Κλάδεμα βερυκοκκιάς
Κυπελλοειδές: Η κόμη του δένδρου αποτελείται από τρεις βραχίονες, που σχηματίζουν γωνία 50o έως 60o με τον κορμό. Κάθε βραχίονας φέρει δυο καλά αναπτυγμένους σκελετικούς κλάδους, απ' τους οποίους ο πρώτος σχηματίζεται σ' απόσταση 40-50cm απ' τη βάση του και ο δεύτερος σ' απόσταση 60-80cm και αντίθετα ως προς τον πρώτο. Η διαμόρφωση του σχήματος των δένδρων πρέπει να συμπληρώνεται σε όσο το δυνατό μεγαλύτερο χρονικό διάστημα και με ελαφρές επεμβάσεις γιατί τα δένδρα μπαίνουν νωρίτερα σε καρποφορία.
Αμφίπλευρη παλμέττα: Αποτελείται από τον κεντρικό οδηγό, που αφήνεται ακλάδευτος, και από πλάγιους κλάδους διαμορφωμένους κατά την κατεύθυνση φύτευσης των δένδρων επί της γραμμής και σε ελεύθερη διάταξη καθ' ύψος. Οι πλάγιοι κλάδοι διαμορφώνονται στο φυτώριο ή μετά τη φύτευση. Το σύστημα αυτό θεωρείται πιο κατάλληλο για μεγάλης έκτασης βερυκοκκεώνες. Χρειάζεται λιγότερο κλάδεμα απ' την κανονική παλμέττα της ροδακινιάς, αλλά η εφαρμογή χλωρών κλαδεμάτων κρίνεται αναγκαία.
Όσο αφορά το κλάδεμα καρποφορίας της βερυκοκκιάς, πρέπει να αποσκοπεί στη διατήρηση του σχήματος των δένδρων, στην αφαίρεση των παλιών κλάδων, που κάμπτονται προς το έδαφος με σύντμηση τους σε κάποια ορθόκλαδη βλάστηση, στην αποκοπή των ξερών κλάδων, στην έκθεση του εσωτερικού μέρους της κόμης σ' άφθονο φως και επαρκή αερισμό, στην ανανέωση του καρποφόρου ξύλου και στην εξασφάλιση μιας ικανοποιητικής παραγωγής. Η βερυκοκκιά, αν και καρποφορεί κυρίως σε λογχοειδή, ένα μέτρια αυστηρό κλάδεμα θα συντελέσει στην έκπτυξη νέας βλάστησης και στο σχηματισμό νέων καρποφόρων λογχοειδών. Η αύξηση της βλάστησης στα νεαρά δένδρα, και κάθε χρόνο, θα πρέπει να είναι της τάξης των 35-75cm, ενώ στα ενήλικα 25-35cm. Επομένως τα ζωηρά δένδρα, με μεγάλο μήκος βλάστησης, πρέπει να κλαδεύονται ελαφρά και τα αδύνατα, με μικρό μήκος βλάστησης αυστηρά.