Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων του "Χαρουπιά"
Γραμμή 32: | Γραμμή 32: | ||
{{{top_heading|==}}}Ασθένειες{{{top_heading|==}}} | {{{top_heading|==}}}Ασθένειες{{{top_heading|==}}} | ||
+ | Η χαρουπιά είναι κανονικά ελεύθερη από σοβαρά προβλήματα με έντομα και με ασθένειες και είναι μια καλλιέργεια που παραδοσιακά δεν έχει ψεκαστεί. Στην Ισπανία το πιο καταστροφικό έντομο είναι η πολυφάγα προνύμφη της πεταλούδας λεοπάρδαλη (Zeuzera pyrina L.), που προσβάλλει το ξύλο, τον κορμό και τα κλαδιά του δέντρου, προκαλώντας σοβαρές ζημιές σε νεαρά δέντρα. Ποικιλίες έχουν δοκιμαστεί στην Ισπανία όπου όλες ήταν ευαίσθητες σε διάφορους βαθμούς. Σε μεμονωμένες περιπτώσεις, αυτό μπορεί να ελεγχθεί με την εισαγωγή ενός καλωδίου στις στοές, να καταστρέψει τις προνύμφες ή συμπληρώνοντας τα κενά με πάστα φυτοφαρμάκων. | ||
+ | Οι λοβοί πολλών ποικιλιών μερικές φορές γίνονται μολυσμένοι με την μικρή και πολυφάγα προνύμφη της πεταλούδας χαρουπιού (Myelois ceratoniae Z.), ενώ ωρίμανση και πρίν από τη συγκομιδή είναι πλήρης. Επίσης προσβάλλουν αποθηκευμένα χαρούπια εκτενώς τα οποία μπορεί να ελεγχθούν από απεντόμωση. Αναφέρθηκε στη διαφορετική ευαισθησία στις διάφορες ποικιλίες στην σκώρος χαρουπιών στην Καλιφόρνια. Μαύρες αφίδες επιτίθεται κυρίως στο ακραίο τμήμα των βλαστών των νεαρών δέντρων, και κάποιες ποικιλίες ερμαφρόδιτων φαίνεται να δείχνουν μεγαλύτερη προδιάθεση σε σύγκριση με τις γυναικείες. Στην Κύπρο έχει αναφερθεί το κουνούπι χαρουπιάς (Asphondylia spp.) το οποίο επιτίθεται στο λοβό σε πολύ πρώιμο στάδιο, το οποίο μπορεί να προκαλέσει νανισμό. Η υψηλή υγρασία φαίνεται να μετριάζει τους λοβούς, καθιστώντας την είσοδο από σκουλήκια πολύ ευκολότερη. | ||
+ | Η ασθένεια που προκαλείται από το ωίδιο Oidium ceratoniae C. επιτίθεται στον λοβό, στα φύλλα και κλαδιά σε διαφορετικές περιόδους του έτους, κυρίως την άνοιξη και το φθινόπωρο. Σοβαρή βλάβη παρουσιάζεται μόνο σε ορισμένες ποικιλίες. Για παράδειγμα, 'Rojal', 'Matalafera', 'Amele di Bari' και 'Racemosa', είναι αρκετά ανθεκτικές σε αυτή την ασθένεια, ενώ 'Negra', 'Melera', 'Costella', 'Santa Fe', 'AA-2' είναι ευαίσθητες. Έτσι σε μια ποικιλία ταξινόμησης για ωίδιο Oidium υπάρχει ευαισθησία. | ||
+ | Ένας άλλος μύκητας Polyporus sulphureus, μπορεί να καταστρέψει τις διακλαδώσεις στα παλιά δέντρα. Νέες χαρουπιές καλλιεργούνται υπό συνθήκες θερμοκηπίου και έχουν δείξει αντοχή στο να σαπίσουν οι ρίζες που προκαλούνται από την λοίμωξη Armillaria (A. mellea και A. obscura). Άλλα παράσιτα που κατά καιρούς προκαλούν σοβαρή ζημιά σε οπωρώνες χαρουπιού είναι μικρά τρωκτικά, όπως είδη σκίουρου και ποντίκια. Οι σκίουροι μπορεί να βλάψουν σοβαρά το ριζικό σύστημα των νεαρών δέντρων. Στην Καλιφόρνια, ήταν σχεδόν αδύνατο να καθοριστεί ένας νεαρός