Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων του "Λάχανο Βρυξελλών"
(7 ενδιάμεσες αναθεωρήσεις από ένα χρήστη δεν εμφανίζονται) | |||
Γραμμή 1: | Γραμμή 1: | ||
− | + | Το λαχανάκι Βρυξελλών όπως υποδηλώνει και το όνομα του είναι ένα [[κηπευτικά |λαχανικό]] που η καλλιέργεια του γινόταν για αιώνες στο Βέλγιο (δεν είναι σίγουρο ότι και η προέλευση του είναι αυτή) και από εκεί εξαπλώθηκε | |
+ | και στις υπόλοιπες χώρες. Είναι ένα φυτό που να το επιλέξουμε θα δεσμεύσει για αρκετό χρόνο το σημείο του λαχανόκηπου που θα το βάλουμε (αρκετά περισσότερο από το κοινό λάχανο) και θα μας αποδώσει ανάλογα | ||
+ | με τις συνθήκες και τις περιποιήσεις 1-2 τόνους «λαχανάκια» ανά στρέμμα. | ||
Γενικά Στοιχεία | Γενικά Στοιχεία | ||
Το λάχανο Βρυξελλών (Brassica oleracea L var. gemmifera, OIK. Cruciferae) είναι ένα φυτό που όπως το κουνουπίδι, το μπρόκολο, το κοινό λάχανο κ.λ.π. ανήκει στα σταυρανθή λαχανικά. Στοιχεία για το συγκεκριμένο λαχανικό φυτό όπως είναι στην τωρινή του μορφή, αναφέρονται για πρώτη φορά από τα μέσα του 18ου αιώνα στο Βέλγιο. Σημειώνεται επίσης ότι παρόμοιοι τύποι αυτού του λαχανικού είχαν χρησιμοποιηθεί ήδη για καλλιεργητικούς σκοπούς από το Μεσαίωνα. Το λάχανο Βρυξελλών σε αντίθεση με το κοινό λάχανο, αντί να σχηματίζει μια μεγάλη κεφαλή, παράγει μεγάλο αριθμό μικρών κεφαλών στις μασχάλες των φύλλων, κατά μήκος ενός βλαστού που φτάνει σε ύψος 0,60-1,00 μ. και που δεν διακλαδίζεται. Τα κεφαλάκια σχηματίζονται σταδιακά από τα κατώτερα φύλλα και προοδευτικά με την ανάπτυξη του φυτού και την παραγωγή νέων φύλλων στα νεότερα φύλλα. Συνήθως κάθε φυτό μπορεί να παράγει μέχρι 100 «κεφαλάκια». Στο εμπόριο υπάρχουν ποικιλίες αλλά και υβρίδια λάχανου Βρυξελλών που διαφέρουν στο ύψος του στελέχους, την συνεκτικότητα των κεφαλιών, το μέγεθος, το σχήμα, την ένταση του χρώματος την περίοδο συγκομιδής αλλά κα και το ύψος της παραγωγής. | Το λάχανο Βρυξελλών (Brassica oleracea L var. gemmifera, OIK. Cruciferae) είναι ένα φυτό που όπως το κουνουπίδι, το μπρόκολο, το κοινό λάχανο κ.λ.π. ανήκει στα σταυρανθή λαχανικά. Στοιχεία για το συγκεκριμένο λαχανικό φυτό όπως είναι στην τωρινή του μορφή, αναφέρονται για πρώτη φορά από τα μέσα του 18ου αιώνα στο Βέλγιο. Σημειώνεται επίσης ότι παρόμοιοι τύποι αυτού του λαχανικού είχαν χρησιμοποιηθεί ήδη για καλλιεργητικούς σκοπούς από το Μεσαίωνα. Το λάχανο Βρυξελλών σε αντίθεση με το κοινό λάχανο, αντί να σχηματίζει μια μεγάλη κεφαλή, παράγει μεγάλο αριθμό μικρών κεφαλών στις μασχάλες των φύλλων, κατά μήκος ενός βλαστού που φτάνει σε ύψος 0,60-1,00 μ. και που δεν διακλαδίζεται. Τα κεφαλάκια σχηματίζονται σταδιακά από τα κατώτερα φύλλα και προοδευτικά με την ανάπτυξη του φυτού και την παραγωγή νέων φύλλων στα νεότερα φύλλα. Συνήθως κάθε φυτό μπορεί να παράγει μέχρι 100 «κεφαλάκια». Στο εμπόριο υπάρχουν ποικιλίες αλλά και υβρίδια λάχανου Βρυξελλών που διαφέρουν στο ύψος του στελέχους, την συνεκτικότητα των κεφαλιών, το μέγεθος, το σχήμα, την ένταση του χρώματος την περίοδο συγκομιδής αλλά κα και το ύψος της παραγωγής. | ||
