Βοτανικά χαρακτηριστικά πεπονιάς
Το φυτό είναι ετήσιο, κυρίως μόνοικο δίκλινο (με θηλυκά και αρσενικά άνθη) και σε μερικές περιπτώσεις ανδρομόνικο (με αρσενικά και ερμαφρόδιτα άνθη), με βλαστούς μακρύς (2-3m ή και περισσότερο), τριχωτούς, διακλαδιζόμενους και έρποντες που φέρουν έλικες. Τα φύλλα είναι μεγάλα, τριχωτά, έλλοβα (3-5 λοβοί) ή απλά πενταγωνικά ή καρδιόσχημα, συνήθως οδοντωτά. Τα αρσενικά άνθη παρουσιάζονται πριν από τα θηλυκά, συνήθως σε δέσμες από 3 ή περισσότερα άνθη στις μασχάλες των φύλλων και φέρουν 5 στήμονες. Τα θηλυκά άνθη είναι μονήρη ή και ανά δύο και φέρουν στίγμα με 3-5 λοβούς. Η άνθηση γίνεται κατά τις πρωινές ώρες και διαρκεί για τα αρσενικά άνθη μία μόνο ημέρα και για τα θηλυκά, εφόσον δεν έχουν γονιμοποιηθεί, επί 2-3 ημέρες. Κάθε καρπός που σχηματίζεται από γονιμοποίηση δίνει μέσα σε κοιλότητα συνήθως 400-600 σπόρους κιτρινωπούς, ελλειψοειδείς και πλατύς, με τους οποίους γίνεται ο πολλαπλασιασμός του φυτού.[1]
Βιβλιογραφία
- ↑ Ασθένειες πεπονιάς και τρόποι αντιμετώπισής του, πτυχιακή εργασία της φοιτήτριας Κοκκινάκη Ζαχαρένιας, Ηράκλειο 2009.