Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων του "Πασιφλόρα"
Γραμμή 18: | Γραμμή 18: | ||
{{{top_heading|==}}}Κλιματικές Συνθήκες Πασσιφλόρας{{{top_heading|==}}} | {{{top_heading|==}}}Κλιματικές Συνθήκες Πασσιφλόρας{{{top_heading|==}}} | ||
+ | Το φυσικό περιβάλλον της πασσιφλόρας είναι τα τροπικά υψίπεδα. Χρειάζεται ψυχρό χειμώνα, απαλλαγμένο από παγετούς και ζεστό καλοκαίρι. Σε περιοχές με πολύ ζεστά καλοκαίρια η παραγωγική ζωή των φυτών είναι μικρότερη. Είναι φυτό πολύ ευαίσθητο στους παγετούς και ζημιώνεται σοβαρά σε θερμοκρασία των -2<sup>0</sup>C. Το είδος P. edulis var edulis χρειάζεται μέση ετήσια βροχόπτωση πάνω από 800mm, ενώ το είδος P. edulis var. flavicarpa κάτω από 800mm. Γενικά απαιτούν εναλλάξ υγρές και ξερές εποχές. Η πασσιφλόρα είναι μέτρια ανεκτική στην ατμοσφαιρική σχετική υγρασία, γιατί η υπερβολική υγρασία ευνοεί την ανάπτυξη των μυκητολογικών ασθενειών και πολύ ευαίσθητη στους ανέμους, γιατί προκαλούν σοβαρή ζημιά στη βλάστηση και τους καρπούς.<ref name="Πασσιφλόρα"/> | ||
{{{top_heading|==}}}Εδαφικές Συνθήκες Πασσιφλόρας{{{top_heading|==}}} | {{{top_heading|==}}}Εδαφικές Συνθήκες Πασσιφλόρας{{{top_heading|==}}} |
Αναθεώρηση της 13:23, 22 Απριλίου 2015
Περιεχόμενα
Γενικά Στοιχεία Πασσιφλόρας
Η πασσιφλόρα κατάγεται από τα υψίπεδα της Νότιας Αμερικής. Εμπορικά καλλιεργείται στη Χαβάη των ΗΠΑ, Αυστραλία, Βραζιλία, Φιλιππίνες, Ταϊβάν, Νότια Αφρική, Ινδία, Ινδονησία και Νέα Ζηλανδία. Στην Ελλάδα απαντά ως καλλωπιστικό φυτό. Ο καρπός τρώγεται νωπός και χρησιμοποιείται για χυμοποίηση και παρασκευή αναψυκτικών.[1]
Βοτανικά χαρακτηριστικά Πασσιφλόρας
Η πασσιφλόρα ανήκει στην οικογένεια Passifloraceae και το επιστημονικό της όνομα είναι Passiflora edulis Sims. Το γένος Passiflora περιλαμβάνει πολλά εδώδιμα είδη. Τα πιο γνωστά είναι τα είδη Passiflora edulis var. edulis και Passiflora edulis var. flavicarpa. Άλλα καλλιεργούμενα είδη είναι τα P. quadrangularis, P. ligularis, P. laurifolia, P. mollisima και P. caerulea. Η πασσιφλόρα είναι φυτό ξυλώδες, πολυετές, αειθαλές και αναρριχώμενο. Ο βλαστός φέρει έλικες, που χρησιμεύουν για την αναρρίχηση του φυτού. Τα φύλλα είναι ωοειδή, τρίλοβα, διαστάσεων 10x18cm. Τα άνθη είναι ερμαφρόδιτα, μονήρη, διαμέτρου 5cm, εντυπωσιακά, με μορφολογία ρολογιού και παράγονται σε τρέχουσα βλάστηση. Η άνθιση λαμβάνει χώρα κατά την άνοιξη και το καλοκαίρι. Ο καρπός είναι ράγα, έχει σχήμα σφαιρικό έως ωοειδές και μήκος 5-7.5cm. Ο καρπός του είδους P. edulis var. edulis έχει χρώμα βυσσινί, ενώ του είδους P. edulis var. flavicarpa κίτρινο. Η σάρκα είναι χυμώδης, αρωματική και υπόξινη. Φέρει πολυάριθμους σπόρους. Ο καρπός ωριμάζει κατά το καλοκαίρι και φθινόπωρο.[1]
Επικονίαση Πασσιφλόρας
Η καρπόδεση στα είδη του γένους Passiflora δεν αποτελεί πρόβλημα. Για κάποια είδη όμως έχει αναφερθεί ότι παρατηρείται αυτοασυμβιβαστότητα και σταυροασυμβιβαστότητα. Η μεταφορά της γύρης γίνεται με τα έντομα και ιδιαίτερα τις μέλισσες. Μερικές φορές κρίνεται αναγκαία και η τεχνητή επικονίαση των ανθέων της πασσιφλόρας. Το είδος P. edulis var. flavicarpa χαρακτηρίζεται ως αυτόστειρο και μερικά φυτά (σπορόφυτα) ως σταυροασυμβίβαστα. Τα φυτά μπαίνουν σε καρποφορία 15-18 μήνες μετά τη φύτευση και σε πλήρη παραγωγή στους 24 μήνες. Η παραγωγική του ζωή είναι 3 χρόνια στις τροπικές περιοχές και πάνω από 8 χρόνια στις υποτροπικές.[1]