Γραμμή 5: | Γραμμή 7: | ||
Είναι από τα πιο ανθεκτικά σταυρανθή στις χαμηλές θερμοκρασίες. Μπορεί να αντέξει χωρίς ζημιά και μέχρι τους -10 βαθμούς Κελσίου, για αυτό και καλλιεργείται και σε περιοχές με σχετικά ψυχρούς χειμώνες. Δεν απαιτεί χαμηλές θερμοκρασίες για τον σχηματισμό των μικρών κεφαλών, ωστόσο χρειάζεται χαμηλές θερμοκρασίες για την παραγωγή ανθέων. Αρκετά ευνοϊκές για την ανάπτυξη του θεωρούνται θερμοκρασίες μεταξύ 15 και 20 βαθμών Κελσίου. Όσον αφορά το έδαφος προτιμά μέσης σύστασης, δροσερά, γόνιμα και πλούσια σε οργανική ουσία εδάφη που στραγγίζουν καλά. Ιδανικό ρΗ θεωρείται μεταξύ των τιμών 5,5 και 6,5. | Είναι από τα πιο ανθεκτικά σταυρανθή στις χαμηλές θερμοκρασίες. Μπορεί να αντέξει χωρίς ζημιά και μέχρι τους -10 βαθμούς Κελσίου, για αυτό και καλλιεργείται και σε περιοχές με σχετικά ψυχρούς χειμώνες. Δεν απαιτεί χαμηλές θερμοκρασίες για τον σχηματισμό των μικρών κεφαλών, ωστόσο χρειάζεται χαμηλές θερμοκρασίες για την παραγωγή ανθέων. Αρκετά ευνοϊκές για την ανάπτυξη του θεωρούνται θερμοκρασίες μεταξύ 15 και 20 βαθμών Κελσίου. Όσον αφορά το έδαφος προτιμά μέσης σύστασης, δροσερά, γόνιμα και πλούσια σε οργανική ουσία εδάφη που στραγγίζουν καλά. Ιδανικό ρΗ θεωρείται μεταξύ των τιμών 5,5 και 6,5. | ||
Εγκατάσταση καλλιέργειας | Εγκατάσταση καλλιέργειας | ||
− | Αν και μπορεί να γίνει και απευθείας σπορά στο λαχανόκηπο συνήθως προτιμάται η σπορά πρώτα σε σπορεία και η μετέπειτα μεταφύτευση των φυτών στην οριστικής τους θέση. Εναλλακτικά μπορούμε να αγοράσουμε έτοιμα φυτά από το εμπόριο. Η σπορά στα σπορεία συνήθως ξεκινά τον Μάρτιο και μπορεί να επεκταθεί και μέχρι τον Μάιο. Κάθε 2-3 εκατοστά βάζουμε ένα σπόρο σε βάθος 1-1,5 εκατοστά και σε γραμμές που απέχουν μεταξύ τους 15 εκατοστά. Τα φυτά είναι έτοιμα για μεταφύτευση περίπου 40 μέρες μετά την σπορά τους στα σπορεία. Η μεταφύτευση των φυτών στο λαχανόκηπο μπορεί να συνεχιστεί μέχρι και τον Ιούλιο. Κατά την μεταφύτευση επιλέγονται ομοιόμορφα, καλά ανεπτυγμένα και υγιή φυτά. Η φύτευση γίνεται κατά προτίμηση τις απογευματινές ώρες ή σε νεφοσκεπείς ημέρες ή σε ξηρό έδαφος και ακολουθεί αμέσως πότισμα ή προηγείται πότισμα και τα φυτά τοποθετούνται στο έδαφος πριν στραγγίσει το νερό. Οι αποστάσεις που χρησιμοποιούνται είναι 40-60 εκατοστά επί των γραμμών και 60-90 εκατοστά