Αναπαραγωγή όρνιθας
Αναπαραγωγικό σύστημα αρρένων
Το γεννητικό σύστημα του κόκκορα αποτελείται από τους 2 όρχεις που βρίσκονται στο εσωτερικό της κοιλίας, κοντά στην πρόσθια μοίρα των νεφρών. Είναι ελλειψοειδείς, κίτρινου χρώματος, πολλές φορές όμως και κοκκινωπής απόχρωσης λόγω της αφθονίας των αιμοφόρων αγγείων. Συνέχεια των όρχεων είναι η επιδιδυμίδα, όπου συγκεντρώνεται το σπέρμα και οι σπερματοφόροι αγωγοί μέσω των οποίων φέρεται το σπέρμα στους σπερματικούς πόρους, οι οποίοι εκβάλουν στην κορυφή μιας θηλής που βρίσκεται στο μεσαίο κόλπο της αμάρας.
Στο αρσενικό δεν υπάρχει πέος, αλλά μια ινώδης πτυχή η οποία δεν επικοινωνεί με τους σπερματικούς πόρους και βρίσκεται μεταξύ των εκβολών των δύο σπερματικών πόρων.
Κατά τη συνουσία αναστρέφονται προς τα έξω ο πρωτόκολπος του αλέκτορα και της όρνιθας και μέσω πιέσεως έρχονται σε επαφή οι εκβολές των σπερματικών πόρων με τον ουρόκολπο, όπου και αποτίθεται το σπέρμα. Η ποσότητα του σπέρματος ανά εκσπερμάτιση είναι γύρω στο 1cc στην αρχή της ημέρας και μειώνεται σημαντικά μέχρι 0,1cc μετά από πολλές συζεύξεις. Το σπέρμα έχει pH γύρω στο 7,0 και 7,4 και περιέχει περίπου 2,5-3,5 δισεκατομμύρια σπερματοζωάρια.
Τα σπερμιογόνα σχηματίζονται από την 13-15 ημέρα της επώασης, αλλά μόνο σε ηλικία περίπου 4 μηνών συμπληρώνεται πλήρως η γεννετησιακή ωριμότητα των αρσενικών. Με αυτή σχετίζεται το μέγεθος του λοφίου, γι' αυτό και χρησιμοποιείται σαν κριτήριο επιλογής των αρσενικών. Μετά από σύζευξη με αρσενικά, γόνιμα αυγά αρχίζουν να παράγονται μετά από τουλάχιστον 20 ώρες αλλά η μέγιστη γονιμότητα από ένα σμήνος παρουσιάζεται μετά την τρίτη ημέρα.
Εάν τα αρσενικά απομακρυνθούν από ένα σμήνος, μερικά γόνιμα αυγά μπορούν να παράγονται μέχρι το πολύ 4 εβδομάδες αλλά το ποσοστό των γόνιμων αυγών μειώνεται συνεχώς και μάλιστα δραστικά μετά την τέταρτη ημέρα περίπου. Η γονιμοποίηση είναι φυσική ή τεχνητή και για μεν τη φυσική αρκεί ένα αρσενικό για 10 θηλυκά ενώ για την τεχνητή ένα αρσενικό επαρκεί για 100 θηλυκά επί εβδομαδιαίας βάσης. Το σπέρμα όμως πρέπει να χρησιμοποιείται νωπό, γιατί σαν κατεψυγμένο χάνει τη γονιμότητά του κατά το ήμισυ.
Κατά τη φυσική γονιμοποίηση, ο χρόνος της σύζευξης δεν έχει σημασία για τη γονιμότητα του αυγού για την τεχνητή όμως έχει διότι η παρουσία σχηματισμένου αυγού στη μήτρα παρεμποδίζει την κηνιτικότητα του σπέρματος. Γι' αυτό και συνήθως γίνεται αργά το απόγευμα ή γενικά ώρες εκτός του διαστήματος, 4 ώρες πριν και μία ώρα μετά την απότεξη.
Η θερμοκρασία του περιβάλλοντος επηρεάζει την καλή ανάπτυξη των όρχεων και επομένως και τη γονιμότητα του σπέρματος. Άριστη θερμοκρασία και για αρσενικά και για θηλυκά θεωρούνται οι 19oC.
Αναπαραγωγικό σύστημα όρνιθας
Όσον αφορά στο αναπαραγωγικό σύστημα της όρνιθας, αυτό αποτελείται από τις ωοθήκες και τους ωαγωγούς. Κατά την εμβρυογένεση σχηματίζονται κανονικά και οι 2 ωοθήκες, τελικά η δεξιά υποπλάσσεται και αναπτύσσεται μόνο η αριστερή. Η ωοθήκη έχει σχήμα βότρυος, οι ράγες του οποίου αντιπροσωπεύουν ωοθηλάκια, διαφόρου ηλικίας, έτσι ώστε υπάρχουν μερικά μεγάλα και ερυθροκίτρινου χρώματος και πολλά μικρότερα λευκού χρώματος.
Μια ωοθήκη περιλαμβάνει εκατομμύρια πρωτογενών ωοθυλακίων, εκ των οποίων 900-3.500 είναι ορατά δια γυμνού οφθαλμού και μόνο 1.000-1.500 ωριμάζουν και δίνουν ισάριθμα αυγά. Το μέγεθος της ωοθήκης εξαρτάται απ' τον ρυθμό της ωοτοκίας, το δε βάρος της μπορεί να 15πλασιασθεί κατά την περίοδο της εντόνου ωοτοκίας. Τα ωοθυλάκια στηρίζονται με έναν μίσχο επί της ωοθήκης και περιβάλλονται από μεμβράνη πλούσια σε αιμοφόρα αγγεία. Η ρήξη του ωοθηλακίου γίνεται σε θέση απέναντι από το μίσχο, τη λεγόμενη στίγμα. Αν γίνει σε άλλο σημείο εκτός του στίγματος παράγονται αιματηρά αυγά. Ο ωαγωγός δεν αποτελεί μόνο μέσο διόδου αλλα συμβάλλει και στο σχηματισμό του αυγού, καταλήγει στην αμάρα, εκτελεί περισταλτικές κινήσεις που συντελούν στη σύλληψη του ωχρού και την προώθηση προς τα πίσω. Μεταβάλει διαστάσεις κατά την ωοτοκία. Διαιρείται σε πέντε τμήματα:
- τον κώδωνα,
- τον λευκωματογόνο σωλήνα,
- τον ισθμό,
- τη μήτρα και
- τον κόλπο.