Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων του "Ασθένειες μελισσών"
(7 ενδιάμεσες αναθεωρήσεις από 2 χρήστες δεν εμφανίζονται) | |||
Γραμμή 8: | Γραμμή 8: | ||
{{:Ασθένεια μελισσών Νοζεμίαση|top_heading={{{top_heading|==}}}=}} | {{:Ασθένεια μελισσών Νοζεμίαση|top_heading={{{top_heading|==}}}=}} | ||
− | {{{top_heading|==}}}[[Ασκοσφαίρωση]]{{{top_heading|==}}} | + | {{{top_heading|==}}}[[Ασθένεια μελισσών Ασκοσφαίρωση|Ασκοσφαίρωση]]{{{top_heading|==}}} |
− | {{:Ασκοσφαίρωση|top_heading={{{top_heading|==}}}=}} | + | {{:Ασθένεια μελισσών Ασκοσφαίρωση|top_heading={{{top_heading|==}}}=}} |
− | {{{top_heading|==}}}[[Σακόμορφη σηψιγονία]]{{{top_heading|==}}} | + | {{{top_heading|==}}}[[Ασθένεια μελισσών Σακόμορφη σηψιγονία|Σακόμορφη σηψιγονία]]{{{top_heading|==}}} |
− | {{:Σακόμορφη σηψιγονία|top_heading={{{top_heading|==}}}=}} | + | {{:Ασθένεια μελισσών Σακόμορφη σηψιγονία|top_heading={{{top_heading|==}}}=}} |
+ | |||
+ | {{{top_heading|==}}}[[Ασθένεια μελισσών Παράλυση|Χρόνια παράλυση]]{{{top_heading|==}}} | ||
+ | {{:Ασθένεια μελισσών Παράλυση|top_heading={{{top_heading|==}}}=}} | ||
+ | |||
+ | {{{top_heading|==}}}[[Ασθένεια μελισσών Αμοιβάδωση|Αμοιβάδωση]]{{{top_heading|==}}} | ||
+ | {{:Ασθένεια μελισσών Αμοιβάδωση|top_heading={{{top_heading|==}}}=}} | ||
+ | |||
+ | {{{top_heading|==}}}[[Ασθένεια μελισσών Βακτήρια|Βακτήρια]]{{{top_heading|==}}} | ||
+ | {{:Ασθένεια μελισσών Βακτήρια|top_heading={{{top_heading|==}}}=}} | ||
− | |||
− | |||
[[πόσο αφορά σε κτηνοτρόφο::30| ]] | [[πόσο αφορά σε κτηνοτρόφο::30| ]] | ||
Γραμμή 21: | Γραμμή 28: | ||
[[σχετίζεται με::Μέλισσες| ]] | [[σχετίζεται με::Μέλισσες| ]] | ||
[[Category:Κατάλογος]] | [[Category:Κατάλογος]] | ||
+ | |||
+ | |||
__NOTOC__ | __NOTOC__ |
Τελευταία αναθεώρηση της 12:44, 7 Ιουνίου 2016
Αμερικανική σηψιγονία
Πρόκειται για τη σηµαντικότερη ασθένεια [1] των µελισσών, η οποία προκαλεί τεράστια προβλήµατα παγκοσµίως. Προκαλείται από το βακτήριο Paenibacillus larvae, το οποίο προσβάλλει τη µέλισσα στο στάδιο της προνύµφης.
Οι προνύµφες µολύνονται όταν λάβουν σπόρια του βακτηρίου µαζί µε την τροφή. Προνύµφες ηλικίας µεγαλύτερης των τριών ηµερών προσβάλλονται δυσκολότερα. Τα σπόρια βλαστάνουν στο στοµάχι, πολλαπλασιάζονται και σπορογονούν. Οι καθαρίστριες µέλισσες, προσπαθώντας να αποµακρύνουν το νεκρό γόνο, µολύνονται µε σπόρια, τα οποία µεταφέρουν σε υγιείς προνύµφες. Μετά από καιρό, ο νεκρός γόνος αποξηραίνεται και σχηµατίζει ένα λέπι και συχνά η γλώσσα των νεκρών προνυµφών είναι προσκολληµένη στην άλλη άκρη του κελιού.
Ένα σηµαντικό χαρακτηριστικό των σπορίων του βακτηρίου είναι ότι διατηρούν τη βλαστικότητά τους έως και 35 χρόνια. Αυτό το γεγονός κάνει ακόµα δυσκολότερη την αντιµετώπιση της ασθένειας. Η ασθένεια εµφανίζεται όλες τις εποχές του χρόνου, εντονότερα όµως το καλοκαίρι, όταν σταµατήσει η νεκταροέκκριση και υπάρχει έντονη τάση για λεηλασία.
Τρόποι μετάδοσης
Η ασθένεια[2] μεταδίδεται και πολλαπλασιάζεται με πολλούς τρόπους, μερικοί από τους οποίους είναι:
- Οι καθαρίστριες μέλισσες στην προσπάθειά τους να καθαρίσουν τα λέπια του νεκρού γόνου διαδίδουν περισσότερο το βακτήριο, ιδίως όταν αλλάζουν καθήκοντα και από καθαρίστριες γίνονται παραμάνες.