μεταξύ των γραμμών. | + | Αν και μπορεί να γίνει και απευθείας σπορά στο λαχανόκηπο συνήθως προτιμάται η σπορά πρώτα σε σπορεία και η μετέπειτα μεταφύτευση των [[κατάλογος φυτών |φυτών]] στην οριστικής τους θέση. Εναλλακτικά μπορούμε να αγοράσουμε έτοιμα φυτά από το εμπόριο. Η σπορά στα σπορεία συνήθως ξεκινά τον Μάρτιο και μπορεί να επεκταθεί και μέχρι τον Μάιο. Κάθε 2-3 εκατοστά βάζουμε ένα σπόρο σε βάθος 1-1,5 εκατοστά και σε γραμμές που απέχουν μεταξύ τους 15 εκατοστά. Τα φυτά είναι έτοιμα για μεταφύτευση περίπου 40 μέρες μετά την σπορά τους στα σπορεία. Η [[Μεταφύτευση λάχανου |μεταφύτευση]] των φυτών στο λαχανόκηπο μπορεί να συνεχιστεί μέχρι και τον Ιούλιο. Κατά την μεταφύτευση επιλέγονται ομοιόμορφα, καλά ανεπτυγμένα και υγιή φυτά. Η φύτευση γίνεται κατά προτίμηση τις απογευματινές ώρες ή σε νεφοσκεπείς ημέρες ή σε ξηρό έδαφος και ακολουθεί αμέσως πότισμα ή προηγείται πότισμα και τα φυτά τοποθετούνται στο έδαφος πριν στραγγίσει το νερό. Οι αποστάσεις που χρησιμοποιούνται είναι 40-60 εκατοστά επί των γραμμών και 60-90 εκατοστά μεταξύ των γραμμών. |
Ιδιαίτερες φροντίδες και συγκομιδή | Ιδιαίτερες φροντίδες και συγκομιδή | ||
− | Όπως και στα υπόλοιπα σταυρανθή έτσι και σε αυτό το είδος χρειάζεται να διατηρείται ομοιόμορφη η υγρασία του εδάφους για αυτό και μπορεί να χρειασθεί πότισμα ακόμη και το χειμώνα. Γενικά οι ανάγκες σε νερό αυξάνουν με την αύξηση των φυτών. Προσοχή χρειάζεται και κατά την διενέργεια των σκαλισμάτων, καθώς θα πρέπει να μην γίνονται σε μεγάλο βάθος για να μην τραυματίζεται το επιφανειακό ριζικό σύστημα του φυτού. Θεωρείται σχετικά απαιτητικό λαχανικό σε λίπανση και ιδιαίτερα σε άζωτο και | + | Όπως και στα υπόλοιπα σταυρανθή έτσι και σε αυτό το είδος χρειάζεται να διατηρείται ομοιόμορφη η υγρασία του εδάφους για αυτό και μπορεί να χρειασθεί πότισμα ακόμη και το χειμώνα. Γενικά οι ανάγκες σε νερό αυξάνουν με την αύξηση των φυτών. Προσοχή χρειάζεται και κατά την διενέργεια των σκαλισμάτων, καθώς θα πρέπει να μην γίνονται σε μεγάλο βάθος για να μην τραυματίζεται το επιφανειακό ριζικό σύστημα του φυτού. Θεωρείται σχετικά απαιτητικό λαχανικό σε λίπανση και ιδιαίτερα σε άζωτο και [[Κάλιο |κάλιο]]. Επίσης είναι ευαίσθητο στην έλλειψη βορίου και μολυβδαινίου και για αυτό είναι καλό ανάλογα με την περίπτωση, να συμπεριλαμβάνονται και αυτά τα στοιχεία στη λίπανση. Η συγκομιδή ανάλογα με την εποχή φύτευσης ξεκινά από το τέλος του φθινοπώρου με αρχές χειμώνα και πραγματοποιείται σταδιακά σε χέρια. Η ωρίμανση των κεφαλών και επομένως και η συγκομιδή τους γίνεται από την βάση των φυτών και προχωρά προς τα πάνω. Τα λαχανάκια είναι έτοιμα για συγκομιδή όταν έχουν φτάσει σε μέγεθος τα 2,5-3,0 εκατοστά, είναι σφιχτά και έχουν έντονο πράσινο χρώμα. Συνήθως, τα κατώτερα φύλλα αφαιρούνται και στη συνέχεια τα κεφαλάκια κόβονται πολύ κοντά στο στέλεχος, με κοφτερό μαχαίρι. Μετά την συγκομιδή τους δε μπορούν να διατηρηθούν για αρκετό καιρό, για αυτό θα πρέπει, είτε να καταναλωθούν σύντομα, είτε να οδηγηθούν στην κατάψυξη. <ref name="Λάχανο Βρυξελλών"/> |