οπωρώνας, εκτός εάν ελεγχόταν από τους σκίουρους. Σε Κύπρο και άλλες χώρες της Μεσογείου, οι αρουραίοι είναι τα κύρια παράσιτα. Οι αρουραίοι μπορούν να αφαιρέσουν από το φλοιό, όχι μόνο από τους νέους βλαστούς, αλλά και τους μεγαλύτερους σε ηλικία βλαστούς και ακόμη και τα άκρα τους περιζώνοντας ένα άκρο η διακλάδωση μπορεί να το σκοτώσουν. Διάφοροι τύποι δολωμάτων σε παγίδες μπορούν να χρησιμοποιηθούν για τον έλγχο αυτών των τρωκτικών. Ωστόσο, ο καλύτερος έλεγχος είναι η φυσική θήρευση από την τοπική άγρια πανίδα εκ των οποίων η συντήρηση είναι απαραίτητη. Βοειδή, άλογα, πρόβατα και κατσίκες όλα μπορούν να περιηγηθούν στο φύλλωμα των νεαρών και ώριμων δέντρων και μπορεί να σκοτώσουν τα νεαρά απροστάτευτα δέντρα. | ||
{{{top_heading|==}}}Εχθροί{{{top_heading|==}}} | {{{top_heading|==}}}Εχθροί{{{top_heading|==}}} |
Αναθεώρηση της 11:06, 14 Ιανουαρίου 2015
Περιεχόμενα
Γενικά στοιχεία
Η ξυλοκερατιά (κν. χαρουπιά) κατάγεται από τη μέση Ανατολή (Συρία, Παλαιστίνη). Στις μεσογειακές χώρες καλλιεργείται από τους αρχαιοτάτους ακόμα χρόνους. Καλλιεργείται κυρίως στη Συρία, Κύπρο, Τουρκία, Ιταλία, Ισπανία, Πορτογαλία, Αλγερία, Μαρόκο, Αίγυπτο, Ισραήλ και Λίβανο, αλλά σήμερα έχει επεκταθεί στην Αυστραλία, νότια Αφρική, νότια Αμερική, Μεξικό και βόρεια Αμερική (Καλιφόρνια, Αριζόνα). Στην Ελλάδα η ξυλοκερατιά καλλιεργείται κυρίως στην Κρήτη, αλλά αυτοφύεται σε όλα τα γεωγραφικά διαμερίσματα της νότιας Ελλάδας. Οι συστηματικοί ξυλοκερατεώνες στη χώρα μας καταλαμβάνουν έκταση 79.000 στρέμματα και η μέση ετήσια παραγωγή καρπών ανέρχεται σε 25.682 τόννους. Η ξυλοκερατιά καλλιεργείται για τους καρπούς της, τα ξυλοκέρατα ή χαρούπια που χρησιμοποιούνται ως κτηνοτροφή των ζώων (βοειδή, αιγοπρόβατα, κ.α.). Τα σπέρματα των χαρουπιών έχουν ποικίλας χρήσεις στη βιομηχανία . Μετά από αποφλοίωση με θειϊκό οξύ και ξήρανση, τα έμβρυα διαχωρίζονται από τις κοτυληδόνες. Στη συνέχεια τα έμβρυα αλευροποιούνται και χρησιμοποιούνται ως φύραμα για γαλακτοφόρες αγελάδες ή για την παρασκευή συμπυκνωμένων ιδιοσκευασμάτων (σούπες). Από δε τις κοτυληδόνες εξάγεται κόμμι (ποσοστό περιεκτικότητας 33%), που χρησιμοποιείται στην υφαντουργία (φινίρισμα υφασμάτων), τη ζαχαροπλαστική, τη βιομηχανία μπισκότων, κοσμητικών σκευασμάτων και φωτογραφικών φίλμ. Ως σακχαρούχος καρπός, τα χαρούπια παρέχουν μετά από ζύμωση και απόσταξη αλκοόλη σε ποσοστό 25%. Τα άγουρα χαρούπια περιέχουν δεψικές ουσίες και χρωστική ουσία, που χρησιμοποιείται για τη βαφή υφασμάτων στη μέση Ανατολή και τη βόρεια Αφρική. Επίσης έχουν και φαρμακευτικές χρήσεις, ως μαλακτικό, για φλεγμονές του αναπνευστικού συστήματος. Τέλος, μετά από ειδική επεξεργασία παράγεται προϊόν που μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως υποκατάστατο του κακάου στη σοκολατοβιομηχανία.
