Ατροφική ρινίτιδα των χοίρων

Από GAIApedia
Αναθεώρηση της 09:21, 19 Ιουνίου 2015 υπό τον K kaponi (Συζήτηση | συνεισφορές)

(διαφορά) ←Παλαιότερη αναθεώρηση | Τελευταία αναθεώρηση (διαφορά) | Νεώτερη αναθεώρηση → (διαφορά)
Μετάβαση σε: πλοήγηση, αναζήτηση

Η ατροφική ρινίτιδα είναι νόσημα των νεαρών χοιριδίων που χαρακτηρίζεται αρχικά από πταρμούς και αργότερα λόγω της χρόνιας μορφής του από ατροφία των ρινικών κογχών, στρέβλωση του διαφράγματος και βράχυνση και στροφή της άνω γνάθου.

Τα αίτια της ατροφικής ρινίτιδας [1] δεν είναι απόλυτα εξακριβωμένα. Η κληρονομική προδιάθεση πρέπει να παίζει κάποιο ρόλο. Αντίθετα, η άποψη ότι η νόσος μπορεί να οφείλεται σε έλλειψη ανόργανων αλάτων και κυρίως αλάτων ασβεστίου δεν ειναι ορθή, γιατί, όπως αποδεικνύεται στην πράξη, η χορήγηση αλάτων ασβεστίου και βιταμίνης D3 δεν βελτιώνει την κατάσταση. Η απομόνωση ορισμένων μικροοργανισμών και κυρίως της Bordetella bronchiseptica μας οδηγεί στο συμπέρασμα ότι η νόσος οφείλεται σε μολυσματικά αίτια και μάλλον στο μικρόβιο αυτό.

Η μόλυνση των χοιριδίων γίνεται με αιωρούμενα μικροσταγονίδια ή με την επαφή, γιατί το μικρόβιο υπάρχει συνήθως στις εκτροφές χοίρων. Η λοίμωξη ευνοείται από τις κακές συνθήκες της εκτροφής και την τυχόν ασθενή ανοσολογική κατάσταση των ζώων.

Το μικρόβιο εκκρίνει τοξίνη, η οποία προκαλεί νέκρωση του ρινικού βλεννογόνου και των άλλων υποκειμένων ιστών και ιδιαίτερα των οστεοβλαστών. Έτσι παρακωλύεται η ομαλή ανάπτυξη των οστών και δημιουργείται η παραπάνω κατάσταση. Οι παραμορφώσεις των ρινικών κογχών και των οστών είναι σοβαρότερες, όταν η μόλυνση συμβαίνει κατά τις πρώτες 4 εβδομάδες της ζωής των χοιριδίων.

Τα συμπτώματα είναι πως παρατηρείται ως οξεία ή υποξεία μορφή. Η οξεία μορφή εμφανίζεται σε ηλικία 4-8 εβδομάδων και χαρακτηρίζεται από πταρμούς, ρινικό έκκριμα, δακρύρροια και έμφραξη των δακρυϊκών πόρων. Αργότερα εμφανίζονται οι ανωμαλίες στην ανάπτυξη των οστών και ακόμη καθυστέρηση στην ανάπτυξη του σώματος. Ορισμένες φορές συμβαίνουν επιπλοκές που οδηγούν σε πνευμονία.

Η υποξεία μορφή παρατηρείται σε χοιρίδια μεγαλύτερης ηλικίας και ακόμη σε παχυνόμενους χοίρους. Η νόσος εξελίσσεται ελαφρά και μόνο μετά τη σφαγή διαπιστώνεται ατροφία των ρινικών κογχών και των άλλων οστών. Η νόσος γενικά παρουσιάζεται στις χοιροτροφικές μονάδες με επιζωοτική μορφή.

Τα παραπάνω συμπτώματα είναι πολύ χαρακτηριστικά και έτσι η διάγνωση είναι σχετικά εύκολη. Μπορεί να γίνει και μικροβιολογική εξέταση του ρινικού εκκρίματος των χοιριδίων και να διαπιστωθεί το μικρόβιο με καλλιέργεια. Δεν έχει βρεθεί ειδική αποτελεσματική θεραπεία. Τα πρώτα στάδια της οξείας μορφής αντιμετωπίζονται με τη χορήγηση σουλφοναμιδών μέσα στην τροφή ή το πόσιμο νερό. Το ρινικό έκκριμα παύει πολλές φορές ύστερα από θεραπεία τριών εβδομάδων.

Όσο αφορά στην πρόληψη απαιτείται προσοχή στην αγορά νέων ζώων. Αυτά πρέπει να προέρχονται από εκτροφές απαλλαγμένες από τη νόσο. Σε περίπτωση εμφάνισης της νόσου σε μια εκτροφή, βελτιώνονται οι συνθήκες της και προσθέτονται αντιβιοτικά στο σιτηρέσιο.

Στις έγκυες χοιρομητέρες γίνεται εμβολιασμός σε δυο δόσεις της 4η και 2η εβδομάδα πριν από τον τοκετό. Έχουν χρησιμοποιηθεί εμβόλια και για τα χοιρίδια.




Βιβλιογραφία

  1. "Υγιεινή και στοιχεία παθολογίας των αγροτικών ζώων" Αποστόλου Μ. Ζαφράκα