- Με την λεηλασία τα σπόρια μεταδίδονται από κυψέλη σε κυψέλη. Τα προσβεβλημένα μελίσσια είναι συνήθως αδύνατα και λεηλατούνται ευκολότερα και για τον λόγο αυτό ένα από τα μέτρα προστασίας που παίρνουμε είναι να μικραίνουμε την είσοδο των κυψελών.
- Με τη χρησιμοποίηση μολυσμένων εργαλείων και διαφόρων υλικών (κηρηθρών), τα σπόρια του βακτηρίου μεταφέρονται σε υγιή μελίσσια.
- Με τη νομαδική μελισσοκομία η ασθένεια μεταδίδεται από περιοχή σε περιοχή.
- Με την αγορά μολυσμένου μελισσοκομικού υλικού (π.χ κυψέλες).
- Με την παραπλάνηση των μελισσών.
Συμπτώματα
Ο γόνος είναι διάσπαρτος και παρουσιάζει όψη μωσαϊκού. Στις περισσότερες περιπτώσεις μόνο ο γόνος εργατριών προσβάλλεται. Ο θάνατος των προνυμφών και νυμφών συμβαίνει μετά το σφράγισμα των κελιών. Τα σφραγίσματα είναι κοίλα (καθιζάνουν) και πολλά από αυτά παρουσιάζουν σχισμές ή τρύπες. Το χρώμα του γόνου παίρνει χρώμα καφέ και τελικά σκούρο καφέ. Όταν βυθίσουμε μία οδοντογλυφίδα ή ένα σπιρτόξυλο μέσα στο σώμα της νεκρής προνύμφης και μετά το τραβήξουμε προς τα έξω, σχηματίζεται κολλώδης κλωστή. Ο προσβλημένος γόνος έχει χαρακτηριστική μυρωδιά ψαρόκολλας. Μετά από καιρό ο νεκρός γόνος, αποξηραίνεται και σχηματίζεται ένα λέπι, το οποίο είναι προσκολλημένο στα τοιχώματα του κελιού. Σε μερικές νεκρές νύμφες, όταν αποξηραίνονται, φαίνεται η γλώσσα τους η οποία είναι συνήθως κολλημένη στην άλλη άκρη του κελιού. Τα λέπια (αποξηραμένος γόνος) φθορίζουν στο υπεριώδες φως, πράγμα που βοηθά έτσι στη διάγνωση, όταν τα δείγματα είναι κακώς διατηρημένα, ενώ παράλληλα και ο πληθυσμός του μελισσιού μειώνεται σημαντικά.
Θεραπεία
Τα διάφορα μέτρα που λαμβάνονται είναι:
- Η καταστροφή των μολυσμένων μελισσιών.
- Η εφαρμογή της διπλής μετάγγισης.
- Χρησιμοποίηση μελισσών ανθεκτικών στην ασθένεια.
- Χημικά μέσα. Η τερραμυκίνη είναι το μόνο εγκεκριμένο φάρμακο που χρησιμοποιείται σήμερα εναντίον της Αμερικανικής και Ευρωπαϊκής Σηψιγονίας σε πολλά μέρη του κόσμου. Στην Ελλάδα κυκλοφορεί για μελισσοκομική χρήση σε συσκευασία των 100gr με 0,55gr δραστικής ουσίας. Η τερραμυκίνη αναστέλλει τη βλάστηση και τη σπορογένηση του βακτηρίου. Δεν έχει όμως καμία επίδραση στα σπόρια του βακτηρίου. Από την τερραμυκίνη, ανεξάρτητα με τον τρόπο που χορηγείται, θα πρέπει τα 100gr να δοθούν σε 25 μελίσσια. Η θεραπεία επαναλαμβάνεται 3 φορές με διάστημα 4 - 5 ημερών μεταξύ τους. Δύο τρόποι με τους οποίους χορηγείται στα μελίσσια η τερραμυκίνη είναι:
α) Αναμεμιγμένη με κρυσταλλική ζάχαρη ή άχνη ζάχαρη. Το μίγμα τοποθετείται περιφερειακά στους κηροθροφορείς με προσοχή, ώστε να μην πέσει μέσα στα κελιά του γόνου. Η εφαρμογή αυτή είναι εύκολη, αλλά αν το μείγμα παραμείνει για μεγάλο χρονικό διάστημα, πετρώνει. Οι μέλισσες προτιμούν περισσότερο την άχνη από την κρυσταλλική και παίρνουν ευκολότερα τη ζάχαρη, όταν έχουν στη διάθεσή τους άφθονο νερό.
