Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων του "Καλλιέργεια πεπονιάς"
Γραμμή 6: | Γραμμή 6: | ||
{{{top_heading|==}}}Μεταφύτευση{{{top_heading|==}}} | {{{top_heading|==}}}Μεταφύτευση{{{top_heading|==}}} | ||
− | Όταν γίνει η βλάστηση και τα νέα [[Πεπονιά|φυτά]] αποκτήσουν 3-4 [[Βοτανικά χαρακτηριστικά πεπονιάς|φύλλα]], τότε κορυφολογούντε επάνω από τα 2 φύλλα της βάσεως (όχι των κοτυληδόνων), για να δώσουν νέους βλαστούς στα πλάγια. Μετά 5-6 ημέρες μεταφυτεύονται σε άλλα θερμοσπορεία χλιαρά, σε μεγαλύτερες αποστάσεις 15-20cm ή σε μεγαλύτερα γλαστράκια. Η μεταφύτευση πρέπει να γίνεται πάντοτε με το χώμα τους. Όταν οι νέοι βλαστοί, οι οποίοι προέρχονται από το προηγούμενο κλάδεμα αποκτήσουν 5-6 φύλλα, κόπτονται και αυτοί με τη σειρά τους, επάνω από 4ο φύλλο, για να αναπτυχθεί η τρίτη γενεά βλαστών, επί των οποίων και θα αρχίσει η καρποφορία. Το κλάδεμα αυτό γίνεται με το νύχι η με μικρό ψαλιδάκι, έχει δε σκοπό την επίσπευση της ανθήσεως των θηλυκών λουλουδιών, τα οποία παρουσιάζονται μόνο επί των βλαστών της τρίτης γενεάς. Για αρσενικά εμφανίζονται στους βλαστούς της δεύτερης γενεάς.<ref name="Καλλιέργεια πεπονιού"/> | + | Η μεταφύτευση πρέπει να γίνεται πάντοτε με το χώμα τους. Όταν γίνει η βλάστηση και τα νέα [[Πεπονιά|φυτά]] αποκτήσουν 3-4 [[Βοτανικά χαρακτηριστικά πεπονιάς|φύλλα]], τότε κορυφολογούντε επάνω από τα 2 φύλλα της βάσεως (όχι των κοτυληδόνων), για να δώσουν νέους βλαστούς στα πλάγια. Μετά 5-6 ημέρες μεταφυτεύονται σε άλλα θερμοσπορεία χλιαρά, σε μεγαλύτερες αποστάσεις 15-20cm ή σε μεγαλύτερα γλαστράκια. Η μεταφύτευση πρέπει να γίνεται πάντοτε με το χώμα τους. Όταν οι νέοι βλαστοί, οι οποίοι προέρχονται από το προηγούμενο κλάδεμα αποκτήσουν 5-6 φύλλα, κόπτονται και αυτοί με τη σειρά τους, επάνω από 4ο φύλλο, για να αναπτυχθεί η τρίτη γενεά βλαστών, επί των οποίων και θα αρχίσει η καρποφορία. Το κλάδεμα αυτό γίνεται με το νύχι η με μικρό ψαλιδάκι, έχει δε σκοπό την επίσπευση της ανθήσεως των θηλυκών λουλουδιών, τα οποία παρουσιάζονται μόνο επί των βλαστών της τρίτης γενεάς. Για αρσενικά εμφανίζονται στους βλαστούς της δεύτερης γενεάς.<ref name="Καλλιέργεια πεπονιού"/> |
{{{top_heading|==}}}Άρδευση{{{top_heading|==}}} | {{{top_heading|==}}}Άρδευση{{{top_heading|==}}} |
Αναθεώρηση της 13:39, 12 Σεπτεμβρίου 2013
Περιεχόμενα
Προετοιμασία εδάφους
Για κάθε καλλιέργεια αρχικά γίνεται προετοιμασία του εδάφους. Η προετοιμασία αυτή μπορεί να περιλαμβάνει ένα αρχικό σβάρνισμα ή θρυμματισμό με καταστροφέα των υπολειμμάτων της προηγούμενης καλλιέργειας, που ακολουθείται με όργωμα με καλλιεργητή και μετά ξανά με σβάρνισμα. Ο βαθμός και ο αριθμός των παραπάνω εδαφοκατεργασιών εξαρτάται από την ποσότητα των υπολειμμάτων των προηγούμενων καλλιεργειών που θα πρέπει να ενσωματωθούν καθώς και από αν το έδαφος βρίσκεται στο ρώγο του. Για την πεπονιά συνιστώνται περίπου από 2-4 οργώματα. Θα πρέπει όμως να μην εμπλουτίζουμε το έδαφος με υπερβολικές ποσότητες κοπριάς, διότι η σάρκα του γίνεται άνοστη λόγω σχηματισμού σακχάρων.[1]
Σπορά