− | [{{#show: Ιστοσελίδα | + | ==Βιβλιογραφία== |
+ | |||
+ | <references> | ||
+ | |||
+ | <ref name="Λάχανο Βρυξελλών"> [{{#show: Ιστοσελίδα Λάχανο Βρυξελλών| ?has link}} Λάχανο Βρυξελλών] | ||
+ | |||
+ | </references> |
Τελευταία αναθεώρηση της 13:52, 15 Ιουλίου 2016
Το λαχανάκι Βρυξελλών όπως υποδηλώνει και το όνομα του είναι ένα λαχανικό που η καλλιέργεια του γινόταν για αιώνες στο Βέλγιο (δεν είναι σίγουρο ότι και η προέλευση του είναι αυτή) και από εκεί εξαπλώθηκε και στις υπόλοιπες χώρες. Είναι ένα φυτό που να το επιλέξουμε θα δεσμεύσει για αρκετό χρόνο το σημείο του λαχανόκηπου που θα το βάλουμε (αρκετά περισσότερο από το κοινό λάχανο) και θα μας αποδώσει ανάλογα με τις συνθήκες και τις περιποιήσεις 1-2 τόνους «λαχανάκια» ανά στρέμμα. Γενικά Στοιχεία Το λάχανο Βρυξελλών (Brassica oleracea L var. gemmifera, OIK. Cruciferae) είναι ένα φυτό που όπως το κουνουπίδι, το μπρόκολο, το κοινό λάχανο κ.λ.π. ανήκει στα σταυρανθή λαχανικά. Στοιχεία για το συγκεκριμένο λαχανικό φυτό όπως είναι στην τωρινή του μορφή, αναφέρονται για πρώτη φορά από τα μέσα του 18ου αιώνα στο Βέλγιο. Σημειώνεται επίσης ότι παρόμοιοι τύποι αυτού του λαχανικού είχαν χρησιμοποιηθεί ήδη για καλλιεργητικούς σκοπούς από το Μεσαίωνα. Το λάχανο Βρυξελλών σε αντίθεση με το κοινό λάχανο, αντί να σχηματίζει μια μεγάλη κεφαλή, παράγει μεγάλο αριθμό μικρών κεφαλών στις μασχάλες των φύλλων, κατά μήκος ενός βλαστού που φτάνει σε ύψος 0,60-1,00 μ. και που δεν διακλαδίζεται. Τα κεφαλάκια σχηματίζονται σταδιακά από τα κατώτερα φύλλα και προοδευτικά με την ανάπτυξη του φυτού και την παραγωγή νέων φύλλων στα νεότερα φύλλα. Συνήθως κάθε φυτό μπορεί να παράγει μέχρι 100 «κεφαλάκια». Στο εμπόριο υπάρχουν ποικιλίες αλλά και υβρίδια λάχανου Βρυξελλών που διαφέρουν στο ύψος του στελέχους, την συνεκτικότητα των κεφαλιών, το μέγεθος, το σχήμα, την ένταση του χρώματος την περίοδο συγκομιδής αλλά κα και το ύψος της παραγωγής. Απαιτήσεις σε κλίμα και έδαφος Είναι από τα πιο ανθεκτικά σταυρανθή στις χαμηλές θερμοκρασίες. Μπορεί να αντέξει χωρίς ζημιά και μέχρι τους -10 βαθμούς Κελσίου, για αυτό και καλλιεργείται και σε περιοχές με σχετικά ψυχρούς χειμώνες. Δεν απαιτεί χαμηλές θερμοκρασίες για τον σχηματισμό των μικρών κεφαλών, ωστόσο χρειάζεται χαμηλές θερμοκρασίες για την παραγωγή