Ασθένεια πεπονιάς Ιός κίτρινου μαρασμού
Ο ιός αυτός προσβάλει ποικιλίες πεπονιάς οι οποίες έχουν έντονο άρωμα, τα φυτά μπορεί μολυνθούν όταν είναι νεαρά αλλά τα συμπτώματα συχνά δεν εμφανίζονται πριν ωριμάσουν οι μίσχοι και εμφανιστούν οι καρποί. Τα φύλλα εμφανίζουν νεκρωτικές περιοχές. Ζημιές συχνά εμφανίζονται στις ρίζες και στα μεταγενέστερα στάδια της ασθένειας εμφανίζονται μικρά μαύρα εξογκώματα. Οι καρποί που προέρχονται από μολυσμένους αγρούς με Monosporascus cannonballus είναι συνήθως μη εμπορικοί επειδή έχουν μικρό μέγεθος, μικρή περιεκτικότητα σε σάκχαρα και εγκαύματα.
H πρώτη δημοσίευση του Monosporascus cannonballus έγινε το 1970 στην Αριζόνα και έπειτα σε Ευρώπη, Ιαπωνία και Ινδία. Όλες οι αναφορές στην ασθένεια του Monosporascus cannonballus προέρχονται από σχετικά ζεστές και ξηρές περιοχές του κόσμου. Τα εδάφη σ’αυτές τις περιοχές είναι αλκαλικά και έχουν αρκετές ποσότητες αλάτων. Ο Monosporascus cannonballus μπορεί να επιζήσει στο έδαφος για κάποιο χρονικό διάστημα. Είναι πιθανό ότι αυτό το παθογόνο μεταδίδεται όπως όλα τα παθογόνα των ριζών δηλαδή με τη μεταφύτευση των σποριόφυτων, επαναφύτευση ευπαθών φυτών σε μολυσμένους αγρούς.
Η ασθένεια μπορεί να καταπολεμηθεί με στάγδην άρδευση και συχνές αρδεύσεις όταν τα φυτά είναι υπερφορτωμένα με καρπούς.