Ψυχανθή

Από GAIApedia
Αναθεώρηση της 13:34, 18 Φεβρουαρίου 2013 υπό τον A papageorgiou (Συζήτηση)

(διαφορά) ←Παλαιότερη αναθεώρηση | Τελευταία αναθεώρηση (διαφορά) | Νεώτερη αναθεώρηση → (διαφορά)
Μετάβαση σε: πλοήγηση, αναζήτηση

Η οικογένεια των ψυχανθών (Fabaceae ή Leguminosae) είναι μια πολύ μεγάλη και οικονομικά σημαντική οικογένεια ανθοφόρων φυτών, που είναι κοινά γνωστή ως η οικογένεια των οσπρίων. Η ονομασία Fabaceae προέρχεται από το εκλιπόν γένος Faba, που τώρα περιλαμβάνεται στο γένος Vicia. Η ονομασία Leguminosae είναι μια παλαιότερη αλλά ακόμη έγκυρη ονομασία και αναφέρεται στον τυπικό καρπό αυτών των φυτών που αποκαλείται legume (όσπριο).

Τα ψυχανθή καλλιεργούνται για παραγωγή ξηρού χόρτου (σανός), σπόρου για την κτηνοτροφία και σπόρου για ανθρώπινη κατανάλωση (όσπρια).

Τα σπουδαιότερα ψυχανθή που καλλιεργούνται για παραγωγή σανού, αλλά και για άλλες χρήσεις (χλωρή νοµή, ενσίρωση, βόσκηση), είναι η μηδική, ο βίκος και τα τριφύλλια, ενώ τα πιο σηµαντικά ψυχανθή που καλλιεργούνται για το σπόρο τους, που χρησιµοποιούνται στη συνέχεια από την κτηνοτροφία, είναι τα μπιζέλια, τα κτηνοτροφικά κουκιά, τα λούπινα και η σόγια, σπόροι με υψηλή περιεκτικότητα σε πρωτεΐνες.

Τέλος τα ψυχανθή που καλλιεργούνται για ανθρώπινη κατανάλωση, είναι τα όσπρια και πιο συγκεκριµένα τα φασόλια, ρεβίθια, φακές, κουκιά, λαθούρι και μπιζέλια. Τα όσπρια προµηθεύουν στον άνθρωπο τις ίδιες περίπου θερµίδες που προµηθεύει μία ίση ποσότητα σιτηρών. Είναι τροφές πλούσιες σε υδατάνθρακες (κυρίως άµυλο) και πρωτεΐνες (17-30%), φτωχές σε λάδι (1-2%) και πλούσιες σε σίδηρο και ασβέστιο. Αποτελούν την κύρια πηγή πρωτεϊνών του πληθυσµού των αναπτυσσόµενων περιοχών της γης και σε πολλές από αυτές ονοµάζονται του "φτωχού το κρέας".

Μια πολύ σπουδαία λειτουργία των ψυχανθών είναι η ικανότητά τους να δεσμεύουν άζωτο από την ατμόσφαιρα και να το διοχετεύουν στο έδαφος, ώστε να εμπλουτίζεται με το σημαντικό αυτό θρεπτικό συστατικό για την ανάπτυξη των φυτών. Η αζωτοδέσμευση των ψυχανθών συμβάλλει αποφασιστικά στον κύκλο του αζώτου στη φύση και στη διατήρηση της παραγωγικότητας των λιβαδικών οικοσυστημάτων σε υψηλά επίπεδα, ιδιαίτερα σε φτωχά και εδάφη.