Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων του "Άρδευση σιταριού"
Γραμμή 1: | Γραμμή 1: | ||
− | Το [[Σιτάρι φυτό |σιτάρι]] | + | Το [[Σιτάρι φυτό |σιτάρι]] καλλιεργείται κυρίως ως ξηρικό, αν και αντιδρά θεαματικά στην άρδευση. Σε περιοχές με υψηλές βροχοπτώσεις δεν υπάρχει ανάγκη για άρδευση παρά μόνο κατά τις ξηρές χρονιές. Αντίθετα, σε περιοχές με χαμηλά ύψη βροχής, συμπληρωματικές αρδεύσεις διασφαλίζουν αποδόσεις στις [[Καλλιέργεια σιταριού |καλλιέργειες]] σε ικανοποιητικά επίπεδα. |
{{{top_heading|==}}}Ανάγκες σε νερό{{{top_heading|==}}} | {{{top_heading|==}}}Ανάγκες σε νερό{{{top_heading|==}}} | ||
− | Από μελέτη που έχει γίνει της πορείας της ημερήσιας υδατοκατανάλωσης φαίνεται ότι αυτή είναι ελάχιστη από το φύτρωμα μέχρι το τέλος του αδελφώματος | + | Από μελέτη που έχει γίνει της πορείας της ημερήσιας υδατοκατανάλωσης φαίνεται ότι αυτή είναι ελάχιστη από το φύτρωμα μέχρι το τέλος του [[Αδέλφωμα (tillering) σιτηρών |αδελφώματος]]. Υπερεπάρκεια νερού σε αυτή την περίοδο έχει ανεπιθύμητες επιδράσεις. Πάντως στην περίοδο αυτή συνήθως δεν υπάρχει πρόβλημα έλλειψης νερού. Οι απαιτήσεις αυξάνουν γρήγορα κατά το χρόνο που παρατηρείται ο μέγιστος ρυθμός βλαστητικής ανάπτυξης και η αιχμή τοποθετείται γύρω στην άνθηση. Η μέγιστη υδατοκατανάλωση εξαρτάται από τις συνθήκες καλλιέργειας: Σε ξηρικές συνθήκες είναι περίπου 3mm/ημ., ενώ σε αρδευόμενες φτάνει τα 8-9mm. Η ολική ετήσια υδατοκατανάλωση ανέρχεται σε 400mm περίπου για ξηρικές καλλιέργειες και μεσογειακό περιβάλλον, αλλά μπορεί να είναι και διπλάσια υπό αρδευόμενες συνθήκες. |
{{{top_heading|==}}}Ενεργό ριζόστρωμα{{{top_heading|==}}} | {{{top_heading|==}}}Ενεργό ριζόστρωμα{{{top_heading|==}}} |
Αναθεώρηση της 08:21, 8 Αυγούστου 2013
Το σιτάρι καλλιεργείται κυρίως ως ξηρικό, αν και αντιδρά θεαματικά στην άρδευση. Σε περιοχές με υψηλές βροχοπτώσεις δεν υπάρχει ανάγκη για άρδευση παρά μόνο κατά τις ξηρές χρονιές. Αντίθετα, σε περιοχές με χαμηλά ύψη βροχής, συμπληρωματικές αρδεύσεις διασφαλίζουν αποδόσεις στις καλλιέργειες σε ικανοποιητικά επίπεδα.
Ανάγκες σε νερό
Από μελέτη που έχει γίνει της πορείας της ημερήσιας υδατοκατανάλωσης φαίνεται ότι αυτή είναι ελάχιστη από το φύτρωμα μέχρι το τέλος του αδελφώματος. Υπερεπάρκεια νερού σε αυτή την περίοδο έχει ανεπιθύμητες επιδράσεις. Πάντως στην περίοδο αυτή συνήθως δεν υπάρχει πρόβλημα έλλειψης νερού. Οι απαιτήσεις αυξάνουν γρήγορα κατά το χρόνο που παρατηρείται ο μέγιστος ρυθμός βλαστητικής ανάπτυξης και η αιχμή τοποθετείται γύρω στην άνθηση. Η μέγιστη υδατοκατανάλωση εξαρτάται από τις συνθήκες καλλιέργειας: Σε ξηρικές συνθήκες είναι περίπου 3mm/ημ., ενώ σε αρδευόμενες φτάνει τα 8-9mm. Η ολική ετήσια υδατοκατανάλωση ανέρχεται σε 400mm περίπου για ξηρικές καλλιέργειες και μεσογειακό περιβάλλον, αλλά μπορεί να είναι και διπλάσια υπό αρδευόμενες συνθήκες.
Ενεργό ριζόστρωμα
Από πειραματικές εργασίες έχει διαπιστωθεί ότι περίπου το 70% του νερού που απορροφάται προέρχεται από το στρώμα 0-90cm. Επομένως, το βάθος του ενεργού ριζοστρώματος για πλήρως ανεπτυγμένα φυτά ανέρχεται σε 90cm περίπου.