β) Διαλυμένη στο σιρόπι. Η τερραμυκίνη, όταν διαλυθεί στο σιρόπι χάνει τις θεραπευτικές της ιδιότητες σε 24 ώρες. Για το λόγο αυτό θα πρέπει να δίνεται την ημέρα που παρασκευάζεται και, αν είναι δυνατόν, σε μικρές δόσεις, για να προλαβαίνουν να το καταναλώνουν οι μέλισσες γρήγορα. Το θεραπευτικό σιρόπι μπορεί να ψεκαστεί πάνω στις μέλισσες, αλλά θα πρέπει να είναι αρκετά αραιό, για να μην κολλά στα φτερά των μελισσών. Η Αμερικάνικη σηψιγονία είναι σοβαρή ασθένεια, αλλά τα φάρμακα πρέπει να χρησιμοποιούνται σύμφωνα με τις οδηγίες του παρασκευαστή. Το μέλι μπορεί να μολυνθεί με αυτά, αν η χρήση τους γίνεται αλόγιστα. Επίσης, με τη συνεχή χρήση των φαρμάκων που πολλές φορές γίνεται προληπτικά, υπάρχει πάντοτε η πιθανότητα να δημιουργηθεί εθισμός του βακτηρίου στα φάρμακα.
Προφυλάξεις
- Σωστοί χειρισμοί που μειώνουν στο ελάχιστο τη μόλυνση των υγιών μελισσιών
- Ακανόνιστη διάταξη των κυψελών, έτσι ώστε να μειωθεί στο ελάχιστο η παραπλάνηση των μελισσών.
- Να αποφεύγεται η τροφοδότηση μελιού και γύρης αγνώστου προέλευσης.
- Ποτέ δεν πρέπει να υπάρχει μέλι εκτεθειμένο έξω, γιατί προκαλείται λεηλασία που έχει σαν αποτέλεσμα τη διάδοση των ασθενειών.
Βιβλιογραφία
- ↑ Εχθροί κι ασθένειες των μελισσών, Αμερικανική σηψιγονία
- ↑ Μέλισσα και μελισσοκομική τεχνική, του Πασχάλη Χαριζάνη καθηγητή μελισσοκομίας Γεωπονικού Πανεπιστημίου Αθηνών, Αθήνα 1996.
Ευρωπαϊκή σηψιγονία
Η ασθένεια αυτή [1] προκαλείται από το βακτήριο Melissococcus pluton. Παρόλο που η ασθένεια είναι εξαπλωμένη σε όλο τον κόσμο, συνήθως δεν θεωρείται σοβαρή ασθένεια των μελισσών. Συχνά το Bacillus alvei είναι ένα από τα δευτερεύοντα βακτήρια που ανευρίσκεται στις νεκρές προνύμφες. Τα σπόρια των βακτηρίων δε διατηρούνται για μεγάλο χρονικό διάστημα και σύμφωνα με τον Bailey μπορούν να εμφανίσουν συμπτώματα μέχρι περίπου 3 χρόνια. Η Ευρωπαϊκή σηψιγονία προσβάλλει τις νεαρές προνύμφες κυρίως της 3ης και 4ης ημέρας, οι οποίες πεθαίνουν πριν καλυφθούν.
Συμπτώματα
Τα συμπτώματα διαφέρουν από εκείνα της Αμερικανικής σηψιγονίας στα εξής σημεία:
α) Οι προσβεβλημένες προνύμφες έχουν διαφορετική όψη και ανώμαλη τοποθέτηση μέσα στο κελί.
β) Αν δοκιμάσουμε με ένα σπιρτόξυλο να αποσπάσουμε υγρό από νεκρή προνύμφη, δε σχηματίζει κολλώδη κλωστή.
γ) Τα πτώματα των προνυμφών, όταν αποξηρανθούν και σχηματίσουν λέπι, δεν κολλούν στα τοιχώματα των κελιών και η απομάκρυνσή τους είναι εύκολη.
δ) Ο προσβλημένος γόνος έχει οσμή ξινού και σάπιου.
Θεραπεία
Για την θεραπεία της Ευρωπαϊκής σηψιγονίας χρησιμοποιούνται αντιβιοτικά. Η τερραμυκίνη, όπως χρησιμοποιείται για τη θεραπεία της Αμερικανικής σηψιγονίας είναι αποτελεσματική και για την Ευρωπαϊκή. Επίσης, οι σωστοί χειρισμοί μειώνουν στο ελάχιστο τη μόλυνση των υγιών μελισσών.
Βιβλιογραφία
- ↑ Μέλισσα και μελισσοκομική τεχνική, του Πασχάλη Χαριζάνη καθηγητή μελισσοκομίας Γεωπονικού Πανεπιστημίου Αθηνών, Αθήνα 1996.
Νοζεμίαση
Η ασθένεια [1] αυτή οφείλεται στο πρωτόζωο Nosema apis και αποτελεί τη δεύτερη σηµαντικότερη ασθένεια των µελισσών. Πρόκειται για µια ασθένεια, µε την οποία ο µελισσοκόµος δεν έρχεται σε άµεση επαφή και ενίοτε αγνοείται, µπορεί όµως να προκαλέσειµεγάλα προβλήµατα.