Η σπορά γίνεται απ' ευθείας στο έδαφος, από το Μάρτιο έως τον Μάιο, αφού περάσει ο κίνδυνος από τις ανοιξιάτικες παγωνιές. Για τον σκοπό αυτό ανοίγονται λάκκοι βάθους και πλάτους 35-40cm, σε γραμμές 1,5 - 2m η μία με την άλλη, και σε διαστήματα 1 - 1,2m περίπου. Εντός των λάκκων, ρίχνονται 2-3 φτυαριές κοπριά χωνευμένη, η οποία ανακατεύεται καλά με το χώμα, ώστε, στην επιφάνεια αυτών να σχηματίζονται χαμηλοί σωροί. Κατά τη στιγμή της σποράς, γύρω στο κάθε σωρό τοποθετούνται 3-5 σπόροι και σκεπάζονται σε βάθος 3-4cm. Εννοείται, ότι το χώμα θα πρέπει να έχει μια σχετική υγρασία.[2]
Μεταφύτευση
Η μεταφύτευση πρέπει να γίνεται πάντοτε με το χώμα τους. Όταν γίνει η βλάστηση και τα νέα φυτά αποκτήσουν 3-4 φύλλα, τότε κορυφολογούντε επάνω από τα 2 φύλλα της βάσεως (όχι των κοτυληδόνων), για να δώσουν νέους βλαστούς στα πλάγια. Μετά 5-6 ημέρες μεταφυτεύονται σε άλλα θερμοσπορεία χλιαρά, σε μεγαλύτερες αποστάσεις 15-20cm ή σε μεγαλύτερα γλαστράκια. Η μεταφύτευση πρέπει να γίνεται πάντοτε με το χώμα τους. Όταν οι νέοι βλαστοί, οι οποίοι προέρχονται από το προηγούμενο κλάδεμα αποκτήσουν 5-6 φύλλα, κόπτονται και αυτοί με τη σειρά τους, επάνω από 4ο φύλλο, για να αναπτυχθεί η τρίτη γενεά βλαστών, επί των οποίων και θα αρχίσει η καρποφορία. Το κλάδεμα αυτό γίνεται με το νύχι η με μικρό ψαλιδάκι, έχει δε σκοπό την επίσπευση της ανθήσεως των θηλυκών λουλουδιών, τα οποία παρουσιάζονται μόνο επί των βλαστών της τρίτης γενεάς. Για αρσενικά εμφανίζονται στους βλαστούς της δεύτερης γενεάς.[1]
Άρδευση
Το νερό είναι ένα κρίσιμο στοιχείο στην καλλιέργεια της πεπονιάς. Πρέπει να λαμβάνεται μέριμνα έτσι ώστε να μην κατακλύζονται με νερό το φυτό κατά τη διάρκεια ανάπτυξης του καρπού, διαφορετικά οι καρποί θα είναι πτωχοί σε γεύση λόγω μικρής περιεκτικότητας σε διαλυτά άλατα. Η άρδευση συχνά διακόπτεται όταν έχουμε πρώιμη ανάπτυξη των καρπών κα συνήθως διακόπτεται και κατά τη διάρκεια της συγκομιδής, εκτός αν πρέπει να διατηρηθεί το φύλλωμα για να προστατευτεί ο καρπός από τα εγκαύματα.
Η άρδευση σ’ αυτό το φυτό γίνεται με κατάκλιση, αυλάκια ή στάγδην άρδευση. Η στάγδην άρδευση έχει γίνει η πιο αποδεκτή μέθοδος. Παρέχει στους παραγωγούς αύξηση της πρωιμότητας και μεγαλύτερη συνολική και εμπορική παραγωγή συγκριτικά με την άρδευση με αυλάκια. Μπορεί να εφαρμοστεί με ή χωρίς πλαστικό κάλυμμα. Όταν συνδυάζεται με μαύρο πλαστικό κάλυμμα η επίδραση της στάγδην άρδευσης μειώνει την ανταγωνιστικότητα με τα ζιζάνια , δεν υπάρχει περιορισμός για τα κορεσμένα εδάφη και μπορεί να γίνει άρδευση και κατά τη διάρκεια της συγκομιδής. Ένα από τα μεγαλύτερα πλεονεκτήματα της στάγδην άρδευσης είναι η αποτελεσματική διαχείριση του νερού. Στις περιοχές όπου έχουμε περιορισμένες βροχοπτώσεις, η στάγδην άρδευση μπορεί να μειώσει την κατανάλωση του νερού ως και 40% σε σχέση με την άρδευση με αυλάκια.[3]
Λίπανση