Βοτανικά χαρακτηριστικά
Η ξυλοκερατιά-χαρουπιά ανήκει στην οικογένεια Legominosae (υποοικογένεια Caesalpinioideae), στο γένος Ceratonia και στο είδος Ceratonia siliqua L. Η χαρουπιά είναι διπλοειδής (2n=24, n=12). Η ξυλοκερατιά είναι δένδρο αειθαλές, μετρίου έως μεγάλου μεγέθους, με βλάστηση συνήθως πλαγιόκλαδη, βαθύριζο και μακρόβιο. Τα φύλλα είναι σύνθετα, αρτιόληκτα (συνήθως με 6 φυλλάρια ή πιο πολλά), κατ' εναλλαγή δερματώδη, λεία, χαλκοκόκκινα στη νεαρή ηλικία και βαθυπράσινα κατά την ενήλικη. Οι οφθαλμοί διακρίνονται σε ξυλοφόρους και απλούς ανθοφόρους. Η διάκριση μεταξύ ξυλοφόρων και ανθοφόρων οφθαλμών μακροσκοπικά είναι δύσκολη. Οι ξυλοφόροι οφθαλμοί απαντούν επάκρια ή πλάγια σ' ένα βλαστό και οι ανθοφόροι μόνον πλάγια. Οι ανθοφόροι, που βρίσκονται σε ξύλο του προηγούμενου χρόνου, εκπτύσσονται το φθινόπωρο και δίνουν μονοστέλεχες ταξιανθίες, ενώ αυτοί που βρίσκονται σε ξύλο μεγαλύτερης ηλικίας (ιδιομορφία ξυλοκερατιάς), 3 έως 15 χρόνων, δίνουν πολυστέλεχες ταξιανθίες. Οι οφθαλμοί στερούνται λεπίων (γυμνοί), αλλά περιβάλλονται από πυκνό τρίχωμα. Τα άνθη είναι μικρά, με δυσάρεστη οσμή (ιδιαίτερα τα αρσενικά) και φέρονται σε βοτρυοειδείς ταξιανθίες σε ξύλο ηλικίας 2 έως 15 χρόνων (μονήρεις ή κατά θυσσάνους). Η ξυλοκερατιά χαρακτηρίζεται ως είδος πολύγαμο, μόνοικο και συνηθέστερα δίοικο (απαντούν δένδρα που φέρουν άνθη ερμαφρόδιτα και στημονοφόρα ή μόνον στημονοφόρα ή μόνον υπεροφόρα). Κάθε άνθος αποτελείται από πέντε μικρά σέπαλα (χωρίς πέταλα), ένα βραχύστυλο ύπερο (τα θηλυκά άνθη) και πέντε στήμονες (τα αρσενικά άνθη). Ο καρπός είναι χέδροπας, έχει σχήμα τοξοειδές, χρώμα καστανό και μεσοκάρπιο σαρκώδες, πλούσια σε υδατάνθρακες. Περιέχει 10 έως 16 σπέρματα σκληρά, γυαλιστερά και κεραμόχροα.
