση της παραγωγής (μεγαλύτεροι καρποί) αποτέλεσμα πιστεύεται της μεγαλύτερης φυλλικής επιφάνειας. Στις διάφορες χώρες και από διάφορους καλλιεργητές έχουν εφαρμοστεί και εφαρμόζονται και άλλα συστήματα κλαδέματος, που κατά κύριο λόγο αποτελούν παραλλαγές του πρώτου συστήματος, δηλαδή του μονοστέλεχου. Η διαφορά από αυτό που έχει περιγραφεί πιο πάνω, οφείλεται κυρίως στο κορυφολόγημα του νεαρού φυτού στα δυο φύλλα και στη συνέχεια, η υποστύλωση του ενός πλάγιου βλαστού σε κατακόρυφη θέση, όπως και στην περίπτωση (i).
 +
Εάν επιχειρηθεί μια εμπειρική σύγκριση των δυο συστημάτων, είναι δυνατόν να λεχθεί ότι, όταν εφαρμόζεται το πρώτο σύστημα κλαδέματος, τα φυτά αναπτύσσονται πιο γρήγορα, η παραγωγή είναι πιο πρώιμη και το μέγεθος των καρπών μεγαλύτερο. Ο επιθυμητός αριθμός των καρπών ανά φυτό εξαρτάται βέβαια και από την ποικιλία, την εποχή της καλλιέργειας, την ανάπτυξη των φυτών, το επιθυμητό μέγεθος του καρπού και τις συνθήκες καλλιέργειας. Γενικά η παραγωγή 4-6 εμπορεύσιμων καρπών/φυτό πρέπει να θεωρηθεί ικανοποιητική απόδοση. Θα πρέπει το θέμα του συστήματος κλαδέματος της πεπονιάς που καλλιεργείται στο θερμοκήπιο υπό κατακόρυφο μορφή, να μελετηθεί σε βάθος και μάλιστα σε συνδυασμό με την ποικιλία (συνήθειες ανάπτυξης και άνθησης, τη ζωηρότητα) την εποχή φύτευσης και άλλες συνθήκες παραγωγής, γιατί είναι γνωστό ότι η αποτελεσματικότητα ενός συστήματος κλαδέματος εξαρτάται από την ποικιλία (τρόπος καρποφορίας, ζωηρότητα), τις συνθήκες που θα επικρατούν στο θερμοκήπιο, τη συγκεκριμένη εποχή καλλιέργειας, τη γονιμότητα του εδάφους, την πυκνότητα φύτευσης κ.λπ. Οι παρατηρήσεις που λαμβάνονται για την αξιολόγηση των συστημάτων κλαδέματος αναφέρονται στην πρωιμότητα, την ολική παραγωγή, το μέσο βάρος των καρπών, την ποιότητα των καρπών με ιδιαίτερη αναφορά στην εμφάνιση και τη γεύση. Τόσο το κλάδεμα όσο και η υποστύλωση που γίνονται ταυτοχρόνως, πρέπει να εφαρμόζονται συχνά και συνήθως 2 φορές την εβδομάδα, γιατί η βλάστηση υπό κανονικές συνθήκες είναι πολύ γρήγορη, ιδίως στα αρχικά στάδια ανάπτυξης του φυτού, πριν σχηματιστούν και αρχίσουν να διογκώνονται οι καρποί και πολύ εύκολα μπορεί η βλάστηση να ξεφύγει τον έλεγχο του καλλιεργητή, αν καθυστερήσει στην επέμβαση με κλάδεμα. <ref name="Κλάδεμα πεπονιάς θερμοκηπίου"/>
  
 
==Βιβλιογραφία==
 
==Βιβλιογραφία==

Τελευταία αναθεώρηση της 10:33, 18 Νοεμβρίου 2015

