Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων του "Η βιολογία της όρνιθας"
Γραμμή 79: | Γραμμή 79: | ||
{{{top_heading|===}}}Ήπαρ (συκώτι){{{top_heading|===}}} | {{{top_heading|===}}}Ήπαρ (συκώτι){{{top_heading|===}}} | ||
+ | |||
+ | Η χολή είναι απαραίτητη για την κατάλληλη απορρόφηση των λιπών από το λεπτό έντερο. Παράγεται στο συκώτι και μεταφέρεται στο κατώτερο τμήμα του δωδεκαδάκτυλου από δυο χοληφόρους αγωγούς. Ο ένας στο δεξιό λοβό του συκωτιού έχει μεγέθυνση και σχηματίζει την χοληδόχο κύστη, όπου συγκεντρώνεται και αποθηκεύεται η χολή. Η απρουσία τροφής στο δωδεκαδάκτυλο προκαλεί συστολές στην χοληδόχο κύστη που αδειάζει στο λεπτό έντερο. | ||
+ | |||
{{{top_heading|===}}}Τυφλό έντερο{{{top_heading|===}}} | {{{top_heading|===}}}Τυφλό έντερο{{{top_heading|===}}} | ||
{{{top_heading|===}}}Παχύ έντερο{{{top_heading|===}}} | {{{top_heading|===}}}Παχύ έντερο{{{top_heading|===}}} |
Αναθεώρηση της 10:00, 10 Ιουλίου 2014
Γενικά
Οι όρνιθες είναι θερμόαιμοι οργανισμοί, υψηλού ρυθμού μεταβολισμού και επίσης χαρακτηρίζονται από το ότι η ανάπτυξη των απογόνων γίνεται εκτός του σώματος της μητέρας.
Από ανατομική άποψη κατατάσσονται μεταξύ των πλέον εξειδικευμένων σπονδυλωτών με προσαρμογή του οργανισμού για περιορισμένη πτήση. Η κάλυψή τους με φτερά τα κατατάσσει σε χωριστή τάξη από άλλα είδη ζώων.
Η θερμοκρασία του σώματος των πτηνών είναι λίγο ανώτερη από τα άλλα κατοικίδια ζώα με μέση τιμή περίπου 41-50oC. Κυμαίνεται μεταξύ 40,5oC και 43oC κατά τη διάρκεια του 24ώρου με χαμηλότερη κατά το μεταμεσονύκτιο.
Η όρνιθα χαρακτηρίζεται σαν οργανισμός από υψηλή πίεση αίματος και των καρδιακών παλμών. Οι μικρόσωμες φυλές έχουν γύρω στους 300 παλμούς το λεπτό ενώ οι βαρύσωμες γύρω στους 250 ανά λεπτό. Ξαφνικές διαταραχές προκαλούν αύξηση των παλμών μέχρι 500-550 ανά λεπτό και η κατάσταση αυτή αργεί να αποκατασταθεί.
Πτέρωμα
Τα φτερά των ορνίθων, μικρά και μεγάλα χρησιμεύουν για να προστατεύουν τα πτηνά από εξωτερικές δυσμενείς συνθήκες και για να διατηρούν το σώμα τους θερμό. Η ετήσια ανανέωση του πτερώματος αποτελεί ένα σοβαρό φυσιολογικό κόστος για την όρνιθα, διότι το βάρος του πτερώματος ανέρχεται σε 4-9% του ζωντανού βάρους του πτηνού αναλόγως του φύλου και της ηλικίας του πτηνού. Τα φτερά παρόλο ότι καλύπτουν ολόκληρο το σώμα των πτηνών εν τούτοις εκφύονται από ορισμένες μόνο περιοχές του σώματος. Κάθε φτερό αποτελείται από το στέλεχος και τον ιστό. Το τμήμα του στελέχους που φέρει τον ιστό λέγεται ράχη, το ελέυθερο λέγεται καλάμη. Η καλάμη στα νεαρά φτερά είναι μαλακή με ρόδινο χρωματισμό, στα παλαιά είναι σκληρή και πρασινωπή. Ο ιστός αποτελείται από ίνες που συμπλέκονται μεταξύ τους, ώστε να δημιουργείται μια συμπαγής και λεπτή επιφάνεια. Οι πρώτες ίνες λέγονται γένεια. Στα νεαρά πτερά ο ιστός είναι συμπαγής και στιλπνός. Τα φτερά διακρίνονται σε 4 κατηγορίες:
- Μεγάλα φτερά ευμεγέθη και δύσκαμπτα, τα οποία είναι δύο ειδών, τα διευθυντήρια ή πηδαλιώδη τα οποία είναι 14, που φύονται στην ουρά και τα ερετικά που φύονται στις πτέρυγες,
- Τα καλυπτήρια που είναι λιγότερο δύσκαμπτα και καλύπτουν όλο το σώμα του πτηνού,
- Τα πτίλα εύκαμπτα και βρίσκονται κάτω απ' τα καλυπτήρια και
- Τα τριχόπτερα που αφθονούν στη χώρα του τραχήλου και της κοιλιάς.