Το πρωτόζωο αναπτύσσεται στα επιθηλιακά κύτταρα του στοµάχου της ενήλικης µέλισσας, ενώ τα ατελή στάδια δεν προσβάλλονται. ∆ιαταράσσεται η πέψη των µελισσών, οι οποίες καταναλώνουν περισσότερες τροφές και µειώνεται η διάρκεια ζωής τους. Στη συνέχεια, προσβάλλονται οι υποφαρυγγικοί αδένες, µε αποτέλεσµα να µην παράγουν αρκετό βασιλικό πολτό. Η βασίλισσα δεν τρέφεται κανονικά και περιορίζεται η ωοτοκία της. Οι µέλισσες παθαίνουν δυσεντερία, µε αποτέλεσµα να µη µπορούν να συγκρατήσουν τα περιττώµατά τους και να τα αφήνουν συχνά εντός της κυψέλης. Με αυτό τον τρόπο, η ασθένεια µεταδίδεται στις υπόλοιπες µέλισσες που θα πάνε να καθαρίσουν τα περιττώµατα, ενώ πηγή µόλυνσης είναι και η µολυσµένη τροφή. Τα σπόρια διατηρούν τη ζωτικότητά τους για 2 χρόνια στα περιττώµατα της µέλισσας, 2 µήνες στο έδαφος και 4 µήνες στο µέλι. Η ασθένεια είναι ενδηµική σε πολλές περιοχές της χώρας και η εµφάνισή της είναι εποχιακή. Το µέγιστο της ανάπτυξής της είναι την άνοιξη, ενώ το καλοκαίρι περιορίζεται σηµαντικά.
Η τροφοδότηση των µελισσών µε ακατάλληλες τροφές ευνοεί την εκδήλωση της νοζεµίασης. Το ίδιο συµβαίνει µε την τροφοδότηση µε σιρόπι αργά το φθινόπωρο. Ακόµη, οι κακές συνθήκες ξεχειµωνιάσµατος (υγρασία στην κυψέλη, παρατεταµένος χειµώνας, επιθεωρήσεις µε ακατάλληλες καιρικές συνθήκες κλπ.) και οι συχνές µετακινήσεις ευνοούν την εµφάνισή της. Γενικά, υπεύθυνες για την εκδήλωση της ασθένειας είναι καταστάσεις που προκαλούν δυσεντερίες στις µέλισσες, αλλά και αυτές που περιορίζουν τις µέλισσες εντός της κυψέλης για µεγάλο χρονικό διάστηµα.
Συμπτώματα
Τα συμπτώματα της [2] συγχέονται με εκείνα της παράλυσης, της δυσεντερίας και της δηλητηρίασης απο γεωργικά φάρμακα. Η ασθένεια παρουσιάζεται κυρίως την άνοιξη, ελαττώνεται πολύ το καλοκαίρι και μπορεί να ξαναρχίσει το φθινόπωρο με ηπιότερη όμως μορφή. Τα συμπτώματα που παρατηρούνται είναι:
- Οι άρρωστες μέλισσες δεν μπορούν να πετάξουν, σέρνονται στη γη, μπροστά στην κυψέλη και σε βαριά μορφή, πολλές μέλισσες είναι νεκρές σε όλο το μελισσοκομείο.
- Ο πληθυσμός του μελισσιού ελαττώνεται πολύ και μένουν ασκέπαστες κηρύθρες με μέλι και γόνο. Η ελάττωση αυτή του πληθυσμού μπορεί να προκαλέσει ψήξη και θάνατο του γόνου.
- Πολλές από τις άρρωστες μέλισσες εμφανίζουν διάρροια, λερώνουν με τα περιττώματά τους τις κηρήθρες, τα εσωτερικά τοιχώματα και φαίνονται χαρακτηριστικά μπροστά στην είσοδο της κυψέλης.
- Εκτός από τις εργάτριες μπορεί να προσβληθεί και η βασίλισσα που συνήθως πεθαίνει αργότερα.
- Ένα χαρακτηριστικό ανατομικό γνώρισμα της ασθένειας είναι το πρησμένο στομάχι, που το χρώμα του είναι άσπρο και οι δακτύλιοι δεν ξεχωρίζουν εύκολα. Στις υγιείς μέλισσες το στομάχι έχει χρώμα κίτρινο/καφέ, δεν είναι πρησμένο και οι δακτύλιοι ξεχωρίζουν εύκολα.
- Με μικροσκοπική εξέταση διαπιστώνουμε αν υπάρχει η ασθένεια. Το υλικό που θα εξετάσουμε το παίρνουμε είτε από τα περιττώματα που βρίσκονται επάνω στις κηρήθρες είτε από ύποπτες μέλισσες των οποίων συνθλίβουμε τις κοιλιές σε φαρμακευτικό γουδί και εξετάζουμε το εκχύλισμα. Με την εξέταση αυτή, διαπιστώνουμε ότι τα σπόρια του πρωτόζωου τα οποία είναι ελλειψοειδή και στην περιφέρειά τους διαθλούν το φως έντονα.
- Στις προσβλημένες μέλισσες, οι υποφαρυγγικοί αδένες ατροφούν και περιορίζεται η ικανότητά τους να εκθρέψουν γόνο.