Το κλάδεμα, όπως και η υποστύλωση αποτελούν εργασίες τελείως απαραίτητες για την κάθετη καλλιέργεια της πεπονιάς σε υψηλό θερμοκήπιο. Και οι δυο εργασίες γίνονται συνεχώς και παράλληλα, στοχεύουν στην καλύτερη αξιοποίηση του όγκου του θερμοκηπίου, την αύξηση των αποδόσεων και του εισοδήματος του καλλιεργητή. Το κλάδεμα της πεπονιάς σκοπό έχει την εξισορρόπηση της βλάστησης και καρποφορίας, τη ρύθμιση της εποχής συγκομιδής (πρωιμότητα), τη ρύθμιση της θέσης και του μεγέθους των καρπών και τη βελτίωση της ομοιογένειας και ποιότητας των καρπών. Όπως και στα άλλα φυτά που καλλιεργούνται κατακόρυφα στο θερμοκήπιο, έτσι και με την πεπονιά, στην πράξη εφαρμόζονται διάφοροι μέθοδοι κλαδέματος. Με την πεπονιά όμως, όπως και με την καρπουζιά, το κλαδεμα είναι στενά συνδεδεμένο με τον μόνοικο ή ανδρομόνοικο χαρακτήρα του φυτού και κάθε μέθοδος κλαδέματος που εφαρμόζεται, θα πρέπει να εξασφαλίζει στο φυτό τη δυνατότητα πρώιμης παραγωγής θηλυκών ή τελείων ανθέων και καρπών. Μέθοδοι κλαδέματος που εφαρμόζονται σήμερα είναι οι εξής: (i)Μετά τη μεταφύτευση, και όταν το φυτό αρχίσει να μεγαλώνει, από τις μασχάλες των φύλλων και ιδίως των κατώτερων, αναπτύσσονται πλευρικοί βλαστοί. Αυτοί οι πλευρικοί βλαστοί αφαιρούνται συνέχεια μέχρι του ύψους 0,6-1,0 m και αφήνεται να αναπτυχθεί ο κεντρικός βλαστός (ο οποίος υποστηρίζεται στον κατακόρυφο σπάγκο), τα φύλλα και τα αρσενικά άνθη. Πάνω από το ύψος αυτό αφήνονται να αναπτυχθούν οι πλάγιοι βλαστοί που φέρουν και τα θηλυκά άνθη. Κάθε πλάγιος που αναπτύσσεται θα πράγει θηλυκά άνθη, συνήθως στη μασχάλη του πρώτου και δεύτερου φύλλου. Το ύψος που αφήνεται να αναπτυχθεί ο πρώτος καρποφόρος πλάγιος σε 60 ή 70 ή 100 cm και θα ακολουθήσουν οι υπόλοιποι πλάγιοι, επηρεάζει την πρωιμότητα και και το μέσο βάρος των καρπών. Η κορυφή του φυτού, όπως αναφέρθηκε και προηγουμένως, αφού περάσει το οριζόντιο σύρμα κατά 1-2 φύλλα, δένεται και, ή το φυτό κορυφολογείται ή από ορισμένους καλλιεργητές συνηθίζεται το δέσιμο της κορυφής, η οριζόντια ανάπτυξη της και πάλι δέσιμο επί του οριζόντιου σύρματος μέχρι τη θέση του επόμενου φυτού (50 cm), και στη συνέχεια γίνεται το κορυφολόγημα. Το κορυφολόγημα στοχεύει στην ώθηση των φυτών να παράγουν βλαστούς δεύτερης και τρίτης τάξης, οι οποίοι φέρουν και τα θηλυκά άνθη. Οι πλευρικοί βλαστοί αναπτύσσονται και παράγουν θηλυκά άνθη και αφού γίνει η επικονίαση-γονιμοποίηση και αρχίσει η διόγκωση του καρπού (μέγεθος καρυδιού), κορυφολογούνται στα 1-3 φύλλα μετά τον καρπό. Βλαστοί οι οποίοι δεν