Εχθρός καπνού Σιδηροσκώληκας
Το ακμαίο είναι μακρόστενο με σκούρο χρωματισμό μαύρο ή καφέ και μήκος σώματος που κυμαίνεται μεταξύ 6 - 17mm ανάλογα με το είδος. Τα σιδεροσκουλήκια μοιάζουν πολύ με τις κάμπιες του γένους Τebrenionidae και το πίσω μέρος τους έχει μονή κατάληξη. Τα ενήλικα είναι επιμήκη με παράλληλες πλευρές, συμπαγή, με αεροδυναμικό σχήμα και οδοντωτές κεραίες. Όταν παρατηρούμε το ενήλικο από επάνω διακρίνουμε ότι το τμήμα πίσω από την κεφαλή (πριονωτό) έχει γωνίες, οι οποίες εφαρμόζουν ακριβώς με το κάλυμα των φτερών (έλυτρα). Η ένωση αυτή είναι πολύ ελαστική. Αυτό είναι ένα από τα βασικά χαρακτηριστικά της οικογένειας Elateridae. Ένας εύκολος τρόπος αναγνώρισης του ακμαίου της οικογένειας Elateridae είναι ο χαρακτηριστικός ήχος κλικ που κάνουν κατά την εκτίναξη στην προσπάθεια τους να γυρίσουν κανονικά από ανάποδα. Αν δεν ακουστεί αυτός ο χαρακτηριστικός ήχος τότε είναι κάποιο σκαθάρι άλλης οικογένειας. Η δύναμη που παράγεται από αυτό το μηχανισμό εκτίναξης είναι μία από τις πιο μεγάλες του ζωικού βασιλείου και χρησιμοποιείται για την αποφυγή ανεπιθύμητων καταστάσεων. Οι νεαρές προνύμφες έχουν χρώμα υπόλευκο, ενώ αργότερα παίρνουν το χαρακτηριστικό κιτρινοκαφέ χρώμα τους και το δερμάτιο τους γίνεται σε σημαντικό βαθμό σκληρό απ' όπου και πήρε και το όνομα του.
Ο βιολογικός κύκλος του σιδεροσκούληκα μπορεί να διαρκέσει 5 - 6 χρόνια για να ολοκληρωθεί. Τα ενήλικα γενούν 130 - 140 αυγά σε έδαφος δροσερό και επιφανειακά αφράτο. Τα αυγά και οι νεαρές προνύμφες είναι πολύ ευαίσθητες στην ξηρασία. Προτιμούν θερμοκρασίες από 10 - 21oC και μετακινούνται προς τα επάνω στο έδαφος και ξανά προς τα κάτω ανάλογα με τη θερμοκρασία. Οι προνύμφες ζουν μέσα στο έδαφος 4 χρόνια και μπορούν να διανύσουν έως 60,96cm συνεχόμενα σε βάθος ανάλογα με τη θερμοκρασία και τη τροφή. Οι προνύμφες μεταμορφώνονται σε πλαγγόνες οι οποίες θα δώσουν την Άνοιξη τα ακμαία. Τον χειμώνα κατεβαίνουν σε βάθος 50-90 εκ. και πέφτουν σε διάπαυση. Επειδή ο βιολογικός του κύκλος είναι πολύ μεγάλος (μέχρι 5 χρόνια) την ίδια χρονική στιγμή μπορούμε να βρούμε στο έδαφος πολλά έντομα διαφορετικού σταδίου.
Τα τέλεια εμφανίζονται το βραδύ και πετούν προς φωτεινές πηγές ωοτοκούν μέσα στο έδαφος, σε μέρη όπου υπάρχει υγρασία, οποία παίζει καθοριστικό ρόλο στην επιβίωση τους. Οι ζημιές που προκαλούν στα υπέργεια μέρη των φυτών είναι μάλλον περιορισμένης σημασίας. Αντίθετα οι προνύμφες προσβάλλουν κυρίως το ριζικό σύστημα και τα φυτικά μέρη κοντά στο λαιμό χωρίς να αποκλείεται και η είσοδος τους μέσα στα στελέχη. Όταν τα φυτά είναι μικρά, μία τέτοια προσβολή οδηγεί στο σπάσιμο τους με αποτέλεσμα την ξήρανση τους σε σύντομο χρονικό διάστημα. Οι ζημιές εμφανίζονται συνήθως με τη μορφή κηλίδων μέσα στον αγρό. Οι απαιτήσεις των προνυμφών για εδαφική υγρασία, περιορίζει τη δραστηριότητα τους σε ξερικές καλλιέργειες όπου η συχνή κατεργασία του εδάφους τις φέρνει στην επιφάνεια με αποτέλεσμα τη θανάτωση τους.
Η αντιμετώπιση τους είναι πολύ δύσκολη και απαιτεί χειρισμούς για αρκετά χρόνια. Η καταπολέμηση του είναι προτιμότερο να γίνεται πριν φυτέψουμε την καλλιέργεια. Οργώματα νωρίς το φθινόπωρο και ελαφρά οργώματα ή σκαλίσματα την άνοιξη ή στις αρχές του καλοκαιριού, σε βάθος 7-8cm διατηρούν το έδαφος καθαρό από βλάστηση και μειώνουν τις προνύμφες. Η αμειψισπορά μπορεί να χρησιμοποιηθεί για την καταπολέμηση και τον έλεγχο του πληθυσμού του εντόμου. Φυτά που δεν είναι ξενιστές όπως μπιζέλια, φασόλια και σινάπι θα πρέπει να καλλιεργούνται πριν τις καλλιέργειες που είναι ξενιστές του εντόμου. Επίσης πρέπει να γίνεται αγρανάπαυση, όπου είναι εφικτό για τουλάχιστον 4 χρόνια με παράλληλη καταστροφή των αυτοφυών φυτών που θα μπορούσαν να προσφέρουν τροφή στις προνύμφες. Για τη χημική αντιμετώπιση του εντόμου η οποία είναι πολύ ακριβή , θα πρέπει να γίνουν δειγματοληψίες ώστε να διαπιστωθεί το μέγεθος του πληθυσμού των προνυμφών, και θα πρέπει να γίνει κατά τόπους και μόνο εάν χρειάζεται επέμβαση και όχι σε όλο το χωράφι. Οι δειγματοληψίες γίνονται τον Απρίλιο με Μάιο και όχι αργότερα, γιατί οι προνύμφες μετακινούνται σε μεγαλύτερα βάθη και μπορεί να διαφύγουν της δειγματοληψίας. Αποτελεσματικά εντομοκτόνα για την καταπολέμηση του σιδεροσκούληκα είναι τα carbofuran, chlorpyriphos,aldicarb, phorate,lindane, endosulfan, fensulfothion. Η εφαρμογη τους μπορεί να γίνει με επίπαση ή ψεκασμό ολοκλήρου του χωραφιού και μετά ακολουθεί σβάρνισμα ή όργωμα. Επειδή όμως παρόλο που είναι αποτελεσματικό είναι αντιοικονομικό και καταστρέφει τους ωφέλιμους οργανισμούς του εδάφους έτσι μπορούμε να εφαρμόσουμε τα φάρμακα στις γραμμές φύτευσης πριν από τη σπορά ώστε να υπάρχει αρκετός χρόνος να θανατωθούν οι προνύμφες που θα έκαναν ζημιά στα νεαρά φυτά.