Η χρήση του λιναριού ως τρόφιμο
Η Λατινική ονομασία του λιναρόσπορου είναι αρκετή για να αναγνωρισθεί η μεγάλη αξία του λιναριού. Καταρχήν ανήκει στην οικογένεια των Λινωδών, και η λατινική του ονομασία είναι Linum Usitissimum, το οποίο σημαίνει ´πολύ χρήσιμος´. Αυτό από μόνο του περιγράφει τις πολλαπλές χρήσεις του λιναριού και την μεγάλη θρεπτική του αξία. Ο σπόρος του είναι λίγο μεγαλύτερος από αυτόν του σησαμιού και έχει πιο σκληρό περίβλημα. Το χρώμα του σπόρου ποικίλλει ανάλογα από το αν προέρχεται από την κίτρινη (χρυσή) ή καστανή ποικιλία. Προέρχεται από την Μεσοποταμία αλλά το φυτό είναι γνωστό από την Παλαιολιθική εποχή. Πρώτες αναφορές για την μαγειρική χρήση του λιναριού, υπάρχουν στην Αρχαία Ελλάδα. Στην Ελλάδα και στα Βαλκάνια φαίνεται να χρησιμοποιείται πριν από το 5000π.Χ. Ο Ιπποκράτης σύστηνε τον λιναρόσπορο για τις φλεγμονές των βλεννογόνων. Οι Ρωμαίοι, ήταν κι αυτοί ένας λαός που δεν έμεινε αδιάφορος στις ωφέλιμες ιδιότητες του λιναρόσπορου. Μετά την πτώση της Ρώμης περιορίστηκε η καλλιέργεια και η χρήση του. Αρχισε να ξαναχρησιμοποιείται όταν ο Καρλομάγνος τον 8ο αιώνα ανακάλυψε τις θεραπευτικές ιδιότητες του λιναριού. Με νομοθεσία επέβαλλε όχι μόνο την καλλιέργεια αλλά και την κατανάλωσή του, προκειμένου να εξασφαλίσει όσο γίνεται περισσότερο την καλή υγεία των υπηκόων του.