Το δέρμα
Οι όρνιθες έχουν σχετικά λεπτό δέρμα, ελεύθερο από εκκριτικούς αδένες. Η μόνη εξαίρεση είναι ο ουροπηγαίος αδένας που βρίσκεται στο ανώτερο τμήμα της ουράς. Εξαρτήματα του δέρματος είναι το λοφίο, οι παρωτίδες, τα κάλλαια (λειρί), το ράμφος, οι φολίδες (λέπια), τα πλήκτρα και τα νύχια των ποδιών. Το μέγεθος και το χρώμα του λοφίου και των λειριών συνδέονται στενά με την ανάπτυξη των γονάδων και στα δύο φύλα. Στις όρνιθες χρησιμοποιούνται σαν στοιχεία βοηθητικά για τη διάκριση καλών και κακών ωοτόκων ορνίθων. Οι απλοί χρωματισμοί του δέρματος είναι λευκός, κίτρινος και ο μελανός, που είναι σπάνιος και δεν συναντάται σε εκτρεφόμενες φυλές. Ο κίτρινος χρωματισμός του δέρματος και της κνήμης οφείλεται σε χρωστικές τροφικής προέλευσης σε συνδυασμό με την απουσία μελανίνης. Οι προτιμήσεις των καταναλωτών είναι για κίτρινο χρωματισμό δέρματος γι' αυτό και η ειλογή γίνεται προς αυτή την κατέυθυνση στη κρεοπαραγωγή. Τα συνήθη σχήματα λοφίου στις όρνιθες είναι το απλό που απαντάται στις περισσότερες φυλές, ρόδου, πίσου και καρύου. Ο χρωματισμός των παρωτίδων δεν οφείλεται σε χρωστική αλλά στην αφθονία των αιμοφόρων αγγείων.
Ο σκελετός
Ο σκελετός της όρνιθας είναι συμπαγής, ελαφρός και πολύ στερεός. Οι σπόνδυλοι του λαιμού και της ουράς μπορούν να κινούνται. Οι σπόνδυλοι του σώματος είναι σταθεροί και συμφύονται σε μία γερή κατασκευή η οποία δίνει τη δυνατότητα να συγκρατούνται οι πτέρυγες. Χαρακτηριστικό των πτηνών είναι ότι πολλά από τα οστά τους είναι πνευματικά ή αεροφόρα, δηλαδή είναι κοίλα και συνδέονται με το αναπνευστικό σύστημα, έτσι ώστε να μπορούν να χρησιμοποιηθούν για αναπνοή εάν είναι κλεισ΄τη η τραχεία. Επίσης πολλά από τα οστά είναι μυελώδη δηλαδή η κοιλότητα του μυελού είναι πλήρης από λεπτά κοκκία τα οποία και αποτελούν μια ευκόλως διαθέσιμη πηγή Ca για το κέλυφος των αυγών όταν η πρόσληψη του Ca είναι περιορισμένη. Τέτοια οστά είναι η κνήμη, ο μηρός, τα ηβικά οστά, το στέρνο, οι πλευρές, η ωλένη, τα δάκτυλα και η ωμοπλάτη. Περίπου 12% των οστών μιας ώριμης όρνιθας είναι μυελώδη. Όμως οι ποσότητες Ca που αποθηκεύονται στο σκελετό των ορνίθων είναι επαρκείς για το κέλυφος πολύ περιορισμένου αριθμού αυγών.
Το μυϊκό σύστημα
Υπάρχουν τρία κύρια είδη μυών:
- Λείοι μύες (αγγεία αίματος, έντερα κ.ά.),
- Καρδιακοί μύες και
- Σκελετικοί μύες. Οι σκελετικοί μύες είναι υπεύθυνοι για τις ελεγχόμενες κινήσεις των πτηνών και αποτελούν το μεγαλύτερο εδώδιμο μέρος του σφαγίου της όρνιθας. Το στήθος, ο μηρός, η κνήμη είνια τα κύρια μυϊκά συστήματα στο σώμα του πτηνού. Ειδικά οι μύες του στήθους αποτελούν ένα εξαιρετικά μεγάλο τμήμα. Οι όρνιθες και οι γαλοπούλες έχουν λευκούς και ερυθρούς μύες. Οι ερυθροί περιέχουν περισσότερη χρωστική απ' ό,τι οι λευκοί.