Το μελίσσι που πάσχει από νοζεμίαση, χάνει γρήγορα τον πληθυσμό του αργλα το χειμώνα και κυρίως την άνοιξη. Οι εργάτριες, επειδή δεν μπορούν να αποβάλλουν το χειμώνα τα περιττώματά τους έξω από την κυψέλη (λόγω κακοκαιρίας), μολύνουν με αυτά τις κηρήθρες. Όταν αργότερα άλλες εργάτριες της κυψέλης καθαρίσουν τις κηρύθρες με την προβοσκίδα τους, μολύνονται με τα σπόρια του πρωτόζωου. Όσο πιο βαρύς και μακρύς είναι ο χειμώνας και όσο πιο ψυχρή και φτωχή η άνοιξη, τόσο πιο έντονα είναι τα συμπτώματα και πιο μεγάλη η ζημιά από την ασθένεια.
Αντιμετώπιση
Για την αντιμετώπιση της νοσεμίασης χρησιμοποιούνται τα εγκεκριμένα σκευάσματα Φουμιντίλ που αντιπροσωπεύεται στην Ελλάδα από την CEVA HELLAS ΕΠΕ και το Φουμαγιλλίν, που είναι προϊόν της VETERIN ABEE. Η δραστική ουσία των δύο αυτών σκευασμάτων είναι το αντιβιοτικό φουμαγιλλίνη που απομονώθηκε από το μύκητα Aspergillus fumigatus. Η φουμαγιλλίνη θανατώνει τις βλαστικές μορφές του πρωτόζωου, ενώ δεν έχει καμία επίδραση στα σπόρια. Και στα δύο σκευάσματα που κυκλοφορούν, το κάθε φιαλίδιο των 25gr περιέχει 0,5gr δραστικής ουσίας και η εφαρμογή γίνεται με τους παρακάτω τρόπους:
α) Στο σιρόπι: Ένα φιαλίδιο διαλύεται σε 20lt σιρόπι και τροφοδείται σε 20 μελίσσια. Η επέμβαση επαναλαμβάνεται μέχρις ότου κάθε μελίσσι να λάβει 8 λίτρα θεραπευτικού σιροπιού με συνολική ποσότητα 200mg αντιβιοτικού. Η τροφοδότηση με σιρόπι το φθινόπωρο είναι η καλύτερη μέθοδος εφαρμογής. Είναι απαραίτητο στο διάστημα της θεραπευτικής επέμβασης να απομακρυνθούν τα πλαίσια με το σφραγισμένο μέλι που βρίσκονται στην περιοχή του γόνου και στη θέση τους να τοποθετηθούν άδειες κηρήθρες, ώστε οι μελίσσες να αποθηκεύσουν το συμπυκνωμένο σιρόπι. Το αντιβιοτικό παραμένει αναλλοίωτο στο αποθηκευμένο αυτό σιρόπι και προσφέρει στο μελίσσι προστασία για 6 περίπου μήνες.
β) Στην ζάχαρη άχνη: Ένα φιαλίδιο αναμιγνύεται καλά σε 10kg άχνη ζάχαρη. Σε κάθε μελίσσι δίνονται 500gr. H επέμβαση επαναλαμβάνεται 4 φορές με εβδομαδιαία διαστήματα. Γίνεται νωρίς την άνοιξη, όταν οι θερμοκρασίες είναι ακόμα χαμηλές και όταν υπάρχει δυσκολία να τροφοδοτηθεί το μελίσσι με σιρόπι.
γ) Στο ζαχαροζύμαρο: Το αντιβιοτικό δεν είναι αποτελεσματικό μέσα στο ζαχαροζύμαρο, γιατί η τροφή καταναλίσκεται από τις μέλισσες και δεν αποθηκεύεται. Η ποσότητα ζάχαρης που θα χρησιμοποιηθεί δεν είναι σημαντικός παράγοντας για την αποτελεσματικότητα της επέμβασης. Μπορεί να αυξηθεί ή να μειωθεί ανάλογα με την εποχή και τη δύναμη του μελισσιού. Η ποσότητα όμως που τελικά θα λάβει το μελίσσι θα πρέπει να μην αλλάξει. Οι επεμβάσεις πρέπει να γίνονται κάθε χρόνο σε περιοχές, όπου ενδημεί η αρρώστια. Δεν έχει παρατηρηθεί ανθεκτικότητα του παρασίτου Nosema apis στο αντιβιοτικό. Δεν έχουν αναφερθεί δυσμενείς επιπτώσεις στις μέλισσες και τα προϊόντα τους από τη χρησιμοποίηση της φουμαγιλλίνης. Οι επεμβάσεις το φθινόπωρο πρέπει να γίνονται μετά τον τελευταίο τρύγο και την άνοιξη νωρίς με μικρότερη ποσότητα αντιβιοτικού.
Πολλοί χειρισμοί βοηθούν στην πρόληψη της ασθένειας και μερικοί από αυτούς αναφέρονται παρακάτω:
- Κατά το φθινόπωρο να υπάρχει μέσα στην κυψέλη νέα και καλής ποιότητας βασίλισσα και μεγάλος αριθμός νεαρών εργατριών.
- Η ισορροπημένη διατροφή με μέλι και γύρη καλής ποιότητας είναι πρωταρχικής σημασίας.