Τρόπος καρποφορίας Η ξυλοκερατιά-χαρουπιά ανθίζει το φθινόπωρο, τέλη Αυγούστου μέχρι Νοέμβριο και ωριμάζει τους καρπούς της από τα τέλη Αυγούστου του επόμενου από της ανθήσεως χρόνου. Καρποφορεί από απλούς ανθοφόρους οφθαλμούς σε ξύλο ηλικίας 2 έως 15 χρόνων. Παρουσιάζει τάση για παρενιαυτοφορία.
Περίοδος καρποφορίας Η ξυλοκερατιά-χαρουπιά, ως δένδρο με βραδεία ανάπτυξη, μπαίνει όψιμα σε αξιόλογη καρποφορία, περίπου από τον 8ο έως 10ο χρόνο της ηλικίας της. Η παραγωγική ζωή της υπολογίζεται σε 80 έως 100 χρόνια. Στη χώρα μας υπάρχουν δένδρα ξυλοκερατιάς ηλικίας περίπου 200χρόνων, με πολύ καλή παραγωγικότητα.
Κλιματικές συνθήκες
Η ξυλοκερατιά (κν. χαρουπιά) είναι δένδρο των θερμών και ξηρών κλιμάτων. Ευδοκιμεί σε παραθαλάσσιες περιοχές όπως Κρήτη, νησιά και νότια ηπειρωτική Ελλάδα. Καλλιεργείται μέχρι υψομέτρου 600 μέτρων. Θεωρείται ανθεκτικότερη στους παγετούς από την πορτοκαλιά και πιο ευαίσθητη από την ελιά. Οι καρποί ζημιώνονται στους -40C έως -50C και οι βλαστοί στους -6.70C έως -7.80C. Όσον αφορά την έκθεση της τοποθεσίας, θα πρέπει να προτιμώνται εκείνες που έχουν ανατολική ή μεσημβρινή.
Εδαφικές συνθήκες
Η ξυλοκερατιά (κν.χαρουπιά) είναι δένδρο περιορισμένων εδαφικών απαιτήσεων. Ευδοκιμεί σε διάφορα είδη εδαφών, εκτός στα πολύ αργιλλώδη ή υγρά εδάφη. Ακόμα και σε βραχώδη, ξηρά, επικλινή (πλαγιές), αρκεί να είναι ελαφρά γόνιμα και να διαπερνώνται από το ριζικό της σύστημα. Στην Κρήτη καθώς και σ' άλλες περιοχές της Ελλάδας, η ξυλοκερατιά καλλιεργείται με επιτυχία σε εδάφη ξηρά, πετρώδη και ασβεστολιθικά. Έτσι αξιοποιεί περιοχές ξηρές και άγονες, που η οικονομική τους εκμετάλλευση θα ήταν διαφορετικά αδύνατη.
Επικονίαση - Γονιμοποίηση
Η ξυλοκερατιά είναι είδος ανεμόφιλο. Όπως όμως αναφέραμε πιο πάνω είναι είδος πολύγαμο (μόνοικο και συνηθέστερα δίοικο). Επομένως για την εξασφάλιση ικανοποιητικής παραγωγής, σαν μόνοικο μπορεί να καλλιεργηθεί αμιγώς, ενώ σαν δίοικο θα πρέπει μεταξύ των θηλυκών δέντρων να φυτεύσουμε και αρσενικά με ζωτική γύρη, που θα χρησιμεύσουν ως επικονιαστές των θηλυκών δέντρων. Όσον αφορά τη διάταξη των επικονιαστών, αν και δεν έχει γίνει κάποια σχετική συστηματική εργασία , συνιστάται η σχέση αρσενικών προς θυληκά να είναι 1:10. Πιστεύεται ότι στη μεταφορά της γύρης βοηθούν και οι μέλισσες.
