Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων του "Προκαρυωτική ασθένεια μηλοειδών Σκούπα της μάγισσας"
Γραμμή 14: | Γραμμή 14: | ||
[[πόσο αφορά σε γεωργό::30| ]] | [[πόσο αφορά σε γεωργό::30| ]] | ||
[[πόσο αφορά σε γεωπόνο::30| ]] | [[πόσο αφορά σε γεωπόνο::30| ]] | ||
+ | [[είναι προσβολή της ασθένειας::Προκαρυωτικές ασθένειες φυτών| ]] |
Τελευταία αναθεώρηση της 12:21, 1 Αυγούστου 2013
Η ασθένεια είναι γνωστή και με το όνομα βλαστομανία. Προσβάλλει τη μηλιά και προκαλεί πολύ σοβαρές ζημιές γιατί μπορεί να μειώσει το μέγεθος των καρπών μέχρι περίπου 50%, το βάρος τους μέχρι 63-74% και την ποιότητα των καρπών μέχρι 100%. Ακόμα μειώνει την ευρωστία των δένδρων και τα καθιστά πολύ ευαίσθητα στο ωΐδιο.
Το περισσότερο χαρακτηριστικό σύμπτωμα της ασθένειας είναι ο σχηματισμός, σε διάφορα μέρη της κόμης των δένδρων, «σκουποειδούς» βλαστήσεως. Αυτή προκαλείται από την πρόωρη έκπτυξη των πλαγίων οφθαλμών του ετήσιου βλαστού. Οι δευτερεύοντες λεπτοί βλαστοί που αναπτύσσονται πρόωρα σχηματίζουν με τον κύριο βλαστό γωνία μικρότερη της κανονικής. Πολλές φορές παρατηρείται έκπτυξη των κορυφαίων οφθαλμών μερικών βλαστών το φθινόπωρο και σχηματισμός ρόδακος φύλλων. Άλλα συμπτώματα της ασθένειας , είναι ότι τα φύλλα εκπτύσσονται νωρίτερα του κανονικού και είναι μικρότερα των κανονικών, ακανόνιστα οδοντωτά, έχουν κοντό μίσχο και ιδιαίτερα μεγάλα παράφυλλα. Η άνθηση καθυστερεί μερικές φορές μέχρι το καλοκαίρι. Σε μερικούς βλαστούς παρατηρείται φυλλωδία. Οι καρποί στα προσβεβλημένα δέντρα εκτός από το μικρό τους μέγεθος έχουν πτωχά γευστικά χαρακτηριστικά και λιγότερο σάκχαρο και οργανικα οξέα.
Τα παραπάνω συμπτώματα εμφανίζονται κατά τα πρώτα 2-3 χρόνια μετά τη μόλυνση των δέντρων ενώ κατά τα επόμενα έτη τα προσβεβλημένα δέντρα μπορούν να δώσουν πάλι κανονική παραγωγή και να αναλάβουν ιδιαίτερα μετά από επαρκή λίπανση.
Η μετάδοση της ασθένειας γίνεται με τη χρησιμοποίηση προσβεβλημένου πολλαπλασιαστικού υλικού (δενδρύλλια, εμβόλια, υποκείμενα), καθώς και με διάφορα έντομα που είναι φυσικοί φορείς του παθογόνου. Αναφέρονται διάφοροι μικροτέτιγες (τζιτζικάκια) που μεταδίδουν το παθογόνο. Το παθογόνο επιβιώνει το χειμώνα στις ρίζες των ασθενών δένδρων, όπου υπάρχουν ενεργά ηθμώδη αγγεία όλο το έτος. Ο αποικισμός των εναερίων οργάνων του δέντρου γίνεται εκ νέου την άνοιξη με το σχηματισμό νέου φλοιού.
Ασφαλής διάγνωση της ασθένειας γίνεται με τη χρησιμοποίηση ανιχνευτών DNA και με την αλυσιδωτή αντίδραση πολυμεράσης.Για την καταπολέμηση της ασθένειας γίνεται χρησιμοποίηση πολλαπλασιαστικού υλικού που να προέρχεται από αμόλυντες περιοχές. Καταπολέμηση των φορέων με εντομοκτόνα κατά τη διάρκεια του καλοκαιριού.