Η πεπονιά απαιτεί μέτρια ποσότητα εδαφικής λίπανσης. Το άζωτο πρέπει να είναι επαρκή για μια δυναμική βλαστική ανάπτυξη, αλλά όχι τόσο πολύ ώστε να αναζωογονήσει την βλαστική ανάπτυξη κατά την περίοδο ανάπτυξης των καρπών. Αν αυτό συμβεί τα φύλλα και οι καρποί ανταγωνίζονται για τους υδατάνθρακες και μπορεί να μειωθεί η απόδοση σε καρπούς και η περιεκτικότητα σε σάκχαρα. Όλος ο απαιτούμενος φώσφορος πρέπει να χορηγείται κατά τη διάρκεια ή κοντά στην περίοδο σποράς ή μεταφύτευσης. Αν απαιτούνται μικρές ποσότητες φωσφόρου τότε η εφαρμογή σε δόσεις είναι καλύτερη διότι ο φώσφορος κινείται ελάχιστα στο έδαφος. Το καλίο πρέπει να χορηγείται σε δυο δόσεις από 1/3 ως 1/2 του συνολικού ή να ενσωματώνεται στη σποροκλίνη πριν τη μεταφύτευση. Επίσης, το άζωτο πρέπει να χορηγείται σε δύο δόσεις από 1/5 ως 1/3 του απαιτούμενου ή να ενσωματώνεται στη σποροκλίνη πριν τη μεταφύτευση. Γενικά, ο διαφυλλικός ψεκασμός των βασικών στοιχείων είναι μια αμφισβητούμενη πρακτική. Ουσιαστικά είναι αδύνατο τα φυτά του πεπονιού να απορροφήσουν αρκετό άζωτο, φώσφορο ή κάλιο μέσω των φύλλων έτσι ώστε να μπορέσουν να ξεπεράσουν σοβαρές ελλείψεις. Οι διαφυλλικοί ψεκασμοί δευτερευόντων στοιχείων ή μικροστοιχείων μπορεί να βοηθήσουν στο να μετριαστούν οι ελλείψεις. Σε οποιαδήποτε περίπτωση πρέπει να εφαρμόζονται μόνο όταν είναι απολύτως αναγκαίο και σε ποσότητες που συνιστώνται.
Οι συνιστώμενες λιπάνσεις παρέχουν γενικές πληροφορίες για την εφαρμογή των λιπασμάτων. Οι πραγματικές ποσότητες που απαιτούνται διαφοροποιούνται ανάλογα με τον τύπο και την διηθητικότητα του εδάφους, καθώς και την ανάπτυξη του φυτού. Οι αναλύσεις ιστών είναι ένα τέλειο εργαλείο για σωστή διαχείριση των λιπασμάτων. Η ανάλυση των ιστών πρέπει να αρχίζει νωρίς, στην αρχή του κύκλου του φυτού.[4]
Ωρίμανση
Οι καρποί ωριμάζουν σε 35-55 ημέρες από την πλήρη άνθηση, ανάλογα με την ποικιλία και το περιβάλλον. Εμπορικά, τα είδη της πεπονιάς συλλέγονται στο στάδιο του <ημι-ώριμου>. Σ’ αυτό το στάδιο, ένα μέρος του μίσχου παραμένει ενωμένο με τον καρπό, για παράδειγμα ο ιστός αποκοπής δεν έχει αναπτυχθεί πλήρως. Τα σάκχαρα και το άρωμα δεν είναι ιδανικά σ’ αυτό το στάδιο αλλά θα αυξηθούν κατά το στάδιο του <πλήρους ώριμου>. Το στάδιο είναι αυτό στο οποίο ο μίσχος διαχωρίζεται καθαρά από τον καρπό με μικρό ή καθόλου τράβηγμα. Σ’ αυτό το στάδιο ο καρπός των περισσότερων ποικιλιών έχει μικρή μετασυλλεκτική διάρκεια και τα πεπόνια παραωριμάζουν τη στιγμή που φτάνουν στον καταναλωτή. Ένα πεπόνι που συλλέγεται στο στάδιο του <ημι-ώριμου> μπορεί να παραμείνει σε θερμοκρασία δωματίου αρκετές μέρες ώστε να μαλακώσει και να βελτιώσει το άρωμα και τη γεύση του. Τα πεπόνια δεν παράγουν συμπληρωματικά σάκχαρα καθώς δεν υπάρχει αποθηκευμένο άμυλο για να διασπασθεί. Η ωριμότητα είναι δύσκολο να προσδιοριστεί όταν το πεπόνι έχει ήδη συγκομισθεί.[3]
Συγκομιδή
Η συγκομιδή γίνεται σχεδόν αποκλειστικά με το χέρι, παρόλο που μερικές φορές χρησιμοποιούνται βοηθοί που συλλέγουν τα κουτιά με τα πεπόνια από τον αγρό. Η συγκομιδή με τα χέρια είναι απαραίτητη διότι τα ώριμα και τα ανώριμα φυτά δεν μπορούν να διαχωριστούν μηχανικά και επειδή οι αγροί πεπονιών συγκομίζονται περισσότερες από μια φορές και οι περισσότερες μηχανές συγκομιδής καταστρέφουν τους μίσχους. Οι μέσες αποδόσεις κυμαίνονται από 4-8 τόνοι/στρέμμα, ανάλογα με την ποικιλία ή υβρίδιο που καλλιεργείται.[3]