Κολοκυθιά
Περιεχόμενα
Γενικά στοιχεία
H κολοκυθιά (Cucurbita pepo) ανήκει στην οικογένεια Cucurbitaceae και καλλιεργείται σε µεγάλες εκτάσεις από τα αρχαία χρόνια στη Ν. και Β. Αµερική. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζουν τα πρώιµα κολοκύθια, που καλλιεργούνται στο ύπαιθρο µε χαµηλές καλύψεις από πλαστικό ή σε θερµοκήπια. Τα κολοκύθια καταναλίσκονται άγουρα, όταν είναι τρυφερά, σαν µαγειρεµένα. Όταν ωριµάσουν, είναι τότε κατάλληλα για τροφή ζώων, ενώ τα σπέρµατα τους γίνονται πασατέµπο. Η καλλιέργεια κολοκυθιάς στη χώρα µας καλύπτει έκταση 60.000στρ. µε παραγωγή 150.000 τόνους. Τα 5.000 στρέμματα είναι εκτός εποχής, καλλιεργούµενα υπό κάλυψη. Τα χειµωνιάτικα κολοκύθια (Cucurbita maxima) καταναλώνονται όταν ωριµάσουν και επιπλέον προσφέρουν για χρήση στη µαγειρική τα άνθη τους.[1]
Βοτανικά χαρακτηριστικά
Η κολοκυθιά είναι φυτό μονοετές, ποώδες, έρπον ή αναρριχώμενο. Η ρίζα είναι πασσαλώδης και αναπτύσσεται μέχρι και βάθος 1,20m, αλλά το κυρίως ριζόστρωμα βρίσκεται μέχρι τα 40-50cm. Ο βλαστός είναι συνήθως γωνιώδους διατομής, αλλά και κυλινδρικής, φέρει τρίχες, τα μεσογονάτια διαστήματα είναι μικρά, δεν διακλαδίζεται και το μήκος του φθάνει μέχρι μερικά μέτρα. Τα φύλλα είναι μεγάλα, πεντάλοβα ή τρίλοβα με μεγάλες ή μικρές εγκολπώσεις και φέρουν τρίχες. Ο μίσχος είναι μακρύς και χονδρός, κούφιος εσωτερικά. Τα άνθη είναι μεγάλα, μασχαλιαία, με περιάνθιο πενταμερές και στεφάνη χοανοειδή εντόνου κίτρινου χρώματος. Το φυτό είναι μόνοικο και δικλινές, δηλ. φέρει αρσενικά και θηλυκά άνθη χωριστά πάνω στο ίδιο φυτό. Τα αρσενικά άνθη εμφανίζονται πρώτα στη βάση του βλαστού και αργότερα διάσπαρτα κατά μήκος του βλαστού, πάνω σε μακρύ, λεπτό ποδίσκο, έχουν 5 στήμονες ελεύθερους, με ανθήρες ενωμένους. Χρησιμοποιούνται για ντολμάδες (κολοκυθοντολμάδες). Τα θηλυκά άνθη εμφανίζονται μετά τα πρώτα αρσενικά πάνω στο βλαστό, έχουν κοντό ποδίσκο και υποφυή ωοθήκη, η οποία είναι τρίχωρος και έχουν επίσης στύλο με τρία στίγματα δίλοβα. Το φυτό σταυρογονιμοποιείται κυρίως με τις μέλισσες, αλλά και με άλλα έντομα (π.χ μυρμήγκια). Ο καρπός είναι ράγα ή πέπων, διαφόρων χρωμάτων (πράσινο βαθύ, πράσινο ανοιχτό, λευκό, κίτρινο) και σχημάτων (κυλινδρικό, ελλειψοειδές), ανάλογα με την ποικιλία.[1]
Κλιματικές συνθήκες
Η κολοκυθιά είναι φυτό θερμής εποχής και πολύ ευπαθές στον παγετό. Υπό ευνοϊκές συνθήκες κλίματος το καλοκαιρινό κολυκύθι χρειάζεται 30-60 ημέρες από τη σπορά μέχρι τη συγκομιδή. Αποδίδει καλά σε δροσερό και υγρό περιβάλλον. Μέση μηνιαία θερμοκρασία από 18-27oC είναι ικανοποιητική για την καλλιέργεια. Μοιάζει σε πολλά σημεία, όσον αφορά με την αγγουριά, διαφέρει όμως από αυτή γιατί η κολοκυθιά είναι πιο ανθεκτική σε χαμηλές θερμοκρασίες και στην ξηρασία, ενώ παράλληλα είναι λιγότερη απαιτητική σε θρεπτικά στοιχεία. Όσο αφορά την αντίδραση στο φωτοπεριοδισμό, υπάρχουν ποικιλίες που είναι ουδέτερες και άλλες που είναι μακράς ημέρας. Οι ποικιλίες και τα υβρίδια που καλλιεργούνται σήμερα είναι ουδέτερα στο φωτοπεριοδισμό.[1]
Εδαφικές συνθήκες
