Αντίδι φυτό
Γενικά στοιχεία
Το αντίδι είναι φυτό ιδιαίτερα γνωστό στις χώρες της Μεσογείου και με πιθανή χώρα καταγωγής την Ινδία (ανατολικές περιοχές της Ινδίας). Ήταν γνωστό στους αρχαίους Έλληνες και Ρωμαίους. Ο Διοσκουρίδης το αναφέρει με το όνομα "Σέρις ο ήμερος". Το όνομα του το οφείλει στη λατινική λέξη endivia ή εντύβιον στα ελληνικά και με παραφθορά της λέξης προέκυψε το αντίδι. Για το αντίδι υπάρχουν δύο τύποι ανάλογα μα το σχήμα των φύλλων. Ο πρώτος είναι το κλασσικό αντίδι με τις «κατσαρές» ποικιλίες οι οποίες έχουν στενά και βαθιά σχισμένα φύλλα και ο δεύτερος είναι ο τύπου «σκαρόλα» που περιλαμβάνει ποικιλίες με ελαφρώς οδοντωτά όχι σχισμένα φύλλα. Τα φύλλα αντιδιού καταναλώνονται μαγειρεμένα (βρασμένα, κοκκινιστά, σε πίττα) ή χρησιμοποιούνται για την παραγωγή καταψυγμένων προϊόντων. Στις άλλες ευρωπαϊκές χώρες καταναλώνεται ως νωπό λαχανικό, όπως το μαρούλι.
Βοτανικά χαρακτηριστικά
Το φυτό είναι χαμηλής ανάπτυξης (ύψος 10-15 cm) και σχηματίζει μια βαθιά κεντρική ρίζα και μεγάλο αριθμό πλαγίων ριζών κοντά στην επιφάνεια του εδάφους. Τα φύλλα είναι σαρκώδη, με λεία ή κυματοειδή επιφάνεια (ανάλογα με την ποικιλία) και σχηματίζονται πολύ πυκνά, πάνω σε ένα υποτυπώδη μη ανεπτυγμένο βλαστό. Κατά το δεύτερο στάδιο της ανάπτυξης, ο βλαστός επιμηκύνεται και σχηματίζεται το ανθικό στέλεχος, που φέρει λεπτά επιμήκη και οξύληκτα φύλλα. Το ανθικό στέλεχος μπορεί να φτάσει το 1m και πάνω στις ταξιανθίες του σχηματίζονται τα άνθη. Το κάθε φυτό μπορεί να έχει μόνο αρσενικά ή θηλυκά άνθη (δίοικο φυτό) και η γύρη μεταφέρεται κυρίως με τον άνεμο. Ο σχηματιζόμενος καρπός είναι σκληρός, περικλείει ένα μόνο σπόρο και μπορεί να έχει ακανθωτή ή λεία επιφάνεια. Σήμερα όλες οι χρησιμοποιούμενες ποικιλίες ανήκουν στη δεύτερη κατηγορία (λεία επιφάνεια καρπού).