Πολλαπλασιασμός
Στην Ελλάδα τα καλλιεργούμενα δένδρα ξυλοκερατιάς προέρχονται από εξημέρωση με εμβολιασμό των αυτοφυόμενων δένδρων ξυλοκερατιάς. Η ξυλοκερατιά πολλαπλασιάζεται συνήθως με ενοφθαλμισμό με όρθιο Τ πάνω σε υποκείμενα σπορόφυτα ηλικίας περίπου 3 έως 4 χρόνων (αναπτύσσονται βραδέως). Ως πιο κατάλληλη εποχή εμβολιασμού θεωρείται η άνοιξη (τέλη άνοιξης). Τα υποκείμενα σπορόφυτα παράγονται από σπόρο, που βλαστάνει αργά και δύσκολα. Για την επιτάχυνση και διευκόλυνση της βλάστησης του σπόρου, συνιστάται όπως αυτός υποβληθεί πριν από τη σπορά του στους χειρισμούς: (α) εμβάπτιση σε θερμό νερό (θερμοκρασία 750C) για 2 έως 5 λεπτά της ώρας, β) εμβάπτιση σε διάλυμα θειϊκού οξέος (45%) για 3 ώρες και (γ) απομάκρυνση των σποροπεριβλημάτων με τριβή. Αναφέρεται όμως ότι υπάρχουν και δένδρα ξυλοκερατιάς, που ο σπόρος τους βλαστάνει εύκολα χωρίς κανένα χειρισμό πρίν από τη σπορά τους. Συνιστάται η εξεύρεση και διατήρηση από τους φυτοριούχους δένδρων που οι σπόροι τους να βλαστάνουν εύκολα για να χρησιμοποιηθούν ως σπορομητρικά. Μπορεί όμως να πολλαπλασιαστεί σχετικά εύκολα με εναέριες καταβολάδες και ξυλοποιημένα μοσχεύματα και πολύ εύκολα με φυλλοφόρα μοσχεύματα από μητρικά φυτά, που βρίσκονται στη φάση της νεανικότητας, μετά από χειρισμό με ινδολοβουτυρικό οξύ (ΙΒΑ) 5000ppm.
Ποικιλίες
Οι πιο αξιόλογες Ελληνικές και ξενικές ποικιλίες είναι οι εξής: Ελληνικές Αγρία, Κρητικά (Κονδυλάτα, Μπαντούρια, Ξανθά), Κύπρου (Βακλωτά, Κουμπωτά, Κούντουρα), Χιώτικα, Σαμιώτικα, κ.α. Ξενικές Matalafan, Matalafera, Roya, Costelates(Ισπανίας), Cipriana, Saccarata, Racemosa (Ιταλικές), Santa Fe, Bolsor, Conejo, Excelsior, Gabriel, Grantham, Molino, Sykea, Τyllivia, White, Amele, Sfax, Cliford, Tantillo (Ηνωμένων Πολιτειών Αμερικής)
Ασθένειες
Η χαρουπιά είναι κανονικά ελεύθερη από σοβαρά προβλήματα με έντομα και με ασθένειες και είναι μια καλλιέργεια που παραδοσιακά δεν έχει ψεκαστεί. Στην Ισπανία το πιο καταστροφικό έντομο είναι η πολυφάγα προνύμφη της πεταλούδας λεοπάρδαλη (Zeuzera pyrina L.), που προσβάλλει το ξύλο, τον κορμό και τα κλαδιά του δέντρου, προκαλώντας σοβαρές ζημιές σε νεαρά δέντρα. Ποικιλίες έχουν δοκιμαστεί στην Ισπανία όπου όλες ήταν ευαίσθητες σε διάφορους βαθμούς. Σε μεμονωμένες περιπτώσεις, αυτό μπορεί να ελεγχθεί με την εισαγωγή ενός καλωδίου στις στοές, να καταστρέψει τις προνύμφες ή συμπληρώνοντας τα κενά με πάστα φυτοφαρμάκων. Οι λοβοί πολλών ποικιλιών μερικές φορές γίνονται μολυσμένοι με την μικρή και πολυφάγα προνύμφη της πεταλούδας χαρουπιού (Myelois ceratoniae Z.), ενώ ωρίμανση και πρίν από τη συγκομιδή είναι πλήρης. Επίσης προσβάλλουν αποθηκευμένα χαρούπια εκτενώς τα οποία μπορεί να ελεγχθούν από απεντόμωση. Αναφέρθηκε στη διαφορετική ευαισθησία στις διάφορες ποικιλίες στην σκώρος χαρουπιών στην Καλιφόρνια. Μαύρες αφίδες επιτίθεται κυρίως στο ακραίο τμήμα των βλαστών των νεαρών δέντρων, και κάποιες ποικιλίες ερμαφρόδιτων φαίνεται να δείχνουν μεγαλύτερη προδιάθεση σε σύγκριση με τις γυναικείες. Στην Κύπρο έχει αναφερθεί το κουνούπι χαρουπιάς (Asphondylia spp.) το οποίο επιτίθεται στο λοβό σε πολύ πρώιμο στάδιο, το οποίο μπορεί να προκαλέσει νανισμό. Η υψηλή υγρασία φαίνεται να μετριάζει τους λοβούς, καθιστώντας την είσοδο από σκουλήκια πολύ ευκολότερη. Η ασθένεια που προκαλείται από το ωίδιο Oidium ceratoniae C. επιτίθεται στον λοβό, στα φύλλα και κλαδιά σε διαφορετικές περιόδους του έτους, κυρίως την άνοιξη και το φθινόπωρο. Σοβαρή βλάβη παρουσιάζεται μόνο σε ορισμένες ποικιλίες. Για παράδειγμα, 'Rojal', 'Matalafera', 'Amele di Bari' και 'Racemosa', είναι αρκετά ανθεκτικές σε αυτή την ασθένεια, ενώ 'Negra', 'Melera', 'Costella', 'Santa Fe', 'AA-2' είναι ευαίσθητες. Έτσι σε μια ποικιλία ταξινόμησης για ωίδιο Oidium υπάρχει ευαισθησία. Ένας άλλος μύκητας Polyporus sulphureus, μπορεί να καταστρέψει τις διακλαδώσεις στα παλιά δέντρα. Νέες χαρουπιές καλλιεργούνται υπό συνθήκες θερμοκηπίου και έχουν δείξει αντοχή στο να σαπίσουν οι ρίζες που προκαλούνται από την λοίμωξη Armillaria (A. mellea και A. obscura). Άλλα παράσιτα που κατά καιρούς προκαλούν σοβαρή ζημιά σε οπωρώνες χαρουπιού είναι μικρά τρωκτικά, όπως είδη σκίουρου και ποντίκια. Οι σκίουροι μπορεί να βλάψουν σοβαρά το ριζικό σύστημα των νεαρών δέντρων. Στην Καλιφόρνια, ήταν σχεδόν αδύνατο να καθοριστεί ένας νεαρός οπωρώνας, εκτός εάν ελεγχόταν από τους σκίουρους. Σε Κύπρο και άλλες χώρες της Μεσογείου, οι αρουραίοι είναι τα κύρια παράσιτα. Οι αρουραίοι μπορούν να αφαιρέσουν από το φλοιό, όχι μόνο από τους νέους βλαστούς, αλλά και τους μεγαλύτερους σε ηλικία βλαστούς και ακόμη και τα άκρα τους περιζώνοντας ένα άκρο η διακλάδωση μπορεί να το σκοτώσουν. Διάφοροι τύποι δολωμάτων σε παγίδες μπορούν να χρησιμοποιηθούν για τον έλγχο αυτών των τρωκτικών. Ωστόσο, ο καλύτερος έλεγχος είναι η φυσική θήρευση από την τοπική άγρια πανίδα εκ των οποίων η συντήρηση είναι απαραίτητη. Βοειδή, άλογα, πρόβατα και κατσίκες όλα μπορούν να περιηγηθούν στο φύλλωμα των νεαρών και ώριμων δέντρων και μπορεί να σκοτώσουν τα νεαρά απροστάτευτα δέντρα.