Ανάπτυξη του φυτού της σίκαλης

Από GAIApedia
Αναθεώρηση της 13:19, 26 Αυγούστου 2013 υπό τον K kaponi (Συζήτηση | συνεισφορές)

(διαφορά) ←Παλαιότερη αναθεώρηση | Τελευταία αναθεώρηση (διαφορά) | Νεώτερη αναθεώρηση → (διαφορά)
Μετάβαση σε: πλοήγηση, αναζήτηση

Βλαστητική ανάπτυξη του φυτού της σίκαλης

Σίκαλη

Για τη βλάστηση του σπόρου της σίκαλης η ελάχιστη θερμοκρασία είναι 1-2oC, η άριστη 25oC και η μέγιστη 30oC. Επομένως, υπάρχουν δυνατότητες βλάστησης και σε θερμοκρασίες χαμηλότερες από του σιταριού. Η ανάδυση των φυτών παρατηρείται συνήθως 10-12 ημ. μετά τη σπορά. Το κολεόπτιλο και τα πρώτα φύλλα έχουν μια ρόδινη απόχρωση.

Η ανάπτυξη του υπέργειου τμήματος είναι δυνατή και σε αρκετά χαμηλές θερμοκρασίες. Έχει βρεθεί ότι σε ορισμένες περιπτώσεις η σίκαλη συνέχιζε να φωτοσυνθέτει ακόμη και όταν η ελάχιστη θερμοκρασία του αέρα έπεφτε κάτω από τους -4oC. Παρά το μεγάλο της ύφος δεν πλαγιάζει εύκολα λόγω των μηχανικών ιδιοτήτων του στελέχους και του έντονου αδελφώματος.




Αναπαραγωγική ανάπτυξη του φυτού της σίκαλης

Ο καρπός της σίκαλης

Για να ανθήσει η σίκαλη απαιτεί συνδυασμό μεγάλων φωτοπεριόδων και εαρινοποίησης. Οι άριστες θερμοκρασίες για εαρινοποίηση κυμαίνονται μεταξύ 2-5oC. Η άνθηση απαιτεί ελάχιστη θερμοκρασία 14oC. Σταυρογονιμοποιείται σε μεγάλα ποσοστά. Αυτό οφείλεται:

  • στη μεγάλη απόσταση μεταξύ χιτώνα και λεπίδας που αφήνει εκτεθειμένο το στίγμα σε ξένη γύρη για μακρό χρονικό διάστημα.
  • στην ύπαρξη μερικού αυτοασυμβίβαστου: γύρη του ίδιου άνθους γονιμοποιεί το ωοκύτταρο σε 24 h ενώ γύρη από ξένο φυτό χρειάζεται μόνο 8 h. Πρόσφατες έρευνες έδειξαν ότι κατά την αυτεπικονίαση σχηματίζεται ένα είδος καλλόζης τόσο στο γυρεόκοκκο όσο και στον γυρεοσωλήνα του, η οποία πιθανόν να έχει σχέση με τη βραδύτητα της επιμήκυνσης του γυρεοσωλήνα.
  • στην πληθώρα των γυρεοκόκκων που απελευθερώνει η σίκαλη-διπλάσιοι μέχρι τετραπλάσιοι στον αριθμό συγκριτικά με τα άλλα χειμωνιάτικα σιτηρά- που αυξάνει τη συχνότητα των σταυρεπικονιάσεων.

Το γέμισμα των καρπών συντελείται αρχικά με τα προϊόντα της τρέχουσας φωτοσύνθεσης του στάχυ και των ανώτερων φύλλων. Έχει όμως παρατηρηθεί και διακίνηση αποθησαυρισμένων προϊόντων από τα στελέχη, η οποία ξεκινά από το στάδιο του γαλακτώδους καρπού. Η διακίνηση αυτή φανερώνεται με τη μορφή μιας μείωσης στο ξηρό βάρος των στελεχών που συνοδεύεται από μια παράλληλη υδρόλυση δομικών πολυζαχαριτών προς διαλυτά ζάχαρα.

Οι καρποί διακρίνονται εμφανώς μεταξύ των λεπυριδίων, ιδίως στα τελευταία στάδια του γεμίσματος. Η χαλαρή αυτή σύνδεση των λεπυριδίων μειώνει τη συγκράτηση των καρπών στο στάχυ, με αποτέλεσμα αυξημένους κινδύνους "τινάγματος" των καρπών.