Σόγια φυτό
Η σόγια [1] είναι το σπουδαιότερο καρποδοτικό ψυχανθές στον κόσμο όσον αφορά στη χρήση της στη διατροφή του ανθρώπου και των ζώων. Επίσης προσφέρει το 52% των ελαιούχων σπόρων παγκοσμίως. Κατάγεται από την Κίνα και η εξημέρωσή της έγινε στην ίδια περιοχή μεταξύ 1700 και 1000 π.Χ. Στην Ευρώπη εισήχθη στις αρχές του 17ου αιώνα και στις Η.Π.Α. στις αρχές του 18ου. Στην Ευρωπαϊκή Ένωση η καλλιέργεια της σόγιας είναι περιορισμένη, κυρίως στις χώρες Ιταλία, Ν. Γαλλία και Ισπανία και οι ανάγκες σε σπόρο και κυρίως σε προϊόντα σόγιας καλύπτονται με εισαγωγές. Η σόγια καλλιεργείται κυρίως για τους σπόρους της, οι οποίοι συνήθως μετά από βιομηχανική επεξεργασία χρησιμοποιούνται στη διατροφή του ανθρώπου και των ζώων και ως πηγή παραγωγής λαδιού.
Βοτανικά χαρακτηριστικά σόγιας
Η σόγια είναι ετήσιο ποώδες φυτό των θερμών κλιμάτων, με όρθια ανάπτυξη.. Το ριζικό σύστημα είναι εκτεταμένο και αποτελείται από μία πασσαλώδη ρίζα που μπορεί να φθάσει σε βάθος 1,5m και από πολλές πλάγιες διακλαδώσεις, ο κύριος όγκος των οποίων βρίσκεται στα πρώτα 25-30cm του εδάφους. Στις ρίζες, παρουσία του κατάλληλου ριζοβίου, σχηματίζονται φυμάτια τα οποία είναι μικρά, σφαιρικά ή περιστασιακά λοβωτά. Όταν γίνεται εμβολιασμός σε έδαφος που δεν υπάρχουν τα κατάλληλα ριζόβια, τα φυμάτια εμφανίζονται 7-10ημ. μετά τη σπορά. Αρχικά τα φυμάτια σχηματίζονται σε μεγάλη πυκνότητα στο επάνω μέρος της πασσαλώδους ρίζας και αυτά υποστηρίζουν με άζωτο το φυτό στην πρώτη του ανάπτυξη. Τα φυμάτια των πλάγιων ριζών αποκτούν μεγαλύτερη σημασία κατά την άνθηση και το σχηματισμό των σπόρων.
Ο κύριος βλαστός είναι κυλινδρικός, με ύψος συνήθως γύρω στα 75cm, μπορεί όμως να φτάσει και τα 150cm, συχνά χνουδωτός και το χρώμα του είναι χαρακτηριστικό της ποικιλίας. Οι κατώτεροι κόμβοι με την πάροδο του χρόνου γίνονται ξυλώδεις. Τρεις τύποι βλαστών διακρίνονται στις καλλιεργούμενες ποικιλίες σόγιας: περιορισμένης, ημι-περιορισμένης και συνεχούς ανάπτυξης, οι οποίοι ελέγχονται από δύο θέσεις μεγαλογονιδίων. Ο κύριος βλαστός διακλαδίζεται άφθονα από τους κατώτερους κόμβους, αν και οι νέες ποικιλίες έχουν λιγότερες από έξι πλάγιες διακλαδώσεις. Οι κόμβοι του κυρίως βλαστού και των διακλαδώσεων που σχηματίζονται ταυτόχρονα, ανθίζουν και ταυτόχρονα και έχουν και παρόμοιο αριθμό ανθέων και λοβών. Πολλές φορές οι πλάγιοι βλαστοί, εξαιτίας του βάρους των λοβών, πλαγιάζουν ή και σπάζουν κι έτσι μειώνεται η απόδοση.
Τα πρώτα πραγματικά φύλλα της σόγιας (εκτός από τα φύλλα των κοτυληδόνων) είναι απλά και εκφύονται αντίθετα. Τα υπόλοιπα είναι σύνθετα, κατ' εναλλαγή με τρία ωοειδή φυλλάρια, χνουδωτά και φέρουν παράφυλλα. Ο μίσχος του φύλλου είναι μακρύς και τριχωτός. Το χρώμα των φύλλων είναι συνήθως σκούρο πράσινο αλλά και ανοιχτό πράσινο, ανάλογα με την περιεκτικότητα σε χλωροφύλλη. Με την ξήρανση των λοβών συνήθως τα φύλλα παίρνουν κίτρινο χρώμα και πέφτουν, αξιόλογο χαρακτηριστικό που διευκολύνει τη συγκομιδή.
Τα άνθη εκφύονται σε ταξιανθίες, από τη μασχάλη των φύλλων. Κάθε ταξιανθία μπορεί να φέρει μέχρι και 20 μικρά άνθη χρώματος λευκού ή κοκκινωπού. Κάθε άνθος έχει 3-4 ωάρια. Ο αριθμός των ανθέων σε κάθε μασχάλη επηρεάζεται από τη θέση της επάνω στο φυτό και από διάφορους κλιματολογικούς παράγοντες όπως της θερμοκρασία και την υγρασία. Μόνο το 20-40% των ανθέων δίνει λοβούς. Ο καρπός είναι λοβός μήκους 2-10cm, με σχήμα επίμηκες ή ελαφρά δρεπανοειδές, τριχωτός, με χρώμα κατά την ωρίμανση συνήθως καφέ ή μαύρο αλλά και πράσινο, ή ελαφρώς κοκκινωπό. Κάθε λοβός περιέχει τρεις και περιστασιακά περισσότερους σπόρους. Ο αριθμός των λοβών ανά φυτό κυμαίνεται ευρύτατα από 50 έως 500 ή και περισσότερο. Οι σπόροι είναι σκληροί και διαφέρουν ως προς το μέγεθος, το σχήμα και το χρώμα. Το σχήμα είναι συνήθως σφαιρικό αλλά και ελαφρώς ωοειδές, πεπλατυσμένο ή όχι, με διάμετρο 5-10mm. Το περισπέρμιο είναι λείο και γυαλιστερό με έναν μικρό ευδιάκριτο οφθαλμό και έχει χρώμα κίτρινο, πράσινο, καφέ, κόκκινο, μαύρο, ελαφρώς κηλιδωμένο ή δίχρωμο, ανάλογα με την ποικιλία. Το βάρος 1000 σπόρων κυμαίνεται από 50 έως 400g.
Πληροφοριακά στοιχεία
Ευδοκιμεί στις περιοχές
|
Σχετικές σελίδες
Βιβλιογραφία
- ↑ "Ειδική γεωργία, Σιτηρά και ψυχανθή", Δέσποινα Παπακώστα-Τασοπούλου, Καθηγήτρια Γεωπονικής Σχολής Α.Π.Θ.