- Για το ξεχειμώνιασμα, το μελισσοκομείο να έχει νότια έκθεση, να είναι προστατευμένο από ανέμους και να μην έχει πολύ υγρασία.
- Στο μέρος του μελισσοκομείου να υπάρχει καθαρό νερό και όχι στάσιμα νερά.
Βιβλιογραφία
- ↑ Εχθροί κι ασθένειες των μελισσών, Νοζεμίαση
- ↑ Μέλισσα και μελισσοκομική τεχνική, του Πασχάλη Χαριζάνη καθηγητή μελισσοκομίας Γεωπονικού Πανεπιστημίου Αθηνών, Αθήνα 1996.
Ασκοσφαίρωση
Είναι µια µυκητολογική ασθένεια [1], οφειλόµενη στον Ασκοµύκητα Ascosphaera apis Maassen ex Claussen.
Προσβάλλει τις προνύµφες ηλικίας µεγαλύτερης των τριών ηµερών. Τα σπόρια λαµβάνονται µε την τροφή, βλαστάνουν στο στοµάχι και οι µυκηλιακές υφές απλώνονται σε όλο το σώµα της προνύµφης, εκτός από τις τραχείες, εντός 48 ωρών. Το µυκήλιο διαρρηγνύει τον εξωσκελετό της προνύµφης και καλύπτει όλο το σώµα. Τελικά, η προνύµφη χάνει όλα τα υγρά της, αποξηραίνεται και µουµιοποιείται. Το χρώµα της είναι αρχικά άσπρο και ασπροκίτρινο, ενώ όταν σχηµατιστούν τα σπόρια του µύκητα γίνεται σκούρο πράσινο µε µαύρο. Η ασθένεια µεταδίδεται µε τα σπόρια που βρίσκονται στην τροφή, στα τοιχώµατα της κυψέλης και στο στοµάχι των ενήλικων µελισσών. Η µολυσµατικότητα των σπορίων διατηρείται για 2 χρόνια στο µέλι, 1 χρόνο στη γύρη και 15 χρόνια στο περιβάλλον. Τα σπόρια µεταφέρονται στην κυψέλη µε τον άνεµο, τις µέλισσες, το νερό και τους διάφορους µελισσοκοµικούς χειρισµούς. Η ασθένεια εµφανίζεται την άνοιξη, όταν επεκτείνεται η γονοφωλιά και ευνοείται από κρύες νύχτες, κατά τις οποίες οι µέλισσες δεν µπορούν να διατηρήσουν σταθερή τη θερµοκρασία του γόνου στους 35oC. Έξαρση παρουσιάζεται και το καλοκαίρι, µετά τη διακοπή της νεκταροέκκρισης.
Οι συχνές επιθεωρήσεις και οι χειρισµοί που έχουν ως αποτέλεσµα την πτώση της θερµοκρασίας στην περιοχή του γόνου αποτελούν καταστάσεις που ευνοούν την ασκοσφαίρωση. Η διαρκής τροφοδότηση, ιδιαίτερα µε ακατάλληλες τροφές και η παραµονή µαύρων κηρήθρων εντός της κυψέλης βοηθούν στην εκδήλωση της ασθένειας, όπως επίσης και ο βροχερός και υγρός καιρός την άνοιξη και ξηρός το καλοκαίρι.
Συμπτώματα
Η ασθένεια [2] αναγνωρίζεται εύκολα από τη μωσαϊκή όψη που παίρνει ο γόνος. Υπάρχει πεθαμένος γόνος διάσπαρτος ανάμεσα σε φυσιολογικά σφραγισμένο γόνο της κηρήθρας, καθώς και μπροστά στην είσοδο της κυψέλης. Ο πεθαμένος γόνος αφαιρείται εύκολα από τα κελιά. Εμφανίζεται κυρίως την άνοιξη με αρχές καλοκαιριού, όταν επεκτείνεται η γονοφωλιά. Παρουσιάζεται συνήθως σε πλαίσια γόνου που δεν καλύπτονται από μέλισσες. Παρατηρείται ιδιαίτερα σε κυψέλες που δεν αερίζονται καλά ή που τοποθετούνται σε υγρή περιοχή. Την επιδείνωση της ασθένειας βοηθά η συχνή χρήση αντιβιοτικών και οι κακοί χειρισμοί νωρίς την άνοιξη, που έχουν σαν αποτέλεσμα να αυξηθεί η υγρασία στην κυψέλη και να κρυώσει προσωρινά ο γόνος. Τα βροχερά καλοκαιριά δημιουργούν τέτοιες συνθήκες περιβάλλοντος, που περιορίζουν τις μέλισσες στην κυψέλη για αρκετές ημέρες.