Η κολοκυθιά καλλιεργείται σε όλα τα χώµατα που στραγγίζουν καλά και έχουν αρκετή ποσότητα οργανικής ουσίας και υγρασίας. Για πρώιµη παραγωγή απαιτούνται γόνιµα, ζεστά, ελαφρά εδάφη, ενώ τα βαριά είναι κατάλληλα για όψιµη παραγωγή. Το pΗ του εδάφους πρέπει να είναι 5,5-7,5.[2]
Πολλαπλασιασμός
Η κολοκυθιά είναι φυτό που δύσκολα μεταφυτεύεται και για αυτό η σπορά γίνεται σε ατομικά γλαστράκια, δίσκους ή κύβους εδάφους. Σπάνια για την "εκτός εποχής" παραγωγή, γίνεται απευθείας σπορά στο έδαφος, όταν η θερμοκρασία εδάφους βρίσκεται σε ανεκτά επίπεδα. Για την βλάστηση των σπόρων απαιτούνται θερμοκρασίες 25-35oC με ελάχιστη τη θερμοκρασία των 13-14oC. Σε θερμοκρασίες κάτω από 10oC δεν βλαστάνει ο σπόρος. Όσο πιο κοντά στο άριστο βρίσκεται η θερμοκρασία κατά τη βλάστηση, τόσο πιο γρήγορα βλαστάνει ο σπόρος και το ποσοστό βλαστικότητας είναι υψηλότερο. Στη περίπτωση που τα φυτά θα ετοιμαστούν σε σπορείο, οι συνιστώμενες θερμοκρασίες στο σπορείο είναι την ημέρα 21-27oC και τη νύχτα 18-22oC. Η θερμοκρασία στο σπορείο δεν πρέπει να πέφτει κάτω από 11-13oC. Όταν η θερμοκρασία είναι στο άριστο επίπεδο ο σπόρος βλαστάνει σε 7 περίπου ημέρες. Τα φυτά στο σπορείο παραμένουν περίπου 3-5 εβδομάδες από την σπορά, ανάλογα με την εποχή και τις συνθήκες που επικρατούν και μεταφυτεύονται όταν αποκτήσουν 3-4 πραγματικά φύλλα. Πριν τη μεταφύτευση συνιστάται η σκληραγώγηση των φυτών, που γίνεται μόνο με μείωση της υγρασίας.[1]
Ποικιλίες
Τα επιθυμητά χαρακτηριστικά των ποικιλίων θα πρέπει να έχουν αρεστή ποιότητα καρπού, να είναι ανθεκτική στις ασθένειες και στις χαμηλές θερμοκρασίες. Επιπροσθέτως, θα πρέπει να είναι ορθόκλαδα και θαμνώδη, ώστε να πιάνει λίγο χώρο, με σκοπό να φυτεύονται περισσότερα φυτά/στρέμμα με πιο υψηλές αποδόσεις. Υπάρχουν ντόπιες ποικιλίες, οι οποίες έχουν προτίμηση στην αγορά και καλλιεργούνται. Στον παρακάτω σύνδεσμο αναγράφονται οι σημαντικότερες ποικιλίες της κολοκυθιάς:
Ασθένειες
Η κολοκυθιά προσβάλλεται από σοβαρές ασθένειες. Κύρια ασθένεια είναι ο περονόσπορος, ενώ επιπλέον προσβάλλεται και από το ωΐδιο, ο βοτρύτης, οι αδρομυκώσεις κ.ά. Οι κυριότερες ασθένειες της κολοκυθιάς καθώς και οι τρόποι καταπολέμησής τους, αναλύονται εκτενώς στον παρακάτω σύνδεσμο:
Ασθένειες κολοκυθιάς[1],[4],[5]
Εχθροί
Η κολοκυθιά προσβάλλεται από σοβαρούς εχθρούς με κυριότερους τον τετράνυχο και τον αλευρώδη. Οι κυριότεροι εχθροί που προσβάλλουν την καλλιέργεια της κολοκυθιάς καθώς και οι τρόποι καταπολέμησής τους αναφέρονται στον παρακάτω σύνδεσμο:
Πληροφοριακά στοιχεία
Ευδοκιμεί στις περιοχές
|
Σχετικές σελίδες
Βιβλιογραφία
- ↑ 1,0 1,1 1,2 1,3 1,4 1,5 1,6 Η τεχνική της καλλιέργειας των κηπευτικών στα θερμοκήπια, του Χρήστου Ολύμπιου, Καθηγητή Γεωπονικού Πανεπιστημίου Αθηνών, Αθήνα 2001.
- ↑ Εναλλακτικοί µέθοδοι έναντι του βρωµιούχου μεθυλίου για την αντιµετώπιση των µυκητολογικών ασθενειών των κολοκυνθοειδών σε θερµοκηπιακές καλλιέργειες, της φοιτήτριας Αιμιλίας Φανουράκη,Ηράκλειο 2004.
- ↑ Ποικιλίες κολοκυθιάς.
- ↑ Συμβουλές Φυτοπροστασίας για τα κολοκυνθοειδή.
- ↑ Προσβολή ωϊδίου στο κολοκύθι.
- ↑ Βιο-οικο-καλλιέργεια κολοκυθιού.