Μηδική φυτό
Με το όνομα μηδική [1] είναι γνωστά πολλά είδη ετήσια ή πολυετή που ανήκουν στο γένος Medicago. Τα περισσότερα είναι αυτοφυή και μόνο λίγα είδη καλλιεργούνται. Το κυρίως καλλιεργούμενο είδος είναι η Medicago sativa L.subsp.sativa (μηδική η ήμερη ή μηδική η κοινή ή απλώς μηδική), η οποία είναι πολυετές φυτό. Σε μικρότερες εκτάσεις και σε περιοχές με χαμηλές θερμοκρασίες καλλιεργείται η Medicago sativa L.subsp. falcata (L) Arcang. (δρεπανοειδής ή κιτρινανθής μηδική), επίσης πολυετές είδος. Ένα άλλο είδος με ελάχιστο γεωργικό ενδιαφέρον, το οποίο σε μερικές περιοχές καλλιεργείται μόνο ως καλλωπιστικό, είναι το Medicago arborea L. (μηδική η δενδρώδης), πολυετής θάμνος, με πολυάριθμα άνθη χρώματος κίτρινου, ανθεκτική στην ξηρασία και τις υψηλές θερμοκρασίες.
Οι ετήσιες μηδικές (Medics) θεωρούνται ως μία σημαντική κατηγορία λειμώνιων ψυχανθών που ενδημούν στις χώρες με μεσογειακό κλίμα. Αντέχουν γενικά σε αντίξοες συνθήκες (ψύχος, ξηρασία, αλατότητα, οξύτητα κ.ά.). Μπορούν να χρησιμοποιηθούν για την παραγωγή χονδροειδών ζωοτροφών, ως φυτά χλωράς λίπανσης, για τον εμπλουτισμό του εδάφους με άζωτο σε συγκαλλιέργια με σιτηρά, ως φυτά κάλυψης για την αποφυγή διαβρώσεων κ.ά. χρήσεις.
Η κοινή Μηδική κατάγεται από τη Νοτιοδυτική Ασία και συγκεκριμένα από την ευρύτερη περιοχή Ιράν, Ιράκ. Θεωρείται ότι ήταν το πρώτο φυτό που καλλιεργήθηκε για την παραγωγή χονδροειδούς ζωοτροφής τους προϊστορικούς χρόνους. Στην Ευρώπη εισήχθη πρώτα στην Ελλάδα τον 5oπ.Χ. αιώνα κατά τη διάρκεια των Περσικών Πολέμων.
Βοτανικά χαρακτηριστικά μηδικής
Η μηδική είναι πολυετές φυτό με όρθια ανάπτυξη. Το ριζικό σύστημα αποτελείται από μια πασσαλώδη ρίζα, η οποία εισχωρεί στο έδαφος σε βάθος 7-9m ή και περισσότερο. Ανάλογα με την ποικιλία και τις εδαφικές συνθήκες η κύρια ρίζα διακλαδίζεται και αναπτύσσεται ένα δίκτυο πλάγιων ριζών λιγότερο ή περισσότερο εκτεταμένο. Το πρώτο φύλλο που εμφανίζεται μετά την έξοδο των κοτυληδόνων στο έδαφος είναι απλό, ενώ τα υπόλοιπα φύλλα του κεντρικού βλαστού είναι σύνθετα. Από οφθαλμούς στις μασχάλες των κοτυληδόνων και των κατώτερων φύλλων του νεαρού φυταρίου εκφύονται δευτερεύοντες βλαστοί. Οι βλαστοί της μηδικής είναι λεπτοί, συνήθως όρθιοι ή μερικώς πλάγιοι και σπάνια έρποντες. Το ύψος των βλαστών εξαρτάται από την ποικιλία και τις συνθήκες ανάπτυξης και συνήθως φθάνει τα 60-90cm. Ο αριθμός τους ανά κεφαλή κυμαίνεται από 5 έως 25. Το μήκος των μεσογονατίων είναι χαρακτηριστικό της κάθε ποικιλίας για το περιβάλλον στο οποίο αναπτύσσεται. Το πάχος του βλαστού μειώνεται προοδευτικά από τη βάση προς την κορυφή. Τα φύλλα της μηδικής είναι σύνθετα πτεροειδή, εκτός από το πρώτο φύλλο του σπορόφυτου το οποίο είναι απλό και είναι διατεταγμένα στο βλαστό κατ' εναλλαγή. Τα άνθη της μηδικής φέρονται σε πυκνές βοτρυώδεις ταξιανθίες στις μασχάλες των φύλλων. Κάθε ταξιανθία μπορεί να έχει από 5 έως 50 άνθη. Ο καρπός της κοινής μηδικής είναι χαρακτηριστικός σπειροειδής λοβός, με συνήθως 2-4 περιελίξεις και περιέχει από 1 έως 8 σπόρους. Ο λοβός παραμένει κλειστός και μετά την ωρίμανση.