Αντιμετώπιση
Αφορά κυρίως σε µέτρα υγιεινής και προφύλαξης. Όπως συµβαίνει σε όλες τις παθήσεις του µελισσιού, πρέπει να διατηρούµε δυνατά µελίσσια. Οι µέλισσες από µόνες τους καθαρίζουν τις µουµιοποιηµένες προνύµφες. Επίσης, επιλέγουµε µελίσσια ανθεκτικά, στα οποία οι εργάτριες έχουν την τάση να αναγνωρίζουν και να αποµακρύνουν τις µουµιοποιηµένες προνύµφες πριν σχηµατιστούν τα σπόρια του µύκητα. Θα πρέπει να αντικαθιστούµε τις βασίλισσες κάθε δύο χρόνια παίρνοντας γενετικό υλικό από µελίσσια που προσβάλλονται λιγότερο από την ασθένεια. Αποφεύγουµε τις συχνές επιθεωρήσεις µε κρύο καιρό. Τέλος, αποµακρύνουµε τις µουµιοποιηµένες προνύµφες από την είσοδο και τον πυθµένα της κυψέλης, ενώ αντικαθιστούµε και τις παλιές και µαύρες κηρήθρες. Αν και δεν υπάρχει εγκεκριµένο φάρµακο για χρήση στη µελισσοκοµία, έχουν χρησιµοποιηθεί κάποιες µυκοστατικές ουσίες, µε ποικίλα αποτελέσµατα, όπως σορβικό κάλιο, θειικός χαλκός κ.λπ.
Βιβλιογραφία
- ↑ Εχθροί κι ασθένειες των μελισσών, Ασκοσφαίρωση
- ↑ Μέλισσα και μελισσοκομική τεχνική, του Πασχάλη Χαριζάνη καθηγητή μελισσοκομίας Γεωπονικού Πανεπιστημίου Αθηνών, Αθήνα 1996.
Σακόμορφη σηψιγονία
Ο ιός της σακόμορφης σήψης του γόνου προσβάλλει το γόνο και έχει πάρει το όνομα του από τη χαρακτηριστική μορφή σάκου που παίρνει η προσβλημένη προνύμφη.
Συμπτώματα
- Ανοιχτά κελιά ή μερικώς σφραγισμένα κελιά είναι διάσπαρτα ανάμεσα σε κανονικά σφραγισμένα κελιά γόνου ή κελιά σφραγισμένα τα οποία παραμένουν έτσι και μετά την εκκόλαψη των μελισσών από τα γύρω κελιά.
- Ο νεκρός γόνος στην αρχή είναι κίτρινος μετά παίρνει χρώμα ανοιχτό καφέ και τελικά σκούρο καφέ.
- Μέσα στο κελί το κεφάλι της νεκρής προνύμφης είναι ανασηκωμένο (η προνύμφη έχει τη μορφή γόνδολας).
Το σώμα της παραμένει ακέραιο και όταν το ανασηκώσουμε με μια βελόνα, αποχωρίζεται εύκολα από το κελί και έχει τη μορφή σάκου. Μέσα στο σώμα της νεκρής προνύμφης υπάρχει ένα υγρό το οποίο δεν είναι ιξώδες και δε μυρίζει, σε αντίθεση με την αμερικάνικη σηψιγονία όπου είναι ιξώδες και μυρίζει. Η νεκρή προνύμφη τελικά ξηραίνεται και σχηματίζει ένα "λέπι", που δεν κολλά στα τοιχώματα του κελιού. Κάθε νεκρή προνύμφη περιέχει περίπου 1 mg (χιλιοστόγραμμο) από τον ιό της σακόμορφης σηψιγονίας, που είναι αρκετή ποσότητα για να μολύνει κάθε προνύμφη σε περισσότερο από 1000 μελίσσια. Όμως στις φυσικές συνθήκες η προσβολή είναι ελαφράς μορφής. Αυτό συμβαίνει γιατί οι ενήλικες μέλισσες αντιλαμβάνονται τις άρρωστες προνύμφες, συνήθως στο αρχικό στάδιο προσβολής και τις απομακρύνουν. Τα συμπτώματα εμφανίζονται συνήθως την άνοιξη και υποχωρούν μόνα τους κατά τους καλοκαιρινούς μήνες. Δεν είναι σοβαρή ασθένεια για την Ελλάδα. Ο τρόπος με τον οποίο μολύνεται ο γόνος κάθε άνοιξη δεν είναι γνωστός. Ο ιός πολλαπλασιάζεται στο σώμα των ενήλικων μελισσών. Φαίνεται ότι οι ενήλικες μέλισσες είναι φορείς του ιού και τα συμπτώματα εκδηλώνονται την άνοιξη, όταν αναπτύσσεται το μελίσσι.
Αντιμετώπιση
Όπως και στην περίπτωση της παράλυσης, δεν υπάρχει ειδική θεραπεία. Οι σωστοί μελισσοκομικοί χειρισμοί και η τακτική αντικατάσταση των γηρασμένων βασιλισσών με νέες καλής ποιότητας, θα δημιουργήσουν δυνατά μελίσσια, τα οποία θα κατορθώσουν να αντιμετωπίσουν ευκολότερα την αρρώστια.[1]
Βιβλιογραφία
- ↑ Μέλισσα και μελισσοκομική τεχνική, του Πασχάλη Χαριζάνη καθηγητή μελισσοκομίας Γεωπονικού Πανεπιστημίου Αθηνών, Αθήνα 1996.
