Ορατά συμπτώματα αλατούχων εδαφών
Ύπαρξη στην επιφάνεια του εδάφους διάσπαρτων λευκών κηλίδων εμφανιζόμενων <<δίκην εμβαλωμάτων>> σε θέσεις ελαφρώς υπερυψωμένες ή σε ακάλυπτες από τα φυτά επιφάνειες, όπου το νερό εξατμίζεται με υψηλούς ρυθμούς. Η παρουσία λεπτής κρούστας αλάτων, παρότι είναι ενδεικτική της ύπαρξης αλατότητας, εν τούτοις δεν παρέχει πληροφορίες σχετικά με το βαθμό αλατότητας της ριζικής ζώνης. Όμως με τη διενέργεια μιας απλής τομής στο έδαφος βάθους 1m μπορούμε να έχουμε μία καλή πληροφόρηση για την ύπαρξη αλάτων. Εάν από μία λωρίδα του εδάφους εξατμιστεί το νερό κατά μήκος της κατατομής, θα διαπιστώσουμε ότι υπάρχουν άλατα στη ριζόσφαιρα, εάν η εν λόγω λωρίδα καταστεί λευκή, γεγονός που σημαίνει συμπύκνωση αλάτων. Τα φυτά κατά το φύτρωμα επηρεάζονται αρνητικά από την επιφανειακή ύπαρξη των αλάτων. Όσον δε αφορά στα μη καλυμμένα με φυτά τμήματα της επιφάνειας του εδάφους, αυτά δείχνουν την πιθανή ύπαρξη των αλάτων σε σχετικά μικρό βάθος του επιφανειακού στρώματος.
Η εμφάνιση (μορφή) της ανάπτυξης των φυτών πλησίον των σημείων αυτών ή θέσεων μπορεί να αποτελέσει απόδειξη της ύπαρξης αλατότητας, διότι αυτή είναι ισχνή και τα φυτά παρουσιάζουν όλα εκείνα τα συμπτώματα της αλατότητας ήτοι:
α) ισχνή ανάπτυξη,
β) ανομοιόμορφη ανάπτυξη,
γ) σχήμα φύλλων γενικά μικρό,
δ) βαθύ κυανοπράσινο χρώμα,
ε) ενδεχόμενη εμφάνιση κηρώδους στρώματος στα φύλλα και
στ)ξήρανση των φύλλων.
Υπογραμμίζεται εδώ ότι τα πιο πάνω συμπτώματα μπορεί να οφείλονται και σε άλλους παράγοντες, όπως ξηρασία, χαμηλή γονιμότητα, μη ορθολογική χρήση ζιζανιοκτόνων κ.λ.π. Γι' αυτό θα πρέπει να εξετάζονται με προσοχή. Για τη διαπίστωση του βαθμού καταλληλότητας ενός αλατούχου εδάφους για την ανάπτυξη δοθείσης καλλιέργειας, θα πρέπει να γίνει σύγκριση της ηλεκτρικής αγωγιμότητας (ECe) του επιφανειακού εδάφους με την ανθεκτικότητα της υπόψη καλλιέργειας στα άλατα, για να διαπιστωθεί κατ' αρχήν:
α) εάν υπερβαίνει η αλατότητα του εδάφους την αντοχή του φυτού κατά το φύτρωμα στο συγκεκριμένο επίπεδο αλατότητας και
β) εάν μπορέσει, κάτω από τις δεδομένες συνθήκες αλατότητας, να εγκατασταθεί η καλλιέργεια και να αναπτυχθεί.
Επίσης, για να προσδιοριστεί εάν και κατά πόσον η αλατότητα ενός εδάφους είναι υψηλή για την ανάπτυξη των συνήθως αρδευόμενων καλλιεργειών ή για την εγκατάσταση φυτειών, θα πρέπει η μέση αγωγιμότητα της ριζικής ζώνης (ECi) να συγκριθεί με τον αντίστοιχο βαθμό ανθεκτικότητας στα άλατα της καλλιέργειας ή της φυτείας. Είναι προφανές ότι, για τη διαπίστωση και διάκριση των προβλημάτων της αλατότητας του εδάφους, θα πρέπει να έχουμε σαφή εικόνα της παραλλακτικότητας της αγωγιμότητας του εδάφους (ECe) της υπό μελέτη περιοχής. Ως εκ τούτου, θα πρέπει να υπολογιστεί ο δείκτης αλατότητας και να συγκριθεί με την ανθεκτικότητα των υπό εγκατάσταση καλλιεργειών, στα άλατα. Εάν το πρόβλημα της αλατότητας σε δεδομένη περιοχή είναι τόσο οξύ, ώστε να μην είναι αποδεκτό, τότε ο δείκτης αλατότητας για την υπόψη περιοχή είναι ισοδύναμος προς τη μέγιστη αλατότητα που παρατηρείται στην περιοχή αυτή. Η αλατότητα μπορεί να είναι ένα σοβαρό πρόβλημα που περιορίζει τη φυτική ανάπτυξη και ως εκ τούτου είναι σημαντικής σπουδαιότητας. Η αυξημένη αλατότητα κάνει αισθητή την παρουσία της, όταν η ανθεκτικότητα των καλλιεργειών στα άλατα, τόσο κατά το φύτρωμα, όσο και στη συνέχεια κατά την εγκατάστασή τους, είναι μικρότερη από το επίπεδο της αγωγιμότητας του εδάφους.[1]
Βιβλιογραφία
- ↑ Τα προβληματικά εδάφη και η βελτίωση τους, Π. Κουκουλάκης τ. Αναπληρωτής Ερευνητής ΕΘΙΑΓΕ, ΑΡ. Παπαδόπουλος Τακτικός Ερευνητής ΕΘΙΑΓΕ