Λούπινο φυτό
Με το όνομα λούπινο είναι γνωστά πολλά είδη (πάνω από 300) άγρια και καλλιεργούμενα, τα οποία ανήκουν στο γένος Lupinus. Στο γένος αυτό περιλαμβάνονται είδη ποώδη ετήσια και ποώδη—θαμνώδη πολυετή. Τα περισσότερα είδη κατάγονται από το Νέο κόσμο (μεγαλύτερος αριθμός βρέθηκε στη Ν.Δ. Αμερική) και μόνο 12 αναγνωρισμένα είδη είναι του Παλαιού κόσμου, εκτεινόμενα γύρω από τη Μεσόγειο και την Α. Αφρική.
Τα λούπινα είναι γνωστά από αρχαιοτάτων χρόνων. Τα καλλιεργούμενα είδη είναι τα L. angustifolius L. (μπλε λούπινο), L. albus L. (λευκό λούπινο), L. luteus L. (κίτρινο λούπινο), είδη του Παλαιού κόσμου και L. mutabilis Sweet (λούπινο των Άνδεων), είδος του Νέου κόσμου. Πλέον διαδεδομένα είναι τα τρία πρώτα, το κοινό όνομα των οποίων σχετίζεται με το χρώμα του άνθους. Το L. mutabilis καλλιεργήθηκε λιγότερο, κυρίως στη Ν. Αμερική και άρχισε να ενδιαφέρει εκ νέου τους βελτιωτές τα τελευταία χρόνια. Αναφέρεται και το είδος L. cosentinii Guss (Παλαιού κόσμου), καλλιεργούμενο στη Δ. Αυστραλία για παραγωγή χόρτου, το οποίο όμως συνήθως αυτοπολλαπλασιάζεται στα βαθιά, άγονα, αμμώδη εδάφη αυτής της περιοχής.
Βοτανικά χαρακτηριστικά λούπινου
Τα καλλιεργούμενα είδη λούπινου είναι ποώδη ετήσια φυτά, με όρθια ανάπτυξη. Έχουν μία ισχυρή πασσαλώδη ρίζα, η οποία εισχωρεί βαθιά στο έδαφος και διακλαδίζεται άφθονα. Στις ρίζες σχηματίζονται μεγάλα φυμάτια.
Τα στελέχη είναι χονδρά και διακλαδίζονται χωρίς να πλαγιάζουν. Το ύψος τους κυμαίνεται από 20 έως 100 cm, ανάλογα με τις συνθήκες ανάπτυξης και το γενότυπο. Χαρακτηριστικό γνώρισμα των λούπινων είναι τα σύνθετα παλαμοειδή φύλλα. Τα φυλλάρια κάθε φύλλου εκφύονται κυκλικά από το ακραίο σημείο του μίσχου. Ο αριθμός των φυλλαρίων ποικίλει με το είδος και την ποικιλία και κυμαίνεται από 5 έως 11. Διαφορές επίσης παρατηρούνται στο μέγεθος και στο πλάτος των φύλλων. Στο λευκό λούπινο τα φυλλάρια είναι πλατιά και μεγάλα, στο μπλε και το κίτρινο συνήθως είναι στενά και μακριά. Διαφοροποιήσεις όμως στη μορφολογία των φύλλων εμφανίζονται και μεταξύ των ποικιλιών κάθε είδους. Το στέλεχος, οι μίσχοι και τα φυλλάρια συνήθως καλύπτονται από τρίχες.
Τα άνθη φέρονται σε μεγάλες, επάκριες, βοτρυώδεις ταξιανθίες. Το χρώμα του άνθους είναι λευκό, μπλε, κίτρινο και μαργαριτώδες. Το μπλε λούπινο είναι κυρίως αυτογονιμοποιούμενο, ενώ το λευκό και το κίτρινο μπορούν να διασταυρωθούν ελεύθερα σε ποσοστό 9-40%. Τα άνθη προσελκύουν τις μέλισσες οπότε τοποθέτηση στην καλλιέργεια κυψελών αυξάνει την καρπόδεση. Μόνον ένα μικρό ποσοστό ανθέων της ταξιανθίας, κυρίως τα άνθη προς τη βάση, εξελίσσεται σε λοβούς. Αυτός ο τρόπος καρπόδεσης δεν συνδέεται με ατελή γονιμοποίηση.