Κλιματικές συνθήκες μηδικής
Η μηδική χαρακτηρίζεται από ευρεία προσαρμοστικότητα και καλλιεργείται επιτυχώς σε μεγάλη ποικιλία κλιματικών συνθηκών, από περιοχές με πολύ χαμηλές θερμοκρασίες κατά το χειμώνα μέχρι περιοχές με πολύ υψηλές θερμοκρασίες κατά το καλοκαίρι. Η θερμοκρασία καθορίζει σε μεγάλο βαθμό το μήκος της περιόδου ανάπτυξης, το ρυθμό ανάπτυξης και συνεπώς την παραγωγικότητα του φυτού. Η μηδική αντέχει σε πολύ υψηλές ή χαμηλές θερμοκρασίες, καθώς και σε ξηρασία, πέφτοντας σε μία μορφή ληθάργου, κατάσταση στην οποία οι φυσιολογικές δραστηριότητες του φυτού συνδέονται με αναστολή της ανάπτυξης, κατά αντιστρεπτό όμως τρόπο, μετά την παρέλευση της καταπόνησης. Κατά τη διάρκεια του φθινοπώρου η μηδική υφίσταται βιοχημικές, φυσιολογικές και μορφολογικές μεταβολές, οι οποίες αυξάνουν την αντοχή της στις χαμηλές θερμοκρασίες. Η αντοχή αυτή ρυθμίζεται από πολλούς γενετικούς παράγοντες, η έκφραση των οποίων επηρεάζεται από τη θερμοκρασία, τη φωτοπερίοδο και το εδαφικό περιβάλλον. Η υγρασία του εδάφους επηρεάζει την επιβίωση της μηδικής άμεσα αλλά και έμμεσα καθώς καθορίζει την ταχύτητα παγώματος του εδάφους.Ορισμένοι βιότυποι της μηδικής αντέχουν και σε πολύ υψηλές θερμοκρασίες, αναπτύσσοντας ειδικούς μηχανισμούς προσαρμογής, όπως μείωση της απορρόφησης της ηλιακής ακτινοβολίας, μείωση της φωτοσύνθεσης και της αναπνοής, αύξηση της σταθερότητας των πρωτεϊνών κ.ά.
Ποικιλίες μηδικής
Οι ποικιλίες της μηδικής που καλλιεργούνται, είναι οι παρακάτω:
- Prosementi,
- Legend,
- Bella Campagnola,
- AGN M92,
- Θεσσαλία AGN M90,
- AGN M85,
- Λάρισα AGN M80,
- AGN M75,
- Χλόη (AGN M70),
- Pomposa (AGN M55),
- Minerva,
- Kane (AGN M70) και
- Padana R20.
Ασθένειες μηδικής
Οι κυριότερες ασθένειες που προσβάλλουν την καλλιέργεια της μηδικής είναι οι παρακάτω:
- Κηλιδώσεις φύλλων,
- Μωσαϊκό της μηδικής,
- Ριζοκτονιάσεις,
- Σκληρωτινίαση,
- Βερτισιλλίωση και
- Φουζαρίωση.
Εχθροί μηδικής
Οι εχθροί [1] που προσβάλλουν την καλλιέργεια της μηδικής είναι οι εξής:
Μικρότερης σημασίας ζημιές στη χώρα μας αναφέρονται από:
- τον λύγκο (Lygus spp.), τα τέλεια και οι προνύμφες του οποίου μυζούν τους χυμούς από τους βλαστούς και τους ανθοφόρους οφθαλμούς,
- τα τζιτζικάκια (Empoasca fabae), τα οποία μυζούν χυμούς από τα φύλλα και τους βλαστούς και τα φυτά απρουσιάζουν μειωμένη ευρωστία με κιτρινωπό ή καστανό-κόκκινο χρωματισμό των φύλλων και
- τον οτιόρυγχο (Otiorhynchus ligustici), οι προνύμφες του οποίου κατατρώνε τις ρίζες, σχηματίζοντας στοές.
Πληροφοριακά στοιχεία
Ευδοκιμεί στις περιοχές
|
Σχετικές σελίδες
- Καλλιέργεια μηδικής
- Μηδική προϊόν
- Βοτανικά χαρακτηριστικά μηδικής
- Κλιματικές συνθήκες μηδικής
- Ψυχανθή
- Ζωοτροφές
- Άζωτο
- Σιτηρά
- Εχθροί μηδικής
- Ασθένειες μηδικής
- Ποικιλίες μηδικής
- Φθινοπωρινός λήθαργος-Επιβίωση της μηδικής
Βιβλιογραφία
- ↑ 1,0 1,1 "Ειδική γεωργία, Σιτηρά και ψυχανθή", Δέσποινα Παπακώστα-Τασοπούλου, Καθηγήτρια Γεωπονικής Σχολής Α.Π.Θ.
- ↑ Ποικιλίες μηδικής Prosementi και Padana R20
- ↑ Ποικιλίες μηδικής Kane (AGN M70), Minerva, Prosementi R1
- ↑ Ποικιλίες μηδικής
- ↑ Ποικιλίες μηδικής ΒELLA CAMPAGNOLA και LEGEND