έχουν καρποφορήσει, αφαιρούνται. Επίσης, αφαιρούνται μερικοί βλαστοί όταν ο αριθμός των παραγόμενων πλάγιων βλαστών ανά φυτό είναι πολύ μεγάλος (βλαστοκάθαρος), ώστε να γίνεται καλύτερα ο αερισμός και η είσοδος του φωτός στην φυλλική περιοχή. (ii) Κατά το δεύτερο σύστημα κλαδέματος, το φυτό μετά τη μεταφύτευση και όταν αποκτήσει το ύψος των 10-20 περίπου εκατοστομέτρων κορυφολογείται μετά τα πρώτα 2-4 φύλλα, και στη συνέχεια αφήνονται να αναπτυχθούν οι δυο καλύτεροι πλάγιοι βλαστοί, οι οποίοι και υποστυλώνονται ο καθένας χωριστά από το οριζόντιο σύρμα με δυο κάθετους σπάγκους. Βλαστοί οι οποίοι αναπτύσσονται στον κορμό κάτω από τους δυο αυτούς βλασοτύς αφαιρούνται. Οι κορυφές των δυο βλαστών, όταν φθάσουν και περάσουν το οριζόντιο σύρμα κατά 1-2 φύλλα, κορυφολογούνται και οι βλαστοί δένονται στερεά στο οριζόντιο σύρμα, όπως έχει ήδη αναφερθεί. Πάνω στους δυο βλαστούς, όπως και στους πλάγιους που θα αναπτυχθούν από τις μασχάλες των φύλλων (βλαστοί 3ης τάξης), θα εμφανιστούν θηλυκά άνθη και στη συνέχεια, όταν όλα εξελιχθούν ομαλά, και καρποί. Οι δυο κατακόρυφοι πλάγιοι βλαστοί κλαδεύονται όπως και στο σύστημα (i), δηλαδή σε ύψος 60 μέχρι 100 cm (ανάλογα με τα επιδιωκόμενα αποτελέσματα), αφαιρούνται οι καρποί και οι πλάγιοι βλαστοί και αφήνονται αυτοί που θα καρποφορήσουν πάνω από το ύψος αυτό. Οι πλάγιοι (3ης τάξης) που φέρουν καρπούς κορυφολογούνται σε 1-3 φύλλα μετά τον καρπό. Βλαστοί που δεν έχουν καρποφορήσει και οι υπεράριθμοι βλαστοί αφαιρούνται από τη βάση τους, για διευκόλυνση του αερισμού και φωτισμού. Όταν εφαρμόζεται το δεύτερο σύστημα κλαδέματος, επειδή το φυτό με τους δυο βλαστούς του χρειάζεται περισσότερο χώρο για να αναπτυχθεί, θα πρέπει οι αποστάσεις φύτευσης επί της γραμμής να είναι κάπως μεγαλύτερες (60-70 cm) για καλύτερη ανάπτυξη των φυτών. Πειράματα που διεξήχθησαν υπό την επίβλεψη του συγγραφέα με στόχο την σύγκριση των δυο μεθόδων κλαδέματος (μονοστέλεχου και διστέλεχου), την ανάπτυξη του πρώτου καρπού στον πλάγιο που βρίσκεται σε ύψος 60-70 cm και 100-110 cm και την κοπή του πλάγιου καρποφόρου βλαστού στο ένα ή δυο φύλλα μετά τον καρπό, έδωσαν τα εξής αποτελέσματα: Το μονοστέλεχο σύστημα και με τους καρπούς να αναπτύσσονται σε πλάγιους στο ύψος των 60-70 cm έδωσαν την πιο πρώϊμη παραγωγή από όλες τις μεταχειρίσεις. Η παρουσία δυο φύλλων μετά τον καρπό συνέβαλε και στην περαιτέρω πρωΐμιση της παραγωγής (έναρξη συγκομιδής και συγκομιδή του 60-80% της