Καρπουζιά

Από GAIApedia
Μετάβαση σε: πλοήγηση, αναζήτηση

Γενικά στοιχεία

Η καρπουζιά, Citrullus lanatus, ανήκει επίσης στην οικογένεια των κολοκυνθοειδών ή διαφορετικά στην οικογένεια Cucurbitacee. Προέρχεται από την νότια και την ανατολική Αφρική. Τα μεγάλα καρπούζια με κόκκινη σάρκα και σπόρια παρουσιάζουν τον μεγαλύτερο όγκο πωλήσεων. Παράγονται επίσης καρπούζια με κίτρινη σάρκα και χωρίς σπόρια αλλά ο σπόρος για τις ποικιλίες που είναι προς το παρόν διαθέσιμες είναι πιο ακριβός. Η καλλιέργεια μπορεί να είναι δυσκολότερη και η απόδοση μικρότερη σε σχέση με τις συμβατικές ποικιλίες. Οι κίτρινοι και άσποροι τύποι έχουν ένα συνεχώς αυξανόμενο μερίδιο στην εξειδικευμένη αγορά καρπουζιού. Υπολογίζεται ότι σήμερα οι άσπορες κίτρινες και κόκκινες ποικιλίες, οι οποίες ούτε καν υπήρχαν πριν δέκα χρόνια, αντιπροσωπεύουν περίπου το 5% της αγοράς και θα αυξήσουν σημαντικά το μερίδιο τους στην αγορά στο προσεχές μέλλον. Στις περιοχές της Πελοποννήσου και Δυτικής Στερεάς Ελλάδας καλλιεργείται εκταταμένα η καρπουζιά.

Βοτανικά χαρακτηριστικά

Είναι φυτό ετήσιο, έρπον με σχετικά βαθύ ριζικό σύστημα. Οι βλαστοί είναι μακριοί μέχρι 2-4m, διακλαδιζόμενοι, γωνιώδεις σε αντίθεση με τους κυλινδρικούς της πεπονιάς. Τα φύλλα διαιρούνται σε 3-4 λοβούς και αυτοί πάλι σε μικρότερες εγκολπώσεις, ώστε το φύλλο τελικά να φαίνεται "σχισμένο". Τα άνθη φέρονται στις μασχάλες των φύλλων στους κόμβους των βλαστών. Το φυτό είναι μόνοικο - δίοικο ή ανδρομόνοικο σε μερικές ποικιλίες, δηλ. είτε φέρει χωριστά αρσενικά και θηλυκά άνθη πάνω στο ίδιο φυτό ή φέρει αρσενικά και ερμαφρόδιτα άνθη. Το χρώμα των άνθεων είναι κιτρινοπράσινο,. Το άνθος φέρεει κάλυκα με 5 σέπαλα, στεφάνη με 5 πέταλα και 3-4 στήμονες. Η σταυρογονιμοποίηση επιτυγχάνεται κυρίως με τις μέλισσες, αλλά και με άλλα έντομα. Τα θηλυκά ή αρρενοθήλεα άνθη βρίσκονται σε βλαστό ανώτερης τάξης και σε θέσεις πιο απομακρυσμένες από τη βάση του φυτού, ενώ τα αρσενικά άνθη βρίσκονται σε βλαστούς μικρότερης τάξης και πιο χαμηλά στον κεντρικό βλαστό και εμφανίζονται πιο νωρίς πάνω στο φυτό. Το αρσενικό άνθος φέρει λεπτό, σχετικά μικρό μίσχο, ενώ το θηλυκό φέρει εξογκωμένη ωοθήκη και σχετικά μακρύ και δυνατό μίσχο. Ο καρπός είναι ράγα ή πέπων, σφαιροειδής ή επιμήκης, ωοειδής ή κυλινδρικός, με χονδρό αλλά εύθραυστο φλοιό και με βάρος το οποίο μπορεί να κυμαίνεται από 2-12 ή και περισσότερα κιλά. Το εξωκάρπιο είναι λείο με χρωματισμό ομοιόμορφο πράσινο βαθύ, πράσινο ανοιχτό ή ταινιωτό. Ο καρπός της καρπουζιάς διαφέρει από τα άλλα κολοκυνθώδη, γιατί δεν έχει κενό χώρο εσωτερικά, καθώς αυτός καταλαμβάνεται από τον πλακούντα (μέσα στον οποίο βρίσκονται τα σπέρματα) που αποτελεί και το βρώσιμο τμήμα του καρπού. Η σάρκα είναι βαθύ ρόζ ή κόκκινη κατά την ωρίμανση. Σήμερα κυκλοφορούν και ποικιλίες με κίτρινη σάρκα. Τα σπέρματα είναι μαύρα ή ανοικτότερου χρώματος, ομοιογενή ή στικτά, πεπλατυσμένου ή ελλειψοειδούς σχήματος. Άσπερμοι καρποί αποκτούνται είτε με τη χρήση ορμονών ή με εκφυλισμό του εμβρίου σε τριπλοειδή άτομα.