Χρόνια παράλυση
Η παράλυση[1] είναι μεταδοτική ασθένεια των ενήλικων μελισσών που οφείλεται σε ιό. Ο ιός αυτός πολλαπλασιάζεται κυρίως στους ιστούς του νευρικού συστήματος. Υπάρχουν 2 μορφές παράλυσης που είναι η χρόνια και η οξεία. Η χρόνια παράλυση είναι αυτή που συναντάται στις μέλισσες των διαφόρων μελισσοκομείων, ενώ η οξεία είναι ένα "φαινόμενο του εργαστηρίου". Παρόλο που ο ιός υπάρχει μέσα στις μέλισσες, δεν υπάρχουν εμφανή συμπτώματα στα μελίσσια έξω στη φύση. Στο εργαστήριο όμως οι μέλισσες, που μολύνονται με τον ιό της οξείας μορφής, πεθαίνουν γρηγορότερα σε σύγκριση με τη χρόνια παράλυση.
Συμπτώματα
Οι μέλισσες που πάσχουν από παράλυση χάνουν το τρίχωμά τους, φαίνονται μικρότερες σε μέγεθος, είναι μαύρες και γυαλιστερές με την κοιλιά ελαφρά διογκωμένη και παρουσιάζουν κάποιο τρεμούλιασμα των φτερών και του σώματος. Η κίνηση των ποδιών είναι αργή, οι μέλισσες δεν μπορούν να πετάξουν, προσπαθούν να ανέβουν στα ψηλότερα χόρτα και σέρνονται με αργές κινήσεις μέχρι να πεθάνουν. Η εμφάνιση της ασθένειας είναι ακανόνιστη και δεν συμβαίνει σε κάποια συγκεκριμένη εποχή.
Θεραπεία - Προφύλαξη
Όπως για όλους τους ιούς, έτσι και για την παράλυση δεν υπάρχει ειδική θεραπεία. Με διάφορους όμως σωστούς χειρισμούς, το μελίσσι ξεπερνά πιο εύκολα τα προβλήματα. Η μεταφορά των μελισσιών δίνει την ευκαιρία στις μέλισσες να μαζέψουν γύρη από διάφορα λουλούδια, πράγμα που θα έχει σαν αποτέλεσμα την καλύτερη διατροφή των μελισσιών. Με την αντικατάσταση των παλιών βασιλισσών με νέες καλής ποιότητας δημιουργούνται δυνατά μελίσσια και όταν υπάρχει και ένα πρόγραμμα επιλογής, μπορούμε τότε να δημιουργήσουμε μέλισσες ανθεκτικές στην παράλυση.
Βιβλιογραφία
- ↑ Μέλισσα και μελισσοκομική τεχνική, του Πασχάλη Χαριζάνη καθηγητή μελισσοκομίας Γεωπονικού Πανεπιστημίου Αθηνών, Αθήνα 1996.
Αμοιβάδωση
Η ασθένεια αυτή οφείλεται στο πρωτόζωο Malpighamoeba mellificae Prell, που προσβάλλει τους σωλήνες του Malpighi των ενήλικων μελισσών. Η επίδραση της προσβολής στο μελίσσι δεν είναι φανερή. Πιθανόν να προκαλεί ζημιά, αλλά δεν υπάρχουν γνωστά συμπτώματα. Δεν υπάρχουν ειδικά φάρμακα. Η θεραπεία και πρόληψη της αμοιβάδωσης προς το παρόν βασίζεται στην καθαριότητα και απολύμανση του μελισσοκομικού εξοπλισμού.[1]
Βιβλιογραφία
- ↑ Μέλισσα και μελισσοκομική τεχνική, του Πασχάλη Χαριζάνη καθηγητή μελισσοκομίας Γεωπονικού Πανεπιστημίου Αθηνών, Αθήνα 1996.
Βακτήρια
Τα βακτήρια είναι μονοκύτταροι μικροοργανισμοί που δεν έχουν πυρηνική μεμβράνη, για να περιβάλλει το γενετικό τους υλικό ούτε και κυτταρικά οργανίδια, όπως έχουν οι ανώτεροι οργανισμοί. Τα περισσότερα βακτήρια μπορούν να καλλιεργηθούν σε υποστρώματα και είναι ωφέλιμοι σαπροφυτικοί οργανισμοί. Απαντώνται σε μεγάλους αριθμούς, αλλά συγκριτικά λίγα είδη προκαλούν ασθένειες. Υπάρχουν μόνο 4 γνωστά είδη βακτηρίων ή ομάδες βακτηρίων που είναι παθογόνα εντόμων και δύο από αυτά προσβάλλουν τη μέλισσα. Διάφορες φυλές του Bacillus thuringiensis προσβάλλουν τις προνύμφες του κηρόσκωρου ο οποίος είναι εχθρός των μελισσών.[1]
Βιβλιογραφία
- ↑ Μέλισσα και μελισσοκομική τεχνική, του Πασχάλη Χαριζάνη καθηγητή μελισσοκομίας Γεωπονικού Πανεπιστημίου Αθηνών, Αθήνα 1996.