Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων του "Διατροφή απογαλακτισθέντων χοιριδίων"
(Νέα σελίδα με 'Ο απογαλακτισμός πραγματοποιείται με απομάκρυνση της μητέρας από τα χοιρίδια, τα οποία έπε...') |
(Καμία διαφορά)
|
Αναθεώρηση της 12:09, 12 Νοεμβρίου 2013
Ο απογαλακτισμός πραγματοποιείται με απομάκρυνση της μητέρας από τα χοιρίδια, τα οποία έπειτα από μερικές ημέρες μεταφέρονται στο θάλαμο ανάπτυξης όπου παραμένουν μέχρι την ηλικία 70 ημερών και βάρος 20-25 Κg. Σε ηλικία 70 ημερών και μέσο βάρος 23 Κg τα χοιρίδια που προορίζονται για αναπαραγωγή χωρίζονται από εκείνα της πάχυνσης.
Επειδή χοιρίδια 5-20 Κg χρειάζονται για την αύξηση του βάρους τους κατά 1 Κg (συμπεριλαμβανομένων των αναγκών συντήρησης) 24,5 MJΠΕ και 335 g πρωτεΐνης, το χορηγούμενο σιτηρέσιο πρέπει να περιέχει (24,5 χ 0,42): 0,8 = 12,9 ΜJΠΕ και (335 χ 0,42): 0,8 = 175 g πρωτεΐνης ανά Κg. Για τον λόγο αυτό τα χοιρίδια διατρέφονται κατά την περίοδο αυτή με το σιτηρέσιο ανάπτυξης. Λόγω της απότομης απομάκρυνσης της μητέρας και της ακόλουθης μεταφοράς των χοιριδίων σε νέο θάλαμο, ο απογαλακτισμός αποτελεί για τα χοιρίδια ένα ισχυρό στρες, το οποίο αποβαίνει μοιραίο αν συμπέσει με αλλαγή του σιτηρεσίου. Για τον λόγο αυτό αν κατά την 5η εβδομάδα δεν αντικατασταθεί το εναρκτήριο σιτηρέσιο από εκείνο της ανάπτυξης, σκόπιμο είναι να εξακολουθήσει η χορήγηση του εναρκτήριου σιτηρεσίου και μετά τον απογαλακτισμό και μόνο κατά τη δεύτερη εβδομάδα μετά από αυτόν να αντικαθίσταται προοδευτικά από το σιτηρέσιο αναπτύξεως. Το στρες απογαλακτισμού μειώνει την κινητικότητα του γαστρεντερικού σωλήνα και προκαλεί δυσπεψία. Αν συγχρόνως η διατροφή μεταπέσει από το εναρκτήριο σιτηρέσιο σε εκείνο της ανάπτυξης που είναι πλούσιο σε άμυλο, συγκεντρώνεται στο παχύ έντερο άπεπτο άμυλο που προσβάλλεται από τα βακτήρια και παράγονται οξέα, λόγω δε του χαμηλού ρΗ διευκολύνεται η ανάπτυξη παθογόνων μικροβίων και εκδηλώνεται διάρροια. Παράλληλα παράγονται τοξίνες και ισταμίνη, η απορρόφηση των οποίων αυξάνει την περατότητα των αιμοφόρων αγγείων με συνέπεια αφενός τη δίοδο ορού στους ιστούς και σχηματισμό οιδημάτων (νόσος οιδημάτων), αφετέρου δε τη συμπύκνωση του αίματος που επιβαρύνει τη λειτουργία της καρδιάς και προκαλεί θάνατο από ανακοπή.