Εχθρός καπνού Ηλέμεια
Το ακμαίο έχει μήκος 4 - 6mm. Μοιάζει κάπως με την οικιακή μύγα, αλλά έχει σχετικά στενή κοιλιά και έχει σώμα πιο σκούρο και πιο τριχωτό. Η προνύμφη είναι επιμήκης και το πρόσθιο άκρο είναι πιο στενό από το πίσω. Έχει μια γενιά το χρόνο η οποία είναι επικίνδυνη για τα καλλιεργούμενα φυτά. Διαχειμάζει μέσα στο έδαφος και σε βάθος 7 - 11cm κυρίως σαν pupa. Το θηλυκό γεννάει συνήθως από 30- 100 αυγά. Τα αυγά του τοποθετούνται στην επιφάνεια του εδάφους ή ακριβώς από κάτω. Εκκολάπτονται συνήθως από τα μέσα Ιανουαρίου έως το Φεβρουάριο. Η εκκόλαψη τους σταματάει εάν την εποχή αυτή επικρατήσει παγωνιά. Οι δε νεαρές λευκές και άποδες προνύμφες κατευθύνονται προς το υπόγειο μέρος των φυτών και συγκεκριμένα προς τους τρυφερούς βλαστούς ή ακόμη και προς τους σπόρους που βλαστάνουν. Ευνοϊκότερες συνθήκες ανάπτυξης τους είναι η θερμοκρασία 15 - 25oC. Μέσα σε μερικές μέρες η τροφική τους δραστηριότητα επηρεάζει τον κεντρικό βλαστό και το φυτό μαραίνεται και γίνεται καχεκτικό. Τα φυτά έχουν μια θαμπή εμφάνιση αν και τα εξωτερικά φύλλα παραμένουν πράσινα. Επίσης οι προνύμφες προσβάλλουν τα τρυφερά στελέχη κυρίως κοντά στο λαιμό και οι στοές που ορύσσουν προκαλούν ανώμαλη αύξηση του κυρίως στελέχους και συστροφή του. Η μεγαλύτερη όμως ζημιά γίνεται στην περίοδο συγκομιδής στις νεαρές κορυφές του φυτού, τις οποίες καθιστούν ακατάλληλες. Τα ενήλικα εξέρχονται αργότερα κατά το πρώτο δεκαπενθήμερο του Ιουνίου. Στην αρχή βρίσκονται κοντά στα φυτά και μετά διασκορπίζονται καθώς τα θηλυκά ψάχνουν για κατάλληλες θέσεις ωοτοκίας. Πολλές φορές παρατηρείται να πετάει σε σμήνη πάνω κάτω κοντά στο έδαφος και φαίνεται να μοιάζουν σαν σύννεφα κουνουπιών.
Το έντομο δεν είναι εύκολο να εντοπιστεί στα πρώτα στάδια του φυτού γιατί ο γεωργός έχει την εντύπωση ότι η καλλιέργεια του έχει επηρεαστεί από τις κλιματικές συνθήκες. Η υλέμυα δεν θεωρείται σοβαρός εχθρός του καπνού. Σε ορισμένες μόνο περιπτώσεις χρειάζεται να γίνει επανασπορά γιατί οι μικρές ακέφαλες και άποδες προνύμφες κατατρώγουν το τρυφερό φύτρο και το ριζίδιο του μικρού καπνόφυτου αλλά και τις κοτυληδόνες.
Το έντομο μπορεί να καταπολεμηθεί με διάφορα καλλιεργητικά μέτρα όπως η αποφυγή πλούσιων σε οργανική ύλη εδαφών, με αλλαγές στην αμειψισπορά όπου η αλλαγή της σειράς σποράς των φυτών κατά την αμειψισπορά πρέπει να λαμβάνεται υπόψιν εκεί που το έντομο αποτελεί σοβαρό πρόβλημα. Επίσης όσο είναι δυνατόν η σπορά να γίνεται σε έδαφος που αρδεύτηκε πριν από μέρες και η επομένη άρδευση μετά τη σπορά να καθυστερεί εστί ώστε να καθυστερεί η ύπαρξη υψηλής εδαφικής υγρασίας. Χρήσιμη είναι ιδιαίτερα η επικάλυψη του σπόρου με εντομοκτόνα, όταν γίνεται όψιμη σπορά και η επικάλυψη είναι πιο αποτελεσματική σε φυτά που σπέρνονται ρηχά. Συνίσταται η χρήση έμμονου εντομοκτόνου το οποίο θα πρέπει να ενσωματωθεί στα 25 - 50cm του εδάφους κατά τη σπορά. Η χημική καταπολέμηση συνιστάται στη χρήση εντομοκτόνων κατά τη σπορά με fonofos και phorate. Επίσης επένδυση του σπόρου με furathiocarb σε μικροκάψουλες. Τέλος σε περιοχές που ενδημεί το εντομο συνίσταται να γίνεται ψεκασμος όλου του χωραφιού με parathion, diazinon, carbofuran και chlormenphos. Μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε εφόσον είμαστε μακριά από τν συγκομιδή το dimethoate και να ψεκάσουμε τα φυτά μας.