Λοβοί χωρίς σπόρους μπορούν να παραμείνουν στο φυτό μέχρι τη συγκομιδή. Οι λοβοί είναι τριχωτοί, δερματώδεις και φέρουν 2-6 σπόρους, ανάλογα με το είδος και την ποικιλία. Τα περιβλήματα των λοβών είναι ιδιαίτερα χονδρά και αποτελούν το 35-40% του βάρους του λοβού κατά την ωρίμανση. Για συγκριτικούς λόγους, αναφέρεται ότι το ποσοστό αυτό στο φασόλι είναι 20-27% και στη σόγια 26%. Οι βελτιωτές λούπινου για την αύξηση του δείκτη συγκομιδής προσπαθούν να μειώσουν το πάχος των περιβλημάτων των λοβών. Οι σπόροι στο λευκό λούπινο είναι μεγάλοι, με σχήμα σχεδόν τετράγωνο, πεπλατυσμένοι, με στρογγυλεμένες άκρες, ωχρόλευκου χρώματος. Στο μπλε λούπινο οι σπόροι είναι μικρότεροι, έχουν σχήμα στρογγυλό, ελαφρώς νεφροειδές και χρώμα κυανωπό-γκρίζο, ή γκριζοπράσινο με κιτρινοκαστανές κηλίδες. Στο κίτρινο λούπινο οι σπόροι είναι μικροί, ελαφρώς πεπλατυσμένοι, χρώματος κιτρινωπού, ελαφρώς καστανού, με διάστικτα μαύρα στίγματα.
Κλιματικές συνθήκες λούπινου
Τα λούπινα είναι καλλιέργειες των εύκρατων κλιμάτων και δεν είναι ανθεκτικά στον παγετό. Για τις περισσότερες ποικιλίες χρειάζεται όμως μία περίοδος χαμηλών θερμοκρασιών (όχι κάτω από τους 0oC) για να υποστούν τα φυτά εαρινοποίηση. Οι απαιτήσεις για εαρινοποίηση είναι μεγαλύτερες για τους γενότυπους που σπέρνονται το φθινόπωρο και ανθίζουν αργά την άνοιξη, σε σχέση με εκείνους που σπέρνονται την άνοιξη. Στην περιοχή της Μεσογείου, όπου συνήθως η σπορά γίνεται το φθινόπωρο, τα φυτά μπορούν να ζημιωθούν από θερμοκρασίες χαμηλότερες από -4oC στα πρώτα στάδια της βλαστικής ανάπτυξης. Μεγαλύτερη όμως βλάβη υφίστανται νωρίς την άνοιξη κατά τα πρώτα στάδια της παραγωγικής ανάπτυξης. Για την αποφυγή ζημιών από τις χαμηλές θερμοκρασίες συνιστάται η πρώιμη φθινοπωρινή σπορά. Η ανάπτυξη των φυταρίων καθώς και ο σχηματισμός φυματίων περιορίζονται σε θερμοκρασίες μικρότερες από 2-5oC. Από τα καλλιεργούμενα είδη πιο ανθεκτικό στο κρύο είναι το μπλε λούπινο, ακολουθεί το λευκό και το πιο ευαίσθητο είναι το κίτρινο. Μεταξύ όμως των ποικιλιών του κάθε είδους παρατηρούνται μεγάλες διαφορές. Επιζήμιες για την ανάπτυξη του φυτού είναι και οι υψηλές θερμοκρασίες. Κατά τη διάρκεια της άνθησης, θερμοκρασίες ημέρας 33oC μπορούν να προκαλέσουν πτώση ανθέων και νεαρών λοβών. Υψηλές θερμοκρασίες συνοδευόμενες από ξηρασία κατά τη διάρκεια της ανάπτυξης των λοβών μειώνουν την απόδοση, λόγω της μείωσης του βάρους των σπόρων.
Τα L. albus L. και L. angustifolius L. είναι είτε μακράς φωτοπεριόδου, είτε δεν αντιδρούν στη φωτοπερίοδο. Το L. luteus L. είναι φυτό μακράς φωτοπεριόδου.
Πληροφοριακά στοιχεία
Ευδοκιμεί στις περιοχές
|
Σχετικές σελίδες
- Καλλιέργεια λούπινου
- Λούπινο προϊόν
- Αμμώδη εδάφη
- Βοτανικά χαρακτηριστικά λούπινου
- Κλιματικές συνθήκες λούπινου
Βιβλιογραφία
- ↑ "Ειδική γεωργία, Σιτηρά και ψυχανθή", Δέσποινα Παπακώστα-Τασοπούλου, Καθηγήτρια Γεωπονικής Σχολής Α.Π.Θ.