Το αναπνευστικό σύστημα
Το αναπνευστικό σύστημα αποτελείται από τους πνεύμονες και όλες τις ατραπούς που οδηγούν στους πνεύμονες (άνω λάρυγγας, τραχεία, σύραγγες, κάτω λάρυγγας, αεροφόροι σάκοι). Οι πνεύμονες είναι προσκολλημένοι στις πλευρές στο ανώτερο τμήμα της θωρακικής κοιλότητας και αποτελούν μάλλον συμπαγή κατασκευή, η οποία δεν αλλάζει σχεδόν διαστάσεις κατά την αναπνοή. Η διαφορά πιέσεως μέσα στους αεροφόρους σάκους προκαλεί την είσοδο και έξοδο του αέρα από τους πνεύμονες. Η όρνιθα έχει 4 ζεύγη αεροφόρων σάκκων, τοποθετουμένων από του τραχήλου μέχρι της κοιλίας. Οι αεροφόροι σάκοι επικοινωνούν με τους πνεύμονες και με τις κοιλότητες των περισσότερων οστών του σώματος, είναι πολύ ευαίσθητες κατασκευές με τοιχώματα πολύ λεπτά. Οι αεροφόροι σάκοι διευκολύνουν επίσης την πτήση και την ισορροπία του πτηνού κατά την πτήση.
Η όρνιθα στερείται ιδρωτοποιών αδένων, έτσι οι πνεύμονες και οι αεροφόροι σάκοι θεωρούνται οι κυριότεροι παράγοντες εξατμίσεως, για την εξουδετέρωση των δυσμενών επιδράσεων των υψηλών θερμοκρασιών. Μελέτες πανεπιστημίου δίνουν μεγαλύτερη βαρύτητα στο ρόλο του λοφίου και των λειριών γιατί διαπιστώθηκε ότι το 40% της θερμότητας που χάνεται προέρχεται από την περιοχή της κεφαλής. Γι' αυτό η αποκοπή μέρους του λοφίου που εφαρμόζεται στην πράξη στις όρνιθες πρέπει να εξετάζεται με επιφύλαξη.
Η φωνή των πτηνών παράγεται αποκλειστικά στον σύριγγα, που βρίσκεται στο κατώτερο σημείο του λάρυγγα όπου η τραχεία διακλαδίζεται στους δύο βρόγχους. Είναι το ίδιο στα αρσενικά και στα θηλυκά, ο ανώτερος λάρυγγας εξυπηρετεί για τη ρύθμιση της φωνής. Η κανονική θηλυκή όρνιθα δεν λαλεί γιατί στερείται του ψυχολογικού αιτίου. Εάν της προκληθεί πειραματικά, με επαρκή ένεση αρσενικών ορμονών, θα μπορούσε να λαλεί.
Το πεπτικό σύστημα
Η ανάπτυξη και η ανατομική κατασκευή του πεπτικού συστήματος κατά κύριο λόγο καθορίζει και τον τύπο της τροφής που ταιριάζει σε κάθε είδος. Τα σαρκοφάγα έχουν πολύ μικρό πεπτικό χώρο ενώ στα φυτοφάγα το μήκος του είναι σχετικά μεγάλο. Η σχέση του μήκους του σώματος προς το μήκος του πεπτικού συστήματος στην όρνιθα είναι 1:4. Η όρνιθα έχει ένα απλό πεπτικό σύστημα, στο οποίο τον κύριο λόγο για τη διάσπαση της τροφής δεν έχουν οι μικροοργανισμοί αλλά διάφορα ένζυμα που εκκρίνονται από κατάλληλα τμήματα του πεπτικού συστήματος. Το πεπτικό σύστημα των πτηνών αποτελείται από τα εξής μέρη:
- στόμα,
- οισοφάγος,
- πρόλοβο,
- αδενώδη στόμαχο,
- μυώδη στόμαχο,
- δωδεκαδάκτυλο,
- λεπτό έντερο,
- παχύ έντερο. Μεταξύ του λεπτού και του παχέως εντέρου βρίσκεται το τυφλό έντερο. Το πεπτικό σύστημα συνοδεύεται από το πάγκρεας και το ήπαρ.