ανθέων. Αρκετά ευνοϊκές για την ανάπτυξη του θεωρούνται θερμοκρασίες μεταξύ 15 και 20 βαθμών Κελσίου. Όσον αφορά το έδαφος προτιμά μέσης σύστασης, δροσερά, γόνιμα και πλούσια σε οργανική ουσία εδάφη που στραγγίζουν καλά. Ιδανικό ρΗ θεωρείται μεταξύ των τιμών 5,5 και 6,5. Εγκατάσταση καλλιέργειας Αν και μπορεί να γίνει και απευθείας σπορά στο λαχανόκηπο συνήθως προτιμάται η σπορά πρώτα σε σπορεία και η μετέπειτα μεταφύτευση των φυτών στην οριστικής τους θέση. Εναλλακτικά μπορούμε να αγοράσουμε έτοιμα φυτά από το εμπόριο. Η σπορά στα σπορεία συνήθως ξεκινά τον Μάρτιο και μπορεί να επεκταθεί και μέχρι τον Μάιο. Κάθε 2-3 εκατοστά βάζουμε ένα σπόρο σε βάθος 1-1,5 εκατοστά και σε γραμμές που απέχουν μεταξύ τους 15 εκατοστά. Τα φυτά είναι έτοιμα για μεταφύτευση περίπου 40 μέρες μετά την σπορά τους στα σπορεία. Η μεταφύτευση των φυτών στο λαχανόκηπο μπορεί να συνεχιστεί μέχρι και τον Ιούλιο. Κατά την μεταφύτευση επιλέγονται ομοιόμορφα, καλά ανεπτυγμένα και υγιή φυτά. Η φύτευση γίνεται κατά προτίμηση τις απογευματινές ώρες ή σε νεφοσκεπείς ημέρες ή σε ξηρό έδαφος και ακολουθεί αμέσως πότισμα ή προηγείται πότισμα και τα φυτά τοποθετούνται στο έδαφος πριν στραγγίσει το νερό. Οι αποστάσεις που χρησιμοποιούνται είναι 40-60 εκατοστά επί των γραμμών και 60-90 εκατοστά μεταξύ των γραμμών. Ιδιαίτερες φροντίδες και συγκομιδή Όπως και στα υπόλοιπα σταυρανθή έτσι και σε αυτό το είδος χρειάζεται να διατηρείται ομοιόμορφη η υγρασία του εδάφους για αυτό και μπορεί να χρειασθεί πότισμα ακόμη και το χειμώνα. Γενικά οι ανάγκες σε νερό αυξάνουν με την αύξηση των φυτών. Προσοχή χρειάζεται και κατά την διενέργεια των σκαλισμάτων, καθώς θα πρέπει να μην γίνονται σε μεγάλο βάθος για να μην τραυματίζεται το επιφανειακό ριζικό σύστημα του φυτού. Θεωρείται σχετικά απαιτητικό λαχανικό σε λίπανση και ιδιαίτερα σε άζωτο και κάλιο. Επίσης είναι ευαίσθητο στην έλλειψη βορίου και μολυβδαινίου και για αυτό είναι καλό ανάλογα με την περίπτωση, να συμπεριλαμβάνονται και αυτά τα στοιχεία στη λίπανση. Η συγκομιδή ανάλογα με την εποχή φύτευσης ξεκινά από το τέλος του φθινοπώρου με αρχές χειμώνα και πραγματοποιείται σταδιακά σε χέρια. Η ωρίμανση των κεφαλών και επομένως και η συγκομιδή τους γίνεται από την βάση των φυτών και προχωρά προς τα πάνω. Τα λαχανάκια είναι έτοιμα για συγκομιδή όταν έχουν φτάσει σε μέγεθος τα 2,5-3,0 εκατοστά, είναι σφιχτά και έχουν έντονο πράσινο χρώμα. Συνήθως, τα κατώτερα φύλλα αφαιρούνται και στη συνέχεια τα κεφαλάκια κόβονται πολύ κοντά στο στέλεχος, με κοφτερό μαχαίρι. Μετά την συγκομιδή τους δε μπορούν να διατηρηθούν για αρκετό καιρό, για αυτό θα πρέπει, είτε να καταναλωθούν σύντομα, είτε να οδηγηθούν στην κατάψυξη. [1]