Λίπανση σόγιας
Η σόγια έχει σχετικά υψηλές απαιτήσεις σε θρεπτικά στοιχεία. Οι απαιτήσεις είναι μεγαλύτερες συγκρινόμενες με το καλαμπόκι, το οποίο, μεταξύ των φυτών μεγάλης καλλιέργειας, συγκεντρώνει στη βιομάζα του από τις υψηλότερες ποσότητες θρεπτικών στοιχείων. Από τη συνολική ποσότητα των θρεπτικών στοιχείων που απορροφά το φυτό της σόγιας το 70-80% του αζώτου και του φωσφόρου και το 60% του καλίου, συνήθως κατανέμονται στο σπόρο και κατά τη συγκομιδή απομακρύνονται από τον αγρό. Από πειράματα στη χώρα μας βρέθηκε ότι η σόγια απορρόφησε από το έδαφος πάνω από 35kg N στρ. και μόνο 7-8kg Ν επέστρεψαν στο έδαφος με τα φυτικά υπολείμματα. Η σόγια αξιοποιεί τη γονιμότητα του εδάφους παράγοντας μεγάλη βλαστική ανάπτυξη, αλλά παρ’ όλο ότι αρχικά με την αύξηση της συνολικής ξηράς ουσίας του φυτού αυξάνεται η απόδοση σε σπόρο, υπάρχει ένα ανώτερο όριο πάνω από το οποίο η απόδοση μειώνεται.
Οι ανάγκες της σόγιας σε άζωτο καλύπτονται από δύο πηγές:
- το έδαφος και
- τη συμβιωτική αζωτοδέσμευση, όταν υπάρχει το κατάλληλο ριζόβιο στο έδαφος ή έχει γίνει εμβολιασμός. Η αναλογία του αζώτου που προέρχεται από κάθε πηγή εξαρτάται από διάφορους παράγοντες του περιβάλλοντος και του φυτού. Από πολλές μελέτες προέκυψε ότι η σόγια λαμβάνει από την αζωτοδέσμευση το 25 έως 75% του απαιτούμενου αζώτου για την ανάπτυξή της. Η αντίδραση της σόγιας στην αζωτούχο λίπανση είναι ασταθής, απρόβλεπτη και συχνά ανεξήγητη. Αναφέρονται αλληλοανερούμενα αποτελέσματα από θετική μέχρι μηδενική επίδραση. Γενικά, η εφαρμογή αζώτου κατά τη σπορά δε θεωρείται απαραίτητη επειδή μπορεί να επηρεάσει δυσμενώς το σχηματισμό φυματίων και παρ’ όλο ότι τα νεαρά φυτά μπορεί να επωφελούνται, η αύξηση της απόδοσης που προκύπτει δεν είναι οικονομικά συμφέρουσα. Μία πολύ μικρή ποσότητα 1-2kg Ν/στρ. μπορεί να βοηθήσει την πρώτη ανάπτυξη των φυτών, πριν αρχίσει η αζωτοδέσμευση, σε πολύ άγονα εδάφη ή σε εδάφη με υπερβολική υγρασία. Προκειμένου να αποφευχθεί η παρεμπόδιση της αζωτοδέσμευσης, το συμπληρωματικό άζωτο που χρειάζεται μπορεί να εφαρμοστεί στα στάδια της αναπαραγωγικής ανάπτυξης του φυτού. Ορισμένες ποικιλίες αντιδρούν στην επιφανειακή λίπανση κατά τη διάρκεια της άνθησης και η αύξηση της απόδοσης οφείλεται στην αύξηση του αριθμού των σπόρων. Αύξηση της απόδοσης και βελτίωση της ποιότητας αναφέρονται επίσης με την προσθήκη επιφανειακής αζωτούχου λίπανσης κατά τη διάρκεια γεμίσματος των σπόρων. Η θετική αντίδραση παρατηρείται συνήθως όταν οι αποδόσεις είναι μεγάλες. Συμπερασματικά αναφέρεται ότι όταν η σόγια καλλιεργείται σε αμειψισπορά με καλλιέργειες που λιπαίνονται ισχυρά και στο έδαφος υπάρχουν τα κατάλληλα ριζόβια ή γίνεται εμβολιασμός, δε χρειάζεται αζωτούχο λίπανση, γιατί ικανοποιεί τις ανάγκες της με την αζωτοδέσμευση και το υπολειμματικό άζωτο του εδάφους.
Η σόγια απορροφά, ως ψυχανθές που είναι, αρκετή ποσότητα φωσφόρου και καλίου, οπότε σε φτωχά, στα στοιχεία αυτά εδάφη, αντιδρά στη λίπανση. Η προσθήκη αυτών των στοιχείων σε συνθήκες έλλειψης εκτός από την αύξηση της απόδοσης βελτιώνει και την ποιότητα των σπόρων. Ο φωσφόρος αυξάνει την περιεκτικότητα των σπόρων σε πρωτεΐνη, ενώ το κάλιο αυξάνει την περιεκτικότητα σε λάδι. Συνήθως ο φωσφόρος και το κάλιο ενσωματώνονται στο έδαφος με την τελευταία καλλιεργητική εργασία πριν από τη σπορά. Όμως λίπανση με τα στοιχεία αυτά δε χρειάζεται συνήθως, όταν η σόγια μπαίνει σε σύστημα αμειψισποράς ισχυρώς λιπαινόμενων καλλιεργειών.
Στη χώρα μας είναι απαραίτητος ο εμβολιασμός των σπόρων γιατί αφ’ ενός στο έδαφος δεν υπάρχει το κατάλληλο ριζόβιο για την εκμετάλλευση της αζωτοδέσμευσης και αφ’ ετέρου πειραματικά δεδομένα έδειξαν ότι μόνο η αζωτούχος λίπανση δεν ήταν αρκετή για την επίτευξη των μέγιστων αποδόσεων. Σε φτωχά εδάφη συνιστάται προσθήκη φωσφόρου σε ποσότητα 6-8kg/στρ. και καλίου σε ποσότητα 8-12kg/στρ.