Προετοιμασία εδάφους Τεϊόδενδρου
Η προετοιμασία του εδάφους ξεκινά με το καθάρισμα του χωραφιού. Η απώλεια του επιφανειακού χώματος πρέπει να μειωθεί στο ελάχιστο, πράγμα που δεν είναι εύκολο σε περιοχές με υψηλή βροχόπτωση και ιδιαίτερα στα επικλινή εδάφη. Η λήψη μέτρων για τον περιορισμό των διαβρώσεων συνίσταται στη μείωση της ταχύτητας ροής του νερού. Αυτό επιτυγχάνεται με την κατασκευή αναβαθμίδων κάθετα ως προς την κλίση του εδάφους. Η ροή του νερού μεταξύ των αναβαθμίδων πρέπει να περιοριστεί. Αυτό επιτυγχάνεται με την εγκατάσταση του κατάλληλου φυτού κάλυψης του εδάφους, αμέσως μετά την ισοπέδωση. Η εγκατάσταση αυτού επιτυγχάνεται δια σποράς του σπόρου στα πεταχτά ή κατά γραμμές μεταξύ των σειρών φυτεύσεως του τεϊόδενδρου. Οι άκρες των αναβαθμίδων που δεν φυτεύονται με φυτά τεϊόδενδρο, φυτεύονται με αγρωστώδη (π.χ. Eragrostis curvula) που θα συγκρατήσουν το χώμα και δεν θα ανταγωνίζονται τα φυτά του τεϊόδενδρου. Τα φύλλα της αρχικής βλάστησης του τεϊόδενδρου διασκορπίζονται στο χωράφι όσο το δυνατόν ομοιόμορφα. Όταν η βλάστηση είναι κάποιο αγρωστώδες αυτό ενσωματώνεται στο έδαφος με όργωμα ή φρεζάρισμα. Αν η βλάστηση αποτελείται από μεγάλους κλάδους του τεϊόδενδρου τότε απομακρύνεται προσεκτικά από το χωράφι, χωρίς να υπάρξει μεταφορά χώματος. Οι μικροί κλάδοι, όταν δεν μπορούν να μεταφερθούν εκτός χωραφιού, τότε καίγονται. Οι μεγάλες φωτιές πρέπει να αποφεύγονται, γιατί η στάχτη καθιστά το έδαφος αλκαλικό και ακατάλληλο για καλλιέργεια τεϊόδενδρου χωρίς βελτίωση. Το έδαφος, όταν δεν είναι όξινο (pH 5.6), βελτιώνεται με την προσθήκη θειαφιού. Μετά την προσθήκη του θειαφιού η καθυστέρηση φύτευσης των φυτών του τεϊόδενδρου είναι δυνατή. Πιο γρήγορα αποτελέσματα λαμβάνονται με τη χρήση διαλυτών χημικών, όπως είναι το θειΐκό αργίλιο ή η θειΐκή αμμωνία. Αλλά η θειΐκή αμμωνία, σε περίσσεια, ζημιώνει τα φυτά και το αποτέλεσμα της δεν είναι πάντοτε σταθερό. Το τεϊόδενδρο στα επικλινή εδάφη φυτεύεται κατά το σύστημα των ισοϋψών καμπυλών. Για μηχανική συλλογή συνιστάται οι γραμμές φυτεύσεως των φυτών να είναι κάπως ευθείες και κάθετες προς την κλίση του εδάφους. Όταν οι γραμμές φυτεύσεως των φυτών διέρχονται κατά μήκος της κλίσης του εδάφους τότε ευνοούν τη διάβρωση αυτού, αν όμως είναι κάθετες προς αυτή, τότε περιορίζουν στο ελάχιστο τη διάβρωση. Τα φυτά καλύψεως μαζί με τα φύλλα του τεϊόδενδρου, που έπεσαν, και κάποια κλαδιά από το κλάδεμα χρησιμεύουν ως εδαφικό επίστρωμα. Στις νεαρές φυτείες, σε κάποιες περιοχές, το εδαφικό επίστρωμα έχει θετική επίδραση επί των φυτών αυξάνοντας το ρυθμό ανάπτυξης της βλάστησης. Οι βλαστοί κατά το κλάδεμα των φυτών αφήνονται στο έδαφος, αποσυντίθεται και σχηματίζουν ένα βαθύ στρώμα εδαφικού επιστρώματος. Ο ρυθμός αποσύνθεσης των αποκλαδιών του τεϊόδενδρου μειώνεται από τη σκίαση αυτού, ιδιαίτερα, όταν είναι έντονη. Το εδαφικό επίστρωμα εμπλουτίζει το επιφανειακό χώμα με οργανική ουσία και θρεπτικά στοιχεία. Σε περίπτωση εκρίζωσης μιας φυτείας και επαναφυτεύσεώς της συνίσταται προηγουμένως η σπορά του χωραφιού με αγρωστώδες (Tripsacum laxum) ή ψυχανθές(Desmodium spp.) για τρία χρόνια και η ενσωμάτωση αυτών στο έδαφος, κυρίως για τον εμπλουτισμό αυτού με θρεπτικά στοιχεία.[1]
Βιβλιογραφία
- ↑ Ειδική δενδροκομία Τόμος V "Τροπικά φυτά", Ποντίκη Κων/νου, Καθηγητή Γεωπονικού Πανεπιστημίου Αθηνών, Εκδόσεις Σταμούλη, 2001.