παραγωγής στις 2 πρώτες εβδομάδες) και στην αύξηση της παραγωγής (μεγαλύτεροι καρποί) αποτέλεσμα πιστεύεται της μεγαλύτερης φυλλικής επιφάνειας. Στις διάφορες χώρες και από διάφορους καλλιεργητές έχουν εφαρμοστεί και εφαρμόζονται και άλλα συστήματα κλαδέματος, που κατά κύριο λόγο αποτελούν παραλλαγές του πρώτου συστήματος, δηλαδή του μονοστέλεχου. Η διαφορά από αυτό που έχει περιγραφεί πιο πάνω, οφείλεται κυρίως στο κορυφολόγημα του νεαρού φυτού στα δυο φύλλα και στη συνέχεια, η υποστύλωση του ενός πλάγιου βλαστού σε κατακόρυφη θέση, όπως και στην περίπτωση (i). Εάν επιχειρηθεί μια εμπειρική σύγκριση των δυο συστημάτων, είναι δυνατόν να λεχθεί ότι, όταν εφαρμόζεται το πρώτο σύστημα κλαδέματος, τα φυτά αναπτύσσονται πιο γρήγορα, η παραγωγή είναι πιο πρώιμη και το μέγεθος των καρπών μεγαλύτερο. Ο επιθυμητός αριθμός των καρπών ανά φυτό εξαρτάται βέβαια και από την ποικιλία, την εποχή της καλλιέργειας, την ανάπτυξη των φυτών, το επιθυμητό μέγεθος του καρπού και τις συνθήκες καλλιέργειας. Γενικά η παραγωγή 4-6 εμπορεύσιμων καρπών/φυτό πρέπει να θεωρηθεί ικανοποιητική απόδοση. Θα πρέπει το θέμα του συστήματος κλαδέματος της πεπονιάς που καλλιεργείται στο θερμοκήπιο υπό κατακόρυφο μορφή, να μελετηθεί σε βάθος και μάλιστα σε συνδυασμό με την ποικιλία (συνήθειες ανάπτυξης και άνθησης, τη ζωηρότητα) την εποχή φύτευσης και άλλες συνθήκες παραγωγής, γιατί είναι γνωστό ότι η αποτελεσματικότητα ενός συστήματος κλαδέματος εξαρτάται από την ποικιλία (τρόπος καρποφορίας, ζωηρότητα), τις συνθήκες που θα επικρατούν στο θερμοκήπιο, τη συγκεκριμένη εποχή καλλιέργειας, τη γονιμότητα του εδάφους, την πυκνότητα φύτευσης κ.λπ. Οι παρατηρήσεις που λαμβάνονται για την αξιολόγηση των συστημάτων κλαδέματος αναφέρονται στην πρωιμότητα, την ολική παραγωγή, το μέσο βάρος των καρπών, την ποιότητα των καρπών με ιδιαίτερη αναφορά στην εμφάνιση και τη γεύση. Τόσο το κλάδεμα όσο και η υποστύλωση που γίνονται ταυτοχρόνως, πρέπει να εφαρμόζονται συχνά και συνήθως 2 φορές την εβδομάδα, γιατί η βλάστηση υπό κανονικές συνθήκες είναι πολύ γρήγορη, ιδίως στα αρχικά στάδια ανάπτυξης του φυτού, πριν σχηματιστούν και αρχίσουν να διογκώνονται οι καρποί και πολύ εύκολα μπορεί η βλάστηση να ξεφύγει τον έλεγχο του καλλιεργητή, αν καθυστερήσει στην επέμβαση με κλάδεμα. [1]

Βιβλιογραφία

  1. Η τεχνική της καλλιέργειας των κηπευτικών στα θερμοκήπια, του Χρήστου Ολύμπιου, Καθηγητή Γεωπονικού Πανεπιστημίου Αθηνών, Αθήνα 2001.