Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων του "Κάππαρη φυτό"
Γραμμή 145: | Γραμμή 145: | ||
[[Category:Φυτό_Μ]] | [[Category:Φυτό_Μ]] | ||
− | [[Category: | + | [[Category:Αρωματικό φαρμακευτικό φυτό]] |
[[παράγει::Καρπός κάππαρης| ]] | [[παράγει::Καρπός κάππαρης| ]] | ||
[[πόσο αφορά σε γεωργό::30| ]] | [[πόσο αφορά σε γεωργό::30| ]] | ||
[[πόσο αφορά σε γεωπόνο::30| ]] | [[πόσο αφορά σε γεωπόνο::30| ]] |
Αναθεώρηση της 10:41, 12 Αυγούστου 2013
Περιεχόμενα
Μορφολογικά χαρακτηριστικά
Η κάππαρη (Capparis spinosa L) ανήκει στην οικογένεια Capparidaceae. Είναι αγκαθωτός πολυετής θάμνος ύψους 1-1,50 m με πολλούς βλαστούς λείους χρώματος στη βάση των καφεκόκκινου, που μερικοί είναι πλάγιοι και άλλοι όρθιοι, με φύλλα εναλλασσόμενα παχιά, γυαλιστερά ωοειδή έως και οβάλ. Εκατέρωθεν του κολεού των φύλλων φέρουν 2 μικρά κίτρινα αγκάθια. Η ανθοφορία της ξεκινάει το Μάϊο και φτάνει μέχρι τις αρχές Σεπτεμβρίου ενώ τα άνθη της έχουν 4 μεγάλα σέπαλα με 4 λευκά-ροζ πέταλα και πολυάριθμους βιολετί στήμονες. Οι καρποί είναι ράγα, σχήματος αχλαδιού, χρώματος γκρι έως και καφέ και όταν ο καρπός ωριμάσει σχίζεται και φαίνονται πολλά σπέρματα. [1]
Εδαφοκλιματικές συνθήκες
Η κάππαρη δεν αναπτύσσεται σε εδάφη πολύ αργιλώδη ή και αμμώδη. Προτιμά εδάφη μέσης σύστασης, καλά αποστραγγιζόμενα ασβεστώδη, χαλικώδη. Μπορεί να αναπτυχθεί και σε φτωχά εδάφη. Ευδοκιμεί σε περιοχές με ήπιο χειμώνα. Τη συναντούμε από παραθαλάσσιες (αυτοφύεται κυρίως σε νησιά) έως και σε περιοχές με υψόμετρο 900m.[1]
Πολλαπλασιασμός
Ο πολλαπλασιασμός της κάππαρης επιτυγχάνεται με τη μέθοδο του σπόρου και με τα μοσχεύματα. Ο σπόρος της γενικά έχει μικρή βλαστική ικανότητα. Ο σπόρος, καθαρίζεται, τοποθετείται σε θειϊκό οξύ (98%) για 15 λεπτά, μετά πλένεται σε άφθονο νερό και μετά μπαίνει σε διάλυμα γιββερελίνης για 1 ώρα. Ένας άλλος τρόπος για να φυτρώσουν οι σπόροι είναι να μουσκεύσουν για ένα 24ωρο σε νερό θερμοκρασίας 40oC και μετά τοποθετούνται στο ψυγείο για 2 μήνες τυλιγμένοι με βρεγμένο ύφασμα. Πριν σπαρθούν επανατοποθετούνται σε νερό για 12 ώρες.
Τα μοσχεύματα θεωρείται ο καλύτερος τρόπος πολλαπλασιασμού. Σαν μοσχεύματα επιλέγουμε χονδρά κλαδιά, πάχους 1,5cm και άνω, που κόβονται τέλος φθινοπώρου έως το τέλος του χειμώνα και αμέσως μετά τοποθετούνται για ριζοβολία. Ριζοβολεί περίπου το 40% των μοσχευμάτων. Με τη χρήση ορμονών ριζοβολίας το ποσοστό μπορεί να φθάσει το 70%. Παίρνονται μοσχεύματα κατά Ιούλιο.[1]
Πληροφοριακά στοιχεία
| ||||||