Στόμα
Το κύριο χαρακτηριστικό του στόματος των πτηνών είναι η απουσία δοντιών και χειλέων. Αυτά αντικαθίστανται από δύο κερατινώδεις σιαγόνες που σχηματίζουν το ράμφος. Η κατασκευή της γλώσσας και οι σιελογόνοι αδένες διευκολύνουν το πέρασμα της τροφής προς τον οισοφάγο.
Οισοφάγος
Ο οισοφάγος χαρακτηρίζεται από μεγάλο μήκος. Μια διεύρυνση αυτού, ο πρόλοβος, χρησιμεύει για την αποθήκευση της τροφής.
Αδενώδης στόμαχος
Παρουσιάζεται σαν μια μεγέθυνση στο τέλος του οισοφάγου. Έχει ατρακτοειδές σχήμα και ενώνεται απ' ευθείας με τον μυώδη στόμαχο. Η τροφή παραμένει πολύ λίγο στο χώρο αυτό, περιβάλλεται όμως από HCI και πεψίνη κατά την διέλευσή της.
Μυώδης στόμαχος
Ο μυώδης στόμαχος έχει σχήμα ωοειδές. Αποτελείται από δυο ζεύγη ερυθρών, χονδρών, ισχυρών μυών που καλύπτονται εσωτερικά με ένα κεράτινο επιθήλιο. Όταν είναι κενός από τροφή δεν κινείται, αλλά μόλις διέρχεται τροφή κινείται ρυθμικά και με πολύ μεγάλη δύναμη. Η κύρια λειτουργία του είναι το άλεσμα, σπάσιμο της τροφής. η οποία όταν πρόκειται ειδικά για σπόρους ολόκληρους είναι τελείως απαραίτητος για την πέψη αυτών. Το άλεσμα διευκολύνεται με την παρουσία μικρών χαλικιών που παίρνονται κατά την πρόσληψη της τροφής.
Έντερο
Το έντερο διακρίνεται στο δωδεκαδάκτυλο και στο λεπτό έντερο. Στο λεπτό έντερο εκκρίνονται ένζυμα που συμπληρώνουν την υδρόλυση των τροφών από το παγκρεατικό υγρό. Έτσι οι πρωτεΐνες αποδομούνται σε πεπτίδια και οι δισακχαρίτες σε απλά σάκχαρα. Το επιθήλιο που καλύπτει το λεπτό έντερο έχει μια τρομερή επιφάνεια ώστε γίνεται ταχύτατα η απορρόφηση των συστατικών. Σχεδόν όλα τα συστατικά, τα απαραίτητα από έναν οργανισμό πέπτονται και απορροφώνται από το λεπτό έντερο. Μια όρνιθα μπορεί να πέψει και να απορροφήσει ένα πλήρες γεύμα σε λιγότερο από τρεις ώρες.
Πάγκρεας
Παράλληλα προς το δωδεκαδάκτυλο βρίσκεται εγκλωβισμένο το πάγκρεας που εκκρίνει το παγκρεατικό υγρό στο κατώτερο τμήμα του δωδεκαδάκτυλου. Το υγρό αυτού εξουδετερώνει την έκκριση των οξέων του αδενώδους στομάχου, περιέχει ένζυμα που υδρολύουν πρωτεΐνες, άμυλο και λίπη.
Ήπαρ (συκώτι)
Η χολή είναι απαραίτητη για την κατάλληλη απορρόφηση των λιπών από το λεπτό έντερο. Παράγεται στο συκώτι και μεταφέρεται στο κατώτερο τμήμα του δωδεκαδάκτυλου από δυο χοληφόρους αγωγούς. Ο ένας στο δεξιό λοβό του συκωτιού έχει μεγέθυνση και σχηματίζει την χοληδόχο κύστη, όπου συγκεντρώνεται και αποθηκεύεται η χολή. Η απρουσία τροφής στο δωδεκαδάκτυλο προκαλεί συστολές στην χοληδόχο κύστη που αδειάζει στο λεπτό έντερο.
Τυφλό έντερο
Παχύ έντερο
Το ουροποιητικό σύστημα
Το κυκλοφορικό σύστημα
Το νευρικό σύστημα
Το ενδοκρινικό σύστημα
Πληροφορίες για το αναπαραγωγικό σύστημα υπάρχουν στη σελίδα: Αναπαραγωγή όρνιθας
Στο pdf που ακολουθεί με τίτλο "Ανατομία-φυσιολογία αγροτικών ζώων" υπάρχουν αναλυτικές πληροφορίες για το σκελετό των πτηνών. Ανατομία-φυσιολογία αγροτικών ζώων