Ασθένεια ηλίανθου Σήψη κεφαλής
Αρκετά είδη του γένους Rhizopus εμπλέκονται στην πρόκληση σήψης, συμπεριλαμβανομένων των R. arrhizus, R. stolonifer and R. microsporus. Τα μυκήλια ξεχωρίζουν από τις πολλές καταβολάδες που ενώνουν τις ομάδες των μακριών σπροαγγειοσπόρων. Τα σποραγγειόσπορα είναι συνήθως χωρίς κλαδιά, με μήκος 1,5-3mm και τελειώνουν σε ένα columella και ένα στρογγυλό, μαύρο σποραγγείο, που περιέχει ωοειδείς, άχρωμους έως καφέ σπόρους, 10-15Χ7mm και κάποτε μεγαλύτερους. Η σήψη κεφαλής Rhizopus είναι ασθένεια σποραδική μεν, προκαλεί όμως εκτεταμένη καταστροφή σε κάποιες περιοχές όπου καλλιεργείται ο ηλίανθος. Η μόλυνση αρχίζει στις κεφαλές μεσω τραυμάτων που προκαλούνται από χαλάζι, πουλιά ή έντομα. Η βλάβη και οι οικονομικές απώλειες εξαρτώνται από το συγκεκριμένο χρόνο κατά τον οποίο επέρχεται η μόλυνση. Η μόλυνση σπάνια συμβαίνει πριν την άνθιση και οι μεγαλύτερες απώλειες στην ποσότητα της παραγωγής επερχονται όταν ενσκήψει η μόλυνση πριν γεμίσουν κανονικά οι σπόροι. Οι απώλειες είναι συνήθως χαμηλές, η παραγωγή σπόρου όμως μπορεί να φτάσει σε μείωση ακόμα και το 20%, ενώ η παραγωγή ελαίου μέχρι 45%. Η περιεκτικότητα σε ελεύθερα λιπαρά οξέα μπορεί να αυξηθεί κατά 20%.
Τα αρχικά συμπτώματα είναι τα μαύρα στίγματα στο πίσω μέρος των κεφαλών που ωριμάζουν, και στη συνέχεια μια υδαρής σήψη, που αργότερα αποκτά καφέ χρώμα. Όσο προχωρεί η ασθένεια, οι κεφαλές ξεραίνονται πρόωρα, συρρικνώνονται και οι ιστοί εμφανίζονται θρυμματισμένοι. Μέσα στους τεμαχισμένους ιστούς αναπτύσσεται ένα λευκό μυκήλιο σαν κλωστή που ακολουθείται από την εμφάνιση μικρών μαύρων κηλίδων (σποράγγεια). Τα σποράγγεια είναι γεμάτα σπόρους που εύκολα απελευθερώνονται και δια του ανέμου μεταφέρονται σε άλλα φυτά. Τα συμπτώματα στο άνθος συμπεριλαμβάνουν την εμφάνιση μυκελίου, μιάς γκρίζας ουσίας που είναι καλυμένη με σποράγγεια.
Το Rhizopus εισέρχεται στην κεφαλή μεσα από τραύματα που προκαλούνται από χαλάζι, πουλιά ή έντομα και σχετίζεται με τις βλάβες από πεταλουδίτσες και σκνίπες. Η ευαισθησία των κεφαλών αυξάνεται από το στάδιο του μπουμπουκιού μέχρι τα στάδια της πλήρους άνθισης και ωρίμανσης. Η εξέλιξη της ασθένειας είναι ταχύτερη όταν ο καιρός είναι ζεστός και υγρός. Ο μύκητας Rhizopus αναπαράγεται με παρθενογέννεση αλλά και φυλετικά. Στη διάρκεια της παρθενογεννετικής φάσης, το σποράγγειο αναπτύσσεται και διασκορπίζει εκατοντάδες απλοειδείς σπόρους στον αέρα. Όμως αναπαράγεται και φυλετικά, χρησιμοποιώντας τους σκούρους του ζυγοσπόρους, που είναι σκληροί, ανθεκτικοί και αντέχουν σε αντίξοες περιβαλλοντικές συνθήκες.
Δεν υπάρχουν μέσα χημικής αντιμετώπισης. Τα προβλήματα από την ασθένεια όμως μπορεί να μειωθούν με την αντιμετώπιση της νόσου στη διάρκεια ή πριν την ανθοφορία και με την αποφυγή μηχανικών τραυμάτων μετά την ανθοφορία. Είναι επίσης σημαντικό να γίνουν όλ’ αυτά πριν την παραγωγή σπόρου, ο οποίος μπορεί να λειτουργήσει ως δεξαμενή για τα έντομα και για την ασθένεια Rhizopus.