Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων του "Ασθένεια γαρυφαλλιάς ριζοκτόνια"
(4 ενδιάμεσες αναθεωρήσεις από ένα χρήστη δεν εμφανίζονται) | |||
Γραμμή 1: | Γραμμή 1: | ||
− | Η | + | Η [[Ριζοκτονίαση|ριζοκτόνια]] ή σήψη του στελέχους (αγγλ. Rhizoctonia stem rot, collar rot) είναι συνήθως μικρής σημασίας [[Ασθένειες γαρυφαλλιάς|ασθένεια]] στις σύγχρονες καλλιέργειες γαρυφαλλιάς όπου λαμβάνονται τα ενδεδειγμένα μέτρα υγιεινής. |
− | + | ||
+ | Οφείλεται στον εδαφογενή μύκητα Rhizoctonia solani, ο οποίος έχει ένα πολύ μεγάλο εύρος ξενιστών φυτών και μπορεί να προκαλέσει σοβαρά προβλήματα ιδιαίτερα σε φυτώρια στα οποία δεν εφαρμόζονται επαρκή μέτρα μειώσεως των μολυσμάτων στο έδαφος. Για την είσοδο και εγκατάσταση του παθογόνου μέσα στο φυτό απαιτούνται πληγές ή εξασθενημένοι φυτικοί ιστοί. Τα μοσχεύματα είναι περισσότερο ευπαθή παρά τα εγκαταστημένα φυτά. Τα συμπτώματα εμφανίζονται 1 - 6 εβδομάδες μετά το φύτεμα των μοσχευμάτων, συνήθως με ένα καθολικό και απότομο μαρασμό του φυτού. Στη βάση του στελέχους ή λίγο πιο κάτω από την επιφάνεια του εδάφους σχηματίζεται καστανό έλκος, συνήθως χωρίς να προσβάλλονται οι ρίζες. | ||
+ | Το έλκος είναι αρχικά ξηρό και ανοικτού καστανού χρώματος, ενώ καλύπτεται στην επιφάνεια με την καστανή εξάνθηση του παθογόνου. Στην περίπτωση που ο προσβεβλημένος ιστός του φυτού αποικίζεται από δευτερογενείς μικροοργανισμούς, τότε αναπτύσσεται μια σκούρα υγρή σήψη. Η ριζοκτονίαση δύσκολα διαφοροποιείται από τη [[Ασθένεια γαρυφαλλιάς φουζαρίωση|σήψη του λαιμού]] που οφείλεται στον Fusarium culmorum ιδιαίτερα καθώς ο μύκητας αυτός συχνά αποικίζει τους ιστούς που προσβάλλονται από ριζοκτόνια. | ||
+ | Ένα χαρακτηριστικό σύμπτωμα της ριζοκτονίασης είναι η εξασθένηση του στελέχους στο σημείο της προσβολής η οποία και προκαλεί το σπάσιμο του στελέχους στην περιοχή του λαιμού. Οι απομονώσεις του παθογόνου από φυτά γαρυφαλλιάς ανήκουν στην ομάδα αναστόμωσης AG-4. | ||
− | <ref name="Ασθένειες καλλωπιστικών φυτών"/> | + | Η ασθένεια αντιμετωπίζεται με προληπτική εφαρμογή στο έδαφος του μυκητοκτόνου quintozene ή benomyl. Ακόμη, αναφέρονται ως αποτελεσματικά και τα μυκητοκτόνα thiophanate-methyl, iprodione και triflumizole. Αλλά και τα pencycuron, flutolanil και tolclofos-methyl. Επίσης, αποτελεσματικό κατά του Rhizoctonia βρέθηκε και το azoxystrobin, σε δόση 2 g/m2. Το ίδιο μυκητοκτόνο είναι αποτελεσματικό και εναντίον της αδροφουζαρίωσης και της σήψης του λαιμού της γαρυφαλλιάς από Phytophthora.<ref name="Ασθένειες καλλωπιστικών φυτών"/> |
Τελευταία αναθεώρηση της 14:25, 11 Ιανουαρίου 2016
Η ριζοκτόνια ή σήψη του στελέχους (αγγλ. Rhizoctonia stem rot, collar rot) είναι συνήθως μικρής σημασίας ασθένεια στις σύγχρονες καλλιέργειες γαρυφαλλιάς όπου λαμβάνονται τα ενδεδειγμένα μέτρα υγιεινής.
Οφείλεται στον εδαφογενή μύκητα Rhizoctonia solani, ο οποίος έχει ένα πολύ μεγάλο εύρος ξενιστών φυτών και μπορεί να προκαλέσει σοβαρά προβλήματα ιδιαίτερα σε φυτώρια στα οποία δεν εφαρμόζονται επαρκή μέτρα μειώσεως των μολυσμάτων στο έδαφος. Για την είσοδο και εγκατάσταση του παθογόνου μέσα στο φυτό απαιτούνται πληγές ή εξασθενημένοι φυτικοί ιστοί. Τα μοσχεύματα είναι περισσότερο ευπαθή παρά τα εγκαταστημένα φυτά. Τα συμπτώματα εμφανίζονται 1 - 6 εβδομάδες μετά το φύτεμα των μοσχευμάτων, συνήθως με ένα καθολικό και απότομο μαρασμό του φυτού. Στη βάση του στελέχους ή λίγο πιο κάτω από την επιφάνεια του εδάφους σχηματίζεται καστανό έλκος, συνήθως χωρίς να προσβάλλονται οι ρίζες.
Το έλκος είναι αρχικά ξηρό και ανοικτού καστανού χρώματος, ενώ καλύπτεται στην επιφάνεια με την καστανή εξάνθηση του παθογόνου. Στην περίπτωση που ο προσβεβλημένος ιστός του φυτού αποικίζεται από δευτερογενείς μικροοργανισμούς, τότε αναπτύσσεται μια σκούρα υγρή σήψη. Η ριζοκτονίαση δύσκολα διαφοροποιείται από τη σήψη του λαιμού που οφείλεται στον Fusarium culmorum ιδιαίτερα καθώς ο μύκητας αυτός συχνά αποικίζει τους ιστούς που προσβάλλονται από ριζοκτόνια.
Ένα χαρακτηριστικό σύμπτωμα της ριζοκτονίασης είναι η εξασθένηση του στελέχους στο σημείο της προσβολής η οποία και προκαλεί το σπάσιμο του στελέχους στην περιοχή του λαιμού. Οι απομονώσεις του παθογόνου από φυτά γαρυφαλλιάς ανήκουν στην ομάδα αναστόμωσης AG-4.
Η ασθένεια αντιμετωπίζεται με προληπτική εφαρμογή στο έδαφος του μυκητοκτόνου quintozene ή benomyl. Ακόμη, αναφέρονται ως αποτελεσματικά και τα μυκητοκτόνα thiophanate-methyl, iprodione και triflumizole. Αλλά και τα pencycuron, flutolanil και tolclofos-methyl. Επίσης, αποτελεσματικό κατά του Rhizoctonia βρέθηκε και το azoxystrobin, σε δόση 2 g/m2. Το ίδιο μυκητοκτόνο είναι αποτελεσματικό και εναντίον της αδροφουζαρίωσης και της σήψης του λαιμού της γαρυφαλλιάς από Phytophthora.[1]
Βιβλιογραφία
- ↑ Ασθένειες καλλωπιστικών φυτών, του Ομότιμου Καθηγητή Φυτοπαθολογίας του Γεωπονικού Πανεπιστημίου Αθηνών Χ.Γ.Παναγόπουλου, Αθήνα 2003.