Κούφιοι καρποί φιστικιάς
Στην καλλιεργούμενη φιστικιά η παραγωγή κούφιων καρπών αποτελεί σοβαρό πρόβλημα. Το ποσοστό των καρπών αυτών ποικίλλει από ποικιλία σε ποικιλία, από χρόνο σε χρόνο και από υποκείμενο σε υποκείμενο. Η Kerman που θεωρείται από τις καλύτερες, δίνει υψηλό ποσοστό κούφιων καρπών, που ποικίλλει από 14,2 - 38,2%. Η ελληνική ποικιλία Αιγίνης συνήθως δίνει ποσοστό κούφιων καρπών που ποικίλλει από 5-10%. Το ποσοστό των κούφιων καρπών δε σχετίζεται με την παραγωγή του δένδρου, ούτε με τη θέση του ως πρός την κατεύθυνση απ' όπου φυσάει ο άνεμος και την απόστασή του από τα αρσενικά δένδρα. Ελέγχεται από το υποκείμενο-σπορόφυτο, γιατί μερικά δέντρα παράγουν σταθερά υψηλά ποσοστά κούφιων καρπών και άλλα σταθερά χαμηλά ποσοστά. Η επίδραση όμως αυτή του υποκειμένου, αν ελέγχεται από κάποιο θρεπτικό ή ορμονικό μηχανισμό, παραμένει άγνωστη.[1]
Βιβλιογραφία
- ↑ Ειδική δενδροκομία Τόμος II "Ακρόδρυα-Πυρηνόκαρπα-Λοιπά καρποφόρα", Ποντίκη Κων/νου, Καθηγητή Γεωπονικού Πανεπιστημίου Αθηνών.