Βοτανικά χαρακτηριστικά αγγουριάς
Είναι φυτό έρπον με λεπτούς βλαστούς που φτάνουν σε μήκος τα 3-4 μέτρα. Το ριζικό σύστημα αποτελείται από μία κεντρική ρίζα από την οποία αναπτύσσονται πολλές πλευρικές. Οι βλαστοί έχουν γωνιώδη διατομή και φέρουν έλικες που επιτρέπουν στο φυτό να αναρριχηθεί. Τα φύλλα είναι μεγάλα, γωνιώδη και φέρουν χνούδι. Από τις μασχάλες των φύλλων αναπτύσσονται πλευρικοί βλαστοί. Τα άνθη διακρίνονται σε αρσενικά και θηλυκά. Τα αρσενικά άνθη είναι μεγαλύτερου μεγέθους και εμφανίζονται κυρίως προς τη βάση του κεντρικού βλαστού σε αντίθεση με τα θηλυκά που έχουν μικρότερο μέγεθος και εμφανίζονται αργότερα στον κεντρικό βλαστό και κυρίως στους πλευρικούς βλαστούς. Τα θηλυκά άνθη φέρουν στη βάση τους υποτυπώδη καρπό (υποφυής ωοθήκη) που είναι ορατός πριν ακόμη γίνει η γονιμοποίηση. Ορισμένες ποικιλίες αγγουριάς έχουν μόνο θηλυκά άνθη και η παραγωγή καρπών γίνεται παρθενοκαρπικά. Ο καρπός της αγγουριάς είναι ράγα κυλινδρικού σχήματος, μικρού ή μεγάλου μεγέθους, λείος ή με μικρά αγκαθάκια, κυκλικός ή γωνιώδης, σε διαφορετικές αποχρώσεις του πράσινου ανάλογα με την ποικιλία. Η μέση σύσταση του καρπού είναι: νερό 95%, υδατάνθρακες 3,4%, πρωτεΐνες 0,5-0,9%, λίπη 0,1% και βιταμίνη C.[1]
Βιβλιογραφία