Πολλαπλασιασμός και υποκείμενα Πασσιφλόρας
Η πασσιφλόρα πολλαπλασιάζεται με σπόρο, μοσχεύματα και καταβολάδες. Για τις καταβολάδες κατάλληλο είναι το ώριμο και όχι το παλαιό ξύλο. Τα μοσχεύματα πρέπει να περιλαμβάνουν τρεις κόμβους και ριζοβολούν σε χρονικό διάστημα 4-8 εβδομάδων σε σύστημα υδρονεφώσεως με το κατάλληλο υπόστρωμα , (ελαφρό-καλοαεριζόμενο) και θερμοκρασία στη βάση των μοσχευμάτων 240C. Οι σπόροι απομακρύνονται από τη σάρκα του καρπού, ξεραίνονται υπό σκιά και σπέρνονται σε κιβώτια με ελαφρό χώμα. Δεν φυτρώνουν πολύ γρήγορα, αλλά τα σπορόφυτα αναπτύσσονται γρήγορα και είναι κατάλληλα για μεταφύτευση στον αγρό μετά από 6-12 μήνες. Ο σπόρος χρειάζεται για να φυτρώσει 2-12 εβδομάδες και τα φυτά συνήθως αναπτύσσονται ανά ένα σε σακούλες πολυαιθυλενίου ή σε γλαστράκια από τύρφη. Τα φυτά μεταφυτεύονται όταν αποκτήσουν ύψος τουλάχιστον 15cm. Χρησιμοποιούνται διάφορα υποκείμενα στην καλλιέργεια της πασσιφλόρας, ανεκτικά στους μύκητες Phytophthora sp., Sclerotinia sp., Fusarium sp. και το βακτήριο Phytomonas passiflorae. Στη Νότια Αφρική και σ' άλλες ζεστές χώρες το είδος P. edulis var. flavicarpa χρησιμοποιείται ως υποκείμενο του είδους P. edulis var edulis.[1]
Ποικιλίες Πασσιφλόρας
Οι καλλιεργούμενες ποικιλίες συνήθως είναι σπορόφυτα και κυρίως καλλιεργούν σπορόφυτα του είδους P. edulis var. flavicarpa, γιατί δίνουν μεγαλύτερη παραγωγή ανά μονάδα επιφάνειας, αλλά οι καρποί του είναι πιο αρωματικοί και γευστικοί.[1]
Κλιματικές Συνθήκες Πασσιφλόρας
Το φυσικό περιβάλλον της πασσιφλόρας είναι τα τροπικά υψίπεδα. Χρειάζεται ψυχρό χειμώνα, απαλλαγμένο από παγετούς και ζεστό καλοκαίρι. Σε περιοχές με πολύ ζεστά καλοκαίρια η παραγωγική ζωή των φυτών είναι μικρότερη. Είναι φυτό πολύ ευαίσθητο στους παγετούς και ζημιώνεται σοβαρά σε θερμοκρασία των -20C. Το είδος P. edulis var edulis χρειάζεται μέση ετήσια βροχόπτωση πάνω από 800mm, ενώ το είδος P. edulis var. flavicarpa κάτω από 800mm. Γενικά απαιτούν εναλλάξ υγρές και ξερές εποχές. Η πασσιφλόρα είναι μέτρια ανεκτική στην ατμοσφαιρική σχετική υγρασία, γιατί η υπερβολική υγρασία ευνοεί την ανάπτυξη των μυκητολογικών ασθενειών και πολύ ευαίσθητη στους ανέμους, γιατί προκαλούν σοβαρή ζημιά στη βλάστηση και τους καρπούς.[1]
Εδαφικές Συνθήκες Πασσιφλόρας
Σχετικές σελίδες
Βιβλιογραφία
- ↑ 1,0 1,1 1,2 1,3 1,4 1,5 Ειδική δενδροκομία Τόμος V "Τροπικά φυτά", Ποντίκη Κων/νου, Καθηγητή Γεωπονικού Πανεπιστημίου Αθηνών, Εκδόσεις Σταμούλη, 2001.
- ↑ Menzel C.M., C.W. Winks and D.R. Simpson, 1989. Passionfruit in Queensland, 3. Orchard management. Queensland Agricultural Journal 115: 155-164.
- ↑ Mowry, Η., L.R. Toy and H.S. Wolfe, 1953. Miscellaneous Tropical and Sub-Tropical Florida Fruits. Bulletin 156. Agr. Ext. Serv., Univ. of Florida, USA.
- ↑ Soule, J., 1976. Principles of Tropical Fruit Culture (HSC 632-633). Depart. of Fruit Crops, Instit. of Food and Agric. Scien. Univ. of Florida, USA. 143n.
- ↑ Vanderplank, J., 1991. Passion Flowers and Passionfruit. Cassell Publishers, London.
- ↑ Winks, C.W., C.M. Menzel and D.R. Simpson, 1988. Passionfruit in Queensland. 2 Botany and cultivars. Queensland Agricultural Journal 114: 217-224.