Κρίσιμα στάδια
Όπως για όλα σχεδόν τα σιτηρά, έλλειψη νερού κατά τη διάρκεια της διαφοροποίησης του στάχυ προκαλεί μείωση στον αριθμό των σταχυδίων. Η περίοδος αυτή τοποθετείται μεταξύ του καλαμώματος και της αρχής της διόγκωσης του κολεού του τελευταίου φύλλου.
Έλλειψη νερού πριν από την άνθηση μειώνει την παραγωγή ζωτικών γυρεοκόκκων, ενώ έλλειψη νερού κατά την άνθηση μειώνει την αποτελεσματικότητα της επικονίασης. Παρατεταμένη ξηρασία κατά το γέμισμα μειώνει κυρίως το μέσο βάρος των καρπών και αυξάνει τη συχνότητα των συρρικνωμένων καρπών λόγω μειωμένης παραγωγής φωτοσυνθετικών ουσιών. Γενικά, η κρισιμότερη περίοδος για επάρκεια νερού σε σχέση με τις τελικές αποδόσεις θεωρείται εκέινη που προηγείται κατά 5-15 ημέρες του ξεσταχυάσματος, διότι έτσι μειώνεται σημαντικά ο αριθμός των καρπών που παράγονται ανά στάχυ. Το πρόβλημα γίνεται οξύτερο επειδή κατά την περίοδο αυτή τα φυτά παρουσιάζουν και το μέγιστο των αναγκών τους σε νερό λόγω της μεγάλης ανάπτυξης του φυλλώματος και της υψηλής εξατμισοϊκανότητας της ατμόσφαιρας. Η μείωση του βάρους των καρπών λόγω έλλειψης νερού κατά το γέμισμα επηρεάζει λιγότερο τις αποδόσεις συγκριτικά με το μειωμένο αριθμό των καρπών.
Τέλος, πρέπει να σημειωθεί ότι έλλειψη νερού κατά το αδέλφωμα μειώνει τον αριθμό των παραγομένων αδελφιών και μπορεί να έχει αρνητικές επιδράσεις στην τελική απόδοση. Συνήθως όμως η επίδραση αυτή είναι παροδική και ο ρυθμός παραγωγής αδελφιών αποκαθίσταται μόλις εξασφαλισθεί ικανοποιητικός εφοδιασμός των φυτών σε νερό. Σε αυτό συμβάλλουν οι βροχοπτώσεις που είναι συνηθισμένες στη συγκεκριμένη περίοδο.
Πρακτική των αρδεύσεων
Η πρακτική των αρδεύσεων εξαρτάται από την πορεία των βροχοπτώσεων κατά την ακλλιεργητική περίοδο και τις δυνατότητες που έχει η γεωργική εκμετάλλευση για άρδευση.
Από πολλά πειράματα που έγιναν στο Ισραήλ αποδεικνύεται ότι μια προσπαρτική άρδευση που εξασφαλίζει την υδατοϊκανότητα του εδάφους σε βάθος μέχρι 100cm έχει ποικίλες ευεργετικές επιδράσεις: Βοηθά στην καλή εγκατάσταση και πρώτη ανάπτυξη των φυτών και σε συνδυασμό με τις βροχές του χειμώνα τα εφοδιάζει ικανοποιητικά με νερό μέχρι το ξεστάχυασμα. Μια δεύτερη άρδευση πρέπει να δίνεται 10-15 ημέρες πριν το ξεστάχυασμα για να διασφαλισθεί επάρκεια νερού κατά την κρίσιμη περίοδο, ενώ μια τρίτη μπορεί να δοθεί στα πρώτα στάδια του γεμίσματος. Σε περιοχές με υγρό χειμώνα και περιορισμένες δυνατότητες άρδευσης το παραπάνω σχήμα πρέπει να περιορισθεί σε μία μόνο άρδευση, εκείνη της κρίσιμης περιόδου που μπορεί να διασφαλίσει τον παραγωγό από τον κίνδυνο εκμηδενισμού της παραγωγής. Γενικά, η εξασφάλιση 400mm νερού κατά την καλλιεργητική περίοδο με βροχή ή άρδευση αποτελεί προϋπόθεση για καλές αποδόσεις. Από αυτά, τα 200-250mm θα πρέπει να κατανεμηθούν μετά το μέσο του αδελφώματος. Η άρδευση του σιταριού γίνεται σήμερα κυρίως με τεχνητή βροχή, δεδομένου ότι οι πυκνές αποστάσεις μεταξύ των γραμμών δυσκολεύουν το άνοιγμα αυλακιών. Ιδιαίτερη προσοχή πρέπει να δίνεται στην επιλογή των κατάλληλων ακροφυσίων στους εκτοξευτές, επειδή μεγάλες σταγόνες μπορεί να προκαλέσουν όψιμο πλάγιασμα με όλες τις δυσμενείς επιπτώσεις.